ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ , χαῖρε , Κεχαριτωμένη ΜΑΡΙΑ , ὁ Κύριος , μετά Σοῦ · Εὐλογημένη Σύ ἐν γυναιξί , καί εὐλογημένος , ὁ καρπός τῆς κοιλίας Σου · ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες, τῶν ψυχῶν ἡμῶν ..
ΔΟΞΑ CΟΙ ! ΔΟΞΑ CΟΙ ! ΜΗΤΕΡ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΟΞΑ CΟΙ ! ΠΑΝΑΓΙΑ ! ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΝΤΕΣ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ CΟΙ , ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΥΨΙΣΤΟΥ ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΘΕΟΤΟΚΕ !!! --- ὙΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ, σῶσον ἡμᾶς, τήν ἐκκλησίαν σου, τήν ποίμνην σου, τούς μοναχούς σου, τό ὄρος σου,τά ἔθνη σου, τήν νεολαίαν σου, τόν λαόν, καί χώραν ταύτην καί τόν κόσμον σου ἅπαντα. Ἀμήν ---Ἡ ΠΑΝΑΓΙΑ, νά εἶναι :βοηθός, ὁδηγός, ἰατρός, συνεργός, ἀρωγός, ἀγωγός, φωτισμός,στηριγμός, ὁπλισμός, στολισμός,πλουτισμός, χορηγός, κάθε θεϊκῆς ἀγαθότητος στήν ζωήν σας.

Εἰς τό Γενέθλιον τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

  Εἰς τό Γενέθλιον τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου


Μυστήριο παράξενο καὶ παράδοξο ἀντικρύζω. Βοσκῶν φωνὲς φτάνουν στ' αὐτιά μου. Δὲν παίζουν σήμερα μὲ τὶς φλογέρες τοὺς κάποιον τυχαῖο σκοπό. Τὰ χείλη τοὺς ψάλλουν ὕμνο οὐράνιο.
Οἱ ἄγγελοι ὑμνολογοῦν, οἱ ἀρχάγγελοι ἀνυμνοῦν, ψάλλουν τὰ Χερουβεὶμ καὶ δοξολογοῦν τὰ Σεραφείμ. Πανηγυρίζουν ὅλοι, βλέποντας τὸ Θεὸ στὴ γῆ καὶ τὸν ἄνθρωπο στοὺς οὐρανούς.
Σήμερα ἡ Βηθλεὲμ μιμήθηκε τὸν οὐρανό: Ἀντὶ γι' ἀστέρια, δέχτηκε τοὺς ἀγγέλους· ἀντὶ γιὰ ἥλιο, δέχτηκε τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης. Καὶ μὴ ζητᾶς νὰ μάθεις τὸ πῶς. Γιατί ὅπου θέλει ὁ Θεός, ἀνατρέπονται οἱ φυσικοὶ νόμοι.
Ἐκεῖνος λοιπὸν τὸ θέλησε. Καὶ τὸ ἔκανε. Κατέβηκε στὴ γῆ κι ἔσωσε τὸν ἄνθρωπο. Ὅλα συνεργάστηκαν μαζί Του γι' αὐτὸν τὸ σκοπό.
Σήμερα γεννιέται Αὐτὸς ποὺ ὑπάρχει αἰώνια, καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ ποτὲ δὲν ὑπῆρξε. Εἶναι Θεὸς καὶ γίνεται ἄνθρωπος! Γίνεται ἄνθρωπος καὶ πάλι Θεὸς μένει!
Ὅταν γεννήθηκε, οἱ Ἰουδαῖοι δὲν δέχονταν τὴν παράδοξη γέννησή Του: Ἀπὸ τὴ μία οἱ Φαρισαῖοι παρερμήνευαν τὰ ἱερὰ βιβλία· κι ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ γραμματεῖς δίδασκαν ἀλλὰ ἀντὶ ἄλλων. OἩρώδης πάλι, ζητοῦσε νὰ βρεῖ τὸ νεογέννητο Βρέφος ὄχι γιὰ νὰ τὸ τιμήσει, μὰ γιὰ νὰ τὸ θανατώσει.
Ἐ λοιπόν, ὅλοι αὐτοὶ σήμερα τρίβουν τὰ μάτια τους, βλέποντας τὸ Βασιλιὰ τ' οὐρανοῦ νὰ βρίσκεται στὴ γῆ μ' ἀνθρώπινη σάρκα, γεννημένος ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.
Καὶ ἦρθαν οἱ βασιλιάδες νὰ προσκυνήσουν τὸν ἐπουράνιο Βασιλιὰ τῆς δόξας.
Ἦρθαν οἱ στρατιῶτες νὰ ὑπηρετήσουν τὸν Ἀρχιστράτηγο τῶν οὐράνιων Δυνάμεων.
Ἦρθαν οἱ γυναῖκες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ μετέβαλε τὶς λύπες τῆς γυναίκας σὲ χαρά.
Ἦρθαν οἱ παρθένες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ δημιούργησε τοὺς μαστοὺς καὶ τὸ γάλα, καὶ τώρα θηλάζει ἀπὸ Μητέρα Παρθένο.
Ἦρθαν τὰ νήπια νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε νήπιο, γιὰ νὰ συνθέσει δοξολογικὸ ὕμνο «ἀπ’ τὰ στόματα τῶν νηπίων» (Ψάλμ. 8:3).
Ἦρθαν τὰ παιδιὰ νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἡ μανία τοῦ Ἡρώδη τὰ ἀνέδειξε σὲ πρωτομάρτυρες.
Ἦρθαν οἱ ποιμένες νὰ προσκυνήσουν τὸν καλὸ Ποιμένα, ποὺ θυσίασε τὴ ζωή Του γιὰ χάρη τῶν προβάτων.
Ἦρθαν οἱ ἱερεῖς νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε ἀρχιερέας ὅπως ὁ Μελχισεδὲκ (Ἑβρ. 5:10).
Ἦρθαν οἱ δοῦλοι νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ πῆρε μορφὴ δούλου, γιὰ νὰ μετατρέψει τὴ δουλεία μᾶς σ' ἐλευθερία.
Ἦρθαν οἱ ψαράδες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ τοὺς μετέβαλε σὲ «ψαράδες ἀνθρώπων» (Μάτθ. 4:19)
Ἦρθαν οἱ τελῶνες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ τοὺς τελῶνες ἀνέδειξε εὐαγγελιστή.
Ἦρθαν οἱ πόρνες νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ παρέδωσε τὰ πόδια του στὰ δάκρυα μίας πόρνης.
Κοντολογίς, ἦρθαν ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ νὰ δοῦν τὸν Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σηκώνει στοὺς ὤμους Τοῦ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου:
Οἱ μάγοι γιὰ νὰ Τὸν προσκυνήσουν·
οἱ ποιμένες γιὰ νὰ Τὸν δοξολογήσουν·
οἱ τελῶνες γιὰ νὰ Τὸν κηρύξουν·
οἱ πόρνες γιὰ νὰ Τοῦ προσφέρουν μύρα·
ἡ Σαμαρείτισσα γιὰ νὰ ξεδιψάσει·
ἡ Χαναναία γιὰ νὰ εὐεργετηθεῖ.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὅλοι σκιρτοῦν ἀπὸ χαρά, θέλω κι ἐγὼ νὰ σκιρτήσω, θέλω νὰ χορέψω, θέλω νὰ πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αὐλό, δίχως λαμπάδες ἀναμμένες στὰ χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, ἀντὶ γι' αὐτά, τὰ σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτὰ ἡ ζωή μου, αὐτὰ ἡ σωτηρία μου, αὐτὰ ὁ αὐλός μου, αὐτὰ ἡ κιθάρα μου. Γι' αὐτὸ τὰ 'χω μαζί μου: Γιὰ νὰ πάρω ἀπὸ τὴ δύναμή τους δύναμη, γιὰ νὰ φωνάξω μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους, «δόξα στὸν ὕψιστο Θεό», καὶ μὲ τοὺς ποιμένες, «καὶ εἰρήνη στὴ γῆ, εὐλογία στοὺς ἀνθρώπους» (Λούκ. 2:14).
Καὶ ξέρετε γιατί; Γιατί Ἐκεῖνος ποὺ προαιώνια γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα ἀνεξήγητα, γεννιέται σήμερα ἀπὸ παρθένα ὑπερφυσικά. Τὸ πώς, τὸ γνωρίζει ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐμεῖς μόνο τοῦτο μποροῦμε νὰ ποῦμε: Πὼς ἀληθινὴ εἶναι καὶ ἡ οὐράνια γέννησή του, ἀδιάψευστη εἶναι καὶ ἡ ἐπίγεια. Ἀλήθεια εἶναι ὅτι γεννήθηκε Θεὸς ἀπὸ Θεό, ἀλήθεια εἶναι καὶ ὅτι γεννήθηκε ἄνθρωπος ἀπὸ παρθένα. Στὸν οὐρανὸ εἶναι ὁ μόνος ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα μόνο, γιὸς Τοῦ μονογενής. Καὶ στὴ γῆ εἶναι ὁ μόνος ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο μόνο, γιὸς τῆς μονογενής. Ὅπως στὴν περίπτωση τῆς οὐράνιας γεννήσεώς Του εἶναι ἀσέβεια νὰ σκεφτοῦμε μητέρα, ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση τῆς ἐπίγειας γεννήσεώς Του εἶναι βλασφημία νὰ ὑποθέσουμε πατέρα. Ὁ Θεὸς Τὸν γέννησε μὲ τρόπο θεϊκό. Ἡ Παρθένος Τὸν γέννησε μὲ τρόπο ὑπερφυσικό. Ἔτσι, οὔτε ἡ οὐράνια γέννησή Του μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐνανθρώπησή Του μπορεῖ νὰ ἐρευνηθεῖ. Τὸ ὅτι Τὸν γέννησε ἡ Παρθένος σήμερα τὸ γνωρίζω. Τὸ ὅτι Τὸν γέννησε ὁ Θεὸς προαιώνια τὸ πιστεύω. Κι ἔχω μάθει νὰ τιμῶ σιωπηλὰ τὴ γέννησή Του, χωρὶς φιλοπερίεργες ἔρευνες κι ἀνώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ' ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ Θεό, δὲν πρέπει νὰ στέκεται κανεὶς στὴ φυσικὴ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ νὰ πιστεύει στὴ δύναμη Ἐκείνου ποὺ κατευθύνει τὰ πάντα.
Τί φυσικότερο ἀπ’ τὸ νὰ γεννήσει μία παντρεμένη γυναίκα; Ἀλλὰ καὶ τί πιὸ παράδοξο ἀπ’ τὸ νὰ γεννήσει παιδὶ μία παρθένα, δίχως ἄνδρα, καὶ νὰ παραμείνει παρθένα;
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν μποροῦμε νὰ ἐρευνοῦμε ὅ,τι γίνεται σύμφωνα μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους. Ὅ,τι ὅμως συμβαίνει μὲ τρόπο ὑπερφυσικό, ἂς τὸ σεβόμαστε σιωπηλά. Ὄχι γιατί εἶναι ἐπικίνδυνο, ἀλλὰ γιατί εἶναι ἀνερμήνευτο.
Φόβο νιώθω μπροστὰ στὸ θεῖο μυστήριο.
Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω;
Βλέπω ἐκείνη ποὺ γέννησε. Βλέπω κι Ἐκεῖνον ποὺ γεννήθηκε. Ἀλλὰ τὸν τρόπο τῆς γεννήσεως δὲν μπορῶ νὰ τὸν καταλάβω. Ὅπου θέλει, βλέπετε, ὁ Θεός, νικῶνται οἱ φυσικοὶ νόμοι. Ἔτσι ἔγινε κι ἐδῶ: Παραμερίστηκε ἡ φυσικὴ τάξη καὶ ἐνέργησε ἡ θεία θέληση.
Πόσο ἀνέκφραστη εἶναι ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ!
Ὁ προαιώνιος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄφθαρτος καὶ ἀόρατος καὶ ἀσώματος, κατοίκησε μέσα στὸ φθαρτὸ καὶ ὁρατὸ σῶμα μας. Γιὰ ποιὸ λόγο; Νά, ὅπως ξέρετε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ' ὅ,τι βλέπουμε παρὰ σ' ὅ,τι ἀκοῦμε. Στὰ ὁρατὰ πιστεύουμε. Στ' ἀόρατα ὄχι. Ἔτσι δὲν πιστεύαμε στὸν ἀόρατο ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ λατρεύαμε ὁρατὰ εἴδωλα μὲ μορφὴ ἀνθρώπων.
Δέχτηκε λοιπὸν ὁ Θεὸς νὰ παρουσιαστεῖ μπροστὰ μας μὲ ὁρατὴ μορφὴ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ διαλύσει μ' αὐτὸν τὸν τρόπο κάθε ἀμφιβολία γιὰ τὴν ὕπαρξή Του. Κι ὕστερα, ἀφοῦ μᾶς διδάξει μὲ τὴν αἰσθητὴ καὶ ἀναμφισβήτητη παρουσία Του, νὰ μᾶς ὁδηγήσει εὔκολα στὴν ἀληθινὴ πίστη, στ' ἀόρατα καὶ ὑπερφυσικά.
Κατάπληξη μὲ γεμίζει τὸ θαῦμα!
Παιδὶ βλέπω τὸν προαιώνιο Θεό!
Σὲ φάτνη ἀναπαύεται, Αὐτὸς ποὺ ἔχει θρόνο τὸν οὐρανό!
Χέρια ἀνθρώπινα ἀγγίζουν τὸν ἀπρόσιτο κι ἀσώματο!
Μὲ σπάργανα εἶναι σφιχτοδεμένος, Αὐτὸς ποὺ σπάει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας!
Ὅμως... τοῦτο εἶναι τὸ θέλημά Του: Τὴν ἀτιμία νὰ μεταβάλει σὲ τιμή· μὲ δόξα νὰ ντύσει τὴν εὐτέλεια· καὶ τὴν προσβολὴ σ' ἀρετὴ νὰ μεταπλάσει.
Πῆρε τὸ σῶμα μου. Μοῦ προσφέρει τὸ Πνεῦμα Του. Μοῦ χαρίζει τὸ θησαυρὸ τῆς αἰώνιας ζωῆς, παίρνοντας ἀλλὰ καὶ δίνοντάς μου: Παίρνει τὴ σάρκα μου γιὰ νὰ μὲ ἁγιάσει· μοῦ δίνει τὸ Πνεῦμα Του γιὰ νὰ μὲ σώσει.
«Νά, ἡ παρθένος θὰ μείνει ἔγκυος» (Ἤσ. 7:14).
Τὰ λόγια εἶναι τῆς συναγωγῆς, μὰ τὸ ἀπόκτημα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ συναγωγὴ ἔβαψε τὸ νῆμα· ἡ Ἐκκλησία φόρεσε τὴ βασιλικὴ στολή.
Ἡ Ἰουδαία Τὸν γέννησε· ἡ οἰκουμένη Τὸν ὑποδέχτηκε.
Ἡ συναγωγὴ Τὸν θήλασε καὶ Τὸν ἔθρεψε· ἡ Ἐκκλησία Τὸν παρέλαβε καὶ ὠφελήθηκε.
Στὴ συναγωγὴ βλάστησε τὸ κλῆμα· ἐμεῖς ὅμως ἀπολαμβάνουμε τὰ σταφύλια τῆς ἀλήθειας.
Ἡ συναγωγὴ τρύγησε τὰ σταφύλια· οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως πίνουν τὸ μυστικὸ πιοτό.
Ἐκείνη ἔσπειρε στὴν Ἰουδαία τὸ σπόρο· οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως θέρισαν τὸ στάχυ μὲ τὸ δρεπάνι τῆς πίστεως. Αὐτοὶ ἔκοψαν μὲ σεβασμὸ τὸ ρόδο, καὶ στοὺς Ἰουδαίους ἔμεινε τὸ ἀγκάθι τῆς ἀπιστίας.
Τὸ πουλάκι πέταξε, κι αὐτοὶ οἱ ἀνόητοι κάθονται καὶ φυλᾶνε ἀκόμα τὴ φωλιά.
Οἱ Ἰουδαῖοι πασχίζουν νὰ ἑρμηνεύσουν τὸ βιβλίο τοῦ γράμματος, καὶ οἱ εἰδωλολάτρες τρυγοῦν τὸν καρπὸ τοῦ Πνεύματος.
«Νά, ἡ παρθένος θὰ μείνει ἔγκυος».
Πές μου, Ἰουδαῖε, πές μου λοιπόν, ποιὸν γέννησε;
Δεῖξε, σὲ παρακαλῶ, θάρρος, ἔστω καὶ σὰν ἐκεῖνο ποὺ ἔδειξες μπροστὰ στὸν Ἡρώδη. Ἀλλὰ δὲν ἔχεις θάρρος. Καὶ ξέρω γιατί. Γιατί εἶσαι ἐπίβουλος. Στὸν Ἡρώδη μίλησες γιὰ νὰ Τὸν ἐξολοθρεύσει· καὶ σ' ἐμένα δὲν μιλᾶς γιὰ νὰ μὴν Τὸν προσκυνήσω.
Ποιὸν λοιπὸν γέννησε; Ποιόν;
Τὸ Δημιουργό της κτίσεως. Κι ἂν ἐσὺ σωπαίνεις, ἡ φύση τὸ βροντοφωνάζει. Τὸν γέννησε λοιπὸν μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὁ ἴδιος θέλησε νὰ γεννηθεῖ. Στὴ φύση δὲν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα μίας τέτοιας γεννήσεως. Ἐκεῖνος ὅμως, ὡς κύριος της φύσεως, ἐπινόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο. Κι ἔδειξε ἔτσι ὅτι, καὶ ἄνθρωπος ποὺ ἔγινε, δὲν γεννήθηκε σὰν ἄνθρωπος, μὰ ὅπως μόνο σὲ Θεὸ ταιριάζει.
Ἐκεῖνος ποὺ ἔπλασε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ παρθένα γῆ, Ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ κατόπιν ἔκαμε γυναίκα, γεννήθηκε σήμερα ἀπὸ παρθένα κόρη ποὺ νίκησε τὴ φύση, ξεπερνώντας τὸ νόμο τοῦ γάμου.
Ὁ Ἀδὰμ τότε, χωρὶς νὰ ἔχει γυναίκα, γυναίκα ἀπόκτησε.
Ἡ Παρθένος τώρα, χωρὶς νὰ ἔχει ἄνδρα, ἄνδρα γέννησε.
Καὶ γιατί ἔγινε αὐτό; Νὰ γιατί:
Οἱ γυναῖκες εἶχαν ἕνα παλαιὸ χρέος πρὸς τοὺς ἄνδρες, ἀφοῦ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ εἶχε βλαστήσει γυναίκα χωρὶς τὴ μεσολάβηση ἄλλης γυναίκας. Γιὰ αὐτὸ ἡ Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στοὺς ἄνδρες τὸ χρέος τῆς Εὕας, γέννησε χωρὶς ἄνδρα, δείχνοντας ἔτσι τὴν ἰσοτιμία τῆς φύσεως.
Σῶος ἔμεινε ὁ Ἀδὰμ μετὰ τὴν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του.
Ἀδιάφθορη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετὰ τὴ γέννηση τοῦ Βρέφους.
Ἀλλὰ πρόσεξε καὶ κάτι ἀκόμα:
Δὲν ἔπλασε ὁ Κύριος κάποιο ἄλλο σῶμα γιὰ νὰ ἐμφανιστεῖ στὴ γῆ. Πῆρε τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι περιφρονεῖ τὴν ὕλη ἀπὸ τὴν ὁποία δημιουργήθηκε ὁ Ἀδάμ. Ἦρθαν ἔτσι, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, σὲ μυστικὴ ἕνωση. Κι ὁ διάβολος, ποὺ εἶχε ὑποδουλώσει τὸν ἄνθρωπο, τράπηκε σὲ φυγή.
Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, ἀλλὰ γεννιέται ὡς Θεός. Ἂν προερχόταν, ὅπως ἐγώ, ἀπὸ ἕναν κοινὸ γάμο, πολλοὶ θὰ θεωροῦσαν ἀπάτη τὴ γέννησή Του. Γι' αὐτὸ γεννιέται ἀπὸ παρθένα· γι’ αὐτὸ διατηρεῖ τὴ μήτρα τῆς ἄθικτη· γι' αὐτὸ διαφυλάσσει τὴν παρθενία τῆς ἀκέραιη: Γιὰ νὰ γίνει ὁ παράξενος τρόπος τῆς γεννήσεως αἰτία ἀκλόνητης πίστεως.
Σ' αὐτὸν λοιπὸν ποὺ θ' ἀμφισβητήσει τὴν ἄσπορη γέννηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐπικαλεστῶ ὡς μάρτυρα τὴν ἀμόλυντη σφραγίδα τῆς παρθενίας.
Πές μου λοιπόν, Ἰουδαῖε, γέννησε ἡ Παρθένος ἢ ὄχι; Κι ἂν μὲν γέννησε, γιατί δὲν ὁμολογεῖς τὴν ὑπερφυσικὴ γέννηση; Ἂν πάλι δὲν γέννησε, γιατί ἐξαπάτησες τὸν Ἡρώδη; Ὅταν ἐκεῖνος ζητοῦσε νὰ μάθει ποὺ θὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός, ἐσὺ δὲν εἶπες «στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας» (Μάτθ. 2:4); Μήπως ἐγὼ γνώριζα τὴν πόλη ἢ τὸν τόπο; Μήπως ἐγὼ γνώριζα τὴν ἀξία τοῦ Βρέφους ποῦ ἦρθε στὸν κόσμο; Ὁ Ἠσαΐας καὶ οἱ προφῆτες σας δὲν μίλησαν γι' Αὐτό; Κι ἐσεῖς, οἱ ἀγνώμονες ἐχθροί, δὲν ἐξηγήσατε τὴν ἀλήθεια; Ἐσεῖς, οἱ γραμματεῖς κι οἱ Φαρισαῖοι, οἱ ἀκριβεῖς φύλακες τοῦ νόμου, δὲν μᾶς διδάξατε γιὰ τὸ Χριστό; Ἐσεῖς δὲν ἑρμηνεύσατε τὶς Γραφές; Μήπως ἐμεῖς γνωρίζαμε τὴ γλώσσα σας; Καὶ ὅταν γέννησε ἡ Παρθένος, ἐσεῖς δὲν παρουσιάσατε στὸν Ἡρώδη τὴ μαρτυρία τοῦ προφήτη Μιχαία, «Ἀλλ' ἀπὸ σένα, Βηθλεέμ, πόλη τῆς περιοχῆς τοῦ Ἐφραθᾶ, ἂν καὶ εἶσαι μία ἀπὸ τὶς μικρότερες πόλεις τοῦ Ἰούδα, θὰ ἀναδειχθεῖ ἀρχηγὸς τοῦ Ἰσραὴλ» (Μίχ. 5:1);
Πολὺ καλὰ εἶπε ὁ προφήτης «ἀπὸ σένα». Ἀπὸ σᾶς προῆλθε καὶ παρουσιάστηκε σ' ὁλόκληρο τὸν κόσμο.
Παρουσιάστηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ καθοδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους. Παρουσιάστηκε ὡς Θεός, γιὰ νὰ σώσει τὴν οἰκουμένη.
Μὰ τί ὠφέλιμοι ἐχθροὶ ποὺ εἲστ' ἐσεῖς! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!
Ἐσεῖς κατὰ λάθος δείξατε πὼς τὸ νεογέννητό της Βηθλεὲμ εἶναι Θεός. Ἐσεῖς Τὸν κηρύξατε χωρὶς νὰ τὸ θέλετε. Ἐσεῖς Τὸν φανερώσατε, πασχίζοντας νὰ Τὸν κρύψετε. Ἐσεῖς Τὸν εὐεργετήσατε, ἐπιθυμώντας νὰ Τὸν βλάψετε.
Τί ἀστοιχείωτοι δάσκαλοι εἶστε, ἀλήθεια; Ἐσεῖς πεινᾶτε, καὶ τρέφετε ἄλλους. Ἐσεῖς διψᾶτε, καὶ ποτίζετε ἄλλους. Πάμφτωχοι εἶστε, καὶ πλουτίζετε ἄλλους.
Ἐλᾶτε λοιπὸν νὰ γιορτάσουμε! Ἐλᾶτε νὰ πανηγυρίσουμε! Εἶναι παράξενος ὁ τρόπος τῆς γιορτῆς -ὅσο παράξενος εἶναι κι ὁ λόγος τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Σήμερα λύθηκαν τὰ μακροχρόνια δεσμά.
Ὁ διάβολος καταντροπιάστηκε.
Οἱ δαίμονες δραπέτευσαν.
Ὁ θάνατος καταργήθηκε.
Ὁ παράδεισος ἀνοίχτηκε.
Ἡ κατάρα ἐξαφανίστηκε.
Ἡ ἁμαρτία διώχτηκε.
Ἡ πλάνη ἀπομακρύνθηκε.
Ἡ ἀλήθεια ἀποκαλύφθηκε.
Τὸ κήρυγμα τῆς εὐσέβειας ξεχύθηκε καὶ διαδόθηκε παντοῦ.
Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μεταφυτεύθηκε στὴ γῆ.
Οἱ ἄγγελοι συνομιλοῦν μὲ τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅλα ἔγιναν ἕνα.
Γιατί;
Γιατί κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ κι ὁ ἄνθρωπος ἀνέβηκε στοὺς οὐρανούς. Κατέβηκε ὁ Θεὸς στὴ γῆ καὶ πάλι βρίσκεται στὸν οὐρανό. Ὁλόκληρος εἶναι στὸν οὐρανὸ κι ὁλόκληρος στὴ γῆ. Ἔγινε ἄνθρωπος κι εἶναι Θεός. Εἶναι Θεὸς καὶ πῆρε σάρκα. Κρατιέται σὲ παρθενικὴ ἀγκαλιὰ καὶ στὰ χέρια Τοῦ κρατάει τὴν οἰκουμένη.
Τρέχουν κοντὰ Τοῦ οἱ μάγοι. Τρέχουμε κι ἐμεῖς. Τρέχει καὶ τ' ἀστέρι γιὰ νὰ φανερώσει τὸν Κύριο τ' οὐρανοῦ. Μά... κι Ἐκεῖνος τρέχει. Τρέχει πρὸς τὴν Αἴγυπτο. Καὶ φαίνεται βέβαια, πὼς πηγαίνει ἐκεῖ γιὰ ν' ἀποφύγει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ Ἡρώδη. Ὅμως τοῦτο γίνεται γιὰ νὰ ἐκπληρωθοῦν τὰ προφητικὰ λόγια: «Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς θὰ πάρει τρίτος, μετὰ τοὺς Ἀσσυρίους καὶ τοὺς Αἰγυπτίους, τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ γῆ» (Ἤσ. 19:24).
Τί λές, Ἰουδαῖε; Ἐσὺ ποῦ ἤσουν πρῶτος ἔγινες τρίτος; Οἱ Αἰγύπτιοι καὶ οἱ Ἀσσύριοι μπῆκαν μπροστά, καὶ ὁ πρωτότοκος Ἰσραὴλ πῆγε πίσω;
Ναί. Ἔτσι εἶναι. Οἱ Ἀσσύριοι θὰ γίνουν πρῶτοι, ἐπειδὴ αὐτοὶ πρῶτοι μὲ τοὺς μάγους τοὺς προσκύνησαν τὸν Κύριο. Πίσω τους οἱ Αἰγύπτιοι, ποὺ Τὸν δέχτηκαν, ὅταν κατέφυγε στὰ μέρη τους γιὰ ν' ἀποφύγει τὴν ἐπιβουλὴ τοῦ Ἡρώδη. Τρίτος καὶ τελευταῖος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός, ποὺ γνώρισε τὸν Κύριο ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, μετὰ τὴ βάπτισή Του στὸν Ἰορδάνη.
Τί ἄλλο μένει νὰ πῶ;
Δημιουργὸ καὶ φάτνη βλέπω... Βρέφος καὶ σπάργανα... Λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή... Ἀνέχεια πολλή...
Εἶδες ὅμως τί πλοῦτος μέσα στὴ μεγάλη φτώχεια; Ὁ Πλούσιος ἔγινε φτωχὸς γιὰ χάρη μας. Δὲν ἔχει οὔτε κρεβάτι οὔτε στρῶμα. Μέσα σὲ ταπεινὸ παχνὶ Τὸν ἔχουν ἀποθέσει...
Ὢ φτώχεια, πλούτου πηγή!
Ὢ πλοῦτε ἀμέτρητε, κρυμμένε μὲς στὴ φτώχεια!
Μέσα στὴ φάτνη κείτεσαι καὶ τὴν οἰκουμένη σαλεύεις.
Μέσα σὲ σπάργανα τυλίγεσαι καὶ σπᾶς τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας.
Λέξη ἀκόμα δὲν ἄρθρωσες καὶ δίδαξες στοὺς μάγους τὴ θεογνωσία.
Τί νὰ πῶ καὶ τί νὰ λαλήσω;
Νὰ Βρέφος σπαργανωμένο!
Νὰ ἡ Μαρία, Μητέρα καὶ Παρθένος μαζί!
Νὰ ὁ Ἰωσήφ, πατέρας τάχα τοῦ Παιδιοῦ!
Ἐκείνη ἡ γυναίκα, αὐτὸς ὁ ἄνδρας. Νόμιμες οἱ ὀνομασίες, ἀλλὰ χωρὶς περιεχόμενο.
Ὁ Ἰωσὴφ μνηστεύθηκε μόνο τὴ Μαρία, καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τὴν ἐπισκίασε. Ἔτσι, γεμάτος ἀπορία, δὲν ἤξερε τί νὰ ὑποθέσει γιὰ τὸ Βρέφος: Νὰ πεῖ πὼς ἦταν καρπὸς μοιχείας, δὲν τολμοῦσε. Νὰ προσφέρει λόγο βλάσφημο ἐναντίον τῆς Παρθένου, δὲν μποροῦσε. Οὔτε πάλι δεχόταν τὸ Παιδὶ σὰν δικό του, γιατί τοῦ ἦταν ἄγνωστο τὸ πὼς καὶ ἀπὸ ποιὸν γεννήθηκε.
Ἀλλὰ νά, πού, πάνω στὴ σύγχυσή του, παίρνει ἀπάντηση ἀπὸ τὸν οὐρανό, μὲ τὴ φωνὴ τοῦ ἀγγέλου: «Ἰωσήφ, μὴ διστάσεις νὰ πάρεις στὸ σπίτι σου τὴ Μαριάμ, γιατί τὸ παιδὶ ποὺ περιμένει προέρχεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα» (Μάτθ. 1:20). Καὶ φανέρωσε ἔτσι σ' ἐκεῖνον καὶ σ' ἐμᾶς ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐπισκίασε τὴν Παρθένο.
Γιατί ὅμως ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ παρθένα, ἀφήνοντας ἀβλαβῆ τὴν παρθενία της;
Νὰ γιατί:
Κάποτε ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τὴν παρθένα Εὕα. Τώρα ὁ ἄγγελος ἔφερε τὸ λυτρωτικὸ μήνυμα στὴν Παρθένο Μαριάμ.
Κάποτε ἡ Εὕα ξεστόμισε λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία θανάτου. Τώρα ἡ Μαρία γέννησε τὸ Λόγο, ποὺ ἔγινε αἰτία αἰώνιας ζωῆς.
Ὁ λόγος τῆς Εὕας ἔδειξε τὸ δέντρο, ποὺ ἔβγαλε τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν παράδεισο.
Ὁ Λόγος τῆς Μαρίας ἔδειξε τὸ Σταυρό, ποὺ ἔβαλε τὸν Ἀδὰμ πάλι στὸν παράδεισο.
Σ' αὐτὸν λοιπόν, τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς Παρθένου, ποὺ ἄνοιξε δρόμο μέσα σὲ τόπο ἀδιάβατο, ἂς ἀναπέμψουμε δοξολογία μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


                  Ὑπόμνημα εἰς τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο- Δ΄ ΟΜΙΛΙΑ (Ἀπόσπασμα) 
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου



Ἀφοῦ λοιπὸν ὀνόμασε ὅλους τούς προγόνους καὶ ἔφτασε στὸν Ἰωσήφ, δὲν σταμάτησε σ' αὐτό τὸ σημεῖο, ἀλλά πρόσθεσε: «Ὁ Ἰωσήφ, ὁ ἄνδρας τῆς Μαρίας», ἀποδεικνύοντας ἔτσι ὅτι ἐξαιτίας της τὸν περιέλαβε στὸ γενεαλογικὸ δέντρο πού ἔκανε. Ἔπειτα ἀκούγοντας τὴ φράση «ἄνδρα Μαρίας», γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι γεννήθηκε σύμφωνα μὲ τὸν κοινὸ νόμο τῆς φύσης, πρόσεξε πῶς τὸ διορθώνει αὐτό μὲ τὰ παρακάτω πού λέει. Ἄκουσες, λέει, τὴ λέξη ἄνδρας, ἄκουσες τὴ λέξη μητέρα, ἄκουσες τὸ ὄνομα πού ὁρίσθηκε γιὰ τὸ παιδί, ἄκουσε λοιπὸν καὶ τὸ πῶς γεννήθηκε αὐτό: «Ἡ γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἔτσι». 
Γιὰ ποιὰ γέννηση μοῦ μιλᾶς; Πές μου, ἂν καὶ ἀνέφερες τοὺς προγόνους. Θέλω ὅμως νὰ μοῦ μιλήσεις καὶ γιὰ τὸ πῶς ἔγινε ἡ γέννηση. Εἶδες πῶς ἀνέβασε ψηλὰ τὸν ἀκροατή; Καθὼς ἐπρόκειτο κάτι πιὸ καινούργιο νὰ πεῖ, ὑπόσχεται νὰ μιλήσει καὶ γιὰ τὸν τρόπο.
Πρόσεξε τὴν ἄριστη συμφωνία τῶν λεγομένων. Δὲν πηγαίνει ὁ συγγραφέας κατευθείαν στὴ γέννηση, ἀλλά πρῶτα μᾶς θυμίζει σὲ ποιὰ σειρὰ βρισκόταν ἂν ἀρχίσουμε νὰ μετρᾶμε ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, σὲ ποιὰ σειρὰ ἀπὸ τὸν Δαβίδ, σὲ ποιὰ ἀπὸ τὴ μετανάστευση ἀπὸ τὴ Βαβυλώνα, καὶ μ' ὅλα αὐτά ἀναγκάζει τὸν ἀκριβολόγο ἀκροατὴ νὰ ἐρευνήσει τὸν ἀριθμό τῶν ἐτῶν, ἀποδεικνύοντας ἔτσι ὅτι αὐτός ἀκριβῶς εἶναι ὁ Χριστός, γιὰ τὸν ὁποῖο προφήτευσαν οἱ προφῆτες. Ἂν μετρήσεις τὶς γενιὲς καὶ πεισθεῖς ἀπὸ τὸ μέτρημα τῶν χρόνων ὅτι αὐτός ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο μιλοῦν οἱ προφῆτες, εὔκολα θὰ παραδεχτεῖς καὶ τὸν θαυματουργικὸ τρόπο τῆς γεννήσεώς του. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ πεῖ κάτι πάρα πολὺ σπουδαῖο, ὅτι δηλαδὴ γεννήθηκε ἀπὸ παρθένο, προτοῦ νὰ λογαριάσει τὸν χρόνο, συγκαλύπτει αὐτό πού εἰπώθηκε «τὸν ἄνδρα τῆς Μαρίας», μᾶλλον συντομεύει τὴν ἴδια τὴ διήγηση τῆς γεννήσεως. Ἀπαριθμεῖ λοιπὸν ἀπὸ δῶ καὶ πέρα τὰ χρόνια, θυμίζοντας στὸν ἀκροατή, ὅτι αὐτός ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖο ὁ πατριάρχης Ἰακὼβ εἶπε ὅτι θὰ ἔλθει ἀφοῦ ἐξέλιπαν στὸ μέλλον οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων.
Γι' αὐτόν ὁ προφήτης Δανιὴλ προφήτευσε ὅτι θὰ ἔλθει, ἀφοῦ περάσουν πολλὲς χρονικὲς περίοδοι πού τὶς ὀνομάζει «ἑβδομάδες». Ἂν θελήσει κάποιος τὰ χρόνια πού περιλαμβάνονται σ' αὐτές τὶς χρονικὲς περιόδους, πού ὁ ἄγγελος ἀνέφερε στὸν Δανιήλ, νὰ τὰ ἀριθμήσει ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν οἰκοδόμηση τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ φθάσει στὴ γέννησή του, θὰ δεῖ ὅτι συμφωνοῦν αὐτά μ' ἐκεῖνα πού προφητεύτηκαν.
Νὰ σοῦ πῶ λοιπὸν πῶς γεννήθηκε; «Ἀφοῦ μνηστεύθηκε ἡ μητέρα του Μαρία». Δὲν εἶπε ἡ παρθένος, ἀλλά ἁπλά ἡ μητέρα, γιὰ νὰ γίνει πιὸ εὔκολα ἀποδεκτὸς αὐτός ὁ λόγος. Γι' αὐτό προετοιμάζει πρῶτα τὸν ἀκροατὴ νὰ προσδοκᾶ νὰ ἀκούσει κάτι συνηθισμένο, καὶ ἀφοῦ τὸ πετυχαίνει αὐτό, τότε τὸν ξαφνιάζει μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ παράδοξου γεγονότος, λέγοντας ὅτι: «Προτοῦ νὰ συνευρεθοῦν ἔμεινε ἔγκυος μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Δὲν εἶπε: «Προτοῦ νὰ ὁδηγηθεῖ αὐτή στὸ σπίτι τοῦ γαμπροῦ», γιατί ἤδη κατοικοῦσε ἐκεῖ. Ὑπῆρχε ἔθιμο στοὺς παλιούς, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὶς γυναῖκες πού μνηστεύονταν νὰ τὶς κρατοῦν στὸ σπίτι τους, πράγμα πού θὰ μποροῦσε νὰ συναντήσει κανεὶς νὰ συμβαίνει καὶ στὶς μέρες μας. Γιὰ παράδειγμα οἱ γαμπροὶ τοῦ Λὼτ κατοικοῦσαν μαζί του στὸ σπίτι του. Κι αὐτή λοιπὸν μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσὴφ κατοικοῦσε στὸ σπίτι του.
Ρωτᾶς γιατί δὲν ἔμεινε ἔγκυος πρὶν ἀπὸ τὴ μνηστεία της; Ὅπως εἶπα ἀπὸ τὴν ἀρχή, γιὰ νὰ συγκαλύψει τὸ γεγονὸς καὶ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἡ Παρθένος ἀπὸ κάθε πονηρὴ ὑπόνοια. Γιατί ὅταν αὐτός, πού κυρίως ὀφείλει νὰ εἶναι ζηλιάρης περισσότερο ἀπὸ ὅλους, ἀποδεικνύεται ὅτι ὄχι μόνο δὲν τὴν ἐκθέτει, οὔτε τὴν ἐξευτελίζει, ἀλλά τὴν ἀποδέχεται καὶ τὴν περιποιεῖται μετὰ τὴν κύηση, εἶναι ὁλοφάνερο πώς ἂν δὲν ἦταν ἀπόλυτα βέβαιος ὁ ἴδιος, ὅτι ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προερχόταν αὐτό πού ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ, δὲν θὰ συγκρατιόταν ὁ ἴδιος καὶ δὲν θὰ ἔκανε ὅλα τὰ ἄλλα πού ἔκανε. Ἀκριβῶς μὲ ἔντονο τρόπο ἔγραψε καὶ τὸ «Ἔμεινε ἔγκυος», πού συνηθίζεται νὰ λέγεται γιὰ παράδοξα καὶ ἀνέλπιστα πράγματα, πού δὲν τὰ περιμένει κανεὶς νὰ συμβοῦν. Μὴν προχωρεῖς λοιπὸν περισσότερο, μὴν ζητᾶς ν' ἀκούσεις κάτι πέρα ἀπ' αὐτά πού εἰπώθηκαν, μὴ λές: «Πῶς τὸ ἔκανε αὐτό τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ γίνει ἀπὸ μία παρθένο;». Ἂν εἶναι ἀδύνατο νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ δημιουργικὴ φύση διαμορφώνει τὰ πράγματα, πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ἀπαντήσουμε στὰ παραπάνω ὅταν θαυματουργεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; Τὰ λέω ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ μὴ στενοχωρεῖς τὸν Εὐαγγελιστὴ οὔτε νὰ τὸν ἐνοχλεῖς συνέχεια μὲ τέτοιες ἐρωτήσεις. Ἀφοῦ εἶπε ποιὸς ἔκανε τὸ θαῦμα, ἔκλεισε τὴν ὑπόθεση. Λέει, «Τίποτε περισσότερο δὲν γνωρίζω, παρὰ ὅτι αὐτό πού συνέβη ἔγινε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα».

Πρέπει νὰ νιώθουν ντροπὴ ὅσοι λεπτολογοῦν τόσο πολὺ μὲ τὴ θεϊκὴ αὐτή γέννηση. Γιατί ἂν αὐτή ἡ γέννηση πού ἔχει μύριους μάρτυρες καὶ πού ἔχει προαναγγελθεῖ πρὶν ἀπὸ τόσα πολλὰ χρόνια καὶ ἀποκαλύφθηκε καὶ ἐξετάσθηκε λεπτομερῶς ἀπὸ πολλούς, κανεὶς ὅμως δὲν μπόρεσε νὰ τὴν ἑρμηνεύσει, δὲν εἶναι τελείως τρελλοὶ αὐτοί πού περιεργάζονται τὸ ἀπόρρητο αὐτό γεγονὸς καὶ τὸ ἐξετάζουν μὲ περιέργεια; Γιατί οὔτε ὁ Γαβριήλ, οὔτε ὁ Ματθαῖος μπόρεσαν νὰ ποῦν κάτι παραπάνω, παρὰ μόνον ὅτι αὐτό συνέβη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τό πῶς συνέβη αὐτό ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ μὲ ποιὸ τρόπο, κανεὶς ἀπό τούς δύο δὲν προσπάθησε νὰ τὸ ἑρμηνεύσει, οὔτε βέβαια αὐτό ἦταν δυνατόν. Μὴ νομίσεις, ἀκροατή, ὅτι ἔμαθες τὰ πάντα ἀκούγοντας ὅτι αὐτά συνέβησαν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί πολλὰ ἀγνοοῦμε ἀκόμη κι ἂν πληροφορούμασταν πῶς ὁ ἄπειρος βρίσκεται στὴ μήτρα, πῶς αὐτός πού συγκρατεῖ τὸ σύμπαν κυοφορεῖται ἀπὸ γυναίκα, πῶς γεννᾶ ἡ Παρθένος καὶ παραμένει παρθένος. Πές μου, πῶς δημιούργησε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα αὐτόν τὸν ναό, δηλαδὴ τὸν Χριστό; Πῶς ἔλαβε ὁ Κύριος ἕνα μέρος τῆς σάρκας του ἀπὸ τὴ μήτρα καὶ τὸ αὔξησε αὐτό καὶ τὸ μορφοποίησε; Τὸ ὅτι προῆλθε ἀπὸ τὴ σάρκα τῆς Παρθένου, τὸ δήλωσε λέγοντας: «Τὸ παιδὶ πού περιμένει», καὶ ὁ Παῦλος εἶπε: «Γεννήθηκε ἀπὸ μιὰ γυναίκα», ἀποστομώνοντας αὐτούς πού ἰσχυρίζονταν ὅτι ὁ Χριστὸς ἐμφανίστηκε σὰν νὰ πέρασε ἀπὸ κάποιο σωλήνα. Ἂν συνέβαινε κάτι τέτοιο, γιατί χρειαζόταν ἡ μήτρα; Ἂν συνέβαινε αὐτό, τότε δὲν θὰ εἶχε τίποτε κοινὸ μὲ μᾶς ὁ Χριστός, θὰ εἶχε κάποια ἄλλη σάρκα κι ὄχι ὅμοια μὲ τὴ δική μας. Πῶς ὅμως θὰ καταγόταν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια τοῦ Ἰεσσαί; Πῶς θὰ ἦταν ἡ ράβδος; Πῶς θὰ ὀνομαζόταν υἱὸς ἀνθρώπου; Πῶς θὰ εἶχε μητέρα τὴ Μαριάμ; Πῶς θὰ καταγόταν ἀπὸ τὸ σπέρμα τοῦ Δαβίδ; Πῶς πῆρε τελικὰ μορφὴ δούλου; Πῶς «ὁ Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος»; Πῶς γράφει στοὺς Ρωμαίους ὁ Παῦλος: «Ἀπὸ αὐτούς κατάγεται ὡς ἄνθρωπος ὁ Χριστὸς ὁ Θεός, πού ἐξουσιὰζει τὰ πάντα»; Τὸ ὅτι ὅμως κατάγεται ἀπό μᾶς καὶ ἀπὸ τὸ δικό μας φύραμα καὶ ἀπὸ τὴν παρθενικὴ μήτρα, ἀποδεικνύεται κι ἀπ' αὐτά καὶ ἀπὸ ἄλλα πολὺ περισσότερα. Τὸ πῶς συνέβησαν αὐτά, δὲν εἶναι καθόλου γνωστό. Λοιπὸν μὴν ἐρευνᾶς καὶ σύ, ἀναγνώστη, ἀλλά δέξου τὴν ἀποκάλυψη καὶ μὴν περιεργάζεσαι αὐτό πού ἀποσιώπησε ὁ Θεός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *