☦
ΜΡ
ΘΥ
☦
ΘΕΟΤΟΚίΑ περιεχόμενα εἰς τάς ἱεράς ἀκολουθίας ἐν μηνί Ὀκτωβρίῳ .
Ὁ Υἱός τῆς ΠΑΡΘΕΝΟΥ , δέν θαύμαζε , οὔτε τάς συνάξεις ἐν ταῖς συναγωγαῖς τῶν Ἰουδαίων , διότι , τί εἶναι αὐτά , ἔμπροσθεν τῶν μυριίων μυριάδων , καί χιλίων χιλιάδων , καί
συνάξεις τῶν Ασωμάτων εἰς τάς ὁποίας δρυφορεῖται ·
οὔτε θαύμαζε τήν σοφίαν τῶν ρητόρων καί σοφῶν , καθώς εἶναι ἠ ὄντως Σοφία τοῦ Θεοῦ , καί πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησε ·
ὅσο θαύμαζε, τήν πίστιν τινῶν ὅπως τῆς Χαναναίας , τοῦ Ἑκατοντάρχου κτλ.
Ὁμοίως καί οἱ πιστοί δέν θαυμαζομεν τόσο τά ὥραῖα καί ὄρη τῆς γῆς καί τά θαυμαστά τοῦ κόσμου καί δακτυλοδεικτούμενα , ὅσο θαυμάζομεν τήν ΠΑΝΑΓΙΑΝ , τό τελειότερο δημιούργημα, τήν Σοφίαν τοῦ Θεοῦ , ΕΚΕΙΝΗ , ἡ ὁποῖα ἐστάθη Μόνη καί ἱκανή νά ἐξευμενίσει τό θεῖον , νά γίνη ΜΗΤΕΡΑ τοῦ Θεοῦ , καί Πύλη , τῆς πρός ἡμᾶς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ.
Κατά τήν προφητείαν τῆς ΠΑΝΑΓΙΑΣ :...ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί....
ἄμέτρητοι ὕμνοι ἔχουν γραφεῖ διά τήν ΠΑΝΑΓΙΑΝ , ἐκφράζοντες τό περίσσευμα τῆς ἀγαπώσης καρδίας , πρός τή ἩΓΑΠΗΜΕΝΗΝ Μητέρα τοῦ Κυρίου.
Ὅπως εἶναι ἀδύνατον , νά ἐξαριθμίσει κάποιος τόν ἄμμον τῆς θαλάσσης, καί τά ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ , οὕτως οὐδέ τούς ὕμνους πρός τήν ΘΕΟΤΟΚΟΝ καί Μητέρα τοῦ φωτός .
Ἄς ἐτρυφήσωμεν ὁλίγον , μικρόν τε καί βραχύ εἰς τά ΘΕΟΤΟΚίΑ τά ἐν ταῖς ἱεραῖς ἀκολουθίαις, τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου εὑρισκόμενα , καί ψαλλόμενα , στοιχειούμενοι ὡς καί ἐν τῆ προτέρᾳ ἐργασίᾳ τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου , χωριζόμενα
, κατά ἦχον ἐν τάξει , καί εἰς : .....ἑσπέρια , καθίσματα , μεσώδιον κάθισμα γ ΄ὠδῆς , κανόνων ὄρθρου , ἐξαποστειλαρίων , αἴνων καί ἀποστίχων , δεὀμενοι τῶν ὑμνογράφων , ὅπως εὐλογήσουν τήν ...εἴσοδον μας εἰς τό πνευματικό των μενοῦ , καί ἐργασία , καί ...πνευματική ἰστοσελίδα .
Εὐλόγησον ΔΕΣΠΟΙΝΑ ....
...............Ἑσπερίων , ἀποστίχων , αἴνων , ἀποστίχων αἴνων , μεσωδίων καθισμάτων ......................
............................Ἀπολυτίκιον ἦχος γ ΄.....................................
Σέ τήν μεσιτεύσασαμ τήν σωτηρίαν τοῦ γένους ἡμῶν , ἀνυμνοῦμεν , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ · ἐν τῇ σαρκί γάρ τῇ ἐκ Σοῦ προσλειφθήσῃ , ὁ Υἱός Σου καί Θεός ἡμῶν , τό διά Σταυροῦ , καταδεξάμενος πάθος , ἐλυτρώσατο ἡμᾶς, ἐκ φθορᾶς ὡς φιλάνθρωπος .
......................................... ἦχος α.............................................
Ἁμαρτωλῶν τάς δεήσεις προσδεχομένη , καί θλιβομένων στεναγμόν μή προρῶσα , πρέσβευε τῷ ἐξ Ἁγνῶν Αἱμάτων Σου , σωθῆναι ἡμᾶς ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ .
Πανεύφημοι Μάρτυρες ὑμᾶς
Ἐλέους ἡ ἄβυσσος ἐμέ , τόν βυθόν γενόμενον ἀκαθαρσίας , ἐλέησον , καί λοῦσον πάντα μου , τῶν παθῶν τόν ῥῦπον , μετανοίας δάκρυσιν , καί θείᾳ κατανύξει λαμπρύνασα δι ᾿ ἧς μοι δώρησαι , ταπεινόν τῷ ὄντι φρόνημα , καί καρδίας συντριβήν σωτήριον .
ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ Μωσῆς , τό ἐν Σοί μυστήριον , προφητικοῖς εἶδεν ὄμμασι , βάτον τήν ἄφλεκτον , καίπερ καιομένην , πῦρ γάρ τῆς Θεότητος , τήν Μήτραν Σου ΑΓΝΗ οὐ κατέφλεξεν · διό αἰτοῦμεν Σε , ὡς Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν , τήν εἰρήνην , παράσχου τοῖς δούλοιςΣου .
ἦχος α ΄ Τῶν οὐρανίων ταγμάτων
Γνώμῃ σαθρᾶ ὁλισθήσας , γυμνός κατάκειμαι , καί πρός τήν Σήν ΠΑΡΘΕΝΕ , καταφεύγω γαλήνην , ἐκ ζάλης ἐναντίας καί πειραμῶν , πολυτρόπων μέ λύτρωσαι , ἵνα ἱμνῶ Σου τήν χάριν θεοπρεπῶς , ΘΕΟΤΟΚΕ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Μεταβολή μοι τοῦ βίου , ΠΑΡΘΕΝΕ δώρησαι , ἀπό τῶν ἐμπαθῶν με μεταφέρουσα τρόπων , πρός θείας ἀπαθείας νεῦσιν ὁμοῦ , καί οἰκείωσιν ἄῤῥητον , πένθος χαρμόσυνον βρύων μου τήν ψυχήν , ἀενάως μοι παρέχουσα .
ἦχος α ΄ Τόν Τάφον σου Σωτήρ
Ἀνύμφευτε ΑΓΝΗ , ΘΕΟΤΟΚΕ ΜΑΡΙΑ , ἡ μόνη τῶν πιστῶν προστασία καί σκέπη , κινδύνων καί θλίψεων , καί δεινῶν περιστάσεων , πάτας λύτρωσαι , τούς ἐπί Σοί τάς ἐλπίδας , ΚΟΡΗ ἔχοντας , καί τάς ψυχάς ἡμῶν σῶσον , ταῖς θείαις πρεσβείαις Σου .
Τήν Βάτον ἥν Μωσῆς ἀκατάφλεκτον εἶδεν , τό Ὄρος τοῦ Θεοῦ τήν Ἁγίαν Νεφέλην , Σκηνήν τήν ἀμόλυντον , τήν Θεόδεκτον Τράπεζαν , τό Παλάτιον τοῦ ὑψηλοῦ Βασιλέως , τήν Ὁλόφωτον καί ἀδιόδευτον Πύλην , ΠΑΡΘΕΝΟΝ ὑμνοῦμεν Σε .
Φωτί Σου ἈΓΑΘΗ , τήν ἐν σκότει ψυχήν
μου , καταύγασον ΑΓΝΗ , καί τήν πώρωσιν λῦσον , καί δίδαξον πράττειν με τοῦ Υἱοῦ Σου τό θέλημα , ὅπως ἄφεσιν τήν τῶν πολλῶν μου πταισμάτων , εὕρω ΠΑΝΑΓΝΕ , καί τοῦ πυρός τοῦ ἀσβέστου , ῥυσθῶ ταῖς πρεσβείαις Σου .
...............................................ἦχος β ΄............................................
Μύρου τοῦ νοητοῦ , ἀξία Μυροθήκη γεγενημένη ΚΟΡΗ , παθῶν με δυσωδίας , ἀπάλλαξον πρεσβείαις Σου .
Ὤ
!!! τοῦ μεγίστου μυστηρίου !!!! βλέπων τά
θαύματα ἀνακηρύττω τήν θεότητα , οὐκ ἀρνοῦμαι τήν ἀνθρωπότητα · ὁ γάρ Ἐμμανουήλ φύσεως μέν Πύλας ἤνοιξεν ὡς ἄνθρωπος , Παρθενίας δέ κλεῖθρα οὐ διέῤῥηξεν ὡς Θεός · ἀλλ ᾿ οὕτως ἐκ Μήτρας προῆλθεν , ὡς δι ᾿ ἀκοῆς εἰσῆλθεν , οὕτως ἐσαρκώθη ὡς συνελλήφθη · ἀπαθῶς εἰσῆλθεν ἀφράστως ἐξῆλθεν κατά τόν προφήτην τόν λέγοντα · Αὕτη ἡ Πύλη κεκλεισμένη ἔσται , οὐδείς οἰ μή διέλθη δι ᾿ Αὐτῆς , εἰ μή Κύριος ὁ Θεός Ἰσραήλ , ὁ ἔχων τό μέγα ἔλεος .
Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρόν
Ἄλλην κραταιάν καταφυγήν , καί ἰσχύος πύργον , καί τεῖχος άκαταμάχητον , ὄντως οὐ κεκτήμεθα , εἰ μή Σέ ΠΑΝΑΓΝΕ , καί πρός Σέ καταφεύγομεν , καί Σοί ἐκβοῶμεν · ΔΕΣΠΟΙΝΑ βοήθησον , μή ἀπολώμεθα , δεῖξον εἰς ἡμᾶς τήν Σήν χάριν , καί τῆς δυναστείς τήν δόξαν , καί τῆς εὐσπλαγχνίας Σου
τό μέγεθος .
Ὅλην τήν ζωήν μου έν κακοῖς , καταδαπανήσας ὁ τάλας , νῦν κατελείφθην ΑΓΝΗ , πάσης ὄντως ἔρημος , ἀγαθῆς πράξεως , προσεγγίζοντα βλέπων δέ , τόν θάνατον οἴμοι !!! τρέμω τό κριτήριον τοῦ Σοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ , οὗπερ ἐξελοῦ με ΠΑΡΘΕΝΕ , καί πρό τῆς ἀναγκης ἐκείνης , ΔΕΣΠΟΙΝΑ ἐπίστρεψον καί σῶσον με .
Ὅλος ἡδονῶν φθοροποιῶν , ὅλος πεπλησμένος παντοίων , κακῶν γεγένημαι , ὅλος ὁ ταλαίπωρος , ἐκ παίδων βέβηλος , ἕως γήρως μεστός εἰμί , κακῶν τῶν συνήθων , ἀλλά ἡ τόν αἴροντα τά ἁμαρτήματα κόσμου , ἀποῤῥήτως τεκοῦσα , τοῦτον καθικέτευε δοῦναι , τῶν πλημμελημάτων μου τήν ἄφεσιν .
Πάντων , θλιβομένων ἡ χαρά , καί ἀδικουμένων προστάτις , καί πενομένων τροφή , ξένων τε παράκλησις , χειμαζομένων λιμήν , ἀσθενούντων ἐπίσκεψις , καταπονουμένων , σκέπη
καί ἀντίληψις , καί βακτηρία τυφλῶν , Μήτηρ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου , Σύ ὑπάρχεις ἌΧΡΑΝΤΕ , σπεῦσον , δυσωποῦμεν ῥύσασθαι τούς δούλους Σου .
Σκέπη καί ἀντίληψις ἡμῶν , τῶν Χριστιανῶν Σύ ὑπάρχεις , καί προσφυγή κραταιά, Μήτηρ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν , ἀλλά καί νῦν καί ἀεί , τῇ ἀγρύπνῳ δεήσει Σου , μή παύση πρεσβεύειν , σώζεσθαι τούς δούλους Σου ἐκ περιστάσεως , πάντες ὅτι Σέ μετά Θεόν , ἔχομεν ἀντίληψιν Μόνην , οἱ πιστοί καί καταφύγιον .
Χαῖρε , πᾶσα κτίσις Σοι βοᾶ · χαῖρε ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ · χαῖρε τό σκῆπτρον Δαυίδ · χαῖρε ἡ βλαστήσασα τόν βότρυν τόν μυστικόν · χαῖρε Πύλη οὐράνιε , καί ἄφλεκτε Βάτε , χαῖρε φῶς παγκόσμιον · χαῖρε ἡ πάντων χαρά · χαῖρε Ἀποστόλων τό κλέος , χαῖρε ἡ ἀντίληψις · χαῖρε προστασία πάντων τῶν τιμώντων Σε .
.......................ἦχος γ ΄ Θείας πίστεως ....................................
Θείας
φύσεως οὐκ ἐχωρίσθη , σάρξ γενόμενος ἐν τῇ γαστρί Σου , ἀλλά Θεός ἐνανθρωπήσας μεμένηκεν · ὁ μετά τόκον Μητέραν ΠΑΡΘΕΝΟΝ Σε , ὡς πρό τοῦ τόκου φυλάξας ΠΑΝΑΜΩΜΟΝ , μόνος Κύριος , αὐτόν ἐκτενῶς ἱκέτευε
, δωρήσασθαι ἡμῖν τό μέγα ἔλεος .
Θεία γέγονας σκηνή τοῦ Λόγου , Μόνη ΠΑΝΑΓΝΕ , ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ , τῇ καθαρότητι , Ἀγγέλους ὑπεράσασα · τόν ὑπέρ πάντας ἐμέ γοῦν γενόμενον , ῥερυπωμένον σαρκός πλημμελήμασιν , ἀποκάθαρον πρεσβειῶν Σου ἐνθέοις νάμασι , παρέχουσα ΣΕΜΝΗ , το μέγα ἔλεος .
Μεγάλη τοῦ Σταυροῦ σου
Ἀγγέλων χαρμονή τῶν θείων ΚΟΡΗ πέφυκας , τῶν Ἀποστόλων δόξα , καί Προφητῶν ἐκσφράγισμα , τῶν ἀνθρώπων τε πιστῶν ἡ προστασία , καί ὁδηγός σωτήριος · διά τοῦτο Σε προσκυνοῦμεν ΠΑΡΘΕΝΕ .
Ἐν γυναιξίΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ Μήτηρ Ἀνύμφευτε , πρέσβευε ὅν ἔτεκες Θεόν καί Βασιλέα , ἵνα σώσῃ ἡμᾶς ὡς φιλάνθρωπος .
Τήν ὡραιότητα
Ἀκατανόητον καί ἀκατάληπτον , ὑπάρχει ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΕ , τό
πεπραγμένον ἐπί Σοί , ΑΓΝΗ φρικτόν μυστήριον , τόν γάρ ἀπερίγραπτον συλλαβοῦσα ἐκύησας , σάρκα περθέμενον ἐξ ἀχράντων αἱμάτων Σου , ὅν πάντοτε ΑΓΝΗ , ως Υἱόν Σου δυσώπει , τοῦ σῶσαι τάς ψυχάς ἡμῶν .
ΘΕΟΜΑΚΑΡΙΣΤΕ , ΜΗΤΗΡ Ἀνύμφευτε , τήν ἀσθενοῦσαν μου ψυχήν θεράπευσον , ὅτι συνέχομαι πολλοῖς ἐν πταίσμασι ΘΕΟΤΟΚΕ · ὅθεν καί κραυγάζω Σοι στεναγμῷ τῆς καρδίας μου , δέξαι με ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , τόν πολλά ἁμαρτήσαντα , ἵνα ἐν παρρησίᾳ κραυγάζω Σοι · χαῖρε ἡ ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΈΝΗ
......................................ἦχος δ ΄ ..............................
Νεῦσον παρακλήσεσι , Σῶν ἱκετῶν ΠΑΝΑΜΩΜΕ , παύουσα δεινῶν ἡμῶν ἐπαναστάσεις , πάσης θλίψεως ἡμᾶς ἀπαλλάττουσα , Σέ γάρ μόνην ἀσφαλῆ καί βεβαίαν ἄγκυραν ἔχομεν , καί τήν Σήν προστασίαν κεκτήμεθα , μή αἰσχυνθῶμεν ΔΕΣΠΟΙΝΑ Σέ προσκαλούμενοι · σπεῦσον εἰς ἱκεσίαν
τῶν Σοί πιστῶς βοώντων · χαῖρε ΔΕΣΠΟΙΝΑ , ἡ πάντων βοήθεια , χαρά καί σκέπη , καί σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν .
Ῥῦσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἀναγκῶν ἡμῶν , Μήτηρ Χριστοπῦ τοῦ Θεοῦ , ἡ τεκοῦσα τόν τῶν ὅλων ποητήν , ἵνα πάντες κράζωμεν Σοι , χαῖρε , ἡ μόνη προστασία τῶν ψυχῶν ἡμῶν .
Ἔδωκας σημείωσιν
Δαιμόνων κλονούμενον , ταῖς προσβολαῖς καί εις βάραθρον , ἀπωλείας ὠθούμενον , οἰκτείρησον ΔΕΣΠΟΙΝΑ καί στερέωσόν με , ἀρετῶν ἐν πέτρᾳ · καί τάς βουλάς τῶν δυσμενῶν διασκεδάσασα · καταξίωσον ποιεῖν με τά προστάγματα , τοῦ Σοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ ἡμῶν , ὅπως τύχω ἐφέσεως , ἐν ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως .
Ἥλιον κυήσασα, δικαιοσύνης ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τό ζοφῶδες διάλυσον , παθῶν τῶν θλιβόντων με · καί τόν ἀπατῶντα , τήν ψυχήν μου ὄφιν , καί καταθέλγοντα με νῦν , φιληδονίαις καί ματαιότησι , πόῤῥωθεν ἀποδίωξον , τῆς ταλαιπώρου καρδίας μου , ἐν γαλήνῃ φυλάττουσα, ἀπαθείας τόν δοῦλον Σου .
Τόν ῥύπον ἀπόσμηξον , τῆς ταλαιπώρου καρδίας μου , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , καί πάντα τά τραύματα , καί τά ἕλκη ταύτης , τά ἐξ ᾿ ἁμαρτίας , ἐναποκάθαρον ΑΓΝΗ , καί τοῦ νοός μου στῆσον τό ἄστατον , ὅπως τήν δυναστείαν Σου , καί τήν μεγίστην ἀντίληψιν , μεγαλύνω ὁ ἄθλιος καί ἀχρεῖος ἱκέτης Σου .
Τό χαῦνον καί ἔκλυτον ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ μετάβαλε , τῆς ψυχῆς μου ΠΑΝΑΜΩΜΕ , εἰς ῥῶσιν καί
δύναμιν , τοῦ φόβῳ καί πόθῳ, ποιεῖν τε καί πράττειν , τά δικαιώματα Χριστοῦ , ὅπως ἐκφύγω τό πῦρ τό ἄστεκτον · καί κλῆρον τόν οὐράνιον , καί τήν ζωήν τήν ἀπέραντον , διά Σοῦ ἀπολάβοιμι εὐφραινόμενος πάντοτε .
Χαῖρε ἡλιόμορφε, ἡλίου ἄδυτον ὄχημα , ἡ τόν ἥλιον λάμψαντα τόν ἀπερινόητον ·χαῖρε νοῦς ἀστράπτων θείαις φρυκτωρίαις , ἡ λαμπηδών τῆς ἀστραπῆς , ἡ διαυγάζουσα γῆς τά πέρατα , ἡ ὄντως χρυσαυγίζουσα , ἡ παγκαλής καί ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ , ἡ τό φῶς τό ἀνέσπερον , τοῖς πιστοῖς ἐξαστράψασα .
ἦχος δ ΄ Ὡς γενναῖον ἐν Μάρτυσι
Ἀπορῶ καί ἐξίσταμαι , τί ποιήσω ὁ ἄθλιος , ὅταν τό τέλος φθάση τό τῆς ζωῆς μου λοιπόν · ποῦ μοι ὁ δρόμος ὁ ἄκαιρος ; ποῦ τά ἀξιώματα ; ποῦ ὁ πλοῦτος ; ποῦ τρυφή ; ποῦ ἡδόξα ἡ πρόσκαιρος ; ποῦ τῆς φύσεως τό καινόττον ἄνθος
; ἀλλά δεῦρο πρό τοῦ τέλους , ὦ ψυχή μου , τῇ ΘΕΟΤΟΚῼ προσπέσωμεν .
Ἀπό πάσης με θλίψεως , καί παντοίας κακώσεως , καί δεινῆς ἐκλύτρωσαι περιστάσεως , καί πειρασμῶν πολυτρόπων με , ταῖς θείαις πρεσβείαις Σου , καί σκανδάλων πονηρῶν , ἐξ ᾿ ἀνθρώπων μισούντων με , καί δαιμόνων δέ , τῶν ζητούντων ἑκάστης ἀπολέσαι , τῆς ἡμέρας ΘΕΟΤΟΚΕ , τόν προστασίαν Σε θέμενον .~
Ἐπομβρίαις τοῦ Πεύματος , τοῦ Ἀγίου ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , τήν ἐμήν διάνοιαν καταδρόσισον · ἡ τήν σταγόνα κυήσασα , Χριστόν , τόν τήν ἄμετρον ἀνομίαν τῶν βροτῶν , οἰκτιρμοῖς ἀποσμήχοντα , ἀποξήρανον , τήν πηγήν τῶν παθῶν μου καί χειμάρρου , καταξίωσον τρυφῆς με, ταῖς ἀειζώοις πρεσβείαις Σου .
Μυριάκις ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , ὑπεσχόμην μετάνοιαν , τῶν ἐμῶν ποιήσασθαι πραπτώσεων , ἀλλ ᾿ οὐκ ἐᾶ με ἡ φαύλη μου , τῶν κακῶν συνήθεια , διά τοῦτο Σοι βοῶ , καί προσπίπτω καί δέομαι , Σύ με ΔΕΣΠΟΙΝΑ , ἐξελοῦ τῆς τοιαύτης τυραννίδος , ὁδηγοῦσα πρός τά κρείττω , καί σωτηρίας ἐχόμενα .
Ὁ κριτής ἤδη πάρεστι · τό κριτήριον ἕτοιμον · ὁ πρός τοῦτο φερων θάνατος ἤγγικεν · οἱ ὑπουργοίἑτοιμότατοι ,τά πάντα ηὐτρέπισται · τί οὖν μέλλεις ὦ ψυχή ; τί βραδύνης μή κράζουσα ; ὁ θεός ἡμῶν , ὁ Θεός τοῦ ἐλέους ταῖς πρεσβείαις , τῆς Μητρός Σου οἴκτειρόν με , καί πάσης ῥῦσαι κολάσεως .
Σωτηρίας λιμένα Σε , τόν πανάκλυστον ἌΧΡΑΝΤΕ , καί πραεῖαν ὄντως γαλήνην ἔχομεν , οἱ ἐν πελάγει ΘΕΟΝΥΜΦΕ , σφοδρῶς χειμαζόμενοι , τῶν τοῦ βίου δυσχερῶν , καί δεινῶν περιστάσεων · διά τοῦτο Σοι , καί προστρέχομεν πάντες ἐκβοῶντες , εἰς αἰῶνας μή ἐλλίπῃς , τῶν οἰκετῶν Σου προΐστασθαι .
ἦχος δ
΄ Ὁ 'Υψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ
Ὁ ἐπί θρόνου Χερουβίμ καθεζόμενος , καί ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός αὐλιζόμενος , ὡς ἐπί θρόνου κάθηται , Ἁγίου αὐτοῦ , ΔΕΣΠΟΙΝΑ ἐν κόλποις Σου , σαρκικῶς · ὁ θεός γάρ , ὄντως ἐβασίλευσεν , ἐπί πάντα τά ἔθνη , καί συνετῶς νῦν ψάλλομεν αὐτῶ , ὅν ἐκδυσώπει , σωθῆναι ούς δούλους Σου .
Τῶν ἀκαθάρτων λογισμῶν μου τά πλήθη , καί τῶν ἐτόπων ἐννοιῶν τάς νιφάδας , τίς ἐξειπεῖν δυνήσηται ΠΑΝΑΜΩΜΕ ; τάς ἐπαναστάσεις δέ τῶν ἀσάρκων ἐχθρῶν μου , τίς ἐκδιηγήσεται , καί τήν τούτων κακίαν ; ἀλλά τῇ Σῆ πρεσβείᾳ ἈΓΑΘΗ , τούτων μοι πάντων , τήν λύτρωσιν δώρησαι .
Τόν
ἐξ ἀνάρχου τοῦ Πατρός γεννηθέντα , Ἡ ἐπ ᾿ ἐσχάτων Σε σαρκί τετοκυῖα , ἐπί Σταυροῦ κρεμάμενον ὁρῶσα σε Χριστέ , οἴμοι !!! ποθεινότατε , Ἰησοῦ ανεβόα , πῶς ὁ δοξαζόμενος , ὡς Θεός ὑπ ᾿ Ἀγγέλων , ὑπό ἀνόμων νῦν βροτῶν Υἱέ , θέλων σταυροῦσαι ; ὑμνῶ Σουτ τό εὔσπλαγχνον .
Ταχύ
προκατάλβε
ΑΓΝΗ ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ καί ΑΠΕΙΡΟΓΑΜΕ , ἡ Μόνη τόν ἄχρονον , Υἱόν καί Λόγον Θεοῦ , ἐν χρόνῳ κυήσασα ,τοῦτον σύν τοῖς ἀγίοις καί σεπτοῖς Πατριάρχαις , Μάρτυσι καί Ὁσίοις καί Προφήταις δυσώπει , δωρήσασθαι ἡμῖν , ἱλασμόν καί μέγα ἔλεος .
Ἐκαίνισας ἌΧΡΑΝΤΕ τῷ θείῳ τόκῳ Σου , φθαρεῖσαν ἐν πάθεσιν τῶν γηγενῶν τήν θνητήν , οὐσίαν καί ἤγειρας , πάντας ἐκ τοῦ θανάτου πρός ζωήν ἀφθαρσίας · ὅθεν Σε κατά χρέος , μακαρίζομεν πάντες , ΠΑΡΘΕΝΕ Δεδοξασμένη , ὡς
προεφήτευσας .
Ἐλπίς ἀκαταίσχυντε , τῶν πεποιθότων εἰς Σέ , ἡ Μόνη κυήσασα ὑπερφυῶς ἐν σαρκί , Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν , τοῦτον σύν τοῖς Ἁγίοις Ἀποστόλοις δυσώπει , δοῦναι τῇ οἰκουμένῃ , ἱλασμόν καί εἰρήνην , καί πᾶσι ἡμῖν πρό τέλους βίου διόρθωσιν .
Ταχύ ἡμᾶς πρόφθασον ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ ΑΓΝΗ , ἐχθρῶν ἡμᾶς λύτρωσαι , τῶν βλασφημούντων εἰς Σέ , καί μή προσκυνουντων Σε · θραῦσον τάς γλωσσαλγίας , τῶν αἱρέσων πάσας , γνώτωσαν ὅτι Μόνη ΘΕΟΜΗΤΩΡ ὑπάρχεις ·πρεσβείαις Σου Ὀρθοδόξων τό πλήρωμα σώζουσα .
.................................ἦχος πλ.α΄ ...........................................
Τόν συνάναρχον Λόγον
Τόν ἐκ Σοῦ σαρκωθέντα Θεόν καί Κύριον , δι ᾿ ἡμᾶς τούς φθαρέντας τοῖς ἁμαρτήμασι , τοῦτον ἱκέτευε ἀεί , τοῦ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς , καί ἀποστρέψαι τόν θυμόν , καί τήν ὀργήν αὐτοῦ ΣΕΜΝΗ , ἀπό τῶν πίστει βοώντων , καί εὐφημούντων ἀπαύστως , τά μεγαλεῖα τῆς Σῆς χάριτος .
Χαῖρε Πύλη Κυρίου ἡ ἀδιόδευτος , χαῖρε τεῖχος καί σκέπη τῶν προστρεχόντων εἰς Σέ , χαῖρε ἀχείμαστε λιμήν καί Ἀπειρόγαμε , ἡ Τεκοῦσα ἐν σαρκί , τόν Ποιητήν Σου καί Θεόν , πρεσβεύουσα μή ἐλλίπῃς , ὑπέρ τῶν ἀνυμνούντων καί προσκυνούντων τόν τόκον Σου
Χαίροις ἀσκητικῶν
Ῥῦσαι ἀπό ῥομφαίας ἐχθρῶν , νῦν τήν ψυχήν μου ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ἐν Σοί γάρ καί ἐν τῷ τόκῳ , τῷ Σῷ ΠΑΡΘΕΝΕ ΑΓΝΗ , πᾶσα κατηργήθη τοῦ ἀλάστορος , ἰσχύς καί ἠφάνισται , τῶν δαιμόνων στρατεύματα · καί σωτηρία καί τῶν πόνων ἀνάπαυσις , τοῖς πιστεύουσιτῷ Σῷ τόκῳ γεγένηται · ὅθεν κἀγώ κραυγάζω Σοι , πολέμησον ΔΕΣΠΟΙΝΑ, τούς πολεμοῦντας ἀεί με , καί δίκην τούτους ἀπαίτησον , τῆς πρίν ἐπηρείας , δι ᾿ ἧς πάσης μοι κακίας , πρόξενοι ὤφθησαν .
....................................... ἦχο πλ. β΄.
.............................................
ΘΕΟΤΟΚΕ Σύ εἶ ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή , ἡ βλαστήσασα τόν καρπόν τῆς ζωῆς · Σέ ἱκετεύομεν , πρέσβευε ΔΕΣΠΟΙΝΑ , μετά τῶν Ἀποστόλων , καί πάντων τῶν Ἁγίων , ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν .
Ὁ ποιητής καί Λυτρωτής μου ΠΑΝΑΓΝΕ , Χριστός ὁ Κύριος , ἐκ τῆς Σῆς νηδύος προελθών , ἐμέ ἐνδυσάμενος , τῆς πρώην κατάρας τόν Ἀδάμ ἠλευθέρωσε · διό Σοι ΠΑΝΑΓΝΕ , ὡς τοῦ Θεοῦ Μητρί τε καί ΠΑΡΘΕΝῼ ἀληθῶς , βοῶμεν ἀσιγήτως τό χαῖρε τοῦ Ἀγγέλου · χαῖρε ΔΕΣΠΟΙΝΑ , προστασία καί σκέπη , καί σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν .
ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τοῦ κόσμου βοήθεια , καί ἐλπίς Χριστιανῶν · Σέ νῦν ἐκδυσωποῦμεν , καί Σέ παρακαλοῦμεν ἈΓΑΘΗ , ὑπέρ ἡμῶν ἁμαρτηκότων καί ἀπεγνωσμένων , τόν Υἱόν Σου καί Κύριον , ἵλεων ποιῆσαι ΘΕΟΤΟΚΕ · ἔχεις γάρ τό δύνασθαι , τῇ Μητρικῇ Σου πρός αὐτόν χρωμένη παρρησίᾳ · πρόφθασον ἌΧΡΑΝΤΕ , πρόφθασον μεσίτευσον , καί ῥῦσαι τόν λαόν Σου τῆς ἐνεστώσης ἀπειλῆς · διά σπλάγχνα ἐλεόυς , μή παρίδης τούς υμνοῦντας Σε .
Ὅλην ἀποθέμενοι
Ὅταν μου εἰς ἔννοιαν τό φοβερόν ἔλθῃ βῆμα , τοῦ Υἱοῦ Σου ΠΑΝΑΓΝΕ , καί τό δικαστήριον τό παγκόσμιον , ἀπορῶ δέδεικα , δειλιῶν καί τρέμων , τήν τῶν ἔργων μου ἐξέτασιν · φαῦλα γάρ ἅπαντα καί αἰσχύνης πάσης άνάπλεα , καί σκότους και κολάσεως , καί ἀποστροφῆς , ὄντως ἄξια, ἴδε μου τήν θλῖψιν , ἴδε τῆς ψυχῆς τή συντριβήν , καί τῆς ἀνάγκης ἐκείνης , ῥῦσαι καί κολάσεως .
Μόνος ὑπέρ ἅπαντας , υἱούς ἀνθρώπων ὁ τάλας , μόνος ἐπλημμέλησα , τά καί λόγῳ ἄφθεγκτα καί ἀκούσματι , μηδαμῶς ἌΧΡΑΝΤΕ , φορητά πέλοντα · διά τοῦτο Σου καί δέομαι · σύγγνωθι ΔΕΣΠΟΙΝΑ , σύγγνωθι καί δός
μοι μετάνοιαν , δός μοι ἐξομολόγησιν , δός μοι στεναγμούς τε καί δάκρυα , ἵνα διά τούτων , συντρίβων τήν καρδίαν μου ἀεί , κράζω τό ἥμαρτον ἥμαρτον , , ἱλάσθητι σῶσον με .
Τριήμερος ἀνέστης Χριστέ .
Ἀντίληψις καί σκέπη μου , ὑπάρχεις ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ , ΘΕΟΤΟΚΕ · Σέ γάρ ἔχω βοηθόν , ἐν θλίψεσι καί νόσοις , καί ταῖς στενοχωρίαις , καί Σέ δοξάζω τήν ΠΑΝΑΜΩΜΟΝ .
Τήν πᾶσαν μου ἐλπίδα εἰς Σέ , ΠΑΡΘΕΝΕ ἀνατίθημι · μή παρίδης ἀλλά σπεῦσον Ἀγαθή , ῥυσθῆναι μέ ἐν τάχει , παθῶν τῶν ἐνοχλούντων , καί καθ ᾿ ἑκάστην πολεμούντων με .
..............................ἦχος πλ. δ΄
................................................
Ἀνύμφευτε ΠΑΡΘΕΝΕ , ἡ τόν Θεόν ἀφράστως συλλαβοῦσα σαρκί , ΜῊΤΕΡ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου · Σῶν ἱκετῶν παρακλήσεις δέχου ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ἡ πᾶσι χορηγοῦσα καθαρισμόν τῶν πταισμάτων , νῦν τάς ἡμῶν ἱκεσίας προσδεχομένη , δυσώπει σωθῆναι πάντας ἡμᾶς .
Ὤ !!! τοῦ παραδόξου θαύματος
Ἅπασαν ἔξωσον ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς , ῥαθυμίαν , ἀτέλειαν , ἀκηδίαν , ἄνοιαν , ἀσωτίαν , ἀέλγειαν , ἀντιλογίαν , ἀνηκοΐαν δεινήν , τῶν προσταγμάτων τοῦ θείου Πνεύματος · πᾶσαν πρός τούτοις δέ , ἀπληστίαν , ἄγνοιαν , ἀσυμπαθῆ , τρόπον ἀσυνείδητον , γνώμην , καί σῶσον με .
Ἤθη τά μακράν ποιοῦντα με τοῦ ἀγαθοῦ Σου Υἱοῦ , ἈΓΑΘΗ καί ΠΑΝΑΜΩΜΕ , πόῤῥωθι ἀπέλασον , τῆς ἀθλίας καρδίας μου , καί τόν ζητοῦντα , καί ὠρυόμενον , καταπιεῖν με κάκιστον λέοντα , ὄφιν τόν δόλιον , σκολιόν καί δράκοντα , τόν πονηρόν , σύντριψον τῷ κράτει Σου , ὑπό τούς πόδας μου .
Πῶς Σου τήν χάριν ὑμνήσαιμι , καί τήν πολλήν πρός ἐμέ , τόν ἀνάξιον δοῦλον Σου , καθ ᾿ ἕκάστην πρόνοιαν , ἥν σαφῶς ἐπιδείκνυσαι ; πῶς δέ Σου φράσω τήν ἀγαθότητα , καί τήν πολύν ὄντως κυβέρνησιν ; Σύ οὖν καί ἔτι νῦν , εἰς ἀεί μοι πρόστηθι , παντός κακοῦ , ζῶντα καί θανόντα με , ἐκλυτρουμένη ΣΕΜΝΗ .
Σῶσον με σῶσον ΠΑνΑΜΩΜΕ , ἡ τόν Σωτῆρα Χριστόν ἀποῤῥήτως κυήσασα · Σέ γάρ μόνην κέκτημαι , προστασίαν καί ἄῤῥηκτον τεῖχος καί σκέπη , καί ἀγαλλίαμα , καί τῆς ψυχῆς μου θείαν παράκλησιν · Σύ οὖν με λύτρωσαι , ἀκοιμήτου σκώληκος καί τοῦ πυρός , τοῦ διαιωνίζοντος , Μήτηρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ .
Χαῖρε ΘΕΟΤΟΚΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , χαῖρε Θεοῦ καθαρόν , οἰκητήριον ἌΧΡΑΝΤΕ , χαῖρε θεῖον ὄχημα τοῦ Λόγου ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΕ , τό θεότευκτον χαῖρε παλάτιον , θεοπάροχον χαῖρε θησαύρισμα , θάλαμος ἔμψυχος · Θεοῦ θεία τράπεζα , καί κιβωτέ , καί δοχεῖον ἄμωμον , τοῦ θείου Πνεύματος .
Κύριε
, εἰ καί κριτηρίῳ
Δέδοικα τήν τῆς ἀποφάσεως ὥρα , ἐν ἀμελείᾳ τόν βίον μου , ὅλον δαπανήσας ὡς ἄλλος τῶν ἀνθρώπων οὐδείς πώποτε ·ἀλλά προφθάσασα νῦν πρό τέλους ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ , ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἀλλοτρίου , τήν ψυχήν μου ἐλευθέρωσον .
Ἴδε τῆς συντετριμμένης καρδίας τούς στεναγμούς ΘΕΟΝΥΜΦΕΥΤΕ , πρόσδεξαι ΠΑΡΘΕΝΕ ΜΑΡΙΑ , καί μή ἀπώση ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τάς τῶν χειρῶν ΑΓΝΗ , ἐπάρσεις ὡς φιλάγαθος , ἵνα ὐμνῶ καί μεγαλύνω , τόν μεγαλύνοντα τό γένος ἡμῶν .
ΔΕΣΠΟΙΝΑ πρόσδεξαι τάς δεήσεις τῶν δούλων Σου , καί λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως .
Τήν
Σοφίαν καί Λόγον
Ἀσθενείᾳ βαρείᾳ περιπεσών , καί δεινῶς ἐν τοῖς πόνοις κατακαμφείς , οὐ φέρω τόν καύσωνα τῆς δεινῆς ῥθυμίας μου · ἀλλ ᾿ ὁ εἰδώς ἑκάστου Σωτήρ τήν ἀσθένειαν , καί ὡς Πατήρ παιδεύων , τούς γνώμῃ σοι πταίσαντας , σύ με ἀνάστησον · δυνατός γάρ ὑπάρχεις ἰᾶσθαι νοσήματα
, καί ψυχῆς καί τοῦ σώματος , ἵνα πάντοτε κράζω Σοι · μεγάλα σου τά ἔργα Σωτήρ φοβερά τε ὄντως καί θαυμάσια , καί γάρ πιστούς λυτροῦσαι , λιταῖς τῆς Τεκούσης σε .
Ἐνθυμοῦμαι τήν κρίσιν καί δειλιῶ , ἔργα πράξας αἰσχύνης ὁ ταπεινός , ἄξια καί δέομαι , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , πρίν τάς πύλας
φθάσω θανάτου ἐπίστρεψον , πρός τήν τῆς μετανοίας ὁδόν ὁδηγοῦσα με , ἵνα εὐχαρίστως , προσκυνῶν ἀνυμνῶ Σου , τήν ἄμετρον δύναμιν , καί τήν θείαν ἀντίληψιν , ΠΑΝΑΓΙΑ ΘΕΟΝΥΜΦΕ , πρεσβεύουσα Χριστῶ τῶ Θεῷ , ὑπέρ οὗ αἰτοῦμαι Σε δοθῆναι μοι , ἱλασμόν ἁμαρτιῶν , καί μέγα ἔλεος .
Λογισμοῖς ὀλισθαίνων τοῖς πονηροῖς , εἰς βυθόν κατηνέχθην ἁμαρτιῶν , καί στένων κραυγάζω Σοι ἐκ καρδίας ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ · ἐν ἐμοί θαυμάστωσον τό πλούσιον ἔλεος , καί τῆς εὐσπλαγχνίας , τό ἄπειρον πέλαγος
, καί τῶν οἰκτιρμῶν Σου , τόν ἄμετρο πλοῦτον · καί δός μοι μετάνοιαν , καί τοῦ βίου διόρθωσιν , ἵνα πίστει καί πόθῳ κραυγάζω Σοι · πρέσβευε τῶ Σῷ Υἱῷ καί Θεῷ , τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δοθῆναι μοι , Σέ γάρ ἔχω ἐλπίδα ὁ ἀνάξιος δοῦλος Σου .
Πειρασμοῖς πολυπλόκοις περιπεσών , ἐξ ἐχθρῶν ἀοράτων καί ὀρατῶν , τῷ σάλῳ συνέχομαι , τῶν ἀμέτρων πταισμάτων μου , καί θερμήν ἀντίληψιν , καί σκέπην μου ἔχων Σε , τῷ λιμένι προστρέχω τῆς Σῆς ἀγαθότητος · ὅθεν ΠΑΝΑΓΙΑ, τόν ἐκ Σοῦ σαρκωθέντα , ἀπάυστως ἱκέτευε , ὑπέρ πάντων τῶν δούλων Σου , τῶν ἀπαύστως ὑμνούντων Σε , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , πρεσβεύουσα αὐτῷ ἐκτενῶς , τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι , τοῖς ἀνευφημοῦσιν Σε ὄντως ἡς Μήτηρ τοῦ πάντα τεκτηναμένου .
Τήν Σοφίαν καί Λόγον ἐν Σῇ γαστρί , συλλαβοῦσα ἀφλέκτως Μήτηρ Θεοῦ , τῷ κόσμῳ ἐκύησας τόν τόν κόσμον κατέχοντα , καί ἐν ἀγκάλαις ἔσχες , τόν πάντα συνέχοντα , τόν τροφοδότην πάντων , καί πλάστην τῆς κτίσεως , ὅθεν δυσωποῦμεν , ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ , ῥυσθῆαι πταισμάτων μου , ὅταν μέλλω παρίστασθαι , πρό προσώπου τοῦ κτίστου μου , ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΡΘΕΝΕ ΑΓΝΗ , τήν Σήν βοήθειαν τότε μοι δώρησαι , καί γάρ δύνασαι , ὅσα θέλεις ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Τήν ψυχήν μου ΠΑΡΘΕΝΕ τήν ταπεινήν , τήν ἐν ζάλῃ τοῦ βίου τῶν πειρασμῶν , νῦν ὡς ἀκυβέρνητον , ποντουμένην ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ἁμαρτιῶν τε φόρτῳ , φανεῖσαν ὑπέραντλον , καί ἐν πυθμένι Ἅδου , ἐλθεῖν κινδυνεύουσαν , φθάσον ΘΕΟΤΟΚΕ , τῇ θερμῇ Σου πρεσβείᾳ , καί σῶσον παρέχουσα , τόν λιμένα τό εὔδιον , ἵνα πίστει κραυγάζω Σοι · πρέσβευε τῷ Σῷ Υἱῷ καί Θεῷ , τῶν πταισμάτων δοῦναι μοι τήν ἄφεσιν , Σέ γάρ ἔχω ἐλπίδα , ὁ δοῦλος Σου ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Τήν οὐράνιον Πύλην καί Κιβωτόν , τό πανάγιον Ὄρος τήν φωτεινήν , Νεφέλην ὑμνήσωμεν , Βάτον τήν ἀκατάφλεκτον , τόν λογικόν Παράδεισον , τῆς Εὔας τήν Λύτρωσιν , τῆς οἰκουμένης πάσης τό μέγα Κειμήλιον · ὅτι σωτηρία ἐν Αὐτῇ διεπράχθη τῷ κόσμῳ καί ἄφεσις , τῶν ἀρχαίων ἐγκλημάτων , διά τοῦτο βοῶμεν Αὐτῇ · πρέσβευε , τῷ Σῶ Υἱῶ καί Θεῷ ,τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι , τοῖς εὐσεβῶς προσκυνοῦσι , τόν πανάγιον τόκον Σου
Τοῦ ἡλίου Νεφέλη τοῦ νοητοῦ , θείου φέγγους Λυχνία χρυσοφαής , ἌΣΠΙΛΕ ἈΜΟΛΥΝΤΕ , ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τήν σκοτεινήν ψυχήν μου , τυφλώττουσαν πάθεσι , τῆς ἀπαθείας αἴγλῃ καταύγασον δέομαι · καί μεμολυσμένην τήν καρδίαν μου πλῦνον , ῥοαῖς κατανύξεως , μετανοίας τε δάκρυσιν , καί τοῦ ῥύπου με κάθαρον , πρεσβεύουσα Χριστῷ τῷ Θεῷ , τῶν πταισμάτων δοῦναι μοι τήν ἄφεσιν , τῷ εὐσεβῶς προσκυνοῦντι , τόν πανάγιον τόκον Σου .
Ὡς ΠΑΝΑΜΩΜΟΝ Νύμφη τοῦ Ποιητοῦ , ὡς Ἀπείρανδρος Μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ , δοχεῖον ὡς ὑπάρχουσα τοῦ Παρακλήτου ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ἀνομίας με ὄντα αἰσχρόν καταγώγιον , καί δαιμόνων παίγνιον , ἐν γνώσει γενόμενον , σπεύσον καί τῆς τούτω κακίας μέ ῥῦσαι , λαμπρόν οἰκητήριον δι ᾿ ἀρετῆς ἁπαρτίσασα , Φωτοδόχε Ἀκήρατε · δίωξον τό νέφος τῶν παθῶν , καί τῆς ἄνωθεν μεθέξεως ἀξίωσον , καί φωτός ἀνεσπέρου πρεσβείαις
Σου .
Ὡς ΠΑΡΘΕΝΟΝ καί Μόνην ἐν γυναιξί , Σέ ἀσπόρως τεκοῦσαν Θεόν σαρκί , πᾶσαι μακαρίζομεν γενεαί τῶν ἀνθρώπων , τό γάρ πῦρ ἐσκήνωσεν ἐν Σοί τῆς θεότητος , καί ὡς βρέφος θηλάζεις, τόν Κτίστην καί Κύριον · ὅθεν τῶν Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων τό γένος , ἀξίως δοξάζουσι , τόν ΠανΆγιον τόκον Σου , καί συμφώνως βοῶμε Σοι · πρέσβευε τῷ σῷ Υἱῷ καί Θεῷ , τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι , τοῖς ἀνυμνοῦσιν ἀξίως , τήν δόξα Σου ἌΧΡΑΝΤΕ .
Οἱ Μάρτυρες σου
Ἐγώ εἰμί ΠΑΝΑΜΩΜΕ , δένδρον ἄκαρπον τοῦ θείου Λόγου , καρπόν σωτήριον μηδόλως φέρων , καί δειλιῶ τήν ἐκκοπήν , μήπως εἰς τό πῦρ βληθῶ τό ἄσβεστον · ὅθεν δυσωπῶ Σε , τούτου ῥῦσαι με , δείξασα καρποφόρον ἌΧΡΑΝΤΕ , τῷ Υἱῷ Σου , τῇ μεσιτείᾳ Σου
Ἐξάρπασόν με ΔΕΣΠΟΙΝΑ χειρός ἐκ
δράκοντος τοῦ βροτοκτόνου , τοῦ πολεμοῦντος με ἐν ὑποκρίσει , καταπιεῖν ὁλοτελῶς · σύντριψον τάς μύλας τούτου δέομαι , καί τά μηχανήματα διάλυσον , ὅπως ῥυσθείς τῶν τούτου ὀνύχων , μεγαλύνω τήν δυναστείαν Σου .
Οἱ λόγοι μου ἀκάθαρτοι , τά χείλη δόλια , τά ἔργα δέ μου εἰσί παμμίαρα · καί τί ποιήσω ; πῶς ὑπαντήσω τῷ Κριτῇ ; ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΡΘΕΝΕ καθικέτευσον , τόν Υἱόν Σου , καί Πλάστην Σου καί Κύριον , ὅπως ἐν μετανοίᾳ δεξηταί μου τό πνεῦμα , ὡς μόνος εὔσπλαγχνος .
Ἀνέστης ἐκ νεκρῶν .
ΠΑΡΘΕΝΕ ΜΑΡΙΑΜ τῶν Ἀγγέλων ἡ δόξα , ὡράϊσμα τερπνόν καί γηγενῶν ὁ κόσμος , δίδου τοῖς Σέ ὑμνοῦσιν ἁμαρτημάτων πάντων συγχώρησιν · ἵλαθι τοῖς Σοῖς δούλοις , ὅτι ὑπάρχεις πάντων ΑΓΝΗ ἡ λύτρωσις , ἀπεγνωσμένων ὄντως ἰσχτρόν , προσφύγιον ἀνθρώπων .
...............
Σταυρο-ΘΕΟΤΟΚίΑ .................
ἦχος α ΄ . Πανεύφημοι Μάρτυρες ὑμᾶς
Τόν ἴδιον ἄρνα ἡ Αμνάς , καί ἌΜΩΜΟΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , ἐν τῶ Σταυρῷ ὡς ἑώρακεν , εἶδος οὐκ ἔχοντα , οὐδέ κάλλος , οἴμοι !!! θρηνῳδοῦσα ἔλεγεν · ποῦ σου τό κάλλος ἔδυ , γλυκύτατε Υἱέ ; ποῦ ἡ εὐπρέπεια ; ποῦ ἡ χάρις ἡ ἀστράπτιυσα , τῆς μορφῆς σου , Υἱέ Μου παμφίλτατε ;
Σφαγήν σου τήν ἄδικον Χριστέ , ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ βλέπουσα , ὁδυρομένη ἐβόα Σοι Τέκνον γλυκύτατον , πῶς ἀδίκως θνήσκεις , πῶς τῷ Ξύλῳ κρέμασαι , ὁ πᾶσαν γῆν κρεμάσας τοῖς ὕδασι ; μή λίπης μόνην Με , εὐεργέτα πολυέλεε , τήν Μητέρα , καί Δούλην σου δέομαι .
ἦχος α ΄ Τῶν οὐρανίωνΤαγμάτων
Ἀναρτηθέντα ὡς εἶδεν , ἐπί Σταυροῦ τόν ἀμνόν , ἡ Ἄμωμος ΠΑΡΘΕΝΟΣ , θρηνωδοῦσα ἐβόα · Γλυκύτατον Μου Τέκνον , τί τό καινόν , καί παράδοξον θέαμα ; πῶς ὀ κατέχων τά πάντα ἐν τῇ χειρί , ἐπί ξύλου προσηλώθης σαρκί ;
Ὑπέρ ἡμῶν ὁ Υἱός Σου , παθεῖν ἠνέσχετο , ἵνα τῷ τούτου πάθει , τήν ἀπάθειαν πᾶσι παράσχη ΘΕΟΤΟΚΕ , ὅθεν αὐτόν καθικέτευε πάντοτε , παθῶν παντοίων με ῥύσασθαι , καί ψυχῆς καί τοῦ σώματος πρεσβείαις Σου .
ἦχος α ΄Τόν Τάφον σου Σωτήρ
Ἡ Ἄσπιλος Ἀμνάς , τόν Ἀμνόν καί Ποιμένα , κρεμάμενον νεκρόν , ἐπί ξύλου ὁρῶσα , θρηνοῦσα ἐφθέγγετο , Μητρικῶς ὠλολύζουσα , πῶς ἐνἐγκω σου , τήν ὑπέρ λόγονΥἱέ Μου , συγκατάβασιν , καί τό ἑκούσιον πάθος , Θεέ Ὑπεράγαθε ;
Ὁρῶσα σε Χριστέ ἡ ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ Μήτηρ , νεκρόν ἐπί Σταυροῦ , ἡπλωμένον ἐβόα · Υἱέ Μου συνάναρχε , τῶ Πατρί καί τῷ Πνεύματι , τίς ἡ ἄφατος , οἰκονομίας σου αὕτη ; δι ᾿ ἧς ἔσωσας , τό τῶν Ἀχράντων χειρῶν σου , Οἰκτήρμον πλαστούργημα ;
Ὑμνῶ σου τόν Σταυρόν , προσκυνῶ καί τά πάθη , δοξάζω καί τήν σήν ἀγαθότητα Τέκνον · ἑκών γάρ καθυπέμεινας ἐπονείδιστον θάνατον , τί τό ξένον σου , καί φρικωδέστατον Σῶτερ , τῆς ἀφράστου σου οἰκονομίας τό βάθος ; ἡ Μήτηρ ἐβόα σοι .
......................................... ἦχος β ΄
..........................................
Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρόν
Ἄνθραξ , ὅν προεῖδεν ὁ κλεινός , πρώην Ἡσαΐας σαρκοῦται , ἐξ ᾿ Ἀπειράνδρου Μητρός , νεύματι τοῦ φύσαντος αὐτόν Γεννήτορος , καί τεχθείς σφαγιάζεται , ἑκών , ὁ τοῦ κόσμου αἴρων τά ἁμαρτήματα , Ἀμνός ὡς ἄμωμος · ὅθεν ἡ Ἀμνάς καί ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΟΣ , τοῦτον ἐν Σταυρῷ καθορῶσα , λύπης τῇ ῥομφαίᾳ ἐτιτρώσκετο .
Ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ σε Ἰησοῦ , προσαναρτηθέντα ὁρῶσα
, ἡ ΑΠΕΙΡΟΓΑΜΟΣ , ἔκλαιε καί ἔλεγε · Τέκνον γλυκύτατον , ἵνα τί ἐγκατέλειπες , Ἐμέ τήν Τεκοῦσαν , μόνην φῶς ἀπρόσιτον , τοῦ προανάρχου Πατρός ; σπεύσον καί δοξάσθητι ὅπως , δόξης ἐπιτύχωσι θείας , οἱ τά θεῖα Πάθη σου δοξάζοντες .
Ὅτε , ἡ Ἀμίαντος Ἀμνάς ἔβλεψεν τόν ἴδιον ἄρνα , ἐπί σφαγήν ὡς βροτόν , θέλοντα ἑλκόμενον , θρηνοῦσα ἔλεγεν · ἀτεκνῶσαι νῦν σπεύδεις Με , Χριστέ τήν Τεκοῦσαν , τί τοῦτο πεποίηκας , ὁ λυτρωτής τοῦ παντός ; ὅμως ἀνυμνῶ καί δοξάζω , σοῦ τήν ὑπέρ νοῦν τε καί λόγον , ἄκραν ἀγαθότητα Φιλάνθρωπε .
Ὅτε ἡ ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ Ἀμνάς , ἄρνα τόν Αὐτῆς ἐθεώρει , ἑλκόμενον πρός σφαγήν , θρήνοις ἐνεκόπτετο , ἀναβοῶσα πικρῶς · τί Σοι δῆμος ἀχάριστος , γλυκύτατον τέκνον , πάλαι ἀνταπέδωκεν , ὁ ἀπολαύσας σου , οἴμοι !!! τῶν πολλῶν δωρημάτων ; πῶς δέ καί τόν πόνον ὑποίσω ; ὅτι θέλων ταῦτα νῦν ὑφίστασαι ;
Πόνους ὑπομείνασα πολλούς , ἐ τῆ τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Σου Σταυρώσει ἌΧΡΑΝΤΕ , ἔστενες δακρύουσα , καί ὁλολύζουσα · οἴμοι Τέκνον γλυκύτατον !!! ἀδίκως πῶς πάσχεις ; πῶς τῷ ξύλῳ κρέμασαι ; ὁ πᾶσαν γῆν ἐκπληρῶν ; ὅθεν ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ , Σέ παρακαλοῦμεν εν πίστει , ἵλεων ἡμῖν τοῦτον ἀπέργασαι .
..................................... ἦχος γ ΄....................................
ἦχος γ ΄ Θείας πίστεως
Ἡ Ἀμίαντος Παστάς τοῦ Λόγου , ἡ Ἀκήρατος ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΩΡ , ἐν τῶ σταυρῷ θεασαμένη κρεμάμενον , τόν ἐξ ᾿ Αὐτῆς ἀνωδίνως βλαστήσαντα , Μητροπρεπῶς θρηνῳδοῦσα ἐκραύγαζεν · οἴμοι !!! τέκνον Μου · πῶς πάσχεις θέλων ῥύσασθαι , παθῶν τῆς ἁμαρτίας τόν ἄνθρωπον ;
Μεγάλη τοῦ Σταυροῦ σου
Ὁρῶσα τόν ἐκ Σοῦ τεχθέντα ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ , κρεμάμενον ἐν ξύλῳ , ὠλόλυζες βοῶσα · ποθεινότατον μου Τέκνον , ποῦ σου ἔδυ τό κάλλος τό φωσφόρον , τοῦ καλλωπίσαντος τό γένος τῶν ἀνθρώπων ;
Τήν ὡραιότητα
Ἡ Ἀπειρόγαμος ΑΓΝΗ καί
Μήτηρ σου , Χριστέ ὁρῶσα σε νεκρόν κρεμάμενον , ἐπί τοῦ ξύλου Μητρικῶς , θρηνολογοῦσα ἔλεγε · τί σοι ἀνταπέδωκεν , τῶν Ἑβραίων ὁ ἄνομος , δῆμος καί ἀχάριστος , ὁ πολλῶν καί μεγάλων σου , Οἰκτίρμον δωρεῶν ἀπολαύσας ; ὑμνῶ σου τήν θείαν συγκτάβασιν .
....................ἦχος δ ΄ Ὡς γενναῖον ἐν Μάρτυσι
..........................
Ὡς ἑώρακε Κύριε , ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ καί Μήτηρ σου , ἐν Σταυρῷ κρεμάμενον ἐπδύρετο , καί θρηνωδοῦσα ἐφθέγγετο , τί σοι ἀνταπέδωκαν , οἱ πολλῶν σου δωρεῶν , ἀπολαύσαντες Δέσποτα ; ἀλλά
δέομαι · μή Με Μόνην ἑάσης ἐν τῷ κόσμῳ , ἀλλά σπεύσον ἀναστῆναι , συνανιστῶν τούς προπάτορας .
Ἡ Ἀμνάς ἡ κυήσασα , τό ἀρνίον τό ἄκακον , τό τήν ἁμαρτίαν ἐλθών ἰάσασθα , παντός τοῦ κόσμου ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , οἰκείῳ ἐν Αἵματι , τό σφαγέν ὑπέρ ἡμῶν , καί ζωῶσαν τά σύμπαντα , Σύ μέ ἔνδυσον γυμνωθέντα , τῆς θείας ἀφθαρσίας , ἐξ ἐρίου τοῦ Σοῦ τόκου , περιβολήν θείας χάριτος .
Τόν Ἀμνόν καί Ποιμένα σε , ἐπί ξύλου ὡς ἔβλεψεν , ἀμνάς ἡ κυήσασα ἐπωδύρετο , καί Μητρικῶς σοι ἐφθέγγετο , Υἱέ ποθεινότατε , πῶς ἐν ξύλῳ τοῦ σταυροῦ , ἀνηρτήθης φιλάνθρωπε ; πῶς τάς χεῖρας σου καί τούς πόδας Λόγε προσηλώθης , ὑπ ᾿ ἀνόμων καί τό Αἷμα , τό σόν ἐξέχεας Δέσποτα ;
ἦχος δ ΄Ἔδωκας σημείωσιν
Ἰδών σε ὁ ἥλιος καί ἡ σελήνη φιλάνθρωπε , ἐπί ξύλου κρεμάμενον , ἀκτῖνας ἀπέκρυψαν , τῆς δικαιοσύνης , Ἥλιε Χριστέ μου , καί τά θεμέλια τῆς γῆς , διεδονήθη φόβῳ τοῦ κράτους σου , ἡ Μήτηρ σου τά σπλάγχνα δέ , τιτρωσκομένη ἐβόα σοι · Ἰησοῦ ὑπεράγαθε , δόξα τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου .
Μήτηρ Ἀπειρόγαμος , Θεοῦ ἐδείχθης ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τοῦ Σταυρῷ ὁμιλήσαντος , καί πάθη μειώσαντος , τοῖς τιμίοις αὐτοῦ πάθεσι καί πόνοις , οὕς περ ὑπέμεινεν ἑκών , διά τό σῶσαι βροτούς ἐν χάριτι · διό καμέ δυσῶπησον , σωθῆναι Σαῖς παρακλήσεσι , ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τῶν Ἀγγέλων ὑπέρτιμε .
Νεκρούμενον βλέπουσα , Χριστόν ἡ ΠΑΝΑΓΝΟΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , καί νεκροῦντα τόν δόλιον , ὠλόλυζε κράζουσα , πικρῶς τῷ ἐκ σπλάγχνων Αὐτῆς προελθόντι , καί τό μακρόθυμον αὐτοῦ , ἀποθαυμάζουσα κατεπλήττετο , Τέκνον Μου ποθεινότατον , μή ἐπιλάθῃ τῆς Δούλης σου , μή βραδύνῃς φιλάννθρωπε , τό Ἑμόν καταθύμιον .
Ῥήγνυται χειρόγραφον τό ἀπ ᾿ αἰῶνος νυγείσης σου τῆς πλευρᾶς Πολυέλεε , Ἀδάμ τοῦ προπάτορος , καί ἡ ἀπωσμένη φύσις τῶν ἀνθρώπων , ῥανίσιν Αἵματος τοῦ σοῦ καθαγιάζεται ἀνακράζουσα · δόξα τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου , δόξᾳ τῇ θείᾳ σταυρώσει σου , Ἰησοῦ παντοδύναμε, ἡ Σωτήρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν .
Σταυρούμενον βλέπουσα , καί τήν πλευράν ὀρυττόμενον , ὑπό λόγχης ἡ ΠΑΝΑΓΝΟΣ , Χριστόν τόν φιλάνθρωπον , ἔκλαιε βοῶσα · τί τοῦτο Υἱέ Μου ; τί σοι ἀχάριστος λαός , ἀποτιννύει ἀνθ ᾿ ὧν
πεποίηκας , καλῶν αὐτοῖς , καί σπεύδεις ἀτεκνῶσαι με παμφίλτατε ; καταπλήττομαι εὔσπλαγχνε , τήν ἑκούσιον Σταύρωσιν .
Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ
Τόν ἐξ ᾿ ἀνάρχου τοῦ Πατρός γεννηθέντα , ἡ ἐπ ᾿ ἐσχάτων σε σαρκί τετοκυῖα , ἐπί Σταυροῦ κρεμάμενον ὁρῶσα σε Χριστέ , οἴμοι !!!! ποθεινότατε , Ἰησοῦ ἀνεβόα , πῶς ὁ δοξαζόμενος , ὡς Θεός ὑπ ' Ἀγγελων , ὑπό ἀνόμων νῦν βροτῶν Υἱέ , θέλων σταυροῦσθαι ; ὑμνῶ σε μακρόθυμε .
Ταχύ προκατάβαλε
ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΑΜΩΜΕ Μήτηρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ , Ῥομφαία διῆλθε Σου , τήν Παναγίαν ψυχήν , ἡνίκα Σταυρούμενον , ἔβλεψας ἑκουσίως τόν Υἱόν καί Θεόν Σου , ὅν περ Εὐλογημένη , δυσωποῦσα μή παύσῃ , συγχώρησιν πταισμάτων ἡμῖν δωρήσασθαι .
..................ἦχος πλ. α ΄ Τόν συνάναρχον Λόγον .......................
Ἐν τῷ Σταυρῷ σε ὁρῶσα Χριστέ ἡ Μήτηρ σου , ἑκουσίως ἐν μέσῳ ληστῶν κρεμάμενον , κοπτομένη Μητρικῶς τά σπλάγχνα ἔλεγεν · ἀναμάρτητε Υἱέ , πῶς ἀδίκως ἐν Σταυρῷ , ὥσπερ κακοῦργος ἐπάγης ; τό γένος τό τῶν ἀνθρώπων , ζωῶσαι θέλων ὡς εὐσπλάγχνος .
Χαίροις ἀσκητικῶν
Βλέπουσα ἡ Ἀμνάς τόν ἀμνόν , Θεοῦ τόν αἴροντα τοῦ κόσμου τά πταίσματα , ἐν ξύλῳ ἀνηρτημένον , καί πεπληγμένον πλευράν , θρηνῳδοῦσα
ταῦτα ἀπεφθέγγετο · Υἱέ πῶς ἠνέσχου , θανατωθῆναι ὡς ἄνθρωπος , Θεός ὑπάρχων καί Δεσπότης τῆς κτίσεως ; εἰ καί πέφηνας σαρκοφόρος θελήματι ; τίνος χάριν ἐτάχυνας τόν δρόμον ποιήσασθαι , καί ἐγκατέλιπες Μόνην , τέκνον Ἑμόν , τήν Τεκοῦσαν σε Ἁγνῶς εὐεργέτα ; λόγον δός Μοι μή βραδύνεις , καί μέγα ἔλεος .
.................................ἦχος πλ. β ΄.......................................
Ὅλην ἀποθέμενοι
Ῥομφαία ὡς ἔφησεν , ὁ Συμεών τήν καρδίαν , τήν Σήν διελήλυθεν , ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , ὅτε ἔβλεψας · τόν ἐκ Σοῦ λάμψαντα , ἀποῤῥήτῳ λόγῳ , ὑπ ᾿ ἀνόμων ὡς κατάκριτον , Σταυρῷ ὑψούμενον , ὄξος και χολήν τε γευόμενον , πλευράν τε ὀρυττόμενον , χεῖρας τε καί πόδας ἡλούμενον , καί ὀδυρομένη , ὠλόλυζες βοῶσα Μτρικῶς , τί τοῦτο , Τέκνον γλυκύτατον , τό καινόν μυστήριον ;
Τριήμερος ἀνέστης Χριστέ
Ἡ ΠΑΝΑΓΝΟΣ ὡς εἶδε σε , ἐπί σταυροῦ κρεμάμενον , θρηνῳδοῦσα , ἀνεβόα Μητρικῶς , Υἱέ Μου καί Θεέ Μου , γλυκύτατον Μου Τέκνον , πῶς φέρεις πάθος
ἐπονείδιστον ;
Ἐν ξύλῳ τήν ζωήν ἡμῶν , ὁρῶσα ἡ ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ , ΘΕΟΤΟΚΟΣ , κρεμαμένην Μητρικῶς , ὤδύρετο ἀνεβόα ` Υἱέ Μου καί Θεέ Μου , σῶσον τούς πίστει ἀνυμνοῦντας Σε .
Παρίστατο τῷ Ξύλῳ ποτέ , καιρῷ τῷ τῆς Σταυρώσεως , ΠΑΡΘΕΝΟΣ, σύν Παρθένῳ Μαθητῇ , καί κλαίουσα ἐβόα · οἴμοι
!!! πῶς πάσχεις πάντων , Χριστέ ὑπάρχων ἡ ἀπάθεια ;
......................................ἦχος πλ. δ ΄ .....................................
Κύριε , εἰ καί κρητιρίῳ
Ἄναρχε Λόγε τοῦ Πατρός καί Υἱέ Μου , καί τῷ Πνεύματι σύνθρονος , πῶς τάς σάς ἀχράντους παλάμας ἐπί τοῦ ξύλου ἐξέτεινας ; τίς ἡ τοσαύτη σου δέ , πτωχεία ὑπεράγαθε ; παρισταμένη τῇ σῇ σταυρώσει , ἀνεβόα ἡ ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ .
Τήν Σοφίαν καί Λόγον
Ἀνελκόμενον Σῶτερ ἐν τῷ Σταυρῷ , ἀγαθότητος πλούτῳ φύσει Θεόν , ὁρῶσα ἡ κτίσις σε ἀκατάληπτε ἔτρεμε , καί κλονουμένη πᾶσα , τῷ φόβῳ συνείχετο · ἀλλ ᾿ Ἰουδαίων δῆμος , Πιλάτῳ ἐκραύγαζεν , ἆρον ὡς κακοῦργον , καί Σταυρῷ ἀναρτήσας , τοῖς ἥλοις καθήλωσον , καί τῇ λόγχῃ ἐκκέντησον · καί θανάτῳ κατάγαγε · καί ταῦτα πάσχοντα σε δεινῶς , καθορῶσα ἔλεγεν ἡ Μήτηρ σου , ὑμνολογῶ σου τήν ἄκραν Χριστέ συγκατάβασιν .
Ἐν τῷ ξύλῳ ὁρῶσα τῷ σταυρικῷ , ἡ ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ Μήτηρ τόν Λυτρωτήν , ἐθρήνει δακρύουσα καί πικρῶς ἀπεφθέγγετο , καί συνοχῇ καρδίας , τάς κόρας ἐσπάραττε , καί πρός αὐτόν ἐβόα , Υἱέ Μου καί Κύριε , πῶς τῶν Ἑβραίων ἀνομώτατος δῆμος , ἀδίκως προσπήγνυσι τῷ σταυρῷ Ἀναμάρτητε ; πῶς καί θέλων ὑφίστασαι , ὄξος καί τήν τρῆσιν πλευρᾶς , χολήν τε , οἴμοι !!! καί ἥλους μακρόθυμε ; ἀλλά δόξα σου Σῶτερ , τοῖς θείοις παθήμασι .
Ἐν Σταυρῷ Μήτηρ ἡ σή καί
Θεόν σε εἰδυῖα ὑπέρ βροτῶν , σαρκί προσιέμενον τόν ἑκούσιον θάνατον , ὡς μέν Μήτηρ ῥομφαίᾳ καρδίαν ἐτέτρωτο , καί οὐχ ἦττον ὀδύνας καί πόνοις προσήλωτο · ὡς δέ βουλομένη , τήν βροτῶν σωτηρίαν , καί κόσμου τήν λύτρωσιν , εὐχομένη ἀνύμνει σε , καί σύν δάκρυσιν ἔλεγεν · ἀνάστηθι καί σῶσον Υἱέ , τούς τά πάθη πίστει σουδοξάζοντας , ὁ ὑπέρ πάντων ἐκχέων , σόν Αἷμα τό ἅγιον .
Ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ καί Μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ , ἐπί ξύλου ὁρῶσα τόν Ποιητήν , ἔστενε δακρύουσα , καί πικρῶς κατετρύχετο , τήν ψυχήν καί τό σῶμα σπαράττουσα τύπτουσα , καί πρός αὐτόν βοῶσα πικρῶς καί κραυγάζουσα , οἴμοι !!! ὦ Υἱέ μου , πῶς ἐνέγκω σόν πάθος , τούς ὅλους τήν λόγχευσιν , καί τόν ἄδικον θάνατον ; ἀλλα σπεῦσον ἐγερθῆναι , τοῦ ἰδεῖν σε Υἱέ καί Θεέ , καί τοῦ θρήνου παύσασθαι καί πόνου , καί τούς ὑμνοῦντας Σου τά πάθη , πταισμάτων λῦσιν κομίσασθαι .
Καθελκόμενον Λόγε ἐν τῷ Σταυρῷ , ὑπ ᾿ ἀνδρῶν παρανόμων γνώμῃ σκαιᾷ , ὁρῶσα ἡ Μήτηρ σου τήν ψυχήν ἐτιτρώσκετο · καί κοπτομένη σπλάγχνα , ἐθρήνει κραυγάζουσα , καί συνοχῇ καρδίας , ἐβόα στενάζουσα · οἴμοι !!! τῇ Τεκούσῃ , σέ Υἱέ καί Θεέ Μου , πῶς θέλων ὑπέμεινας , τοῦ προσώπου ῥαπίσματα καί ἐμπτύσματα βέβηλα , ἄδικόν τε θάνατον νῦν , ἐπί ξύλου ἤλοις προσπηγνύμενος ; ὄντως ταῦτα πάσχεις ,τοῦ σῶσαι τόν ἄνθρωπον .
Τόν ἀμνόν καί ποιμένα καί λυτρωτήν , ἡ Ἀμνάς θεωροῦσα ἐν τῷ Σταυρῷ , ὠλόλυζε δακρύουσα , και πικρῶς ἀνεκραύγαζεν · ὁ μέν κόσμος ἀγάλλεται , δεχόμενος τήν λύτρωσιν , τά δέ σπλάγχνα μου φλέγονται , ὁρώσης Σοου τήν σταύρωσιν , ἥν περ ὑπομένεις διά σπλάγχνα ἐλέους , Θεέ Ὑπεράγαθε , ἀνεξίκακε Κύριε · ᾟ πιστῶς ἐκβοήσωμεν · σπλαγχνίσθητι ΠΑΡΘΕΝΕ ἐφ ᾿ ἡμᾶς , καί πταισμάτων δώρησαι τήν ἄφεσιν , τοῖς εὐσεβῶς προσκυνοῦσιν , αὐτοῦ τά παθήματα .
΄Ὤ !!! τοῦ παραδόξου θαύματος
Σέ καθηλούμενον βλέπουσα, ἐν τῷ Σταυρῷ Ἰησοῦ , καί τά Πάθη δεχόμενον , ἑκουσίως Δέσποτα , ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ καί Μήτηρ σου , Τέκνον ἐβόα , Τέκνον γλυκύτατον , πληγάς ἀδίκως πῶς φέρεις ὁ ἰατρός ; ὁ ἰασάμενος βροτῶν τήν ἀσθένειαν , καί τῆς φθορᾶς , ἅπαντας ῥυσάμενος, τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου .
Ὤ
!!! τοῦ παραδόξου θαύματος !!! ὤ !!! μυστηρίου καινοῦ !!! ὤ !!! φρικτῆς ἐγχειρήσεως !!! ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ ἔλεγεν , ἐν Σταυρῷ σε ὡς ἔβλεψεν , ἐν μέσῳ δύο ληστῶν κρεμάμενον , ὅν ἀνωδίνως , φρικτῶς ἐκύησεν · ἔκλαιε κράζουσα, οἴμοι Τέκνον Φίλτατον , πῶς σε δεινός , δῆμος καί ἀχάριστος , σταυρῷ προσήλωσεν ;
Κύριε , εἰ καί κριτηρίῳ
Ἄναρχε Λόγε τοῦ Πατρός ὦ Υἱέ Μου , καί τῷ Πνεύματι σύνθρονε , πῶς τάς σάς ἀχράντους παλάμας , ἐπί τοῦ ξύλου ἐξέτεινας ; τίς ἡ τοσαυτη σου νῦν , πτωχεία ὑπεράγαθε ; παρισταμένη τῇ Σῆ Σταυρώσει , ἀνεβόα ἡ ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ .
Οἱ Μάρτυρες σου
Ὁρῶσα σε σταυρούμενον , καί θανατούμενον ἡ ΘΕΟΤΟΚΟΣ, οἴμοι !!!! ἐκραύγαζε πῶς τάς ὀδύνας φέρεις , γλυκύτατε Υἱέ .βάλλει τήν καρδίαν Μου ἡ λόγχη σου , φλέγει δέ τά σπλάγχνα Μου τό πάθος σου , ὅμως ὑμνολογῶ σε , θέλων γάρ ταῦτα πάσχεις ὡς φιλάνθρωπος .
Οὐ φέρω Τέκνον βλέπειν σε , τόν τήν ἐγρήγορσιν πᾶσι διδόντα , ξύλῳ ὑπνώσαντα , ὅπως τοῖς πάλαι , ἐκ παραβάσεως καρποῦ ὕπνῳ ὀλεθρίῳ ἀφυπνώσασι , θείαν καί σωτήριο ἐγρήγορσιν παράσχῃς · ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ ἔλεγεν θρηνωδοῦσα ,Ἥν μεγαλύνομεν .
Ἡ ΠΑΝΑΓΝΟΣ ὡς εἶδεν σεΣταυρῷ κρεμάμενον ἐθελουσίως , κατανοοῦσαν σου τήν δυναστείαν , λύπῃ συνείχετο Χριστέ , καί ὁδυρομένη ἀνεβόα σου · Τέκνον , μή λίπῃς τήν Τεκοῦσαν σε · δός Μοι λόγον Υἱέ Μου , μή Με σιγῶν παρέλθης , Λόγε Θεοῦ τήν Δούλην σου .
Ἀνέστης ἐκ νεκρῶν
Ἡ Ἄσπιλος Ἀμνάς , τόν Ἀμνόν καό Ποιμένα , κρεμάμενον Σταυρῶ κατιδοῦσα ἐβόα · Τέκνον Μου τί τό ξένον καί παρ ᾿ ἐλπίδα τοῦτονῦν θέαμα ; πῶς ἡ ζωή θανάτῳ , βροτοῖς ὁμοίως καταδεδίκασται ; ἀλλά ἀνάστηθι ἐκ τῶν νεκρῶν , ἵνα χαίρουσα δοξάζω Σε .
....................................Κανόνων
............................................
ἦχος α ΄
Ἀνέτειλας ΘΕΟΜΗΤΟΡ , ὡς ὄρθρος τόν Ἥλιον , τόν ἄδυτον , ἠνωμένον σαρκί καθ ὑπόστασιν , ἐν ἀγκάλαις φέρουσα , τῆς ἀληθοῦς δικαιοσύνης · διό Σε πάντες δοξάζομεν .
ἌΧΡΑΝΤΕ Σύ , Ναός ἐχρημάτισας , καί Παναγία Κιβωτός , δεξαμένη τόν Ποιητήν , τόν ἀπερινόητον , καί τόν ἀπερίληπτον , ἐν τῇ γαστρί Σου , χωρήσασα , τόν αἰνετόν τῶν Πατέρων , Θεόν καί ὑπερένδοξον .
Ἐκ γαστρός Σου ἀνέτειλε , Θεός Λόγος ΠΑΝΑΜΩΜΕ , σάρκα δι ᾿ ἡμᾶς , ἀποῤῥήτως φορέσας ὡς εὐσπλάγχνος .
Ἐπιφανέντα τόν Χριστόν , ἐκ ΠΑΡΘΕΝΟΥ δι ᾿ ἡμᾶς , ἐκ τῆς Αἰγύπτου προφανῶς , ὁ Πατήρ ἐκέλεσεν , Ὡσηέ ὡς προεῖπεν , πάλαι ὁ θεοπτικώτατος .
Θανάτῳ κρατούμενος τό πρίν , Ἀδάμ νῦν ἠλευθέρωται , τῇ Σῆ γεννήσει Μόνη ΘΕΟΝΥΜΦΕ · ζωήν γάρ ὄντως τήν ἐνυπόστατον , ἑνωθεῖσαν ΑΓΝΗ , καθ ᾿ ὑπόστασιν , ὑπέρ φύσιν καί Λόγον ἐκύησας .
Ἵλεως γενέσθαι τοῖς πιστοῖς , καί εὐμενῆ ΘΕΟΜΗΤΟΡ , δυσώπησον Λόγον ὅν ἐγέννησας , σωματικῶς ἡμῖν ἐπιδημήσαντα · Σέ γάρ προστασίαν καί σωτηρίαν κεκτήμεθα .
Κυρίως Σε Θεοῦ Μητέρα ΠΑΝΑΜΩΜΕ , φρονοῦντες καταγγέλομεν · τόν γάρ ἄναρχον
μονογενῆ , τόν πρό τῶν αἰώνων ἀναλάμψαντα , ἐκ τοῦ Πατρός ἀνερμηνεύτως , ΠΑΡΘΕΝΕ τέτοκας .
Μακαρίζω Σε τήν ἀληθῆ , Θεοῦ ἡμῶν Μητέρα , τό χαῖρε σύν τῷ Ἀγγελῳ , προσκομίζων Σοι ΑΓΝΗ , ΠΑΝΑΜΩΜΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , Σέ γάρ ὄντως πάντα τά ἔργα , ΠΑΡΘΕΝΕ εὐλογοῦσι , καί ὑπερυψοῦσιν , εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Ὁ ἐξ ἀνάρχου Πατρός , ἀναλάμψας ἐκ Σοῦ σεσωμάτωται , ΘΕΟΜΗΤΟΡ ΚΟΡΗ , δι ᾿ ἄφατον ἔλεον , διό Σε ὑμνοῦμεν καί ὑπερυψοῦμεν ΑΓΝΗ , εἰς τούς αἰῶνας .
Ὁ συναΐδιος , τοῦ Θεοῦ , Θεός Λόγος ἐκ τῆς Ἁγίας Σου σαρκός , σωματωθείς ἐπέφανεν ΑΓΝΗ τοῖς βοῶσιν · Εὐλογημένη ΚΟΡΗ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Ὁ τῶν ὅλων Κύριος , καί πάντων βασιλεύς , ὁ τῷ Πατρί συνάναρχος , ὑπό χρόνον γέγονεν ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ , καί σάρξ ἐχρημάτισεν .
ΠΑΡΘΕΝΕ χαῖρε ΣΕΜΝΗ , ἡ συλλαβοῦσα τόν Λόγον , σωματωθέντα , τόν τῷ ἰδίῳ ἡμᾶς λυτρωσάμενον ἐκ πλάνης , Αἵματι Ἁγίῳ , καί Σώματι .
Παστάς φωτοφόροςτοῦ Χριστοῦ , καί θρόνος ὑψηλότατος , ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ὤφθης ΠΑΝΑΜΩΜΕ · ἐν Σοί γάρ ἀνπαυσάμενος , τούς ἡμῶν ἀφείλετο κόπους καί τήν μέλλουσαν τοῖς ἀξίοις ηὐτρέπισεν ἄνεσιν .
Ῥομφαία τάς πύλας τῆς Ἐδέμ , ἡ φυλάττουσα παραχωρεῖ νῦν τοῖς πιστοῖς , καί ὑποδέχεται φαιδρῶς , Τιμίῳ ἐν Αἵματι , τοῦ ἐκ τῆς Σῆς γαστρός τεχθέντος ΠΑΝΑΜΩΜΕ , σημειωθέντας ὁρῶσα καί χάριτι .
Ῥῦσαι ἡμᾶς πειρασμῶν καί θλίψεων καί συμφορῶν παντοδαπῶν , καί βαρβάρων ἐπιδρομῆς ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , ὅπως Σέ δοξάζομεν και τόν ἐκ Σοῦ τεχθέντα ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΕ , καί προσκυνοῦμεν Σε λέγοντες, χαῖρε ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Σέ καί τεῖχος καί καταφυγήν , καί κλίμακα πρός ὕψος , μετάγουσαν τό ἀνθρώπινον , ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ ΑΓΝΗ , εἰδότες κραυγάζομεν , χαῖρε ΑΧΡΑΝΤΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , Μήτηρ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου .
Συνέλαβες ὑπέρ λόγον , τόν Λόγον , καί ἔτεκες ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ ὅν Πατήρ , ἐκ γαστρός ἀπεγέννησε , πρό αἰώνων ἌΧΡΑΝΤΕ , · ὅθεν ὡς τούτου Σε Μητέρα , χρεωστικῶς μακαρίζομεν .
Σῶσαι βουληθείς τόν ἄνθρωπον , ὁ Σωτήρ καί Δεσπότης , ἐξ ἈΧΡΑΝΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΟΥ , σάρκα τήν ἡμῶν ἐνεδύσατο .
Τό περιφανές Ὄρος Θεοῦ , τήν Κιβωτόν τήν Ἁγίαν καί Τράπεζαν , Στάμνον τε τήν πάγχρυσον , τό καθαρόν τοῦ Κυρίου Παλάτιον , τήν Εὐλογημένην
ἐν γυναιξί μακαρίσωμεν .
Τύπον τῆς Ἁγνῆς λοχείας Σου , πυρπολουμένη βάτος ἔδειξεν ἄφλεκτος , καί νῦν καθ ᾿ ἡμῶν , τῶν πειρασμῶν ἀγριαίνουσαν , κατασβέσαι αἰτοῦμεν τήν κάμινον , ἵνα Σε ΘΕΟΤΟΚΕ , ἀκαταπαύστως μεγαλύνομεν .
Ὑμνοῦμεν Σε δι ᾿ ἧς ἐδικαιώθημεν , οἱ πρότερον κατάκριτοι , καί συνήφθημεν ἀΰλοις λειτουργοῖς , καί τοῦ παραδείσου ἠξιώθημεν , ἐν γυναιξί , Εὐλογημένη ΘΕΟΧΑΡΘΤΩΤΕ .
Ὑπερβέβηκας ἈΕΙΠΑΡΘΕΝΕ , τῶν Ἀγγέλων τάς τάξεις , τόν Κτίστη τούτων κυοφορήσασα .
Φέρεις τόν τά φέροντα πάντα καί γαλουχεῖς τόν πᾶσι τροφήν διδόντα , μέγα καί φρικτόν , τό ὑπέρ νοῦ Σου μυστήριον , κιβωτέ τοῦ σεπτοῦ ἁγιάσματος , ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ · ὅθεν πιστῶς Σε μακαρίζομεν .
Ὡράθης Ἀγγέλων ὑπερέχουσα ΔΕΣΠΟΙΝΑ · τόν γάρ ἐκείνοις φοβερόν , ἀνερμηνεύτως ἐν γαστρί , χωρῆσι ἠξίωσαι , καί ἐν χειρί βαστάσαι καθάπερ νήπιον , τῶν ἡμερῶν τε καί χρόων ἐπέκεινα .
Ὤ
!!! τῶν ὑπέρ νοῦν θαυμάτων Σου , !!! τόν τοῦ Θεοῦ γάρ Λόγον , σάρκα γενόμενον , Μόνη τέτοκας ὑπερφυῶς ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ , τόν τά σύμπαντα θείῳ βουλήματι , σοφῶς διακρατοῦντα , καί κυβερνῶτα καί συνέχοντα .
ἦχος β ΄
Ἀνάρχου Γεννήτορος , Υἱός Θεός καί Κύριος , σαρκωθείς ἐκ ΠΑΡΘΕΝΟΥ , ἡμῖν ἐπέφανεν , τά ἐσκοτισμένα φωτίσαι , συναγαγεῖν τά ἐσκοτισμένα · διό τήν
ΠΑΝΥΜΝΗΤΟΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ μεγαλύνομεν .
Ἀνατείλας ἥλιος ἐκ Σοῦ , Μῆτερ ἈΕΙΠΑΡΘΕΝΕ , ὁ ἐκ Πατρός πρό αἰώνων νοούμενος , καί τῶ ὁρομένῳ δέ πραδόξως περιγραφόμενος σώματι , τῷ τῆς εὐσεβείας φέγγει , τούς ἀνθρώπους κατεφώτισεν .
Ἀπειράνδρως ΠΑΡΘΕΝΕ ἐκύησας , καί διαιωνίζεις ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΟΣ ἐμφαίνουσα , τῆς ἀληθοῦς Θεότητος , τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Σου τά σύμβολα .
Διά Σου ΠΑΝΑΓΙΑ ΘΕΟΝΥΜΦΕ , οἱ νενεκρωμένοι , ζωῆς ἠξιώθημεν , καί τῇ φθορᾷ δουλεύοντες , ἀφθαρσίας σαφῶς ἐπλουτίσθημεν .
Ἐτέχθη ἐκ Σοῦ , ὅν ἐγέννησε Πατήρ πρό τῶν αἰώνων , διτταῖς οὐσίαις και θελήσεσιν , οἷα Θεός τε καί ἄνθρωπος ΚΟΡΗ γνωριζόμενος πᾶσι , τοῖς ἐν πίστει κραυγάζουσιν · χαῖρε ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΑΓΝΗ Μητέρα.
Ἐφάνης καθαρότητι , ὡσεί κρίνον ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τῶν ἀκανθῶν ἐκλάμψασα , λαμπηδόσι τῆς Παρθενίας Σου , ἐν μέσῳ ΘΕΟΤΟΚΕ Πανσεβάσμιε .
Ἰάσω συντριβήν ΠΑΝΑΜΩΜΕ , και τήν πάλαι ταλαιπωρίαν , τῶν γηγενῶν τέξασα , τόν βαστάζοντα τάς νόσους ἡμῶν , δι ᾿ εὐσπλαγχνίαν ἄφατον ΘΕΟΝΥΜΦΕ .
Ἰδού ἐν γαστρί , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΑΓΝΕ Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν , ὑπέρ λόγον ἔσχηκας , ὥσπερ Ἡσαΐας προηγόρευσεν · ὑπέρ φύσιν δέ τοῦτον , ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ τέτοκας .
Ἰδού ἡ κλίνη Σολομών , ἥν κυκλοῦσι δυνατοί , ὡς αἱ προῤῥήσεις τῆς Γραφῆς τῆς Ἁγίας , ἐν ᾗ Χριστός ὁ Θεός , σαρκώσει θείᾳ ἀνεπαύσατο , Ἡ Εὐλογημένη καί Κεχαριτωμένη .
Ἰθύνασα ΠΑΝΑΓΝΕ τόν ἐμόν βίον , πρός τόν Σόν πανεύδιον λιμένα , καθοδήγησον , Θεόν ὡς κυήσασα , τῶν ἀγαθῶν τήν πηγήν , τοῖς πᾶσι παρέχοντα πιστοῖς , τῆς ἀφθαρσίας τήν ἀγαθότητα .
ΛελυτρωμένοΙ ΠΑΝΑΓΝΕ , τῶν ζοφερῶν τοῦ ἅδου κενεώνων , τῷ θείῳ Σου τόκῳ , Σέ μακαρίζομεν .
Μίαν ἡμῖν , ἐν δυσί ταῖς οὐσίαις καθορωμένην , ὑπόστασιν Μόνη Εὐλογημένη , τίκτεις ἀφράστως τόν Θεοῦ Θεόν Λόγον , σαρκωθέντα δι ᾿ οἶκτον ἄφατον · τοῦτον οὖν δυσώπει , φρουρῆσαι τούς δούλους Σου .
Μύρον νοητόν , ἐκκενωθέν ΠΑΡΘΕΝΕ , ὠνομασμένον Υἱόν τέτοκας , ἀτμοῖς τῆς θεότητος , τούς βροτούς εὐωδιάζοντα, καί φθορᾶς ῥυόμενον κράζοντας , χαῖρε ΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Ναός ἐχρημάτισα;ς Θεοῦ τοῦ ζῶντος , ἐν ᾧ τήν κατοίκησιν ἀῤῥήτως ἐποίησατο , ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , ὁ οὐρανόν κατοικῶν · καί δι ᾿ ἀγαθότητα πολλήν , βροτός γενέσθαι καταδεξάμενος .
Ναόν Σε καί Παστάδα ἔμψυχον , ΘΕΟΜΗΤΟΡ Εὐλογημένη , καί νοητήν Τράπεζαν , καί Λυχνίαν κατανοοῦμεν , ἐξ ἧς τοῖς ἐν σκότει , ἐξανέτειλε , τῆς Πατρικῆς οὐσίας τό ἀπαύγασμα .
Νεκροῖς τόν πηγάσαντα ἀθανασίαν ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΑΜΩΜΕ , θεοπρεπῶς ἐκύησας , αὐτόν οὖν ἱκέτευε , τοῦ θανατῶσαι ἡμῶν , πάθη τά τοῦ σώματος , ΑΓΝΗ , καί αἰωνίου καταξίωσον ζωῆς .
Νεκρώσεως τόν καρπόν μοι , ἡ Εὔα προσήγαγε , ζωήν δέ γεννήσασα , τήν ἐνυπόστατον ΠΑΝΑΓΝΕ , αὖθις με ἠνώρθωσας , διό κραυγάζω Σοι · δόξα τῇ κυήσει Σου ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Νεφέλη ΠΑΡΘΕΝΟΣ σε , δικαιοσύνης τόν ἥλιον ἔτεκε , ΠΑΡΘΕΝΟΣ διαμείνασα , τῷ πάθει τοῦ σώματος προσομιλήσαντα ἄνθρωπον γενόμενον Χριστέ , δι ᾿ εὐσπλαγχνίαν καί συγκατάβασιν .
Νοεράν Σε Λυχνίαν προέβλεπε , πάλαι ὁ Προφήτης τό θεῖον λαμπάδιον , Χριστόν ΑΓΝΗ βαστάζουσαν , δι ᾿ οὗ πάντες ἡμεῖς ἐφωτίσθημεν .
Νοήσαντες πόῤῥωθεν , προβλεπτικοῖς τοῖς ὄμμασιν , οἱ προφῆται Σε πάλαι προκατήγγειλαν , ὡς γενησομένην Μητέρα , τοῦ Παντουργοῦ καί πάντων Δεσπότου · διό Σε ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , ΘΕΟΤΟΚΕ μεγαλύνομεν .
Νόμοι ἐν Σοί ΠΑΡΘΕΝΕ καινοτομοῦνται , τίκτεις γάρ ἀσπόρως , Θεόν Σωτῆρα , καί διαμένεις παρθενεύουσα πάλιν · ξένον θαῦμα !!! ὅθεν Μητέραν Σε τοῦ Ἐμμανουήλ , εὐσεβῶς καταγγέλομεν .
Νοῦς ὁ ἀπαθής , ἐν Μήτρᾳ Σου ἑνοῦται , τῶ ἀνθρωπίνῳ νοΐ ΠΑΝΑΓΝΕ , σαρκός τε παχύτητι · ὑπό χρόνον δέ ἐγένου , αἰώνων ὁ ὑπέρτερος · ὅθεν Σε ΘΕΟΤΟΚΟΝ , πίστει καί πόθῳ δοξάζομεν
Νυμφών ἐχρημάτισας , τῆς ὑπέρ νοῦν
σαρκώσεως , τῆς τοῦ Λόγου ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑ , περιβεβλημένη ἐν δόξῃ τῶν ἀρετῶν καί πεποικιλμένη · διό Σε ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ΑΓΝΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ καταγγέλομεν .
Ὁ πάντα τῇ βουλήσει μόνῃ μορφώσας , τόν ἄνθρωπον ἠξίωσε μορφωθῆναι , πλαττόμενος ἐν Μήτρᾳ Σου ΘΕΟΜΗΤΟΡ , διό Σου κράζομεν · χαῖρε ΠΑΡΘΕΝΕ ΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Ὁ τά πάντα ποιήσας , γεννηθείς ἐκ ΠΑΡΘΕΝΟΥ , διασώσατο κόσμον , εὐσεβῶς ἀνυμνοῦντα , χαῖρε ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ τοῦ κόσμου , τούς Σέ ΘΕΟΤΟΚΟΝ κηρύττοντας , ἐξ ἀμέτρων πταισμάτων , πρέσβευε ῥυσθῆναι , καί βιωτικῶν περιστάσεων .
ΠΑΡΘΕΝΟΝ μετά τόκον Σε ἀμίαντον ἄφθορον , Θεός συνετήρησεν , ὁ εὐδοκήσας ἐν Μήτρᾳ Σου , ὅλον με τόν ἄνθρωπον , ἀναλαβέσθαι διά ἄκραν ἀγαθότητα .
Ῥαθυμίας ὕπνῳ τήν ψυχήν , πάντοτε βαρούμενος , ἐπί τήν Σήν ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ ἌΧΡΑΝΤΕ , προστρέχω ἀντίληψιν , πρός ἐγρήγορσιν μετανοίας διέγειρον , τῆς αἰωνιζούσης , τότε ῥυομένη κολάσεως .
Ῥεύσαντα ἡμᾶς
πικρᾷ τοῦ ξύλου βρώσει , καί συμπτωθέντας ὁλισθήμασι , ΠΑΝΑΓΝΕ ἀνέπλασας , τόν Πλαστουργόν ἀποκυήσασα , καί Λόγον ἐνυπόστατον , ἌΧΡΑΝΤΕ · διό Σε ὑμνοῦμεν ΑΓΝΗ εἰς τούς αἰῶνας .
Ῥητορικαί γλῶσσαι Σοῦ λέγειν οὐ σθένουσι , τήν ὑπέρ λόγον σύλληψιν · Θεόν γάρ τέτοκας , ἐν σαρκί ΠΑΝΑΓΙΑ , ἡμῖν ὁμοιωθέντα δι ᾿ ἀγαθότητα .
Σαρκός ἐν ὁμοιώματι γεγονότα , Πατρός τόν ὁμοούσιον Θεόν Λόγον , ἐκύησας ΠΑΝΑΜΩΜΕ ὑπέρ φύσιν , ΠΑΡΘΕΝΟΣ μείνασα μετά τήν κύησιν , διά τοῦτο Σε πίστει μακαρίζομεν .
Σαῥκωθείς ἐκ Σοῦ θεοπρεπῶς Λόγος ὁ ἀσώματος , ὑπερβολῇ φιλανθρωπίας ΠΑΝΑΓΝΕ , πάθει προσωμίλησε , καί ἀπάθειαν τοῖς ἀνθρώπιις ἐπήγασεν , ὁ δεδοξασμένος Κύριος, ὁ Δοξάσας Σε τήν ΠΑΝΑΜΩΜΟΝ .
Σέ ἡ σκηνή , τοῦ μαρτυρίου προέγραψε , πολυειδῶς τυπούμενον , ἀποδεικνύουσα , τόν ἐκ Σοῦ σαρκωθέντα , ἀτρέπτως ΘΕΟΜΗΤΟΡ , ΠΑΝΑΓΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Σεσάρκωται βουλήματι , ἐξ ᾿ Αἱμάτων ΔΕΣΠΟΙΝΑ Σοῦ Παναχράντων Κύριος διασώζων τήν ἀνθρωπότητα , καί Μαρτ΄θρων τούς δήμους ἐπεσπάσατο .
Σταυρόν καί ταφήν , ὁ ἐκ Σοῦ θελήματι τεχθείς δι ᾿ ἡμᾶς , ὑπομείνας ΔΕΣΠΟΙΝΑ Μάρτυρα στεῤῥότατον Ἀρτέμιον , τῶν αὐτοῦ παθημάτων , ὡς κραταιός εἰργάσατο .
Συνέλαβες ΑΓΝΗ , Θεόν καί ἔτεκες , Λόγον ἀφράστως ΑΓΝΗ σεσαρκωμένον , ἐν προφήταις τόν λαλήσαντα , καί τελέσαντα τούτων τά κηρύγματα .
Τῶν κτισμάτων πέφηνας
ΑΓΝΗ , πάντων ἀοράτων τε καί ὁρατῶν ὑπερτέρα ΠΑΝΑΜΩΜΕ · τόν γάρ Κτίστην τέτοκας , ὡς ηὐδόκησε σαρκωθῆναι ἐν Μήτρᾳ Σου , ᾧ σύν παρρησίᾳ πρέσβευε , σωθῆναι τάς ψυχάς ἠμῶν .
Ὑπάρχων ὁ Θεός τό πρίν ἀόρατος , ὡράθη ΠΑΡΘΕΝΕ δι ᾿ εὐσπλαγχνίαν , ἐκ γαστρός Σου σωματούμενος , διά τοῦτο Σε πίστει μακαρίζομεν .
Ὑπέρ φύσιν ΠΑΡΘΕΝΕ ἐκύησας , καί διαιωνίζεις ΠΑΡΘΕΝΟΣ , ἐμφαίνουσα , τῆς ἀληθοῦς θεότητος, τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ Σου τά σύμβολα .
Ὑπόστασιν σύνθετον , ἐν δυσί ταῖς οὐσίαις τόν Χριστόν , ΠΑΝΑΜΩΜΕ τέτοκας , διαμείνασα ΠΑΡΘΕΝΟΣ καθαρά, διό Σε ὑμνοῦμεν καί δοξολογοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Φέρεις Χριστόν ἐν ἀγκάλαις , ἀῤῥήτῳ κυοφορίᾳ , τούς κακίᾳ ἐναγκαλιζόμενον καθυπαχθέντας , καί τῷ πλάνῳ ἀθλίως δουλωθέντας , ΚΟΡΗ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ · ὅθεν ὡς Θεοῦ Σε Μητέρα δοξάζομεν .
Φωτί με καταύγασον , τοῦ σοῦ προσώπου , Κύριε , ῥαθυμίαςτῷ σκότει συγκαλυπτόμενον , ἔχων δυσωποῦσαν σε Λόγε , τήν Ἀληθῆν ΑΓΝΗΝ σου Μητέρα , Ἀγγέλων λαμπρότητας , καί τόν ἔνδοξον Ἀρτέμιον .
Φώτισον ἡ φῶς τεκοῦσα τό ἄδυτον , τάς καρδίας τῶν δοξολογούντων Σε πιστῶς , ἌΧΡΑΝΤΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , καί τόν ἐκ Σοῦ ἀποῤῥήτως τεχθέντα .
Φωτός οἰκητήριον ἡ Μήτρα Σου γεγένηται , τοῦ φωτίσαντος κόσμον αὐγαῖς θεότητος , καί τῆς ἀγνωσίας τό σκότος , ἀπό γῆς ΠΑΝΑΜΩΜΕ ΚΟΡΗ , τελείως διώξαντος , · διά τοῦτο Σε δοξάζομεν .
Φωιστικήν Σε Λυχνίαν , ὁ Προφήτης προβλέπει , Λαμπάδιον τό θεῖον ἀληθῶς , ἐν ἑαυτῇ ἐπιφέρουσαν , ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ , τόν μόνον ὑπερούσιον Θεόν , διά σπλάγχνα ἐλέους , ἐκ Σοῦ ἐνανθρωπήσαντα .
Χειμαζόμενον σάλῳ τῶν θλίψεων , καί κλυδωνιζόμενον ἐπαναστάσεσι , τρικυμιῶν διάσωσον , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ τούς δούλους Σου .
Ὥρθωσας ἡμᾶς , τούς πεπτωκότας , Μήτηρ Θεοῦ , εὔσπλαγχνον Δεσπότην , καί Σωτῆραν γεννήσασα .
Ὡς εὔφορον , ἐγεώργησας χάριτος ἄσταχυν , τόν τρέφοντα ἅπαντας , τούς ὀρθοδόξως τιμῶντας Σε , ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , τόν ἐκ τῆς Σῆς σαρκωθέντα Μήτρας Κύριον .
Ὤφθης οὐρανῶν ΠΑΡΘΕΝΕ Πλατυτέρα , Θεόν ἐν Μήτρᾳ Σου χωρήσασα , τόν πᾶσι ἀχώρητον · ὅν ἱκέτευε λυτρώσασθαι , στενοχωρίας ἌΧΡΑΝΤΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ψυχοφθόρου , τούς εὐσεβῶς ἀνυμνοῦντας
ἦχος δ΄
Ἁγιωτέρα Χερουβίμ ἀνεδείχθης , τεκοῦσα ὑπεράγιον Θεόν Λόγον , ΥΠΕΡΑΓΙ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τόν ἡμᾶς ἁγιάζοντα .
ἉΓΝΗΝ Σε περιστεράν καί μόνην Ἀμίαντον , ὁ καθαρός εὗρεν Λόγος , καί ἐκ Σοῦ τεχθῆναι ευδόκησεν · ΠΑΝΑΓΙΑ ΘΕΟΜΗΤΟΡ ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Ἀληθῶς Θεοῦ Υἱόν ἐκύησας ΑΓΝΗ , ὁμοούσιον τῷ Πατρί καί τῷ Πνεύματι ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑ · ὅν ἀπαύστως αἴτησαι κατοικτειρῆσαι τάς ψυχάς ἡμῶν .
Ἀμήτωρ , καθ ᾿ ὅ Θεός τό πρότερον , ὑπάρχων γέγονε , τό καθ ᾿ ἡμᾶς ἀπάτωρ ἐκ Σοῦ ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , σάρκα λαβών καθ ᾿ ἕνωσιν , τήν ὑπέρ λόγον καί διάνοιαν .
ἈΠΕΙΡΌΓΑΜΕ , ἡ Θεόν σαρκωθέντα κυήσασα , τῶν παθῶν ταῖς προσβολαῖς , κλονούμενον με στερέωσον , οὐ γάρ ἔστιν ἌΧΡΑΝΤΕ , πλήν Σου βοήθεια .
Ἄσομαι σοι Κύριε , ὁ Θεός μου , ὅτι ἀσπόρως ἐκ γαστρός ΠΑΡΘΕΝΟΥ ἐτέχθης · δι ᾿ ἧς καί σώζεις ἅπαντας ὡς μόνος πολυέλεος .
Ἄσπιλον τῶν ἀκανθῶν ἐν μέσῳ εὑράμενος , ὡς καθαρώτατον κρῖνον , καί κοιλάδων ἄνθος , ὦ ΘΕΟΜΗΤΟΡ , ὁ Νυμφίος ἐν τῇ γαστρί Σου , Λόγον ἐσκήνωσεν .
Γαλήνη , τῶν ἐν τῷ βίῳ ἌΧΡΑΝΤΕ , χειμαζομένων βροτῶν , ἡ ἀσφαλής καί ἄγκυρα στερρά , καί λιμήν καί κυβέρνησις , αὐτή ὑπάρχεις πάντοτε , χειραγωγοῦσα καί διέπουσα .
Γῆν ἀνήροτον καί στάχυν , τῆς ζωῆς γεωργήσασα , καί Νεφέλην κούφην , ὄμβρον ζωοδότην πηγάσασαν , τήν ΠΑΝΑΓΙΑΝ ΠΑΡΘΕΝΟΝ , ὀνομάζομεν διό κραυγάζομεν , χαῖρε ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ .
Γνωστή Σου ἀληθῶς , ἡ χάρις ἀναδέδεικται , ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ παραδόξως , ἐνεργοῦσα δυνάμεις , καί τέρατα ἐν πάσῃ τῇ γῇ .
Δεδοξασμένη , πεφωτισμένη , ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ
, πάντας τούς τιμῶντας Σε τήν Παναληθῆ ΘΕΟΤΟΚΟΝ περιφρούρησον , Εὐλογημένη Σύ ἐν γυναιξίν , ὑπάρχεις ΠΑΝΑΜΩΜΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Δυσώπησον τόν ἐκ Σοῦ σαρκωθέντα Θεόν ἡμῶν , ὑπέρ τῶν οἰκετῶν Σου ΘΕΟΝΥΜΦΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , ὅτι Σέ καί μόνην προστασίαν , πιστοί ἐπιστάμεθα .
Ἐκ γαστρός Σου ἀναλάμψας τῆς θεότητος Ἥλιος , τούς ἐν σκότει ΚΟΡΗ , τῆς
πολυθεΐας ἐφώτισε , τούς ἐν σκιᾷ θανάτου κατελάμπρυνεν , ᾗ κραυγάζομεν , χαῖρε ΘΕΟΤΟΚΕ ΑΓΝΗ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Ἐκλεξάμςενος Νυμφίος ὁ ὡραῖος Σε , ΠΑΡΘΕΝΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τῶν γηγενῶν ἐκ φυλῆς λαμπρῶς παρεστήσατο , ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ , δεῦρο Νύμφη μου , ἀπό Λιβάνου λέγων Σοι , δεῦρο Νύμφη μου καί Μῆτερ .
Ἐν ἀφλέκτῳ βάτῳ καί δροσοβόλῳ καμίνῳ , Σύ προεγράφης ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ , ἀφράστως κυήσασα, Θεόν σεσαρκωμένον , ΑΓΝΗ Εὐλογημένη .
Ἐνωθέντα καθ ᾿ ὑπόστασιν , ἐν γαστρί σου , καί γεγονότα ἄνθρωπον , ἌΧΡΑΝΤΕ τόν Λόγον ὑπέρ λόγον τέτοκας , διπλοῦν ταῖς θελήσεσιν , καί ταῖς ἐνεργείαις δεικνύμενον .
Εὔα μέν , τό τῆς παρακοῆς νοσήματι τήν κατάραν εἰσῳκίσατο · Σύ δέ ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , τῷ τῆς κυοφορίας βλαστήματι , τῷ κόσμῳ τήν εὐλογίαν ἐξήνθησας , ὅθεν Σε πάντες μεγαλύνομεν .
Εὔα μέν παρακοῇ τόν θάνατον ἔτεκν , ἡ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ζωήν δέ , συλλαβοῦσα ἔτεκεν τήν ἀγήρῳ , καί τό πάλαι ὑπέρ πάντων ἀπέτισεν ὄφλημα .
Εὐλογημένος ὁ καρπός , τῆς Εὐλογημένης γαστρός Σου , ὅν εὐλογοῦσιν οὐρανῶν αἱ δυνάμεις , βροτῶν τε συστήματα , Ὁ ἡμᾶς λυτρωσάμενος , τῆς κατάρας τῆς ἀρχαίας Εὐλογημένη ΑΓΝΗ .
Εὑρών Σε καθαρωτέρα ΠΑΝΑΓΝΕ πάσης τῆς Κτίσεως , ὁ καθαρός ἐνῴκησεν ἐν Σοί , ἐοικίσαι βουλόμενος τήν τοῦ Ἀδάμ οἰκήσαντα παρανομίαν ὡς φιλάνθρωπος .
Ἡ Βάτος προετύπου τό μέγα μυστήριον , τῆς ὑπέρ νοῦ Σου λοχείας , τῷ πυρί διόλου σπαργανουμένη καί μηδόλως καιομένη ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ .
Ἡ τῶν οὐρανῶν πλατυτέρα , καί τῶν Χεσουβίμ Ἁγιωτέρα , πάσης τε τῆς κτίσεως ὁμοῦ Τιμιωτέρα , Θεόν ὅν ἔτεκες , ὑπέρ ἡμῶν ἱκέτευε , ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ τῶν τιμώντων Σε .
Θανάτου καί φθορᾶς , καθαιρέτης ὑπάρχεις , ἀφθαρσίας τήν πηγήν τεκοῦσα τόν Χριστόν , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , τόν καί τῆς ἀθανασίας , ὡραΐσαντα χάριτι , τῶν ἀνθρώπων τήν οὐσίαν ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Θανάτῳ θάνατος λέλυται , ζωή ἀπό τοῦ τάφου ἀνέτειλε , τῷ ξένῳ τόκῳ Σου ,
νόμων λυθέντων τῶν φύσεων , Μαρτύρων δέ τό αἷμα , μύρον γεγένηται .
Ἰδεῖν Σου , ΘΕΟΤΟΚΕ τήν δόξαν τήν ἄφραστον , πάλαι ὠδίνησαν θείως , οἱ Προφῆται πάντες , ἀλλ ᾿ ἐπ ᾿ ἐσχάτων ἡμῖν ὤφθη , τοῖς ποθοῦσι Σε ΚΟΡΗ ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Ἰδού ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ ἀνακράζει , τῷ πάντων Δεσπότῃ καί Υἱῷ · καλός εἶ ὁ Νυμφίος Μου ἰδού καλός ὡραῖος τε , καί εἰς ὀσμήν τοῦ μύρου σου , σπουδῇ δραμοῦμαι ὁπίσω σου .
Ἱερός πάλαι προφήτης , ὄρος θεῖον ἐκάλεσεν , ἀρεταῖς ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΑΓΝΕ διόλου κατάσκιον , ἐξ ᾿ οὗ σωτήριος Λόγος πεφανέρωται , εἰς ἀνάπλασιν και φωτισμόν τῶν ψυχῶν ἡμῶν
Ἱλασμόν τῶν πταισμάτων μοι δώρησαι , καί κακῶν ἀποχήν ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ , ταὶς Μητρικαῖς πρεσβείαις Σου ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ Εὐλογημένη , τῶν πιστῶν ἡ βεβαία ἀντίληψις .
Ίσχύν Σε εὑραμένη ΠΑΡΘΕΝΕ , καί στήριγμα , ἡ Χαριτίνη αἰκίσεις , καρτερῶς ὑποφέρει , καί χαίρουσα , Σοῦ τῷ τῶν ὅλων Δεσπότῃ προσάγεται .
Ἰώμενος τήν μορφήν , τήν σαθρωθεῖσαν τῶν βροτῶν ΠΑΝΑΓΝΕ , ταύτην ἐκ Σοῦ ἐνδύεται , μείνας ὅπερ ἧν ὁ φιλάνθρωπος .
Καθαρτήριον μου γενοῦ ἁμαρτημάτων , καί δός μοι χεῖρα βοηθείας κινδυνεύοντι , ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ , τῶν Χριστιανῶν βεβαία ἀντίληψις .
Καί γλῴσσῃ ΠΑΡΘΕΝΕ ,καί καρδίᾳ , ΘΕΟΤΟΚΟΝ ΑΓΝΗΝ Σε κηρύττομεν · Κύριον γάρ ἔτεκες , σάρκα περικείμενον , καί ἐν δτσί ταῖς φύσεσι κατανοούμενον · διό Σε πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων στρατιαί μεγαλύνουσιν .
ΚΟΡΗΣ βρέφος ἀποτίκτεται , ὁ δημιουργήσας τούς αἰῶνας βουλήματι · Ἥν ὑμνοῦμεν ὡς ΘΕΟΤΟΚΟΝ , καί ἀπαύστως μακαρίζομεν .
Κυρίως καί ἀληθῶς , Σέ ΘΕΟΤΟΚΟΝ οἱ πιστοί σέβομεν · Σύ γάρ Θεόν τέτοκας , σάρκα γεγονότα ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Λέγε μοι Νυμφίε μου , λέγε τρανῶς , ποῦ ποτέ ποιμαίνεις τά πρόβατα ; ἡ Νύμφη κράζει τῷ Νυμφίῳ καί Υἱῷ · ἡ ὀσμή γάρ τῶν μύρων σου , πάντας τούς φιλοῦντς σε εἵλκυσεν .
Λελυτρωμένοι τῷ Σῷ ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑ τόκῳ , τῆς αἰωνίου κατακρίσεως , τό χαῖρε Σοι κράζομεν ἀεί , Εὐλογημένη καί Κεχαριτωμένη .
Λίθος ἀχειρότμητος ὄρους , ἐξ ἀλαξεύτου Σου ΠΑΡΘΕΝΕ , ἀκρογωνιαῖος ἐτμήθη , Χριστός συνάψας τάς διεστῶσας φύσεις , διό ἐπαγαλλόμενοι , Σέ ΘΕΟΤΟΚΕ μεγαλύνομεν .
Λόγῳ τόν ἀΐδιον Πατρός Λόγον ὑπέρ αἰτίαν καί λόγον , ἀσπόρως συνέλαβες , ΑΓΝΗ καί ἀπεκύησας , ἡμῶν εἰς ἀπολύτρωσιν .
Μάρανον , καί προῤῥίζους ΠΑΝΑΓΝΕ ἔκτιλον , τάς ἀκανθώδους ἐννοίας τῆς ἐμῆς καρδίας · καί καρποφόρον , ταύτην δεῖξον , μεσιτείᾳ Σου ΚΟΡΗ ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Μετά τόν τόκον ἄφθορος , διέμεινας ΑΓΝΗ , καί φθορᾶς γένους τῶν βροτῶν , ὡς Θεόν γεννήσασα ἠλευθέρωσας · διά τοῦτο πίστει Σε ὀρθοδόξως μακαρίζομεν .
Μή ἐλλίπῃς ἱλεοῦσθαι , ΠΑΡΘΕΝΕ τῶν δούλων Σου , τόν Υἱόν Σου , τάς οὐλάς ἐξαλείφειν , πταισμάτων ἡμῶν , τῶν ὀρθά φρονούντων , ΘΕΟΤΟΚΕ Σε ΚΟΡΗ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ .
Μή κενώσας τούα πατρώους , ὁ ὑπέρχονος ἌΧΡΑΝΤΕ , ΘΕΟΤΟΚΕ
κόλπους , κόλποις Σου ἀχράντοις καθέζεται , θείαν καθέδραν τοῖς πᾶσιν ἀγθότητι , ἑτοιμάζων καί δόξαν , άεί διαμένουσαν .
Μώμων καθαρά καί μολυσμάτων καί πάσης ἁγιωσύνης οὖσα τέμενος , Λόγον τόν πανάγιον , πάντας ἁγιάζοντα , τόν τῷ Πατρί συνάναρχον ἐκυοφόρησας · διό Σε τήν ΠΑΡΘΕΝΟΝ ὑμνοῦμεν καί ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Νεκρωθέντας ἡμᾶς ἀνεζώωσας , τήν ζωήν τῶν ἁπάντων κυήσασα , ΘΕΟΚΥΗΤΟΡ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τῶν Μαρτύρων ἡ δόξα , καί τῶν ἀνθρώπων τό διάσωσμα καί περιτείχισμα .
Νέκρωσον , τῆς σαρκός μου ΠΑΡΘΕΝΕ τό φρόνημα , ἡ τήν ζωήν ἡ τετοκυῖα , τήν θανάτῳ θάνατον καθελοῦσα , καί τούς παῖδας παραδόξῳ ἐγέρσει δοξάσασαν .
Νέον βρέφος ἀπεκύησας τόν προόντα , γεγηρακότα κόσμον , νεουργοῦντα ΠΑΡΘΕΝΕ , θείαις ἐπιγνώσεσι , διό Σε δοξάζομεν .
Νεύρωσον ἡμῶν τήν τῆς ψυχῆς ἀσθένειαν ΘΕΟΜΗΤΟΡ , τῆ δυνάμει Σου · λῦσον τό κράτος ΠΑΝΑΓΙΑ , τῶν ἐπιτιθεμένων τοῖς δούλοις Σου , ἡ κόσμῳ δικαιοσύνης τόν ἥλιον , ἀνερμηνεύτως ἀνατείλασα .
Νικητήν ἀνάδειξον , ΠΑΝΑΜΩΜΕ τόν νοῦν μου , τῶν παθῶν καί τῷ
λογισμῷ , τάς ὁρμάς ὑπόταξον , τούτων ΘΕΟΝΥΜΦΕ , ἡ Θεόν γεννήσασα , τόν Σωτῆρα τῶν ψυχῶν ἡμῶν .
Νόμου δουλείας , τῇ Σῆ γεννήσει λελυτρούμεθα · Σύ γάρ ΘΕΟΤΟΚΕ , τόν ἐλευθερωτήν , Ἀπειράνδρως ἡμῖν τέτοκας , Εὐλογημένη Σύ ἐν γυναιξί , ὑπάρχεις ΠΑΝΑΜΩΜΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ
.
Νόμου προετύπου ἡ σκηνή Σε γενήσεσθαι μέλλουσαν ΑΓΝΗ Θεοῦ Ἅγιον σκήνωμα , ἐν ᾧ ὁ ἱλασμός ἡμῶν , ἁγιασμόν δωρούμενος , πᾶσιν ἡμῖν ἐπελεύσεται .
Νοσοῦσν μου τήν ψυχήν , ταῖς τῶν παθῶν ἐπαγωγαῖς ἴασαι , Μήτηρ Θεοῦ ΠΑΝΑΓΝΕ , καί πρός σωτηρίαν κατεύθυνον
.
Νοσοῦσαν ΠΑΡΘΕΝΕ τήν ἐμήν , ψυχήν θεράπευσον , καί τόν ἐνόντα μοι , παθῶν ἀπόπλυνον βόρβορον , καί τῷ βήματι παράστησον , τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ , ὅλον σῳζόμενον ἴνα μέλπω · Εὐλογημένη Σύ ἡ θεόν σαρκί κυήσασα .
Νοῦς βρότειος τήν Σήν , ὑπέρ ἔννοιαν σύλληψιν οὐ δύναται ἐνοῆσαι , ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ ΚΟΡΗ , Θεόν γάρ ἀπεκύησας .
Νοῦς οὐ ἀγγελικός , οὐκ ἀνθρώπινος δύναται , τό ἄφραστον ἑρμηνεῦσαι , καί παράδοξον θαῦμα, τοῦ τόκου Σου ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ .
Ὁ ἀναπλάσας κόσμον , ἐν Μήτρᾳ Σου ΘΕΟΝΥΜΦΕ , θείας λειτουργίας δείκνυσι τελεστήν , τόν Ἰάκωβον κραυγάζοντα , Ευλογημένη Σύ ἐν γυναιξί , ὑπάρχεις ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Ὁ ἐν τῷ θρόνῳ τῷ Πατρικῷ , ὀχούμενος Λόγος Θεοῦ , ξένως ἐπί Σοί ἐσκήνωσεν καί φρικτῶς , ΘΕΟΤΟΚΕ καί ἀνήγαγεν , ἡμῶν τό φύραμα , ἑαυτῷ συνυψώσας ὡς εὐσπλάγχνος .
Ὁ θελήματι τά πάντα δημιουργήσας , δημιουργεῖται θέλων ἐξ ᾿ Ἁγνῶν Σου Αἱμάτων , σώζων ἈΠΕΙΡΟΓΑΜΕ , τούς πίστει κραυγάζοντας , χαῖρε ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Ὁ κατά φύσιν ἐλεύθερος τήν ἰδίαν δούλου μορφήν ἐπτώχευσε , χρηστότητος πλούτῳ , Μῆτερ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ
, ἐκ Σοῦ καθ ᾿ ὑπόστασιν , ὅλον προσλαβών τό ἀνθρώπινον .
Ὅλβον Σε κοινόν , ὦ ΘΕΟΤΟΚΕ , καί δόξαν οἱ Σέ τιμῶντες πάντες ἔχοντες , πίστει Σοι προστρέχομεν , πόθῳ Σου δεόμενοι , τῆς ἀδοξίας λύτρωσαι , τῆς ἐν τῷ μέλλοντι , τρυφῆς τῆς αἰωνίου , καί δόξης ἐν σκηναῖς δικαίων , ἡμᾶς καταξιοῦσα .
Ὁ Λόγος , ὁ τοῦ Θεοῦ ἐν Μήτρᾳ Σου , λόγῳ συνείληπται , τῆς ἀλογίας ῥύσασθαι βροτούς , βουληθείς ἀγαθότητι , ἌΧΡΑΝΤΕ ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ , Εὐλογημένη ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ .
Ὁ Λόγος ὁ τοῦ Θεοῦ , ὁ Πατρί ὁμοούσιος , Σός γίνεται ΘΕΟΜΗΤΟΡ , ὑπέρ νοῦν τε καί λόγον , Υἱός Σοι ὁμοούσιος .
Ὁ Λόγος ἐν Μήτρᾳ Σου ΚΟΡΗ σκηνώσας εἵργασται , ταύτην μυροθήκην καινοῦ μύρου , ὅθεν ΠΑΡΘΕΝΕ , Ἁγίων θείων ψυχαί , ὁπίσω Σου ἔδραμον θερμῶς · εἶ Καλή βοῶσαι Σοι , εἶ Καλή ΚΟΡΗ ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Ὅν ἔτεκες ἐν σαρκί , τόν ἐκ Πατρός ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ λάμψαντα , τοῦτον ΑΓΝΗ Ἰάκωβος , ὡς Θεόν τῶν ὅλων ἐκήρυττεν
Ὁ περιβάλλων τόν οὐρανόν ἐν νεφέλαις ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , ἄλλον οὐρανόν Σε ἔδειξεν ἐπί γῆς , καί ἐκ Σοῦ περιεβάλετο ὅλον τόν ἄνθρωπον , καί θεοῖ με , δι ᾿ οἶκτον ἄμέτρητον.
Ὄρος ἐκφανθεῖσαν νοητόν , ΠΑΡΘΕΝΕ ἌΧΡΑΝΤΕ Προφήτης βλέπει Σε · ἐκ Σοῦ ὑπέρτιμος λίθος γάρ , ἐκτηθείς περιεσώσατο , τήν οἰκουμένην ἀληθῶς , ἐνθέως μέλπουσαν · εὐλογημένη εἶ Σύ , ἡ τόν Θεον σαρκί κυήσασα .
Οὐ πτοοῦμαι τοῦ δυσμενοῦς τά θήρατρα , Σέ ἔχων βοηθόν , οὐ φοβηθήσομαι κακά, Σοί προστρέχωνΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ , ἐν Σοί γάρ καυχῶμαι , καί ἐν Σοί ὑπερβήσομαι τεῖχος , ΠΑΝΑΓΝΕ
, ἁμαρτίας σωθείς τῇ Σῇ πρεσβείᾳ .
ΠΑΡΘΕΝΟΝ , Μόνην καί καθαράν Σε καί Ἀκήρατον , Λόγος καθαρός ἠγάπησεν , καί ἐκ Σοῦ ἀνεπλάσατο σαρκούμενος , ΚΟΡΗ τόν ἄθρωπον , ὁ Χαριτίνην δοξάσας τοῖς θαύμασι .
ΠΑΡΘΕΝΟΣ , μετά τόν τόκον ἔμεινας · αὐτόν γάρ
τέτοκας , τόν Ποιητήν τῶν ὅλων καί Θεόν , ἀσυνήθως ξένως ἡμῖν , ἐπιφανέντα σώματι , ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ .
Πατρός εὐδοκίᾳ τόν Υἱόν ἐν Μήτρᾳ εἴληφας ἐπισκιάσαντος τοῦ θείου Πνεύματος , ἌΧΡΑΝΤΕ , καί τεκοῦσα ΠΑΝΑΓΝΟΣ ὡς πρίν διαμεμένηκας · πρός ὅν ἀπαύστως πρέσβευε , λυτρωθῆναι πάντα τόν κόσμον φθορᾶς καί κολάσεως .
Πεποικιλμένη , κροσσωτοῖς ἐν χρυσοῖς ὡς Βασίλισσα , τοῦ Δεσπότου καί Θεοῦ , ἐκ δεξιῶν νῦν παρίσταται , ΔΕΣΠΟΙΝΑ πρεσβεύουσα ὑπέρ τῶν δούλων Σου .
Πηγή Σε τῶν ἰαμάτων ἔχοντες ἀπαρυόμεθα , ὡς τήν πηγήν τεκοῦσα τῆς ζωῆς , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , καί τῶν ψυχῶν τήν ἴασιν , καί τῶν σωμάτων τήν ἀνάκτησιν .
Ῥάβδος ἔφυς ΘΕΟΤΟΚΕ , ἐξ ᾿ ἧς τό ἄνθος , τό νοητόν ἐβλάστησε , θείς εὐωδίας , πληρῶσαν τά σύμπαντα , Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν , μύρον ὤν ἀκένωτον τίμιον ,
Ῥῆξόν μου τάς σειράς τῶν πταισμάτων ΘΕΟΝΥΜΦΕ , τῆς ἁμαρτίας τοῦ νόμου , τῆς ζωῆς τῷ νόμῳ ἐλευθερίαν , δωρουμένη ἡ δοτῆρα τοῦ νόμου κυήσασα .
Ῥῆξον μου τάς σειράς τῶν ἐγκλημάτων , ἡ Θεόν κυήσασα , τόν αἴροντα τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου , ΠΑΡΘΕΝΕ ΜΑΡΙΑΜ , ἐν Σοί γάρ τάς ἐλπίδας , τῆς σωτηρίας ἀνέθηκα .
Ῥομφαία τό πρότερον , ἡ τήν Ἐδέμ φυλάττουσα , νῶτα τοῖς πιστοῖς ΑΓΝΗ παρέχει , σημειουμένοις τιμίῳ Αἵματι , πάλαι κενωθέντι ἐκ πλευρᾶς , λόγχης ἐκκεντήματι , τοῦ ἐκ Σοῦ ἀνατείλαντος .
Σαρκί ἑνωθείς Σοι κατ ᾿ οὐσίαν , ὁ πᾶσι τό εἶναι παρεχόμενον , ὅλον με ἀνέπλασεν ὅλον ἀνεκαίνισεν , παλαιωθέντα ΠΑΝΑΓΝΕ , ταῖς παραβάσεσι · διό Σε τήν ΠΑΡΘΕΝΟΝ ὑμνοῦμεν , καί ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Σέ θεῖον ἀληθῶς , εὑρηκώς ἐνδιαίτημα , κατῴκησεν ὦ ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ , τήν ἡμῶν σωτηρίαν , ὁ Λόγος προμηθούμενος .
Σέ ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ καθαρώτατον σκήνωμα , εὑραμένη εκ τῶν Σῶν Ἁγνῶν Αἱμάτων σεσάρκωται , καί μετά τήν κύησιν , ἔδειξεν ἄφθορον .
Σοφίας δοχεῖον , ὑπέρ νοῦν τῆς κρείττονος , ἀνεδείχθης ΚΟΡΗ ΠΑΝΑΓΝΕ , ἔμψυχος Θρόνος τε καί Πύλη , διό Σε τῶν βροτῶν τά συστήματα , Ἀγγέλων τε δοξάζει στρατεύματα , μόνη τῶν πάντων ὑπερέχουσαν .
Στόματι καί γλῴσσῃ καί ψυχῇ ἀνακηρύττω Σε ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑΝ , καί ἱκετεύω Σε ἌΧΡΑΝΤΕ · τήν καρδίαν μου
καταύγασον , τῷ φωτισμῷ Σου καί δεινοῦ σκότους με λύτρωσαι , ἐκβοῶντα , χαῖρε ΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Στόματι καί γλώσσῃ Σε Μητέρα , παναληθῶς ΠΑΡΘΕΝΕ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ὁμολογοῦμεν · αὐτόν ΑΓΝΗ , ἐκτενῶς ἱκέτευε , τοῦ σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν .
Συνέλαβες ἐν γαστρί , τόν συνάναρχον Πατρί · ἔτεκες Ἀπείρανδρε , ὑπερφυῶς κατά σάρκα , μείνασα ΠΑΡΘΕΝΟΣ, ὄντως ΑΓΝΗ , διό Σε πάντες γεραίρομεν ....
Σύ τόν ἐκ ΠΑΡΘΕΝΟΥ τεχθέντα , Ἀπειρογάμως Θεοφάντωρ , ταῖς μυσταγωγίαις σου σαφῶς Θεόν , διδάσκεις σεσαρκωμένον Λόγον , εἰς ὅν περ καί πιστεύοντες , νῦν ἐπαξίως μεγαλύνομεν .
Σωματούμενον ἐκύησας Θεόν Λόγον ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ἌΧΡΑΝΤΕ , ὅν ἡ Χαριτίνη στέργουσα θερμότατα , πυρί ἀντετάξατο , καί πολυειδέσι στρεβλώσεσι .
Σῶσον με ΑΓΝΗ ἡ τόν Σωτῆρα ἀποκυήσασα Χριστόν , ἡμῖν ὁμοιωθέντα · ὅπως ἐν αἰνέσει Σε ἀεί μακαρίζωμεν Εὐλογημένη .
Τήν ἐξ ᾿ Ἀδάμ τοῦ γένους ἀμορφίαν , ἐπεισαχθεῖσαν βρώματι , κυοφορούμενος Ἰησοῦ , ἐν γαστρί τῆς ΘΕΟΤΟΚΟΥ , ὑπερφυῶς ἀνέπλασας , τό πρῶτον κάλλος δούς ἡμῖν .
Τήν μόνην ἐν γυναιξίν , Εὐλογημένην Σε ΑΓΝΗ στέργουσα , Σαῖς ἀγαθαῖς χάρισιν , Μάρτυς Χαριτίνη δεδόξασται .
Τήν Μόνην ἐν πάσαις ταῖς γενεαῖς , ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡΑ , καί ΘΕΟΤΟΚΟΝ ΑΓΝΗΝ ὑμνολογήσωμεν , Αὕτη γάρ σωτηρίας ἡμῖν πρόξενος , ὡς τόν τοῦ κόσμου λυτρωτήν, Λόγον γεννήσασαν διό βοῶμεν , χαῖρε ἈΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Τήν Μόνην τόν Θεόν , ἀπειράνδρως κυήσασαν , ὑμνήσωμεν ΘΕΟΤΟΚΟΝ , δι ᾿ αὐτῆς οἱ σωθέντες , καί πόθῳ μακαρίσωμεν .
Τήν Μόνην χωρήσασαν τόν προαιώνιον Κύριον
, ἐν Μήτρᾳ ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ΚΟΡΗ ὑμνήσωμεν , ὅτι γέγονας οὐρανῶν πλατυτέρα , Θεόν σωματώσασα δι ᾿ ἀγαθότητα .
Τήν πώρωσιν ΑΓΝΗ τῆς ψυχῆς μου διάλυσον , καί δίδου μοι εὐαισθήτως , τοῦ Υἱοῦ
Σου προσέχειν , τοῖς θείοις ἐπιτάγμασιν .
Τίς ἐξειπεῖν δυνήσεται , τοῦ τόκου Σου ΑΓΝΗ , τόν ὑπέρ λόγον παράδοξον τρόπον ; φύσει γάρ Θεόν σεσαρκωμένον , ὑπέρ λόγον ἐκύησας .
Τόν ἄναρχονΥιόν τοῦ Θεοῦ συλλαβοῦσα , ἐσωμάτωσας ΑΓΝΗ , βροτόν γενόμενον , διά ἔλεος ἄφατον · ὅθεν τοῦτον προσκυνοῦντες , εὐσεβῶς Σέ δοξαζομεν , τή αἰτίαν τῆς πάντων θεώσεως .
Τούς νόμους ΚΟΡΗ ἐκαίνισας τῆς φύσεως ΠΑΡΘΕΝΕ , κυήσασα Θεόν ἀθάνατον , σάρκα θνητήν ἐνδυσάμενον , ἵνα θνητούς σώσῃ δι ᾿ ἀγαθότητα .
Ὕμνους εὐτελεῖς , δεήσεις τε πρόσδεξαι τάς ἡμῶν ΔΕΣΠΟΙΝΑ , λῦσον συμφορῶν πικρῶν , ἡμῖν τό νέφος , κοινῶν ἰδίων τε , τῆς Ἐκκλησίας κοίμησον , ΑΓΝΗ τόν κλύδωνα , τῶν βαρβάρων , σκόρπισον τάς φάλαγγας , καί μελλούσης κολάσεως λύτρωσαι .
Ὑμνοῦσιν ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ ΑΓΝΗ , τά μεγαλεῖα Σου αἱ νοεραί στρατιαί , ἀνακηρύττουσιν ἅπαντες Πατριάρχαι , καί Προφῆται τρανῶς , σύν Ἀποστόλοις ἱερεῖς , καί τῶν Μαρτύρων χοροί , καί τῶν Ὁσίων ἅπανα τό σύστημα , μεθ ᾿ ὧν προσκυνοῦμεν Σε .
Ὑμνῶ Σου τόν τόκον ΠΑΡΘΕΝΕ , καί μεγαλύνω Σου τήν χάριν , Σύ γάρ φωτισμός τῆς ψυχῆς μου , ὑπάρχεις ὄντως καί παράκλησις , ἡ ταχινή βοήθεια καί σωτηρία καί ἀντίληψις .
Ὑπερουράνιοι χοροί καί οἱ ἐπουράνιοι δῆμοι , ὑμνολογοῦσιν τόν ἐκ Σοῦ , ΘΕΟΤΟΚΕ τεχθέντα , κράζοντες, δόξα Σοι Μῆτερ τοῦ Κυρίου .
Ὑποδύς ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ
τήν Σήν γαστέρα , ὁ πρό αἰώνων Λόγος , γεννηθείς ἀποῤῥήτως , ἐκ Πατρός , Ἰάκωβον , Ἀπόστολον δείκνυσι .
Φανεῖσαν ΠΑΝΑΜΩΜΕ , μύρου τοῦ θείου ἀλάβαστρον , καί σκεῦος ἐξαίρετον , τῆς εὐωδίας Χριστοῦ , ἱκετεύω Σε , παθῶν τῆς δυσωδίας , βορβόρου τε
λύτρωσαι , τῆς ἁμαρτίας με .
Φέρεις ἐν ἀγκάλαις τόν πάντα , θείᾳ κατέχοντα παλάμῃ · ὅν περ ἐκδυσώπει ΘΕΟΤΟΚΕ , ἐμέ τόν μόνον κατάκριτον , δι ᾿ εὐσπλαγχνίαν ἄφατον , ἐναγκαλίσασθαι καί σῶσον με .
Φορέσας με ἐκ τῶν Σῶν , θείων Αἱμάτων ὁ Χριστός , ἌΧΡΑΝΤΕ , καταστολήν χάριτος , πάλαι γυμνωθέντα ἐνέδυσεν .
Φωνήν Σοι τοῦ θείου Γαβριήλ προσάγομεν , γεγηθότες ΚΟΡΗ ΠΑΝΑΓΝΕ · χαῖρε ἡ ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ , Μαρτύρων Ἀποστόλων τό καύχημα , καί πάντων τῶν πιστῶν τό διάσωσμα , ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ Ἀπειρόγαμε .
Φῶς ἄχρονον ἡμῖν , τοῦ Πατρός τό ἀπαύγασμα , γεγέννηκας ὑπό χρόνον , ἀγαθότητος πλούτῳ γενόμενον ΠΑΝΑΜΩΜΕ .
Φῶς ἡμῖν ἀνέτειλε Μήτρας , ἐξ ᾿ Ἀπειράνδρου Σου ΠΑΡΘΕΝΕ , οὗ ταῖς φρυκτωρίαις ἐνθέως , καταυγασθεῖσα φῶς ἐχρημάτισεν , ἡ τῆς χαρᾶς ἐπώνυμος , ΘΕΟΚΥΗΤΟΡ ἈΠΕΙΡΟΓΑΜΕ .
Φωτεινότατον , παλάτιον εὑράμενος , Θεός , τήν Μήτραν Σου ταύτην κατῴκησεν , υἱούς ἐργαζόμενος , φωτός ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τούς κραυγάζοντας · χαῖρε ΠΑΡΕΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Φωτός οἰκητήριον ΑΓΝΗ ὑπάρχουσα , τῆς ψυχῆς μου τάς κόρας φώτισον , ἀμαυρωθείσας ἀμελείᾳ καί σκότος ῥαθυμίας βαθύτατον , ἀεί περικείμενος ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ὅπως ἐν πίστει μακαρίζω Σε .
Φωτός οἰκητήριον ὤφθης , τοῦ ἀνεσπέρου ΘΕΟΤΟΚΕ , δι ᾿ οὗ οἱ ἐν σκότει καί σκιᾷ , τῆς ἁμαρτίας , φῶς ἐθεάσαντο · διό μου φωταγώγησον , τά τῆς καρδίας αἰσθητήρια .
Φωτός ὤφθης δοχεῖον , τοῦ σκεδάσαντος τήν ἀχλύν , τῆς πάλαι ἀγνωσίας ἀληθῶς , ἁγιάσματος Σκηνή , χρυσῆ Λυχνία, οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ΑΓΝΗ .
Φωτός οἰκητήριον ΑΓΝΗ γεγένησαι , διά τοῦτο Σου δέομαι · φώτισον ΔΕΣΠΟΙΝΑ τάς κόρας τῆς τεταπεινωμένης καρδίας μου , παθῶν ταῖς χαλεπαῖς ἀμαυρότησιν , ὅπως ἐν πίστει μακαρίζω Σε .
Χαῖρε ἡ κυήσασα τόν Θεόν ἄνευ σπορᾶς ·χαῖρε Μόνη ΘΕΟΜΗΤΟΡ ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ · Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε .
Χαίροις Μήτηρ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ , ἡ τόν Θεόν Λόγον ἐν γαστρί Σου χωρήσασα , καί τεκοῦσα
σεσαρκωμένον , ὡς Θεόν ὁμοῦ καί ἄνθρωπον .
Χαρᾶς ἡμῖν πρόξενος , ὡς δεξαμένη τό πλήρωμα , τῆς ὅλης θεότητος , ὤφθης ΠΑΝΑΜΩΜΕ · ὅθεν πάντες Σοι , τό χαῖρε τοῦ Ἀγγέλου , συμφώνως κραυγάζομεν ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΕ .
Χερουβικῶν Ταγμάτων ὑπερέχουσα , καί Θεόν ἐν ἀγκάλαις ἐποχούμενον , μετά σαρκός βαστάσασα χαῖρε , ΘΕΟΤΟΚΕ ΑΝΥΜΦΕΥΤΕ .
Χορεύουσιν σύν ἀγγελικαῖς , ΑΓΝΗ δυνάμεσιν , ἐπί τῷ τόκῳ Σου οἱ ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ καί ΘΕΟΤΟΚΟΝ , πίστει Σέ καταγγέλοντες · Σύ γάρ τόν Δεσπότην καί λυτρωτήν ἡμῶν τέτοκας , διό βοῶμεν Σοι , χαῖρε ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Χωρίον χωρητικόν γεγένησαι , τῆς θείας φύσεως ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ἌΧΡΑΝΤΕ , διό Χαριτίνη ποθήσασα , παρθενικῶς ὁπίσω Σου , τῷ Σῷ Υἱῷ προσαπενήνεκται .
Ὦ!!!
θαῦμα
!!! τῶν ἁπάντων θαυμάτων καινότατον , ὅτι ΠΑΡΘΕΝΟΣ , ἐν Μήτρᾳ , τόν τά πάντα περιέποντα , Ἀπειράνδρως συλλβοῦσα , οὐκ ἐστενοχώρησεν .
Ὡς δρόσος Ἑωθινή , ἡ εὐφροσύνη Σου ΑΓΝΗ στάζουσα , τήν τῶν παθῶν κάμινον , τῶν Σέ ἀνυμνούντων σβεννύει ἀεί .
Ὡς καθαράν Σε , ὁ καθαρός Λόγος ἐσκήνωσε , καί κατῴκησεν , ΚΟΡΗ δια Σοῦ καθᾶραι τούς μολυσμούς , τῶν ἀνθρώπων προελόμενος , εὐλογημένος γάρ ὁ καρπός . τῆς κοιλίας Σου πέφυκεν .
Ὡς κιβωτόν Σε , καί σκηνήν , κλίνην τε τοῦ Λόγου ὑμνοῦμεν , κῆπον ἀθοῦντα
Χριστόν , τήν τερπνήν εὐωδίαν , ᾧ ψάλλομεν , ΕὐλογημένηΔΕΣΠΟΙΝΑ ἡ Θεόν σαρκί κυήσασα .
Ὡς ῥίζαν , πηγήν καί αἰτίαν , τῆς ἀφθαρσίας Σε ΠΑΡΘΕΝΕ , πάντες οἱ πιστοί πεπεισμένοι , ταῖς εὐφημίαιας καταγεραίρομεν , Σύ γάρ τήν ἐνυπόστατον , ἀθανασίαν ἡμῖν ἔβλυσας .
Ὡς τῶν κτισμάτων ἁπάντων ἱερωτέρα , Μήτηρ Θεοῦ γενέσθαι , μόνη ἠξιώθης · τοῦτον γάρ γεννήσασα , τόν κόσμον ἐφώτισας , τῆς θεογνωσίας τῇ χάριτι .
Ὤφθης Ἀγγέλων , ΘΕΟΚΥΗΤΟΡ ὑπερέχουσα · ὤφθης Ἀθλητῶν κραταίωμα ἀληθῶς · ὤφθης ΠΑΝΑΓΝΕ διάσωσμα · τῶν γινωσκόντων Σε Παναληθῆ τοῦ Λόγου Λοχεύτριαν .
Ὤφθης πλατυτέρα οὐρανῶν , Θεόν οὐράνιον ἀποκυήσασα , τόν οὐρανώσαντα ΠΑΝΑΓΝΕ , γηγενῶν ὅλων τό φύραμα , καί Χαριτίνης τή σεπτήν , μνήμην φαιδρύναντα , διό βοῶμεν , Χαῖρε τό θεῖον τέμενον τῆς δόξης .
Ὤφθης ΘΕΟΝΥΜΦΕΥΤΟΣ Μήτηρ καί Πανακήρατος ΠΑΡΘΕΝΟΣ , Σύ γάρ ΠΑΡΘΕΝΙΑΝ , καί Τόκον , εἰς ἕν συνῆψας ἌΧΡΑΝΤΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , τόν ποιητήν καί Κύριον , πάσης τῆς κτίσεως γεγένηκας .
ἦχος πλ. α΄
Μακαρίζομεν Σε ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ , καί δοξαζομέν Σε
οἱ πιστοί κατά χρέος , τήν Πόλιν τήν ἄσειστον , τήν ἀῤῥαγήν προστασίαν , καταφυγήν καί σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν .
ἦχος πλ. β΄
Ἁγίων Ἁγιωτέρα ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ γεγέννησαι , συλλαβοῦσα Θεόν , ὅν ὑμνοῦντες ἀπαύστως , κραυγάζομεν · Εὐλογημένος ὁ καρπός , τῆς Σῆς κοιλίας ΑΓΝΗ .
ἉΓΙΑ ΘΕΟΝΥΜΦΕ , ἀπορούμενον νυνί , τόν Σόν λαόν οἰκτείρησον , καί Μητρικαῖς πρεσβείαις , τήν κάθ ᾿ ἡμῶν , Θεοῦ ἀγανάκτησιν , μεταποίησον τάχος δυσωποῦμεν Σε .
Ἀδάμ τόν προπάτορα , γυναικείᾳ συμβουλῇ , πάλαι μέν ἐθανάτωσε · νῦν δέ Θεός ἐν Μήτρᾳ Σου χωρηθείς , ἐζώωσε ΔΕΣΠΟΙΝΑ , καί υἱόν φωτός , αὖθις ᾶπειργάσατο .
Ἁμαρτίας συνάπτω ἐφ ᾿ ἁμαρτήμασι , καί τό μέλλον οὐ φρίττω τό φρικτόν κριτήριον · ἴασαι ΑΓΝΗ τῆς ψυχῆς μου τήν πώρωσιν , καί τῇ Σῇ πρεσβείᾳ , ἐπίστρεψον με σῶσον .
Ἀναφανεῖσα τῶν Χερουβίμ , καί τῶν Σεραφίμ ἀληθῶς Ἁγιωτέρα ΠΑΝΑΜΩΜΕ , πάντας τούς πιστῶς Σε νῦν μακαρίζοντας , ἁγίασον καί σῶσον τῆ μεσιτείᾳ Σου .
Ἅπαντες προβλέποντες οἱ προφῆται τηλαυγῶς , τήν ἐσομένην ὕστερον , ἐκ ΠΑΡΘΕΝΟΥ Χριστέ σου ἐπί γῆς πανάχραντον γέννησιν , ἐμφανῶς οἱ θεόπται προηγόρευσαν .
Ἁπάντων δεσπόζουσα τῶν κτισμάτων , ὡς Θεόν τόν ἀγαθόν γεννήσασα , τῶν πταισμάτων μου ΠΑΝΑΓΝΕ , τάς οὐλάς εἰς τέλος ἀφάνισον , εὐσπλαγχνίᾳ χρωμένη τοῦ τεχθέντος ἐκ Σοῦ .
Ἀπειρόγαμε ΚΟΡΗ , χαῖρε ΠΑΝΑΜΩΜΕ , ὁ λιμήν τῶν ἐν ζάλῃ χαῖρε ΘΕΟΝΥΜΦΕ · τῶν ἁμαρτωλῶν χαῖρε τό ἱλαστήριον , χαῖρε ἡ τεκοῦσα Θεόν σεσαρκωμένον .
Ἀπορεῖ πᾶσα γλῶσσα , εὐφημεῖν πρός ἀξίαν , ἰλιγγιᾷ δέ νοῦς , καί ὑπερκόσμιος , ὑμνεῖν Σε ΘΕΟΤΟΚΕ · ὅμως Ἀγαθή ὑπάρχουσα , τήν πίστιν δέχου , καί γάρ τόν πόθον οἶδας τόν ἔνθεον ἡμῶν · Σύ γάρ Χριστιανῶν εἶ προστάτις , Σέ μεγαλύνομεν .
Ἐκ Σοῦ προῆλθεν ἀφράστως ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος , ὁ συνάναρχος , ἐπ ᾿ ἐσχάτων τῶν καιρῶν · καί τόν πρῶτον ἄνθρωπον φθορᾷ, , πεπτωκότα , ΘΕΟΤΟΚΕ , ἀνεσώσατο .
Ἐν Σοί τό μέγα διεπράχθη ΠΑΡΘΕΝΕ μυστήριον , ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ , ἐν Σοί σκηνώσας ἐπέφανεν · διό Σοι βοῶμεν · χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε .
Ἡ καλλονή ἡ τοῦ Ἰακώβ , ἥν Θεός ἠγάπησεν σαφῶς , καί κατοικεῖν ἡρετίσατο , πιστῶν δέ τό κλέος , καί καταφύγιον , ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , Σύ ἀναδέδειξαι .
Ἡ Μόνη οὖσα ἈΓΑΘΗ , τόν πανάγαθον Λόγον , ἐκτενῶς ἐκδυσώπει , τῆς παρούσης τοῦ σεισμοῦ , ῥυσθῆναι πάντας ὀργῆς , ΘΕΟΤΟΚΕ ἌΧΡΑΝΤΕ δεόμεθα .
Θεόν ἀνθρώποις ἰδεῖν ἀδύνατον , ὅν οὐ τολμᾶ Ἀγγέλων ἀτενίσαι τά τάγματα · διά Σοῦ δέ ΠΑΝΑΓΕ , ὡράθη βροτοῖς , Λόγος σεσαρκωμένος , ὅν μεγαλύνοντες , σύν ταῖς οὐρανίαις στρατιαῖς Σέ μακαρίζομεν .
Θεοῦ τό ὄρος τό πιότατον , ὅ ὁ προπάτωρ Δαυίδ πάλαι προέγραψεν , μελωδῶν προφητικώτατα , Σύ ἐδείχθης ΠΑΡΘΕΝΕ · ἐξ ᾿ οὗ ἐτμήθη λίθος ἀκρογωνιαῖος , Χριστός , καί συνέτριψεν ἅπασαν τήν ἰσχύν τῶν εἰδώλων , διό Σε ἀπαύστως ὑμνοῦμεν καί ὑπερυψοοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Ἰδού ἡ κλῖμαξ Ἰακώβ , ἥν ἑώρακε πάλαι , ἱδρυμένην ἐν ᾗ περ, ἐπεστήρικτο Θεός , ἡ φωτοφόρος ΑΓΝΗ , ΘΕΟΤΟΚΟΣ , ὤφθη Παρθενεύουσα .
Ἰδού ΠΑΡΘΕΝΕ προφητικῶς , ἔσχες ἐν γαστρί Σου τόν ἐπί πάντων Δεσπότην καί Κύριον , ὅν ἀφράστῳ τρόπῳ ΣΕΜΝΗ γεγέννηκας , ΠΑΡΘΕΝΟΣ μετά τόκον , μείνασα ἄφθορος .
Ἱκετευτικῶς Σοι βοῶμεν Μῆτερ Θεοῦ , τά συνήθη σπλάγχνα Σου ἐπί πόλιν καί λαόν , συμπαθῶς δεικνύουσα σεισμοῦ , βαρυτάτου καί φθορᾶς ἡμᾶς ἀπάλλαξον .
Ἱλύος ΔΕΣΠΟΙΝΑ , παθῶν ἀνάγαγε , καί τῆς ταλαιπωρίας τῶν λογισμῶν , τῶν ἀλλοτριούντων με Θεοῦ τοῦ μόνου καθαροῦ , ἵνα πίστει μακαρίζω Σε .
Ἰόν ἐξέχεε , ταῖς τῆς προμήτορος ἀκοαῖς μέν ὁ ὄφις , ἀλλ ᾿ ἡ ΑΓΝΗ , τοῦτον ἐξετίναξεν , τοῦ Ἀρχαγγέλου τῇ φωνῇ , συλλαβοῦσα καί τεκοῦσα Χριστόν .
Ἰσοθεΐα δελεάσας με , ὁ βροτοκτόνος ὄφις ὁ σκολιώτατος , ὡς αἰχμάλωτον ἀφήρπασεν , τρυφῆς τοῦ Παραδείσου , ἀλλ ᾿ ὁ Δεσπότης , φύσει ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ , σαρκωθείς ἐπεδήμησεν ἐκ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ , καί ἦρε με πρός ὔψος θεώσας , ὅν ὑπερυψοῦμεν , εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Κυβέρνησον ΔΕΣΠΟΙΝΑ ἐν πελάγει τῶν δεινῶν , χειμαζομένην πάντοτε , τήν ἀθλίαν ψυχήν μου , καί γαληνόν πρός ὅρμον ἀνάγαγε , ἀδιστάκτῳ Σε γνώμῃ , μακαρίζουσαν .
Κυοφόρον Σε ΠΑΡΘΕΝΟ Ν ὀνομάζομεν , ΜΑΡΙΑ ΘΕΟΝΥΜΦΕΥΤΕ , οἱ σωζόμενοι διά Σοῦ , ἡμέρας τε καί νυκτός , ἐχθρῶν ἐπηρείας βλαβερᾶς , καί πειρασμῶν παντοδαπῶν , καί ψυχικῶν μολυσμῶν .
Λελυτρωμένοι ΠΑΡΘΕΝΕ προγονικῆς , καταδίκης ἌΧΡΑΝΤΕ , τῇ γεννήσει Σου σαφῶς , ἐν φωναῖς ἀσμάτων Σε ἀεί , μακαρίζωμεν πιστοί , ὡς ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ .
Λυχνία πάμφωτος , ἡ θεία Τράπεζα , τοῦ Θεοῦ τό Χωρίον , ἡ Κιβωτός , Ῥάβδος ἡ βλαστήσασα , ἄνθος ἐν κόσμῳ τόν Χριστόν , Σύ ἐδείχθης ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ .
Λυχνία ὤφθης μυστική τό λαμπάδιον ΚΟΡΗ , περιφέρουσα ὄντως , τό φωτίσαν τούς νυκτί , τῆς ἀγνωσίας τό πρίν , συσχεθέντας ἄκρα ἀγαθότητι .
ΜΑΡΙΑ τῶν πάντων ἡ ἐλπίς , τῶν εἰς Σέ πεποιθότων , ἡ τεκοῦσα τόν Λόγον , σαρκωθέντα δι ᾿ ἡμᾶς , ποικίλων με πειρασμῶν , καί κινδύνων ΠΑΝΑΓΝΕ διάσωσον .
Ναόν Σε ΔΕΣΠΟΙΝΑ Θεοῦ γινώσκοντες , ἐν Ἁγίῳ Ναῷ Σου χεῖρας οἰκτράς , αἴρομεν εἰς δέησιν · ἴδε τήν κάκωσιν ἡμῶν , καί παράσχου Σήν βοήθειαν .
Νεανίας τρεῖς ἡ κάμινος , οὐκ ἔφλεξε , γέννησιν προτυποῦσα τήν Σήν · τό γάρ θεῖον πῦρ , Σέ μή φλέξαν ᾤκησεν ἐν Σοί , καί πάντας ἐφώτισεν βοᾶν , Εὐλογημένη εἶ ΔΕΣΠΟΙΑΝ βροτῶν ἡ σωτηρία .
Νεῦσον ἌΧΡΑΝΤΕ , σωθῆναι τούς
οἰκέτας Σου , ἀπολεσθῆναι μέλλοντας , ἐν ὀργῇ Θεοῦ , καί θυμῷ μεγάλῳ καί φρικτῷ , τῆς νῦν ἐπελθούσης ἀπειλῆς , διά τό πλῆθος τῶν πολλῶν ἁμαρτημάτων ἡμῶν .
Νοήσας πόῤῥωθεν ἐμφαντικώτατα, Ἀββακούμ Σέ ἐκάλει , ὄρος ΑΓΝΗ , ἀρεταῖς κατάσκιον , ἐξ ᾿ οὗ ἐπέφανεν ἡμῖν , ὁ φωτίζων τάς ψυχάς ἡμῶν .
Νομίμων τῆς φύσεως , δίχα τέτοκας Χριστόν , τόν πλαστουργόν τῆς φύσεως , καί ὑπέρ ἔννοιαν ἔμεινεν ἀληθῶς , ΠΑΡΘΕΝΟΣ Ἀμίαντος , Σύ Ἁγία Μήτηρ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Νοσοῦσαν ΔΕΣΠΟΙΝΑ δεινῶς , τήν ψυχήν μου τῷ πλήθει τῶν πολλῶν μου πταισμάτων , θεραπεύσασα θερμῇ , πρεσβείᾳ Σου πρός Θεόν , καί τά πάθη ἴσασαι τοῦ σώματος .
Νῦν βοηθείας ἦλθεν καιρός , νῦν καταλλαγῆς χρεία ΑΓΝΗ , πρός τόν Υἱόν Σου καί Κύριον , ὅπως οἰκτειρήσῃ προσκεκρουκότας ἡμᾶς , καί τῆς ἐπικειμένης ὀργῆς λυτρώσηται .
Νῦν μακαρίζουσι πᾶσαι , αἱ γενεαί τῶν ἀνθρώπων Σε ΘΕΟΤΟΚΕ ΑΓΝΗ ὡς προέφης , καί πίστει δοξάζουσιν · Εὐλογημένος ΠΑΝΑΓΝΕ ὁ καρπός τῆς Σῆς κοιλίας .
Ὁ ἐκ μή ὄντων τά πάντα δημιουργῶν , ὡς αἰτίαν Σε ἔσχεν τῆς σαρκώσεως αὐτοῦ , ΘΕΟΜΗΤΟΡ ΑΧΡΑΝΤΕ · διό , κατά χρέος οἱ πιστοί Σέ μακαρίζωμεν .
Οἱ ΘΕΟΤΟΚΟΝ Σε ἀληθῶς , καθομολογοῦντες , πειρασμῶν καί δυσχερῶν ἐξαιρούμεθα , Σοῦ ταῖς πρός τόν πάντων Θεόν καί Κύριον , ΠΑΡΘΕΝΕ μεσιτείαις ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΕ .
Ὁ πάντα βουλήηματι , συστησάμενος Θεός , καί περιέχων ΠΑΝΑΓΝΕ περιγραφῇ τοῦ σώματος , ἐν ταῖς Σαῖς , ἀγκάλαις βαστάζεται , ὁ τῇ θείᾳ οὐσίᾳ ἀπερίγραπτος .
Ὁρῶν ἐκ σπλάγχνων Σου Θεόν , ἐρχόμενον , ὁ Ἀδάμ ὡς ἐν ζόφῳ τῷ τῶν παθῶν , ΔΕΣΠΟΙΝΑ ἐβόα Σοι · Σῇ μεσιτείᾳ τῶν δεινῶν , τοῦ θανάτου με ἐξάρπασον .
Ὁ Ὑπερούσιος Λόγος Σου ἐν γαστρί , ὑπέρ λόγον ᾢκησεν , καί τεχθείς θεοπρεπῶς , τῶν Μαρτύρων ἌΧΡΑΝΤΕ χορούς , ἐπεσπάσατο · μεθ 'ὧν ὑμνολογοῦμεν Σε .
Παλαιωθέντα τό πρίν με τῇ συμβουλῇ , τοῦ δολίου ὄφεως , ὀλωλότα ὁ θεός , κοθορᾶ μή φέρων με ἐν Σοί , κατοικήσας τῇ ΣΕΜΝῌ ἐκαινοποίησεν .
ΠΑΡΘΕΝΕ Μήτηρ τοῦ Θεοῦ , τῆς ἐμῆς ῥαθυμίας , τό βαρύτατον σκότος , καί τά νέφη τῶν παθῶν , τῷ φωτισμῷ τῆς ἐν Σοί , δυσωπῶς Σε , χάριτος ἀπέλασον .
Πασῶν ὑπάρχεις στρατιῶν , ἀνωτέρα ΠΑΡΘΕΝΕ , τόν ἐκείνων γάρ κτίστην , τόν Υἱόν τόν τοῦ Θεοῦ , συνέλαβες ἐν γαστρί , καί τεκοῦσα μένεις ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΣ .
Ῥομφαῖαι πᾶσαι τοῦ δυσμενοῦς , ἌΧΡΑΝΤΕ ΠΑΝΑΜΩΜΕ ΑΓΝΗ , ὄντως εἰς τέλος ἐξέλιπον · Σύ γάρ τόν ἁπάντων Θεόν ἐκύησας , τῷ Στυαρῷ καθελόντα , τούτου τό φρύαγμα .
Ῥυσθῆναι πάσης πονηρᾶς , ἐναντίας ἐφόδου , καίπαθῶν ψυχοφθόρων , καί κινδύνων χαλεπῶν , τούς Σέ τιμῶντας ἀεί, ΘΕΟΤΟΚΕ , ΠΑΝΑΓΝΕ ἱκέτευε .
Σαλευθεῖσαν κακίᾳ τοῦ πολεμήτορος , τήν ψυχήν μου
ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ στερέωσον , ἡ τόν θεϊκῇ ἐπιβλέψει σαλεύοντα , πάντα δεξαμένη , καί μή σαλευομένη .
Σέ ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ τόν οὐρανόν ὁ τανύσας Κύριος , καί τήν γῆν θεμελιῶν , οὐρανόν ἐπίγειον ἐκ Σοῦ , προελθών μετά σαρκός , ἡμῖν ἀνέδειξεν .
Συμπαθής ΘΕΟΤΟΚΕ τόν εὐσυμπάθητον , ἡ Τεκοῦσα τόν Σωτῆρα ἴδε τήν κάκωσιν , καί τόν στεναγμόν τοῦ λαοῦ Σου καί τάχυνον , τοῦ παρακαλέσαι , ἡμᾶς οἰκτειρηθῆναι .
Συντριβέντα με ἀμέτροις παραβάσεσι , ΠΑΡΘΕΝΕ μεσιτείᾳ Σου , καινοποίησον , ἰατρεύουσάν
μου τήν ψυχήν , καί λόγον παρέχοντα βοᾶν , Εὐλογημένη , ἡ Θεόν σαρκί κυήσασα .
Σύ σωτηρίας πᾶσι πρόξενος , ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ὤφθης Μόνη ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , τόν σωτήριον γεννήσασα τοῦ Θεοῦ , Θεόν Λόγον · δι ᾿ οὗ κόσμος σέσωσται τᾶς πάλαι κατάρας , καί τοῖς
πίστει κραυγάζουσι , εὐλογίαν πηγάζεις · Εὐλογημένη ΠΑΝΑΓΝΕ Σέ ΘΕΟΤΟΚΕ μεγαλύνωμεν .
Τῷ θείῳ τόκῳ Σου ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΑΓΝΕ , τῶν Ἀγγέλων αἱ τάξεις καί τῶν βροτῶν , ἥνωνται συστήματα · τόν εἰρηνάρχην γάρ Χριστόν , καί Σωτῆρα πάντων τέτοκας .
Υἱόν Θεοῦ τόν Ἐμμανουήλ , τίκτειν Ἡσαΐας Σέ Μόνην , προανεφώνει ἈΜΟΛΥΝΤΕ , τόν δι ᾿ εὐσπλαγχνίαν καταξιώσαντα , ἡμῖν ὁμοιωθῆναι , καί ἀπαλλάξαι φθορᾶς .
Υἱούς ἐτέλεσε , Θεοῦ ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων , ὁ Σός Υἱός , ἐξ ᾿ Ἁγνῶν Αἱμάτων Σου , σωματωθείς και γεννηθείς , διά τοῦτο Σε δοξάζομεν .
Ὑπερμαχοῦσα ἄνακτι πιστῶς , ἐν πολέμοις κατά βαρβάρων δίδου νικητήρια , ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , σκέπουσα παντοίας βλάβης ἐχθρῶν Εὐλογημένη , Δεδοξασμένη Μῆτερ Ἀπείρανδρε ΚΟΡΗ · ἵνα τόν Σόν Υἱόν ὑμνοῦμεν καί μεγαλύνωμεν .
Ὑπό τῆς πάλαι πτώσεως , τῶν ἀνθρώπων τό γένος , τοῦ πρωτοπλάστου , γέγονεν αίχμάλωτον ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , καί δεδουλωμένονπάθεσι τῆς ἁμαρτίας · ἀλλά ὁ ἐκ Σοῦ τεχθείς , ὑπεράγαθος Θεός , τοῦτο τῇ ἑαυτοῦ εὐσπλαγχνίᾳ, ἀνεκαλέσατο .
Φαεινοτάταις ἀκτῖσι τοῦ Σοῦ Υἱοῦ , ΘΕΟΤΟΚΕ φώτισον , τήν ζοφώδην μου ψυχήν , καί παθῶν τόν τάραχον , τῇ Σῇ , μεσιτείᾳ πρός Θεόν , κόπασον ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Φανείς ΠΑΡΘΕΝΕ , ἐκ Σοῦ ὁ Κύριος , τῆς φωτεινῆς νεφέλης τῆς Αἰγύπτου τά ξόανα , παντελεῖ ἁπωλείᾳ παρέδωκε · πλῆθος δέ Ἀθλοφόρων , ταύτην ἠξίωσε , φέρειν μιμουμένων , τά αὐτοῦ σεπτά παθήματα .
Φθοράν τῷ τίκτειν μή ὑπομείνασα , πάσης φθορᾶς ΠΑΡΘΕΝΕ ἐξελοῦ ἡμᾶς ἅπαντας , καί σεισμοῦ βαρυτάτου καί θλίψεων , παύουσα τοῦ Δεσπότου τήν ἀγανάκτησιν · ταῖς Σαῖς Μητρικαῖς καταλλαγαῖς ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΕ .
Φωνήν προσάγει Σοι χαριστήριον , πᾶσα πνοή βοῶσα χαρμοσύνως καί λέγουσα , χαῖρε Θρόνε Ὑψίστου πυρίμορφε · χαῖρε , Θεοῦ χωρίον εὑρυχωρότατον , χαῖρε Ἀποστόλων , εὐπρεπές ΑΓΝΗ στεφάνωμα .
Φωτός δοχεῖον τοῦ ἀναλάμψαντος , θεοπρεπῶς ἐκ Σοῦ τῆς καθαρᾶς ΠΑΝΑΜΩΜΗΤΕ , τῆς ψυχῆς μου τά ὄμματα φώτισον , σκότος τῆς ἀγνωσίας ἀποδιώκουσα , καί τῆς ἁμαρτίας τήν ἀχλύν , ἐξαφανίζουσα .
Ὡς ἀκένωτον Πηγήν Σε πάντων ΔΕΣΠΟΙΝΑ , κατέχομεν οἱ δοῦλοι Σου , καί βοήθειαν καί στεῤῥόν ὀχύρωμα ΑΓΝΗ , καί τεῖχος καί σκέπην , ἈΓΑΘΗ · μή στερηθείημεν ἀεί , Σῆς ἀντιλήψεως .
Ὡς Ἀπειράνδρως ἔσχες ἐν γαστρί σου τόν Λόγον , οὕτως ἀφθόρως τίκτεις , διαμένουσα ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΕ , τόν Ἐμμανουήλ ὑπάρχουσα τοῦτο κἀκεῖνο · καί γάρ ὁμοῦ , Θεός τε καί ἄνθρωπος ἐστίν , τοῦτον διπλοῦν τῇ φύσει εἰδότες Σέ μεγαλύνωμεν .
Ὠδήν προσάγω Σοι πόθῳ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , ἐκ ῥυπαρῶν χειλέων μου ὁ τάλας καί δέομαι , τοῦ βορβόρου ῥῦσαι με τῶν ἔργων μου · πάντας δέ τούς ἐν πίστει ἀνευφημοῦντας Σς , τῆς ἐκ δεξιῶν τοῦ Σοῦ Υἱοῦ δόξης ἀξίωσον .
Ὡς Θεόν συλλαβοῦσα , τόν Δημιουργόν τῶν ἁπάντων καί Κύριον , γενεαί Σε πᾶσαι , τῶν ἀνθρώπων ΑΓΝΗ μακαρίζουσιν , καί τῶν Ἀσωμάτων αἱ νοεραί ταξιαρχίαι , ὡς Μητέρα Θεοῦ Σε δοξαζουσιν .
Ὡς ὄμβρος κεκένωται , ἐν τῆ Μήτρᾳ Σου Θεός , δι ᾿ εὐσπλαγχνίαν ἄφατον , καί τόν
χειμάρρουν ἅπαντα ς τῆς τρυφῆς ἐπότισε ΔΕΣΠΟΙΝΑ , καί τήν κτίσιν , φθαρεῖσαν ἐκαινούργησεν .
ἦχος πλ. δ ΄
Ἁμαρτίας βαρέα πάντοτε περίκειμαι φορτία ἌΧΡΑΝΤΕ , καί βοῶ Σοι · τούτων μεσιτείᾳ τῇ Σῇ με ἐλάφρυνον , Σύ γάρ εἶ προστάτις ἁμαρτωλῶν , Δεδοξασμένη , Λυτρωτήν καί Σωτῆρα κυήσασα .
Ἅπας ἀπέστω δυσσεβής , ὁ τήν εἰκόναν μή σέβων , τήν Σεπτήν τῆς ΘΕΟΤΟΚΟΥ , καί ταύτην ,
μή κηρύττων τόν Χριστόν , θεανδρικῶς κυήσασαν , καί τῷ πυρί πεμπέσθω κατακαιόμενος ἄπαυστα .
Ἀπειράνδρως ΠΑΡΘΕΝΕ , τόν ἀπεριόριστον φύσει θεότητος , ἀνδρωθέντα Λόγον , δι ᾿ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους , συνέλαβες , ἐξ ᾿ Αἱμάτων ΚΟΡΗ , Παρθενικῶν διαπλασθέντα ,
ὑπέρ λόγον καί νόμον τῆς φύσεως .
Ἄχραντε ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τό σκεῦος τό τῆς εὐωδίας , αἴτησαι Χριστόν , ὄν ἔτεκες , Βασιλεῖ μέν τά τρόπαια , τοῦ τῆς δουλείας δέ ζυγοῦ , δοῦναι τήν ἄνεσιν τῷ λαῷ Σου , Σέ γάρ ἀπαύστως μακαρίζομεν .
Βαρούμενον νυσταγμῷ ῥαθυμίας διανάστησον , τῇ Σῆ μεσιτείᾳ , Μήτηρ Θεοῦ , καί μή δῴης ὑπνῶσαι , τῆς ἁμαρτίας ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ εἰς θάνατον · προστάτιν γάρ καί ὁδηγόν , τῆς ἐμῆς Σε ζωῆς ἐπιγράφομαι .
Γεωργίᾳ ΠΑΡΘΕΝΕ , τοῦ παντουργοῦ Πνεύματος , σῶμα τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων ἐκαρποφόρησας , ἐν ᾧ κατέκρινε τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου , καί ζωήν ἐπήγασε τήν αἰωνίζουσαν .
Δαυϊτικῆς ἐκ βασιλίδος βλαστήσασα , συγγενείας τόν παμβασιλεύοντα , τόν πρό τῶν αἰώνων ἐκ τοῦ Πατρός , Λόγον ἀποῤῥήτως , καί ὑπέρ νοῦν ἀναλάμψαντα γεγέννηκας .
Δημιουργεῖται βουληθείς ἐν Μήτρᾳ Σου , ὁ τοῦ Ἀδάμ πλαστουργός , καί ὁ δρακί φέρων , ΘΕΟΤΟΚΕ σύμπαντα , ταῖς Σαῖς ἀγκάλαις φέρεται · ὤ φρικτοῦ μυστηρίου !!! καί νήπιος ἀναδέδεικται , πάντων τῶν αἰώνων ὁ Κύριος .
Δημιουργεῖται νήπιος ἑκοντί διά ἔλεος , ὁ Δημιουργός , ἐκ τῶν Ἁγνῶν Αἱμάτων Σου , τηρῶν μετά τόκον Σε , κεκαθαρμένην ὅλην ΑΓΝΗ , καί τήν ῥυπωθεῖσαν ἐκκαθαίρων εἰκόνα , διόπερ ἐν εἰκόσι , συμμορφοῦται σοι φύσει , βροτός γεγενημένος , Θεός ὑπάρχων φύσει .
Διά σπλάγχνα ἐλέους , ἀπό τῆς ΠΑΡΘΕΝΟΥ ὁ Υἱός γεγέννηται , τοῦ Θεοῦ ἀτρέπτως , τό ἀλλότριον φέρων ὡς ἴδιον · καί μορφῇ τῇ τούτου , περιγραπτός ὁρᾶται θέλων , κατ ᾿ οὐσίαν ὁ ὤν ἀπερίγραπτος .
Ἐλισάβετ Μητέρα Σε Κυρίου , προσεφώνει Προφῆτις δεδειγμένη , τόν Βαπτιστήν καί Πρόδρομον βαστάζουσαν , χαῖρε ΠΑΡΘΕΝΕ ΑΓΝΗ ΥΠΕΡΑΓΙΑ .
Ἐξέλαμψεν ἐκ Σιών , ἡ τοῦ Ὑψίστου εὐπρέπεια , τό πρόβλημα τῆς σαρκός , κάθ ᾿ ἕνωσιν ἄῤῥητον , ἐκ Σοῦ ἈΠΕΙΡΟΓΑΜΕ , περιβεβλημένη , καί τόν κόσμον , κατεφώτισεν .
Ἐξέστη ἐπί τούτῳ ὁ οὐρανός , καί τῆς γῆς κατεπλάγη τά πέρατα ὅτι Θεός , ὤφθη τοῖς ἀνθρώποις σωματικῶς , καί ἡ γαστήρ Σου γέγονεν εὑρυχωροτέρα τῶν οὐρανῶν , διό Σε ΘΕΟΤΟΚΕ , Ἀγγέλων καί ἀνθρώπων ταξιαρχιαια μεγαλύνουσιν .
Ἐπέβλεψεν ἐπί Σέ ὁ Κύριος , τήν ἐμήν ἀνακαινίζων οὐσίαν , ὡς δυνατός , μεγαλεῖα ποιήσας , ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΟΡ ὡς ἔφης ΠΑΝΑΜΩΜΕ · καί ἔσωσέ με διά Σοῦ ἐκ τῆς φθορᾶς , ὡς Θεός καί φιλάνθρωπος .
Ἐπί Σοί ΠΑΝΑΓΙΑ , ὁ τοῦ παντός αἴτιος , δι ᾿ ὑπερβολήν εὐσπλαγχνίας , θέλων ἐσκήνωσε , καί καθηγίασε , τήν τῶν ἀθρώπων οὐσίαν , παραβάσει πρότερον ἐξολισθήσασαν .
Ἔφριξε πᾶσα ἀκοή , τήν ἀπόῤῥητον Θεοῦ συγκατάβασιν , ὅπως ὁ Ὕψιστος , ἑκών κατῆλθεν μέχρι καί σώματος · ΠΑΡΘΕΝΙΚΗΣ ἀπό γαστρός γενόμενος ἄνθρωπος , διό τήν ἌΧΡΑΝΤΟΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ οἱ πιστοί μαγαλύνομεν .
Ἡ ἀσυγκρίτως Χερουβίμ καί Σεραφίμ Ὑπερτέρα , ἡ Θεόν ἀνερμηνεὐτως τεκοῦσα , καί τήν βρότειον χαράν εἰς εὐλογίαν τρέψασα , ὕμοις ἀεί τιμάσθῳ , Σύ γάρ ἡμῶν πεποίθησις .
Ἡ ἐν ἀνάγκαις σώζουσα , καί θερμῶς προστατεύουσα , πάντας ἐν θλίψει , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , σπλαγχνίσθητι σῶσον με καί πεπτωκότα ἔγειρον , χεῖρα βοηθείας , πρό τοῦ τέλους διδοῦσα , μή νύξ με τοῦ θανάτου καταλάβη ὑπνοῦντα , ἵνα Σε κατά χρέος , δοξάζω εἰς αἰῶνας .
Ἡ ΠΑΝΑΓΝΟΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑ , ἡ μόνη πάντων τῆς σωτηρίας ἐλπίς , ἡ φρικτῶς τετοκυῖα , τόν Βασιλέα τῶν βασιλέων Χριστόν , ἐν ταῖς ὡλέναις αὐτόν , βρέφος φέρουσαν , συμπροσκυνῆται γραπτῶς , ὡς οἱ Πατέρες φασίν .
Ἰδού νῦν πεπλήρωται , τοῦ Ἡσαΐου ἡ προαγόρευσις , ἐν γαστρί γάρ ΠΑΡΘΕΝΕ , τόν Θεόν Λόγον ἔσχες , καί τέτοκας τόν Ζωοδότην , ὧ πάντες κραυγάζομεν , Εὐλογημένη Σύ εἶ ΑΓΝΗ .
Ἱερουργός , τῆς σωτηρίας ἐγένετο , ὁ Υἱός Σου , πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσι Σε , καί ποδηγός καί φωταγωγός , καί δικαιοσύνη ΠΑΡΘΕΝΕ , καί ἀπολύτρωσις , διό Σε ΘΕΟΤΟΚΟΝ ἀληθῶς καί κυρίως , οἱ πιστοί ὁμοφρόνως δοξάζομεν .
Ἵνα θεώσῃ μου τήν φύσιν , ὁ παντέλειος ἀῤῥήτως νηπιάζει , καί ἐκ Σοῦ τῆς ΑΓΝΗΣ προέρχεται ὁ Λόγος , παραγαγών τά σύμπαντα , καί συνέχων καί κρατύνων .
Καθῆλεν δυνάστας ἀπό θρόνων ὁ Κύριος , ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ καί Μήτηρ ὡς ἔφησε · τούς δέ πεινῶντας , θείων ἀγαθῶν ἐνέπλησεν , τούς πίστει μελωδοῦντας. χαῖρε , χαῖρε , χαῖρε , ΑΓΝΗ ΘΕΟΚΥΗΤΟΡ .
Κενοῦται ἐν Μήτρᾳ Σου , πατρώων κόλπων , μή ἀφιστάμενος , ὁ πληρέστατος Λόγος , καί σάρξ ὁρᾶται , καί βρέφος τίκτεται · ᾧ μελωδοῦμεν ΠΑΘΕΝΕ , γηθόμενοι , εὐλογητός ὁ Θεός ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν .
Κυρίως ΘΕΟΤΟΚΟΝ , Σέ ὁμολογοῦμεν οἱ διά Σοῦ σεσωσμένοι ΠΑΡΘΕΝΕ ΑΓΝΗ , σύν Ἀσωμάτοις χορείαις , Σέ μεγαλύνομεν .
Κυρίως καί ἀληθῶς , Σέ ΘΕΟΤΟΚΟΝ δοξάζομεν · τόν ὄντως ὄντα Θεόν , ἀῤῥήτως γάρ τέτοκας , σαρκί καθ ᾿ ὑπόστασιν , συνδεδραμηκότα , ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ .
Λόγον ἐδέξω τόν ἄσαρκον , φύσιν τήν ἐμήν ἀαπλάσαι βουλόμενος , καί τοῦτον σαρκωθέντα ΠΑΡΘΕΝΕ τέτοκας , διό Σε ΑΓΝΗ ΘΕΟΤΟΚΕ , ἀκαταπαύστως μεγαλύνομεν .
Μή κενώσας ὁ Κύριος κόλπους τούς Πατρικούς , τήν Σήν κατῴκησεν Μήτραν ΚΟΡΗ τήν Πανάχραντον , καί τόν
κόσμον ὅλον ἀνεκαίνισεν .
Μετά τόν τόκον διέμεινας ἄφθορος , ΠΑΡΘΕΝΕ , ὡς πρό γεννήσεως , νέον βρέφος γάρ ἐκύησας , τόν πρό τῶν αἰώνων γνωριζόμενον .
Μήτηρ Θεοῦ ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τῆς ψυχῆς μου τά τραύματα , καί τῆς ἁμαρτίας τάς οὐλάς ἐξάλειψον ` Υἱόν γάρ ἐγέννησας τόν ἐξουσίαν ἔχοντα , τούς πεπεδημένους ταῖς σειραῖς τῶν πταισμάτων , εὐκόλως ἀνιέναι τῶν δεσμῶν τῶν ἀλύτων , τόν μόνον εὐεργέτην καί ζωοδότην .
Μητρός Υἱός , ὁ Πατρός Ἀμήτωρ τό πρίν , ἀπάτωρ δέ , θεοπρεπῶς γεννηθείς , καί ἀναγεννήσας με · διό τήν γεννήσασαν , σύν τῷ γεννηθέντι , εἰκονίζων κατασπάζομαι .
ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ ΚΟΡΗ , θείῳ φωτιζόμενοι Πνεύματι ΠΑΝΑΓΝΕ , ἱεροί προφῆται , ἱεραῖς έν φωναῖς Σε προήγγειλαν · ἐξ ᾿ ἧς Θεός Λόγος ,ὑπέρ αἰτίαν τε καί λόγον , ἐσρκώθη δι ᾿ οἶκτον ἀμέτρητον .
Μόνη τόν ἕνα τῆς Τριάδος ἀπεγέννησας ἐν δύο ταῖς οὐσίαις , ὑποστάσει μιᾷ ὁρώμενον ΠΑΡΘΕΝΕ · ᾧ μελωδοῦμεν ΠΑΝΑΓΝΕ , ἀσιγἠτως εἰς αἰῶνας .
Μόνη Θεόν , ἐν Μήτρᾳ σαρκούμενον , τόν τό εἶναι πᾶσι παρεχόμενον · ὅν ἐν σταδίῳ , οἱ ἀκλινεῖς , καθομολογοῦντες , ἐνήθλησαν θεῖοι Μάρτυρες , ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , τῶν Ἀγγέλων τό θαῦμα, καί δαιμόνων τό τραῦμα ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ .
Νεκρωθέντα με πάλαι , πρός τήν ζωήν ΠΑΡΘΕΝ , πάλιν ἐπανήγαγες, μόνην τήν ἐνυπόστατον , ζωήν γεννήσασα , ᾗ προσβαλών διεῤῥάγῃ προφανῶς ὁ θάνατος ὁ δυσμενέστατος .
Νενεκρωμένην ΠΑΝΑΓΝΕ , τήν ψυχήν μου τοῖς πταίσμασι , καί κεκακωμένην , ἰοβόλῳ δήγματι , Θεόν τόν δυνάμενον , ζωοποιεῖν τά σύμπαντα , ἡ Ἀπειρογάμως ὑπέρ φύσιν τεκοῦσα , ἀνάστησον βοῶσα · Σέ ὑπερυψοῦμεν ΑΓΝΗ εἰς τούς αἰῶνας .
Νικῶσαν τάς αἱρέσεις θριαμβικῶς , τήν σεπτήν Ἐκκλησίαν ἀνάδειξον , ἥν ὁ Χριστός , Αἵματι Τιμίῳ τῷ Ἑαυτοῦ , ὡς ἀγαθός ἐκτήσατο , ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ ὁ Σός Υἱός , καί σῶσον ἐκ κινδύνων , καί τῆς ἀμηχανίας , τῆς κατεχούσης ἡμᾶς λύτρωσαι .
Νοῆσαι τό μυστήριον οὐδαμῶς , τῆς φρικτῆς Σου λοχείας δεδύνηται , βρότειος νοῦς , ἀλλά οὐδέ ὑψηλόφρων ἀγγελικός , ὅτι Θεόν ἐγέννησας , Σύ σεσαρκωμένον ὑπερφυῶς · ΘΕΟΤΟΚΟΝ διό Σε εἰδόταις σύ ἐκείνῳ , καθιστοροῦντες μεγαλύνομεν .
Νομίμων τῆς φύσεως ΠΑΡΘΕΝΙΜΗΤΟΡ , ἄνευ γεγέννηκας , τόν δεσπόζοντα πάντων , τῶν ὁρωμένων καί νοουμένων ΑΓΝΗ · διό Σε ἀνυμνοῦμεν πόθῳ εἰς αἰῶνας .
Νυμφών φωτοφόρος τῆς ὑπέρ νοῦν , σαρκώσεως ὤφθης τοῦ τῶν ὅλων Δημιουργοῦ , ἐκ Σοῦ τήν σάρκα ΘΕΟΜΗΤΟΡ , τήν ἡμετέραν ἡμφιάσατο .
Ὁ Δανιήλ Σοι προεθεώρει Ὄρος ΚΟΡΗ , ἀλαξεύτως ἐξ ᾿ οὗ ἀπετμήθη , λίθος ὁ συντρίψας , βωμούς τούς τῶν εἰδώλων .
Ὁ Θεοῦ Θεός Λόγος , ὁ πρό τῶν αἰώνων Πατρί συναΐδιος , εὐσπλαγχνίας πλούτῳ , ἐν γαστρί Σου σκηνώσας ἐπτώχευσεν , καί βροτός ἐφάνη , ἐπί τῆς γῆς σάρξ χρηματίσας ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ .
Ὅλον τόν ἄνθρωπον φορέσας ὁ ὑπέρθεος δίχα τῆς ἁμαρτίας , ἐκ γαστρός Σου ΑΓΝΗ προῆλθεν σαρκοφόρος , ὅν ἐκδυσώπει πίστει Σε , τούς τιμῶντας διασῶσαι .
Ὁ τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι , Λόγος συνάναρχος , ΠΑΡΘΕΝΙΚΉΝ Μήτραν βουληθείς κατῴκησεν , καί σάρξ ἐγένετο ἀτρέπτως καί παθών ἑκουσίως , Μαρτύρων θεῖα στρατεύματα, πίστει ἐναθλεῖν παρεσκεύασεν .
Οὐρανόν ὁ τανύσας , καί τόν τῆς γῆς ἌΧΡΑΝΤΕ , γῦρον ὁ κατέχω τά πάντα , φύσει θεότητος , ἐν ταῖς ἀγκάλαις Σου , σωματικῶς κατεσχέθη , καί πιστοῖς Σε στήριγμα , πᾶσιν ἀνέδειξεν .
Παρθενικῆς ἐκ νηδύος , σαρκωθείς ἐπεφάνης εἰς σωτηρίαν ἡμῶν · διό σου τήν Μητέρα , εἰδότες ΘΕΟΤΟΚΟΝ , εὐχαρίστως κραυγάζομεν , χαῖρε ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΩΡ .
Ῥαθυμίᾳ κρατούμενον καί τῇ ἁμαρτίᾳ με βυθιζόμενον , τῇ πρεσβείᾳ Σου διάσωσον , ΘΕΟΤΟΚΕ Μήτηρ ἈΕΙΠΑΡΘΕΝΕ .
Ῥείθρου ζῶντος ὤφθης , Πανάγιον σκήνωμα , ἐξ ᾿ οὗ πιόντες οἱ θανατωθέντες , τήν ζωήν κληρούμεθα ἀναβοῶντες Εὐλογημένη εἶ Σύ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Ῥημάτων Γαβριήλ Σοι τήν φωνήν , ΚΟΡΗ , νῦν προσάγομεν · Χαῖρε , ὁ Κύριος μετά σοῦ Εὐλογημένη , βοῶντες σοι .
Σαρκός ἐξ 'Αἱμάτων Σου ἱερῶν , Θεοῦ Πατρός Λόγος , ἐσαρκώθη ὑπερφυῶς ΠΑΡΘΕΝΕ ΜΑΡΙΑ · ὅν δυσώπει τά τῆς σαρκός μου νεκρῶσαι φρονήματα .
Σέ νῦν μακαρίζουσιν , ὡς προεφήτευσας ἌΧΡΑΝΤΕ , αἱ γενεαί , πᾶσαι τῶν ἀνθρώπων , διά Σοῦ νῦν σωζόμεναι .
Σέ πάντες κεκτήμεθα , καταφυγήν καί τεῖχος ημῶν Χριστιανοί , Σέ δοξολογοῦμεν ἀσιγήτως ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ .
Σέ τήν ΑΓΝΗΝ καί Ἄμωμον , ἡ ΠΑΡΘΕΝΟΣ ποθήσασα , Ἄμωμον καί σῶμα καί ψυχήν ἐτήρησε , παθῶν ὑπεκκαύματα , ὑπομονῇ τεφρώσασα πεῖραν τε πολλῶν ὑπενεγκοῦσα βασάνων , καί νῦν ἐπουρανίοις ἐν θαλάμοις χορεύει , σύν Σοί εὐφραινομένη , εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Σέ τήν οὐρανομήκη κλίμκα ἐν ᾗ Θεός ἐπεστήρικτο , τούς βροτούς οὐρανίους ἐργαζόμενος ΚΟΡΗ γεραίρομεν .
Σκήνωμα γέγονας Θεοῦ , τόν ἀχώρητον ἐν Μήτρᾳ χωρήσασα , καί τόν πρίν ἄσαρκον , σεσαρκωμένον ἡμῖν τέτοκας · ὅν νῦν δυσώπησην ΑΓΝΗ , πταισμάτων συγχὠρησιν πᾶσι δωρήσασθαι , τοῖς ἐν πίστει Σε ἀεί μεγαλύνουσιν .
Σύ μου ἐλπίς ΠΑΝΑΓΝΕ , Σύ μου καί ὕμνησις , Σύ λιμήν μου , Σύ μου καί κυβέρνησις , ἡ τόν Θεόν , Λόγον τοῦ Πατρός , σεσωματωμένον , ἀσυνδυάστως κυήσασα · διό Σου ἀδιστάκτως , προσκυνῶ τήν Εἰκόνα , τῇ ἰσχύϊ Σου ἐνδυναμούμενος .
Σύν Ἀωμάτων τάξεσιν , σύν Μαρτύρων στρατεύμσι , σύν τοῖς Ἀποστόλοις καί Προφήταις , ἅπαντες , τήν πάντων δεσπόζουσαν , τῶν ποιημάτων ΔΕΣΠΟΙΝΑΝ , ὡς τῶν Χερουβίμ Ἁγιωτέραν , καί Μόνην , Θεοῦ Μήτέρα ΑΓΝΗ , εὐσεβῶς ἀνυμνοῦμεν , καί ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τούς αἰῶνας .
Συνέλαβες ἐν γαστρί , τόν προαιώνιον Ἄχραντε , καί τέτοκας , ἐν σαρκί , τόν φύσει ἀπρόσιτον , καί γάλα ἐπότισας , τόν τροφἐα πάντων , ΘΕΟΜΗΤΟΡ ΑΠΕΙΡΟΓΑΜΕ .
Σύ τόν Θεόν τόν ἀχωρήτως χωρούμενον , ἐν κοιλίᾳ ΠΑΝΑΓΝΕ ἐχώρησας , ὡς καθαρά καί Παρθενικαῖς , καθωραϊσμένη φαιδρότησιν ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΕ · διό Σε ΘΕΟΤΟΚΟΝ , ἀληθῶς εὐφημοῦμεν , καί τόν τόκον Σου πίστει δοξάζομεν .
Τάξεις Σε Ἀγγέλων καί τῶν βροτῶν , Ἀνύμφευτε Μῆτερ , εὐφημοῦσιν ἀνελλιπῶς · τόν κτίστην γάρ τούτων ὥσπερ βρέφος , ἐν ταῖς ἀγκάλαις Σου ἐβάστασας .
Τῆς ἀνεκφράστου καί θείας συλλήψεως , τῆς ΠΑΝΥΜΝΗΤΟΥ ΑΓΝΗΣ , τόν τρόπον διεσάφησας , Ἀπόστολε Λουκᾶ · τό Πνεῦμα τό Πανάγιον , ἐλήλυθεν σαφῶς γάρ ἐπ ᾿ ΕΚΕΙΝΗΝ , καί Λόγος ἐπεσκίασεν , διό ψάλλομεν , χαῖρε ἡ Θεόν σαρκί κυήσασα .
Τόν ἀγεώργητον βότρυν συλλαβοῦσα , ἀναπηγάζοντα οἶνον σωτήριον , ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ ἀφέσεως , τῶν παθῶν με τῆς μέθης , ἀπάλλαξον δέομαι .
Τόν Ἕνα τῆς Τριάδος ἐκύησας , ΚΟΡΗ φρικτῶς , καί γάλακτι ἔθρεψας , βροτῶν τήν φύσιν τόν τρέφοντα .
Τόν Θεόν ὄν ἐκύησας , ἌΧΡΑΝΤΕ ΠΑΡΘΕΝΕ , τοῦτον ἱκέτευε , ἀπό πάσης περιστάσεως , λυτρωθῆναι πάντας τούς ὑμνοῦντας Σε .
Τόπος ΠΑΡΘΕΝΕ ἀνεδείχθης ἁγιάσματος ἐξ ᾿ οὗ Θεός ἐφάνη , ἁγιάζων ἡμᾶς τούς πίστει μελωδοῦντας , Εὐλογημένος ΠΑΝΑΓΝΕ , ὁ καρπός τῆς Σῆς κοιλίας .
Τριάδος τόν Ἕνα ἀπεκύησας , τό ἀνθρώπινον φορέσαντα , ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ , ὅν αἴτησαι σωθῆναι τούς Σέ ἀνυμνοῦντας .
Τῷ ξένῳ Σου τόκῳ , τούς ἐκ Θεοῦ ξενιτεύσαντας , ἐν αὐτῷ ᾠκείωσας ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ · μεγαλοφώνως ὅθεν Σε πίστει δοξάζομεν , καί κραυγάζομεν · χαῖρε πάντων γηγενῶν τό διάσωσμα
Ὕλην τῶν πταισμάτων μου Σῶν πρεσβειῶν πυρί σύμφλεξον , Μήτηρ Θεοῦ , δρόσον μοι τήν θείαν , τῆς ἀφέσεως φέρουσα .
Ὕμνοις τήν ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΟΝ πιστοί , ΠΑΡΘΕΝΟΝ εὐφημήσωμεν , τήν ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ , τήν ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ Ν , τήν σκέπην τήν ἔνθεον , τόν εὔδιον λιμένα , τἠν ἁπάντων πιστῶν σωτηρίαν .
Ὑ μνοῦμεν Σε ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΘΕΟΤΟΚΕ , Θεόν ὑπερύμητον , σαρκί ἀσπόρως κυήσασαν .
Ὑπέγραψεν τήν Σήν Μήτραν ,πάλαι τούς τρεῖς Παῖδας , μή καταφλέξασα κάμινος ΚΟΡΗ ΑΓΝΗΗ , καί γάρ ἀφλέκτως ἐδέξω , πῦρ τῆς Θεότητος .
Ὑπέρ ἡμῶν δυσώπησον , τόν Υἱόν Σου ΠΑΝΑΧΡΑΝΤΕ , τῶν εἰλικρινῶς καί καθαρῶς βοώντων Σοι , καί Σέ ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ ὁμολογούντων ΠΑΝΑΓΝΕ , τῶν ἁμαρτημάτω αἰτουμένη τήν λύσιν , τυχεῖν τε σωτηρίας , τοῖς πιστῶς μελωδοῦσι · πιστοί τήν ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ ἐν ὕμνοις μεγαλύνομεν .
Ὑπερτέρα τῶν ἄνω πέφυκας Δυνάμεων , Λόγον κυήσασα , τοῦ Πατρός ΠΑΡΘΕΝΕ , τόν συνάναρχον καί συναΐδιον · οὗ ταῖς φρυκτωρίαις , οἱ Ἀθληταί , καραυγασθέντες , ἀθεΐας τήν νύκτα παρέδραμον .
Φεῖσαι μου Σῶτερ ὁ τεχθείς , καί φυλάξας τήν Τεκοῦσαν σε ἄφθορον , μετά τήν κύησιν , ὅταν καθίσῃς κρῖναι τά ἔργα μου , τάς ἀνομίας παρορῶν , καί τάς ἁμαρτίας μου , ὡς ἀναμάρτητος , ἐλεήμων , ὡς Θεός καί φιλάνθρωπος .
Φιλάγαθε ΠΑΡΘΕΝΕ , τήν κεκακωμένην τῇ ἁμαρτίᾳ ψυχήν μου ἀγάθυνον , καί ἀγαθῶν αἰωνίων μέτοχον ποίησον .
Φιλάνθρωπον κυήσασα Θεόν , Φιλάγαθε ΔΕΣΠΟΙΝΑ , αὐτόν ἱκέτευε , τῆς γεένης τοῦ πυρός λυτρωθῆναι με .
Φορέσαντα σε σάρκα ἐκ γυναικός , ὡς ἐπέγνω ἡ Μάρτυς σου Κύριε , παρθενικαῖς κατηγλαϊσμένη μαρμαρυγαῖς , καί μαρτυρίου αἵματι , περιηνθισμένη Σοι τῷ Χριστῷ , ὀπίσω τῆς Μητρός σου , ἐνδόξως προσηνέχθη , ὡς βασιλεύοντι τῆς κτίσεως .
Φωνήν Σοι τοῦ Γαβριήλ , τό χαῖρε πίστει κραυγάζομεν · ἐξ ᾿ ἧς ἀφράστως ἡμῖν , ὁ ζωαρχικώτατος ἀνήρ ἐχρημάτισε , καί συνανεστράφη , τοῖς ἀνθρώποις ὁ φιλάνθρωπος .
Φώτισον Πύλη τοῦ φωτός , τῆς καρδίας μου τά ὄμματα δέομαι , μακράν ἐλαύνοντα τῆς ἁμαρτίας σκότος βαθύτατον , ἐκ τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς , ἵνα μεγαλύνω Σε , ἵνα δοξάζω Σε , ἵνα πόθῳ Σε ὑμνῶ τήν ΠΑΝΥΜΝΗΤΟΝ .
Φωτός ἀϊδίου θεοπρεπές δοχεῖον ΠΑΡΘΕΝΕ , γενομένη καί καθαρόν , κηλίδων με πάσης ἁμαρτίας , καί μολυσμάτων πλῦνον ΔΕΣΠΟΙΝΑ .
Χαῖρε ΜΑΡΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ , ὁ Ἀσώματος ἐβόα Σοι ΑΓΝΗ ΠΑΡΘΕΝΕ · σύν αὐτῷ δέ πιστοί , βοῶμεν Σου τῷ τόκῳ , Εὐλογημένος ΠΑΝΑΓΝΕ , ὁ καρπός τῆς Σῆς κοιλίας .
Χαίροις ἀληθῶς , ΠΑΡΘΕΝΙΑΣ τό κειμήλιον , τῆς προμήτορος ἀνάκλησις , καί τῆς κατάρας , ἡ λύσις τοῦ προπάτορος .
Χαίροις ὁ Πανάγιος Ναός ὁ πόκος ὁ θεόδροσος , ἐσφραγισμένη πηγή τοῦ ἀθανάτου ῥείθρου , τήν ποίμνην Σου ΔΕΣΠΟΙΝΑ , φύλαττε , ἐκ παντοίων πολεμίων ἀπολιορκήτως .
Ψυχῶν καθαρτήριον , καί σωτηρίας ὑπάρχεις πρόξενος , τοῖς ἐν πίστει καί πόθῳ , Θεοῦ Μητέρα Σε καταγγέλουσιν , καί συμφώνως κραυγάζουσιν · Εὐλογημένος ΠΑΝΑΓΝΕ , ὁ καρπός τῆς Σῆς κοιλίας .
Ὡραίωσον τήν ψυχήν μου ΠΑΡΘΕΝΕ , ἀμορφίᾳ τῶν παθῶν κρατουμένη · καί λογισμοῖς ἀληθοῦς μετανοίας , τήν ταπεινήν μου καρδίαν ὀχύρωσον · καί σῶσον με τόν ἐπί Σοί , ἀδιστάκτως ΑΓΝΗ καταφεύγοντα .
Ὡς ἔμψυχος κιβωτός , τόν Νομοδότην ἐχώρησας , ὡς Ἅγιος δέ Ναός , ἐδέξω τόν Ἅγιον , ἄνθρωπον γενόμενον , ἐπ ᾿ εὐεργεσίᾳ , τῶν ἀνθρώπων ΜΗΤΡΟΠΑΡΘΕΝΕ .
Ὡς Θεόν συλλαβοῦσα , τόν Δημιουργόν τῶν ἁπάντων καί Κύριον , γενεαί Σε πᾶσαιτῶν ἀνθρώπων ΑΓΝΗ μακαρίζουσι · καί τῶν Ἀσωμάτων αἱ νοεραί ταξιαρχίαι , ὡς Μητέρα Θεοῦ Σε δοξάζουσιν.
Ὡς καλήν ὡς ὡραίαν , ὡς ἐκλεκτήν ἌΧΡΑΝΤΕ , ὁ Λόγος ὁ τό πᾶν οὐσιώσας , Σέ ἐκλεξάμενος , Σοῦ τήν ἀμόλυντον καί θεοδόχον γαστέρα , βουληθείς κατῴκησεν ὁ ὑπερούσιος .
Ὡς ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ , τήν καλλοποιόν ὑπεδέξω εὐπρέπειαν , τήν τά πάντα μόνῳ τῷ βουλήματι κατασκευάσασαν · καί τῷ θείῳ κάλλει , καί φωτισμῷ τῆς εὐσεβείας , ΘΕΟΜΗΤΟΡ , ἡμᾶς καλλωπίσασαν .
Ὡς οἱ Πατέρες εὐσεβῶς ἐδίδαξαν , ὁμολογοῦμεν πιστῶς , ΠΑΡΘΕΝΙΚΗΝ Μήτραν , ἀνωδίνως τέξασαν , μετά σαρκός τόν ἄσαρκον · προσκυνοῦμεν τε τούτου , στηλογραφοῦντες τήν μόρφωσιν , καί τιμητικῶς ἀσπαζόμεθα .
Ὦ !!! Μῆτερ τοῦ τῶν ὅλων δημιουργοῦ , Μητρικῇ παρρησίᾳ δυσώπησον , τόν Σόν Υἱόν , σῶσαι δυναστείας τυραννικῆς , τούς αἰχμαλώτους δούλους Σου , καί συκοφαντίας τῶν πονηρῶν , ἀνθρώπων καταργῆσαι , γαλήνην τε βραβεῦσαι , καί σωτηρίαν τοῖς ὑμνοῦσι Σε .
.................................Ἐξαποστειλάρια ...........................................
Ἁμαρτιῶν πελάγει με , καί παθῶν ἐν τῇ ζάλῃ , διηνεκῶς ποντούμενον , πρόφθασον ΘΕΟΤΟΚΕ , τῇ παναλκεῖ Σου δυνάμει , καί διάσωσον τάχος , καί πρός λιμένα ἴθυνον μετανοίας με ὅπως , δοξολογῶ , Σόν Υἱόν ὅν ἔτεκες ἀποῤῥήτως , καί Σέ τήν ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ , εὐλαβῶς μεγαλύνω .
ΔΕΣΠΟΙΝΑ πάντων Ἄνασσα , πρόφθασον ἐν κινδύνοις , πρόφθασον ἐν ταῖς θλίψεως , πάρεσο ἐν ἀνάγκαις , τῆς τελευταίας ἡμέρας , μή σατάν ἡμᾶς λάβῃ , μή ἅδης μή ἀπώλεια , ἀλλά τῷ τοῦ Υἱοῦ Σου τότε φρικτῷ , ἀνευθύνως βήματι παρεστῶμεν , ὡς ΘΕΟΜΗΤΟΡ γάρ ΑΓΝΗ , ὅσα θέλεις ἀνύεις .
Ἐν θεοπνεύστοις ἄσμασιν , κατετράνωσας μάκαρ , τήν τοῦ Χριστοῦ ἀπόῤῥητον θείαν οἰκονομίαν , καί ὕμνοις ἔστεψας πάντας , Ῥωμανέ τούς Ἁγίους · μεθ ᾿ ὧν φαιδρῶς ἀνύμνησας , τήν ΑΓΝΗΝ καί ΠΑΡΘΕΝΟΝ , καί ἀληθῆ , τοῦ Θεοῦ Μητέρα πάνσοφε πάτερ , μεθ ᾿ ἧς ἡμῶν μνημόνευε , παρεστώς τῇ Τριάδι .
Ἐν τῇ Σεπτῇ Κοιμήσει Σου ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΘΕΝΕ , παρῆν ὁ Διονύσιος , σύν τῷ Ἱερωθέῳ , καί Τιμοθέῳ τῷ θείῳ , ἅμα τοῖς Ἀποστόλοις , ἕκαστος ὕμνον ἄδοντες , πρόσφορον τῇ Σῇ μνήμῃ · μεθ ᾿ ὧν καί νῦν , πᾶσα γλῶσσα βρότειος ἀνυμνεῖ Σε , τή τοῦ Θεοῦ Λοχεύτριαν καί τοῦ κόσμου προστάτιν .
Ἐπίβλεψον ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , εἰς τήν κληρονομίαν Σου , καί τῇ ἀμάχῳ Σου ταύτην , συντήρησον δυναστείᾳ · τῆς βασιλείας ἴθυνον , τά σκῆπτρα καί κρταίωσον , τά ἔθνη καταπράϋνον , καί ἔκχεον τήν εἰρήνην , ἐπί τά πέρατα κόσμου .
Εὐλογημένη ΠΑΝΑΓΝΕ , ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ , Χριστιανῶν τό καύχημα, τῶν Ἀγγέλων ἡ δόξα , καί Ἀθλοφόρων τό κλέος ,
κράτος τεῖχος καί σκέπη , καί ὀχυρόν προπύργιον , φύλαττε καί προστάτις , καί βοηθός , ἐν κινδύνοις φάνηθι , τοῖς Σοῖς δούλοις ·καί γάρ ἐν Σοί καυχώμεθα , προστασία τοῦ κόσμου .
Ἡ φοβερά τῆς κρίσεως , καί μεγάλη ἡμέρα , νῦν ἐπί θύραις ἔστηκεν , ὅρα πρόσεχε , νῆφε , ψυχή μου καί ἐκ καρδίας , πρόσπεσον τῇ ΠΑΡΘΕΝῼ , καί Μόνῃ ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ , δάκρυσιν ἐκβοῶσα , πάσης ΑΓΝΗ , τιμωρίας ῥῦσαι με δυσωπῶ Σε , καί δεξιοῖς προβάτοις με σύνταξον τοῦ Υἱοῦ Σου .
Θεοφανής Παράδεισος ὤφθης ἔχουσα μέσον , ξύλον ζωῆς τόν Κύριον , ἌΧΡΑΝΤΕ ΘΕΟΤΟΚΕ , ἐξ ᾿ οὗ φαγόντες οὐκ ἔτι , ἀποθνήσκομεν ὅλως , ἀλλά ζωήν ἀμείνονα , διά Σοῦ ζῶμεν πάντες , τό τοῦ Σταυροῦ , ὅπλον περιφέροντες καί νικῶντες , τόν ἀποστάτην τύραννον , Σέ ὑμνοῦντες ΠΑΡΘΕΝΕ .
Κενοῦται ἐν τῇ Μήτρᾳ Σου , ὁ πληρέστατος Λόγος , κώλπων πατρώων ἌΧΡΑΝΤΕ , οὐκ ἐκστάς ἀποῤῥήτως , καί σάρξ ὁρᾶται , καί βρέφος τίκτεται ΘΕΟΤΟΚΕ · ὅν ἐκτενῶς ἱκέτευε , λυτρωθῆναι κινδύνων καί πειρασμῶν , καί πταισμάτων ΔΕΣΠΟΙΝΑ καί γεένης , τούς εὐσεβῶς κηρύττοντας , τοῦ Θεοῦ Σε Μητέρα .
Ναός ἐγένου ΠΑΝΑΓΝΕ , τῆς θεότητος ὅλης , τόν ἕνα τῆς Τριάδος γάρ τέτοκας ἀποῤῥήτως , διπλοῦν τε τήν φύσιν ΠΑΡΘΕΝΕ , ἐν μιᾷ ὑποστάσει · ὅν ἐκτενῶς ἱκέτευε , σῶσαι τούς Σέ ὑμνοῦντας , ἐκ πειρασμῶν , καί κινδύνων ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΘΕΟΤΟΚΕ , Σοί γάρ τό χαῖρε κράζομεν , προστασία τοῦ κόσμου .
Ὅτε ἡ Μήτηρ τοῦ Λόγου , πρός τάς ἐκεῖ καταπαύσεις , μεταναστεύουσα ὤφθη, σύν τοῖς λοιποῖς Αποστόλοις , σύ Ἱερόθεε ὕμνοις , ἐπέστης ταύτην προπέμπων .
ΠΑΝΑΜΩΜΕ
ΜΗΤΡΟΘΕΕ , τό μέγα περιήχημα, τῶν Ἀποστόλων Μαρτύρων , καί
Προφητῶν καί Ὁσίων , τόν Σόν Υἱόν καί Κύριον , ἱλέωσαι τοῖς δούλοις Σου, ἡμῖν ΘΕΟΓΕΝΝΉΤΡΙΑ , ὅταν καθίσῃ τοῦ κρῖναι , τά κατ ᾿ ἀξίαν ἑκάστου .
Πρεσβείαις Ὑπεράγαθε , Κύριε τῆς Μτρός σου , καί τῶν ἑπτά Συνόδοις , ἀθροισθέντων Πατέρων , τήν ἐκκλησίαν στήριξον , καί τήν Πίστην κράτυνον · καί οὐρανῶν βασιλείας δεῖξον πάντας κοινωνούς , ὅταν ἔλθης ἐπί γῆς τοῦ κρῖναι πᾶσαν τήν κτίσιν .
Ῥανίσι τοῦ ἐλέους Σου , κατάρδευσον ΠΑΝΑΜΩΜΕ , τήν ἐκτακεῖσαν ψυχήν μου , τῆς ἁμαρτίας τῇ καύσει · καί σκοτισθέντα πάθεσι , τόν νοῦν μου φωταγώγησον , τοῦτον σαφῶς ἰθύνουσα , πρός ἄΰλον θεωρίαν , τοῦ Σοῦ Υἱοῦ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Σέ Κιβωτόν καί Τράπεζαν καί Λυχνίαν καί
Στάμνον , καί Ὄρος καί Παλάτιον , Θρόνον , Πύλην , καί Κλίνην , τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης , τήν ΑΓΙΑΝ ΠΑΡΘΕΝΟΝ , καί
ΘΕΟΤΟΚΟΝ ἅπαντες ἀνυμνοῦμεν ἐκ πόθου · Χριστιανῶν , σκέπη γάρ ὑπάρχεις καί σωτηρία , καί ἀῤῥαγής ὑπέρμαχος , καί προστάτις καί φύλαξ .
Σέ Κιβωτόν καί Τράπεζαν , Προφῆται προηγόρευσαν , Στάμνον καί Ῥάβδον καί Ὄρος , καί Τόμον ἐγγεγραμμένον , Παλάτιον καί
Κλίμακα , καί Γέφυραν μετάγουσαν , εἰς ὕψος θείας γνώσεως · ἡμεῖς σέ Σέ ΘΕΟΤΟΚΟΝ , ἀξίως ἀνευφημοῦμεν .
Σέ οἱ Προφῆται ἅπατες ΠΑΡΘΕΝΕ προηγόρευσαν , Στάμνον καί Ῥάβδον καί Πλάκα , καί ἀλατόμητον Ὄρος , καί Κιβωτόν καί Τράπεζαν , Λυχνίαν χρυσαυγίζουσαν · ἡμεῖς δέ Σέ ΘΕΟΤΟΚΟΝ , ἀξίως ἀνευφημοῦμεν .
Σε προεδήλου ΠΑΝΑΓΝΕ , προελθεῖν ἐκ λαγόνων , στειρωτικῶν ἡ ἄνικμος , ῥάβδος τοῦ Ἱερέως , βλαστήσασα παραδόξως , Σε Προφῆται καί νόμος , Μητέρα προεκήρυττον , τοῦ Δεσπότου τῶν ὄλων , καί Ποιητοῦ · ὅν δυσώπει ΠΑΝΑΓΝΕ ΠΑΝΑΓΙΑ , σωθῆναι τούς ὑμνοῦντας Σε , ἌΧΡΑΝΤΕ ΘΕΟΤΟΚΕ .
Συνήθως τά ἐλέη Σου , φιλάγαθε ΠΑΝΥΜΝΗΤΕ , καί τούς πολλούς οἰκτιρμούς Σου , δεῖξον καί νῦν ΘΕΟΤΟΚΕ , ἐκ πάσης περιστάσεως κινδύνων τε και θλίψεων , πάντας ἡμᾶς ἐξαίρουσα , τῆς ἀπειλῆς τοῦ σεισμοῦ τε , τῆς φοβερᾶς λυτρουμένη .
Τήν μόνην ΘΕΟΜΗΤΟΡΑ , ἀπαύστως μακαρίσωμεν , οἱ σεσωσμένοι τῷ ταύτης , ὑπερφυεῖ θείῳ τόκῳ , ἀξιοχρέως μέλποντες , τήν ΘΕΟΤΟΚΟΝ ΔΕΣΠΟΙΝΑ · λύτρον γάρ ἡμῖν τέτοκε , πλημμελημάτων ἀρχαίων , Χριστόν Τριάδος τόν ἕνα .
Τόν σαρκωθέντα Κύριον , ἐξ ᾿ Ἁγνῶν Σου Αἱμάτων , ΠΑΡΘΕΝΟΜΗΤΟΡ ἌΧΡΑΝΤΕ , δυσωποῦσα μή παύσῃ ὑπέρ ἀχρείων δούλων Σου , ὅπως εὕρωμεν χάριν , καί εὔκαιρον βοήθειαν , ἐν ἡμέρᾳ ᾗ κρίνῃ γένος βροτῶν , ὡς Θεός παρέχων τά κατ ᾿ ἀξίαν · Σέ γάρ προστάτιν ἅπαντες , ἔχομεν
ἐν ἀνάγκαις .
Τόν Σόν Υἱόν ΠΑΡΘΕΝΕ , μή διαλείπης δυσωπεῖν , ὑπέρ ἡμῶν τῶν Σῶν δούλων , ἵνα ῥυσθῶμεν τῆς ἐκεῖ , φρικτῆς κολάσεως πάντες καί τοῦ πυρός τοῦ ἀσβέστου .
Φθαρεῖσαν ἀνεκαίνισας , τήν φύσιν τοῦ προπάτορος , ὑπερφυῶς συλλαβοῦσα , καί ἀπειράνδρως τεκοῦσα , τόν ποιητήν τῆς κτίσεως , ὑφ ᾿ οὗ ῥωσθέντες ἤθλησαν χοροί Μαρτύρων μέλποντες , Σέ τῆς ἡμῶν σωτηρίας , τήν ἁπαρχήν ΘΕΟΤΟΚΕ .
Χαράν τήν ἀνεκλάλητον ΠΑΝΑΓΝΕ ἡ κυήσασα , χαρᾶς ἡμᾶς αἰωνίου , μετόχους ἡμᾶς ποίησον πάντας , ΠΑΡΘΕΝΕ ΘΕΟΝΥΜΦΕΥΤΕ , ἡ Σκέπη καί κραταίωμα , τῶν εὐσεβῶς βοώντων Σοι , μή ἐπιλάθη Σῶν δούλων , ΘΕΟΚΥΗΤΟΡ ΜΑΡΙΑ .
Χαρμονικῶς τό χαῖρε Σοι , τοῦ σεπτοῦ Ἀρχαγγέλου , οἱ λυτρωθέντες ΠΑΝΑΓΝΕ , τῆς ἀρχαίας κατάρας , διά τοῦ θείου Σου τόκου , εὐχαρίστως βοῶμεν · χαῖρε Ἀδάμ ἡ λύτρωσις , χαῖρε Εὔας ἡ λύσις · χαῖρε δι ᾿ ἧς , ἅπαν ἡμῶν βρότειον ἐθεώθη , χαῖρε δι ᾿ ἧς ἐτύχομεν , οὐρανῶν βασιλείας .
Δόξα Σοι Μῆτερ τοῦ Θεοῦ ,
Δόξα Σοι ΠΑΝΑΓΙΑ,
εὐχαριστοῦντες,
προσκυνοῦμεν Σε ,
Μητέρα τοῦ Ὑψίστου....
εὐλόγησον , πόλιν ,
χώραν , χώρας καί λαόν , τήν ἐκκλησίαν Σου , τήν ποίμνην Σου , τήν νεολαίαν Σου , τό Ἔθνος Σου , ὅ πάλιν κινδυνεύει τήν ἀπό Σοῦ διάστασιν · ὕψωσον κέρας Χριστινῶν Ὀρθοδόξων , κατάσβεσον τάς αἱρέσεις καί πᾶν ἀσεβές φρόνημα ἐγειρόμενον κατά τοῦ ἔθνους, καί πίστεως ἡμῶν , καταπατοῦντας τά ἰερά καί ὅσια, καί βεβηλώνοντας τόν ναόν καί ναούς Σου · δεῖξον ὡς ἀεί τήν δυναστείαν Σου , καί γνώτωσαν πάντες , τίς ἡ χάρις καί δύναμις καί προστασίαν Σου πρός τόν πιστόν λαόν Σου .ἀμήν . γένοιτο .
ἐν τῇ Ἱεραποστολῇ
, βκ Ἰουλ. κδ ΄ (24-7-2020 )
εὐλογεῖτε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου