ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ , χαῖρε , Κεχαριτωμένη ΜΑΡΙΑ , ὁ Κύριος , μετά Σοῦ · Εὐλογημένη Σύ ἐν γυναιξί , καί εὐλογημένος , ὁ καρπός τῆς κοιλίας Σου · ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες, τῶν ψυχῶν ἡμῶν ..
ΔΟΞΑ CΟΙ ! ΔΟΞΑ CΟΙ ! ΜΗΤΕΡ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΟΞΑ CΟΙ ! ΠΑΝΑΓΙΑ ! ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΝΤΕΣ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ CΟΙ , ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΥΨΙΣΤΟΥ ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΘΕΟΤΟΚΕ !!! --- ὙΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ, σῶσον ἡμᾶς, τήν ἐκκλησίαν σου, τήν ποίμνην σου, τούς μοναχούς σου, τό ὄρος σου,τά ἔθνη σου, τήν νεολαίαν σου, τόν λαόν, καί χώραν ταύτην καί τόν κόσμον σου ἅπαντα. Ἀμήν ---Ἡ ΠΑΝΑΓΙΑ, νά εἶναι :βοηθός, ὁδηγός, ἰατρός, συνεργός, ἀρωγός, ἀγωγός, φωτισμός,στηριγμός, ὁπλισμός, στολισμός,πλουτισμός, χορηγός, κάθε θεϊκῆς ἀγαθότητος στήν ζωήν σας.

Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Λόγοι Πατέρων εἰς τήν Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Γἐννησιν

 



Λόγοι Πατέρων


εἰς τν γίαν το Χριστο  Γέννησιν


 

 

χος γ. Ατόμελον.

Ποίημα ωμανο το Μελδο.

--

 Παρθένος σήμερον, τν περούσιον τίκτει,

κα  γ τ Σπήλαιον, τ προσίτ προσάγει.

γγελοι μετ Ποιμένων δοξολογοσι.

Μάγοι δ μετ στέρος δοιποροσι.

Δι᾿ μς γρ γεννήθη, Παιδίον νέον,

 πρ αώνων Θεός.

Εἰς τν γίαν τοῦ Χριστοῦ Γέννησιν  

 

Μεγάλου Βασιλείου


... Τί ν σο κάνω νθρωπέ μου; ν  Θες κατοικοσε στ ψη, δν προσπάθησες ν τν συναντήσεις· ταν συγκατατέθηκε ν κατεβε σ σένα κα μ σάρκα ν σο μιλε, δν τν παραδέχτηκες, λλά ψάχνεις ν βρες τν τρόπο πς θ συμφιλιωθες μ τν Θεό. Ν ξέρεις τι γι' ατόν τν λόγο  Θες λαβε νθρώπινη σάρκα, πειδ πρεπε ατή  καταραμένη σάρκα ν γιασθε, ατή πού ξασθένησε ν νδυναμωθε, ατή πού ποξενώθηκε π τν Θε ν συμφιλιωθε μ' ατόν, ατή πού διώχτηκε π τν παράδεισο ν νεβε στν ορανό.

Ποις εναι  χρος που πραγματοποιεται τ σωτήριο ατό σχέδιο; Τ σμα τς γίας Παρθένου. Ποι εναι τ στοιχεα τς γεννήσεως; Τ γιο Πνεμα κα  δύναμη το ψίστου, πού κάλυψε τ Θεοτόκο. Μλλον κουσε ατά τ λόγια το Εαγγελίου πού λένε: « μητέρα του  Μαρία ρραβωνιάστηκε μ τν ωσήφ. Προτο μως ν συνευρεθον μεινε γκυος μ τ δύναμη το ίου Πνεύματος». ν ταν παρθένος κα ρραβωνιασμένη μ κάποιον, κρίθηκε κατάλληλη ν διακονήσει τ μυστήριο τς Θείας οκονομίας, στε κα  παρθενία ν τιμηθε κα  γάμος ν μν ξευτελιστε παρθενία διαλέχτηκε σν κατάλληλη γι γιασμό, μ τ μνηστεία συμπεριλήφθηκαν τ στοιχεα το γάμου. Συγχρόνως γι ν εναι κα  ωσφ  νάλογος μάρτυρας τς γνότητας τς Μαρίας κα γι ν μν εναι κτεθειμένος στος συκοφάντες, τι τάχα ατή βεβήλωσε τν παρθενία, τν εχε μνηστήρα φύλακα τς ζως της.

χω κα κάποιον λλο λόγο ν π φάμιλλο μ' ατούς πού επώθηκαν, τι  κατάλληλος γι τν νανθρωπιση το Κυρίου χρόνος, π παλι ρισμένος κα διαταγμένος πρν π τν ρχή το κόσμου, κείνη τ στιγμ εχε φτάσει· τότε πρεπε τ γιο Πνεμα κα  δύναμη το ψίστου ν δώσουν πόσταση σ κείνη τ θεοφόρο σάρκα. πειδ δν πρχε σ κείνη τ γενι τν νθρώπων κάποια σότιμη στν καθαρότητα μ τ Μαρία, στε ν ποδεχτε τν νέργεια το γίου Πνεύματος εχε βέβαια ξασφαλισθε προηγουμένως μ τ μνηστεία διαλέχτηκε  μακαρία Παρθένος χωρς ν βλαφτε κάτι π τν παρθενία της ξαιτίας τς μνηστείας της.

χει διατυπώσει κάποιος πό τούς παλιος κι να λλο πιχείρημα, τι γι ν ξεγελαστε  ρχοντας το κακο ατο το κόσμου, δηλαδ  Διάβολος, π τν παρθενία τς Μαρίας, γι' ατό πινοήθηκε  μνηστεία το ωσήφ. Γιατί τ πρόσχημα τς μνηστείας γύρω π τν Παρθένο πινοήθηκε κατ κάποιο τρόπο γι τν παρση το πονηρο ποος π παλι παρακολουθοσε τς παρθένες π τότε πού κουσε τν Προφήτη ν λέει: «Νά,  παρθένος θ συλλάβει μ περφυσικ τρόπο κα θ γεννήσει γιό». Ξεγελάστηκε λοιπν μ τ μνηστεία  χθρός τς παρθενίας. Γιατί γνώριζε τν καταστροφ τς ξουσίας του, πού πρόκειτο ν συμβε μ τ σαρκικ μφάνιση το Κυρίου.

«Προτο μως συνευρεθον, μεινε γκυος μέ τή δύναμη το γίου Πνεύματος». Κα τ δύο, δηλαδ κα τν κύηση κα τν ατία της, διαπίστωσε  ωσφ τι προέρχονταν π τ γιο Πνεμα. πειδ φοβήθηκε ν θεωρεται νδρας τέτοιας γυναίκας «ποφάσισε ν διαλύσει τν ρραβώνα χωρς τν πίσημη διαδικασία», χωρς ν τολμήσει ν κάνει γνωστ τ σχετικ μ' ατήν τν πόθεση. πειδ ταν δίκαιος, το ποκαλύφθηκαν τ μυστήρια. «ταν μως κατέληξε σ' ατήν τ σκέψη, το μφανίσθηκε στν πνο του νας γγελος σταλμένος π τν Θε κα το επε- "Μ διστάσεις ν πάρεις στ σπίτι σου τ Μαριάμ, τ γυναίκα σου. Οτε ν βάλεις στ μυαλό σου τ σκέψη, τι εναι δυνατν μ στήρικτες πόνοιες ν συγκαλύψεις τν μαρτία. νομάστηκες δίκαιος κα δν ταιριάζει σ δίκαιο νθρωπο μ τ σιωπή του ν σκεπάζει τς μαρτίες. Μ διστάσεις ν πάρεις στ σπίτι σου τ Μαριάμ, τ γυναίκα σου"». πέδειξε  ωσφ πώς δν γανακτοσε οτε νιωθε ποτροπιασμό, λλά τι σεβόταν τ Μαριάμ, πειδ ταν πλήρης π γιο Πνεμα. «Γιατί τ παιδ πού περιμένει προέρχεται π τ γιο Πνεμα». π' ατό τ γεγονς γίνεται λοφάνερο τι  σύσταση τς σάρκας το Κυρίου δν ταν μοια μ τν κοιν φύση τς σάρκας. Γιατί μέσως τ μβρυο ταν τέλειο κατ σάρκα κα δν σχηματίστηκε μ διαδοχικ στάδια, πως τ δηλώνουν ο σημασίες τν λέξεων. Δν επώθηκε «ατό πού κυοφορήθηκε», λλά «ατό πού γεννήθηκε». πειδ  σάρκα διαμορφώθηκε π γιωσύνη, ταν ξια ν νωθε μ τ θεότητα το Μονογεν.

«Θ γεννήσει γι κα θ το δώσεις τ νομα ησος». χουμε παρατηρήσει τι που μπαίνουν πίτηδες νόματα, ατά ποδηλώνουν τ φύση πού κρύβεται πίσω τους, πως παραδείγματος χάριν τ νόματα βραάμ, σακ κα σραήλ. Γι' ατό κα τώρα νομάζεται ησος, δηλαδ «Σωτηρία το λαο». δη τ προκαθορισμένο πρν π αἰῶνες μυστήριο κα τ ποο π παλι διακηρύχθηκε, πραγματοποιονταν. «Νά,  παρθένος θ συλλάβει κα θ γεννήσει γι κα θ το δώσουν τ νομα μμανουήλ, πού σημαίνει,  Θες εναι μαζί μας». Κα  παλι γνωστ νομασία λόκληρου το μυστηρίου χει τν ρμηνεία της, τι  Θες εναι νάμεσα στος νθρωπους, πειδ ρμηνεύεται, λέει, τ μμανουλ « Θες εναι μαζί μας».

Κανες λοιπν ν μν λλάξει γνώμη ξαιτίας τν ουδαϊκν βρεων, ο ποες λένε τι  προφήτης νόμασε τ Μαριμ νεάνιδα κι χι παρθένο. Λένε: «Νά,  νεάνιδα θ μείνει γκυος». Πρτα βέβαια ατό πού δωσε  Κύριος ς σημεο εναι τ πι παράδοξο π' λα, δηλαδ ατό πού ντας κοιν ν θεωρεται πώς εναι παραδεκτ π' λη τ φύση. Γιατί τί λέει  Προφήτης; «Μίλησε  Κύριος κα πάλι στν χαζ κα επε: "Γι ν πιστέψεις ατά πού επα, ζήτησε ν γίνει κάποιο σημεο π τν Κύριο τν θεό σου  στ βάθη τς γς  στ ψη το ορανο". πάντησε  "χαζ: "Δν πρόκειται γώ ν ζητήσω κάτι τέτοιο κα δν θ βάλω σ πειρασμ τν Κύριο"». πειτα π μερικ λλα λέγει: «Γι' ατό θ δώσει  διος  Κύριος σ σς σημεο, δηλαδ μεγάλο κα καταπληκτικ θαμα. Νά,  παρθένος θ συλλάβει». πειδ λοιπν  χαζ δν ζήτησε ν γίνει σημεο βαθι στ γ  ψηλ στν ορανό, γι ν μάθεις τι ατός πού κατέβηκε στ βάθη τς γς εναι  διος πού νέβηκε πάνω πό τούς ορανούς, γι' ατό  διος  Κύριος δωσε σημεο, να σημεο κάπως παράδοξο κα λλόκοτο κα πάρα πολ διαφορετικ π τν κοιν φύση, δηλαδ  δια γυναίκα ν εναι κα παρθένος κα μητέρα κα ν πολαμβάνει τν γιασμ τς παρθενίας κα ν κληρονομε τν ελογία τς τεκνογονίας.

ν μερικο πό τούς μεταφραστς τς βραϊκς γλώσσας μετφρασαν γράφοντας ντ τ λέξη παρθένος τ λέξη νεάνιδα, ατό δν βλάπτει καθόλου τ μετάφραση τς Γραφς. Γιατί συναντήσαμε μ τν παφή μας μ τ Γραφ πολλς φορς ν παναλαμβάνεται  λέξη νεάνιδα ντ παρθένος, πως παραδείγματος χάριν στ Δευτερονόμιο πού λέει: «ν νας νδρας συναντήσει μι παρθένο,  ποία δν εναι μνηστευμένη, κα τν βιάσει φο κοιμηθε μαζί της κα νακαλυφθε ατός πού διέπραξε ατό τ δίκημα, θ δώσει ατός  νθρωπος στν πατέρα τς νεαρς πενήντα ργυρά δίδραχμα».

«ταν ξύπνησε, πρε σπίτι του τ γυναίκα του». Κα παρόλο πού νιωθε τν κατάλληλη διάθεση κα στοργ κα κάθε φροντίδα πού μς πιβάλλει  συγκατοίκηση, φο τ θεωροσε γυναίκα του, πεχε π τ συζυγικά του καθήκοντα. Λέει  Γραφή: «Κα δν εχε συζυγικς σχέσεις μαζί της, σότου γέννησε τν Υό της, τν πρωτότοκο». Ατό δημιουργε δη τν πόνοια, τι μετ τν καθαρ διαδικασία τς γεννήσεως το Κυρίου μ τ βοήθεια το γίου Πνεύματος, σως  Μαρία δν ρνήθηκε ν κτελέσει τ νόμιμα συζυγικά της καθήκοντα. ν κα δν βλάπτεται καθόλου  ελαβής λόγος -γιατί  παρθενία ταν ναγκαία μέχρι ν ξυπηρετηθε τ σχέδιο τς Θείας οκονομίας, ν τ παραπέρα εναι σχετα μ τν πορεία το μυστηρίου-, μως πειδ ο φιλόχριστοι δν νέχονται ν κον τι κάποτε σταμάτησε  Θεοτόκος ν εναι παρθένος, γώ θεωρ ατές τς ποδείξεις πειστικές.

Σχετικ μ τ χωρίο πού λέει τι: «Δν εχε συζυγικς σχέσεις μαζί της, σότου γέννησε τν Υό της»,  λέξη «σότου» σ πολλς περιστάσεις φαίνεται πώς ποδηλώνει κάποιον χρονικ περιορισμό, στν πραγματικότητα μως δείχνει κάτι όριστο. Παρόμοιο εναι κι ατό πού επε  Κύριος: «Κι γώ θ εμαι μαζί σας πάντα, ς τ συντέλεια το κόσμου».  Κύριος βέβαια δν πρόκειτο μετ π' ατήν τ ζω ν μ βρίσκεται μαζ μ τος γίους. δ  ποσχεση το παρόντος δηλώνει τ αώνιο, δν εναι διαγραφ το μέλλοντος. Μ τν δια σημασία σχυρίζομαι τι κα σ' ατό τ σημεο χρησιμοποιήθηκε τ «σότου».

πειδ χει χρησιμοποιηθε  λέξη «πρωτότοκος», δν πρέπει καθόλου ν συνδέεται  λέξη πρωτότοκος μ μεταγενέστερα παιδιά, γιατί πρωτότοκος νομάζεται ατός πού πρτος διανοίγει τ μήτρα. Μς διδάσκει π πλέον κα  στορία το Ζαχαρία, τι  Μαρία ταν παρθένος γι λη της τ ζωή. πάρχει μι πληροφορία, πού φτασε σ μς μ τν παράδοση, πού λέει τι πειδ  Ζαχαρίας στν προορισμένο γι τς παρθένες χρο το ναο τοποθέτησε τ Μαριμ μετ τ Γέννηση το Κυρίου, γι' ατό σκοτώθηκε γρια μεταξύ του ναο κα το θυσιαστηρίου, φο κατηγορήθηκε π τν λαό, τι μ' ατή τν πράξη του κατασκεύασε τ γνωστ παράδοξη κα πολυσυζητημένη ποψη, πού λεγε τι γέννησε  παρθένος χωρς ν καταστρέψει τν παρθενία της.


 

 

Ες τό Γενέθλιον το Κυρίου μν ησο Χριστο

 

γίου ωάννου το Χρυσοστόμου


Μυστήριο παράξενο κα παράδοξο ντικρύζω. Βοσκν φωνς φτάνουν στ' ατιά μου. Δν παίζουν σήμερα μ τς φλογέρες τος κάποιον τυχαο σκοπό. Τ χείλη τος ψάλλουν μνο οράνιο.

Ο γγελοι μνολογον, ο ρχάγγελοι νυμνον, ψάλλουν τ Χερουβεμ κα δοξολογον τ Σεραφείμ. Πανηγυρίζουν λοι, βλέποντας τ Θε στ γ κα τν νθρωπο στος ορανούς.

Σήμερα  Βηθλεμ μιμήθηκε τν ορανό: ντ γι' στέρια, δέχτηκε τος γγέλους· ντ γι λιο, δέχτηκε τν λιο τς δικαιοσύνης. Κα μ ζητς ν μάθεις τ πς. Γιατί που θέλει  Θεός, νατρέπονται ο φυσικο νόμοι.

κενος λοιπν τ θέλησε. Κα τ κανε. Κατέβηκε στ γ κι σωσε τν νθρωπο. λα συνεργάστηκαν μαζί Του γι' ατν τ σκοπό.

Σήμερα γεννιέται Ατς πο πάρχει αώνια, κα γίνεται ατ πο ποτ δν πρξε. Εναι Θες κα γίνεται νθρωπος! Γίνεται νθρωπος κα πάλι Θες μένει!

ταν γεννήθηκε, ο ουδαοι δν δέχονταν τν παράδοξη γέννησή Του: π τ μία ο Φαρισαοι παρερμήνευαν τ ερ βιβλία· κι π τν λλη ο γραμματες δίδασκαν λλ ντ λλων. Oρώδης πάλι, ζητοσε ν βρε τ νεογέννητο Βρέφος χι γι ν τ τιμήσει, μ γι ν τ θανατώσει.

 λοιπόν, λοι ατο σήμερα τρίβουν τ μάτια τους, βλέποντας τ Βασιλι τ' ορανο ν βρίσκεται στ γ μ' νθρώπινη σάρκα, γεννημένος π παρθενικ μήτρα.

Κα ρθαν ο βασιλιάδες ν προσκυνήσουν τν πουράνιο Βασιλι τς δόξας.

ρθαν ο στρατιτες ν πηρετήσουν τν ρχιστράτηγο τν οράνιων Δυνάμεων.

ρθαν ο γυνακες ν προσκυνήσουν κενον πο μετέβαλε τς λύπες τς γυναίκας σ χαρά.

ρθαν ο παρθένες ν προσκυνήσουν κενον πο δημιούργησε τος μαστος κα τ γάλα, κα τώρα θηλάζει π Μητέρα Παρθένο.

ρθαν τ νήπια ν προσκυνήσουν κενον πο γινε νήπιο, γι ν συνθέσει δοξολογικ μνο «π’ τ στόματα τν νηπίων» (Ψάλμ. 8:3).

ρθαν τ παιδι ν προσκυνήσουν κενον πο  μανία το ρώδη τ νέδειξε σ πρωτομάρτυρες.

ρθαν ο ποιμένες ν προσκυνήσουν τν καλ Ποιμένα, πο θυσίασε τ ζωή Του γι χάρη τν προβάτων.

ρθαν ο ερες ν προσκυνήσουν κενον πο γινε ρχιερέας πως  Μελχισεδκ (βρ. 5:10).

ρθαν ο δολοι ν προσκυνήσουν κενον πο πρε μορφ δούλου, γι ν μετατρέψει τ δουλεία μς σ' λευθερία.

ρθαν ο ψαράδες ν προσκυνήσουν κενον πο τος μετέβαλε σ «ψαράδες νθρώπων» (Μάτθ. 4:19)

ρθαν ο τελνες ν προσκυνήσουν κενον πο π τος τελνες νέδειξε εαγγελιστή.

ρθαν ο πόρνες ν προσκυνήσουν κενον πο παρέδωσε τ πόδια του στ δάκρυα μίας πόρνης.

Κοντολογίς, ρθαν λοι ο μαρτωλο ν δον τν μν το Θεο, πο σηκώνει στος μους Το τν μαρτία το κόσμου:

Ο μάγοι γι ν Τν προσκυνήσουν·

ο ποιμένες γι ν Τν δοξολογήσουν·

ο τελνες γι ν Τν κηρύξουν·

ο πόρνες γι ν Το προσφέρουν μύρα·

 Σαμαρείτισσα γι ν ξεδιψάσει·

 Χαναναία γι ν εεργετηθε.

φο λοιπν λοι σκιρτον π χαρά, θέλω κι γ ν σκιρτήσω, θέλω ν χορέψω, θέλω ν πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αλό, δίχως λαμπάδες ναμμένες στ χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, ντ γι' ατά, τ σπάργανα το Χριστο. Ατ εναι  λπίδα μου, ατ  ζωή μου, ατ  σωτηρία μου, ατ  αλός μου, ατ  κιθάρα μου. Γι' ατ τ 'χω μαζί μου: Γι ν πάρω π τ δύναμή τους δύναμη, γι ν φωνάξω μαζ μ τος γγέλους, «δόξα στν ψιστο Θεό», κα μ τος ποιμένες, «κα ερήνη στ γ, ελογία στος νθρώπους» (Λούκ. 2:14).

Κα ξέρετε γιατί; Γιατί κενος πο προαιώνια γεννήθηκε π τν Πατέρα νεξήγητα, γεννιέται σήμερα π παρθένα περφυσικά. Τ πώς, τ γνωρίζει  χάρη το γίου Πνεύματος. μες μόνο τοτο μπορομε ν πομε: Πς ληθιν εναι κα  οράνια γέννησή του, διάψευστη εναι κα  πίγεια. λήθεια εναι τι γεννήθηκε Θες π Θεό, λήθεια εναι κα τι γεννήθηκε νθρωπος π παρθένα. Στν οραν εναι  μόνος πο γεννήθηκε π τν Πατέρα μόνο, γις Το μονογενής. Κα στ γ εναι  μόνος πο γεννήθηκε π τν Παρθένο μόνο, γις τς μονογενής. πως στν περίπτωση τς οράνιας γεννήσεώς Του εναι σέβεια ν σκεφτομε μητέρα, τσι κα στν περίπτωση τς πίγειας γεννήσεώς Του εναι βλασφημία ν ποθέσουμε πατέρα.  Θες Τν γέννησε μ τρόπο θεϊκό.  Παρθένος Τν γέννησε μ τρόπο περφυσικό. τσι, οτε  οράνια γέννησή Του μπορε ν ξηγηθε, οτε  νανθρώπησή Του μπορε ν ρευνηθε. Τ τι Τν γέννησε  Παρθένος σήμερα τ γνωρίζω. Τ τι Τν γέννησε  Θες προαιώνια τ πιστεύω. Κι χω μάθει ν τιμ σιωπηλ τ γέννησή Του, χωρς φιλοπερίεργες ρευνες κι νώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ' ,τι φορ τ Θεό, δν πρέπει ν στέκεται κανες στ φυσικ ξέλιξη τν πραγμάτων, λλ ν πιστεύει στ δύναμη κείνου πο κατευθύνει τ πάντα.

Τί φυσικότερο π’ τ ν γεννήσει μία παντρεμένη γυναίκα; λλ κα τί πι παράδοξο π’ τ ν γεννήσει παιδ μία παρθένα, δίχως νδρα, κα ν παραμείνει παρθένα;

Γι’ ατ λοιπν μπορομε ν ρευνομε ,τι γίνεται σύμφωνα μ τος φυσικος νόμους. ,τι μως συμβαίνει μ τρόπο περφυσικό, ς τ σεβόμαστε σιωπηλά. χι γιατί εναι πικίνδυνο, λλ γιατί εναι νερμήνευτο.

Φόβο νιώθω μπροστ στ θεο μυστήριο.

Τί ν π κα τί ν λαλήσω;

Βλέπω κείνη πο γέννησε. Βλέπω κι κενον πο γεννήθηκε. λλ τν τρόπο τς γεννήσεως δν μπορ ν τν καταλάβω. που θέλει, βλέπετε,  Θεός, νικνται ο φυσικο νόμοι. τσι γινε κι δ: Παραμερίστηκε  φυσικ τάξη κα νέργησε  θεία θέληση.

Πόσο νέκφραστη εναι  εσπλαχνία το Θεο!

 προαιώνιος Υἱὸς το Θεο φθαρτος κα όρατος κα σώματος, κατοίκησε μέσα στ φθαρτ κα ρατ σμα μας. Γι ποι λόγο; Νά, πως ξέρετε, μες ο νθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ' ,τι βλέπουμε παρ σ' ,τι κομε. Στ ρατ πιστεύουμε. Στ' όρατα χι. τσι δν πιστεύαμε στν όρατο ληθιν Θεό, λλ λατρεύαμε ρατ εδωλα μ μορφ νθρώπων.

Δέχτηκε λοιπν  Θες ν παρουσιαστε μπροστ μας μ ρατ μορφ νθρώπου, γι ν διαλύσει μ' ατν τν τρόπο κάθε μφιβολία γι τν παρξή Του. Κι στερα, φο μς διδάξει μ τν ασθητ κα ναμφισβήτητη παρουσία Του, ν μς δηγήσει εκολα στν ληθιν πίστη, στ' όρατα κα περφυσικά.

Κατάπληξη μ γεμίζει τ θαμα!

Παιδ βλέπω τν προαιώνιο Θεό!

Σ φάτνη ναπαύεται, Ατς πο χει θρόνο τν ορανό!

Χέρια νθρώπινα γγίζουν τν πρόσιτο κι σώματο!

Μ σπάργανα εναι σφιχτοδεμένος, Ατς πο σπάει τ δεσμ τς μαρτίας!

μως... τοτο εναι τ θέλημά Του: Τν τιμία ν μεταβάλει σ τιμή· μ δόξα ν ντύσει τν ετέλεια· κα τν προσβολ σ' ρετ ν μεταπλάσει.

Πρε τ σμα μου. Μο προσφέρει τ Πνεμα Του. Μο χαρίζει τ θησαυρ τς αώνιας ζως, παίρνοντας λλ κα δίνοντάς μου: Παίρνει τ σάρκα μου γι ν μ γιάσει· μο δίνει τ Πνεμα Του γι ν μ σώσει.

«Νά,  παρθένος θ μείνει γκυος» (σ. 7:14).

Τ λόγια εναι τς συναγωγς, μ τ πόκτημα τς κκλησίας.

 συναγωγ βαψε τ νμα·  κκλησία φόρεσε τ βασιλικ στολή.

 ουδαία Τν γέννησε·  οκουμένη Τν ποδέχτηκε.

 συναγωγ Τν θήλασε κα Τν θρεψε·  κκλησία Τν παρέλαβε κα φελήθηκε.

Στ συναγωγ βλάστησε τ κλμα· μες μως πολαμβάνουμε τ σταφύλια τς λήθειας.

 συναγωγ τρύγησε τ σταφύλια· ο εδωλολάτρες μως πίνουν τ μυστικ πιοτό.

κείνη σπειρε στν ουδαία τ σπόρο· ο εδωλολάτρες μως θέρισαν τ στάχυ μ τ δρεπάνι τς πίστεως. Ατο κοψαν μ σεβασμ τ ρόδο, κα στος ουδαίους μεινε τ γκάθι τς πιστίας.

Τ πουλάκι πέταξε, κι ατο ο νόητοι κάθονται κα φυλνε κόμα τ φωλιά.

Ο ουδαοι πασχίζουν ν ρμηνεύσουν τ βιβλίο το γράμματος, κα ο εδωλολάτρες τρυγον τν καρπ το Πνεύματος.

«Νά,  παρθένος θ μείνει γκυος».

Πές μου, ουδαε, πές μου λοιπόν, ποιν γέννησε;

Δεξε, σ παρακαλ, θάρρος, στω κα σν κενο πο δειξες μπροστ στν ρώδη. λλ δν χεις θάρρος. Κα ξέρω γιατί. Γιατί εσαι πίβουλος. Στν ρώδη μίλησες γι ν Τν ξολοθρεύσει· κα σ' μένα δν μιλς γι ν μν Τν προσκυνήσω.

Ποιν λοιπν γέννησε; Ποιόν;

Τ Δημιουργό της κτίσεως. Κι ν σ σωπαίνεις,  φύση τ βροντοφωνάζει. Τν γέννησε λοιπν μ τν τρόπο πο  διος θέλησε ν γεννηθε. Στ φύση δν πρχε  δυνατότητα μίας τέτοιας γεννήσεως. κενος μως, ς κύριος της φύσεως, πινόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο. Κι δειξε τσι τι, κα νθρωπος πο γινε, δν γεννήθηκε σν νθρωπος, μ πως μόνο σ Θε ταιριάζει.

κενος πο πλασε τν δμ π παρθένα γκενος πο π τν δμ κατόπιν καμε γυναίκα, γεννήθηκε σήμερα π παρθένα κόρη πο νίκησε τ φύση, ξεπερνώντας τ νόμο το γάμου.

 δμ τότε, χωρς ν χει γυναίκα, γυναίκα πόκτησε.

 Παρθένος τώρα, χωρς ν χει νδρα, νδρα γέννησε.

Κα γιατί γινε ατό; Ν γιατί:

Ο γυνακες εχαν να παλαι χρέος πρς τος νδρες, φο π τν δμ εχε βλαστήσει γυναίκα χωρς τ μεσολάβηση λλης γυναίκας. Γι ατ  Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στος νδρες τ χρέος τς Εας, γέννησε χωρς νδρα, δείχνοντας τσι τν σοτιμία τς φύσεως.

Σος μεινε  δμ μετ τν φαίρεση τς πλευρς του.

διάφθορη μεινε κι  Παρθένος μετ τ γέννηση το Βρέφους.

λλ πρόσεξε κα κάτι κόμα:

Δν πλασε  Κύριος κάποιο λλο σμα γι ν μφανιστε στ γ. Πρε τ σμα το νθρώπου, γι ν μ φανε τι περιφρονε τν λη π τν ποία δημιουργήθηκε  δάμ. ρθαν τσι, Θες κα νθρωπος, σ μυστικ νωση. Κι  διάβολος, πο εχε ποδουλώσει τν νθρωπο, τράπηκε σ φυγή.

 Θες γίνεται νθρωπος, λλ γεννιέται ς Θεός. ν προερχόταν, πως γώ, π ναν κοιν γάμο, πολλο θ θεωροσαν πάτη τ γέννησή Του. Γι' ατ γεννιέται π παρθένα· γι’ ατ διατηρε τ μήτρα τς θικτη· γι' ατ διαφυλάσσει τν παρθενία τς κέραιη: Γι ν γίνει  παράξενος τρόπος τς γεννήσεως ατία κλόνητης πίστεως.

Σ' ατν λοιπν πο θ' μφισβητήσει τν σπορη γέννηση το Λόγου το Θεο, θ πικαλεστ ς μάρτυρα τν μόλυντη σφραγίδα τς παρθενίας.

Πές μου λοιπόν, ουδαε, γέννησε  Παρθένος  χι; Κι ν μν γέννησε, γιατί δν μολογες τν περφυσικ γέννηση; ν πάλι δν γέννησε, γιατί ξαπάτησες τν ρώδη; ταν κενος ζητοσε ν μάθει πο θ γεννηθε  Χριστός, σ δν επες «στ Βηθλεμ τς ουδαίας» (Μάτθ. 2:4); Μήπως γ γνώριζα τν πόλη  τν τόπο; Μήπως γ γνώριζα τν ξία το Βρέφους πο ρθε στν κόσμο;  σαΐας κα ο προφτες σας δν μίλησαν γι' Ατό; Κι σες, ο γνώμονες χθροί, δν ξηγήσατε τν λήθεια; σες, ο γραμματες κι ο Φαρισαοι, ο κριβες φύλακες το νόμου, δν μς διδάξατε γι τ Χριστό; σες δν ρμηνεύσατε τς Γραφές; Μήπως μες γνωρίζαμε τ γλώσσα σας; Κα ταν γέννησε  Παρθένος, σες δν παρουσιάσατε στν ρώδη τ μαρτυρία το προφήτη Μιχαία, «λλ' π σένα, Βηθλεέμ, πόλη τς περιοχς το φραθν κα εσαι μία π τς μικρότερες πόλεις το ούδα, θ ναδειχθε ρχηγς το σραλ» (Μίχ. 5:1);

Πολ καλ επε  προφήτης «π σένα». π σς προλθε κα παρουσιάστηκε σ' λόκληρο τν κόσμο.

Παρουσιάστηκε ς νθρωπος, γι ν καθοδηγήσει τος νθρώπους. Παρουσιάστηκε ς Θεός, γι ν σώσει τν οκουμένη.

Μ τί φέλιμοι χθρο πο εστ' σες! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!

σες κατ λάθος δείξατε πς τ νεογέννητό της Βηθλεμ εναι Θεός. σες Τν κηρύξατε χωρς ν τ θέλετε. σες Τν φανερώσατε, πασχίζοντας ν Τν κρύψετε. σες Τν εεργετήσατε, πιθυμώντας ν Τν βλάψετε.

Τί στοιχείωτοι δάσκαλοι εστε, λήθεια; σες πειντε, κα τρέφετε λλους. σες διψτε, κα ποτίζετε λλους. Πάμφτωχοι εστε, κα πλουτίζετε λλους.

λτε λοιπν ν γιορτάσουμε! λτε ν πανηγυρίσουμε! Εναι παράξενος  τρόπος τς γιορτς -σο παράξενος εναι κι  λόγος τς γεννήσεως το Χριστο.

Σήμερα λύθηκαν τ μακροχρόνια δεσμά.

 διάβολος καταντροπιάστηκε.

Ο δαίμονες δραπέτευσαν.

 θάνατος καταργήθηκε.

 παράδεισος νοίχτηκε.

 κατάρα ξαφανίστηκε.

 μαρτία διώχτηκε.

 πλάνη πομακρύνθηκε.

 λήθεια ποκαλύφθηκε.

Τ κήρυγμα τς εσέβειας ξεχύθηκε κα διαδόθηκε παντο.

 βασιλεία τν ορανν μεταφυτεύθηκε στ γ.

Ο γγελοι συνομιλον μ τος νθρώπους.

λα γιναν να.

Γιατί;

Γιατί κατέβηκε  Θες στ γ κι  νθρωπος νέβηκε στος ορανούς. Κατέβηκε  Θες στ γ κα πάλι βρίσκεται στν ορανό. λόκληρος εναι στν οραν κι λόκληρος στ γγινε νθρωπος κι εναι Θεός. Εναι Θες κα πρε σάρκα. Κρατιέται σ παρθενικ γκαλι κα στ χέρια Το κρατάει τν οκουμένη.

Τρέχουν κοντ Το ο μάγοι. Τρέχουμε κι μες. Τρέχει κα τ' στέρι γι ν φανερώσει τν Κύριο τ' ορανο. Μά... κι κενος τρέχει. Τρέχει πρς τν Αγυπτο. Κα φαίνεται βέβαια, πς πηγαίνει κε γι ν' ποφύγει τν πιβουλ το ρώδη. μως τοτο γίνεται γι ν κπληρωθον τ προφητικ λόγια: «Τν μέρα κείνη  σραηλιτικς λας θ πάρει τρίτος, μετ τος σσυρίους κα τος Αγυπτίους, τν ελογία το Θεο πάνω στ γ» (σ. 19:24).

Τί λές, ουδαε; σ πο σουν πρτος γινες τρίτος; Ο Αγύπτιοι κα ο σσύριοι μπκαν μπροστά, κα  πρωτότοκος σραλ πγε πίσω;

Ναί. τσι εναι. Ο σσύριοι θ γίνουν πρτοι, πειδ ατο πρτοι μ τος μάγους τος προσκύνησαν τν Κύριο. Πίσω τους ο Αγύπτιοι, πο Τν δέχτηκαν, ταν κατέφυγε στ μέρη τους γι ν' ποφύγει τν πιβουλ το ρώδη. Τρίτος κα τελευταος  σραηλιτικς λαός, πο γνώρισε τν Κύριο π τος ποστόλους, μετ τ βάπτισή Του στν ορδάνη.

Τί λλο μένει ν π;

Δημιουργ κα φάτνη βλέπω... Βρέφος κα σπάργανα... Λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή... νέχεια πολλή...

Εδες μως τί πλοτος μέσα στ μεγάλη φτώχεια;  Πλούσιος γινε φτωχς γι χάρη μας. Δν χει οτε κρεβάτι οτε στρμα. Μέσα σ ταπειν παχν Τν χουν ποθέσει...

 φτώχεια, πλούτου πηγή!

 πλοτε μέτρητε, κρυμμένε μς στ φτώχεια!

Μέσα στ φάτνη κείτεσαι κα τν οκουμένη σαλεύεις.

Μέσα σ σπάργανα τυλίγεσαι κα σπς τ δεσμ τς μαρτίας.

Λέξη κόμα δν ρθρωσες κα δίδαξες στος μάγους τ θεογνωσία.

Τί ν π κα τί ν λαλήσω;

Ν Βρέφος σπαργανωμένο!

Ν  Μαρία, Μητέρα κα Παρθένος μαζί!

Ν  ωσήφ, πατέρας τάχα το Παιδιο!

κείνη  γυναίκα, ατς  νδρας. Νόμιμες ο νομασίες, λλ χωρς περιεχόμενο.

 ωσφ μνηστεύθηκε μόνο τ Μαρία, κα τ γιο Πνεμα τν πισκίασε. τσι, γεμάτος πορία, δν ξερε τί ν ποθέσει γι τ Βρέφος: Ν πε πς ταν καρπς μοιχείας, δν τολμοσε. Ν προσφέρει λόγο βλάσφημο ναντίον τς Παρθένου, δν μποροσε. Οτε πάλι δεχόταν τ Παιδ σν δικό του, γιατί το ταν γνωστο τ πς κα π ποιν γεννήθηκε.

λλ νά, πού, πάνω στ σύγχυσή του, παίρνει πάντηση π τν ορανό, μ τ φων το γγέλου: «ωσήφ, μ διστάσεις ν πάρεις στ σπίτι σου τ Μαριάμ, γιατί τ παιδ πο περιμένει προέρχεται π τ γιο Πνεμα» (Μάτθ. 1:20). Κα φανέρωσε τσι σ' κενον κα σ' μς τι τ γιο Πνεμα πισκίασε τν Παρθένο.

Γιατί μως  Χριστς θέλησε ν γεννηθε π παρθένα, φήνοντας βλαβ τν παρθενία της;

Ν γιατί:

Κάποτε  διάβολος ξαπάτησε τν παρθένα Εα. Τώρα  γγελος φερε τ λυτρωτικ μήνυμα στν Παρθένο Μαριάμ.

Κάποτε  Εα ξεστόμισε λόγο, πο γινε ατία θανάτου. Τώρα  Μαρία γέννησε τ Λόγο, πο γινε ατία αώνιας ζως.

 λόγος τς Εας δειξε τ δέντρο, πο βγαλε τν δμ π τν παράδεισο.

 Λόγος τς Μαρίας δειξε τ Σταυρό, πο βαλε τν δμ πάλι στν παράδεισο.

Σ' ατν λοιπόν, τ Λόγο το Θεο κα Υἱὸ τς Παρθένου, πο νοιξε δρόμο μέσα σ τόπο διάβατο, ς ναπέμψουμε δοξολογία μαζ μ τν Πατέρα κα τ γιο Πνεμα στος αἰῶνες τν αώνων. μήν.


πόμνημα ες τόν εαγγελιστή Ματθαο- Δ΄ ΟΜΙΛΙΑ (πόσπασμα)

 

γίου ωάννου Χρυσοστόμου


φο λοιπν νόμασε λους τούς προγόνους κα φτασε στν ωσήφ, δν σταμάτησε σ' ατό τ σημεο, λλά πρόσθεσε: « ωσήφ,  νδρας τς Μαρίας», ποδεικνύοντας τσι τι ξαιτίας της τν περιέλαβε στ γενεαλογικ δέντρο πού κανε. πειτα κούγοντας τ φράση «νδρα Μαρίας», γι ν μ νομίσεις τι γεννήθηκε σύμφωνα μ τν κοιν νόμο τς φύσης, πρόσεξε πς τ διορθώνει ατό μ τ παρακάτω πού λέει. κουσες, λέει, τ λέξη νδρας, κουσες τ λέξη μητέρα, κουσες τ νομα πού ρίσθηκε γι τ παιδί, κουσε λοιπν κα τ πς γεννήθηκε ατό: « γέννηση το ησο Χριστο γινε τσι». 

Γι ποι γέννηση μο μιλς; Πές μου, ν κα νέφερες τος προγόνους. Θέλω μως ν μο μιλήσεις κα γι τ πς γινε  γέννηση. Εδες πς νέβασε ψηλ τν κροατή; Καθς πρόκειτο κάτι πι καινούργιο ν πεπόσχεται ν μιλήσει κα γι τν τρόπο.

Πρόσεξε τν ριστη συμφωνία τν λεγομένων. Δν πηγαίνει  συγγραφέας κατευθείαν στ γέννηση, λλά πρτα μς θυμίζει σ ποι σειρ βρισκόταν ν ρχίσουμε ν μετρμε π τν βραάμ, σ ποι σειρ π τν Δαβίδ, σ ποι π τ μετανάστευση π τ Βαβυλώνα, κα μ' λα ατά ναγκάζει τν κριβολόγο κροατ ν ρευνήσει τν ριθμό τν τν, ποδεικνύοντας τσι τι ατός κριβς εναι  Χριστός, γι τν ποο προφήτευσαν ο προφτες. ν μετρήσεις τς γενις κα πεισθες π τ μέτρημα τν χρόνων τι ατός κριβς εναι κενος γι τν ποο μιλον ο προφτες, εκολα θ παραδεχτες κα τν θαυματουργικ τρόπο τς γεννήσεώς του. πειδ λοιπν πρόκειτο ν πε κάτι πάρα πολ σπουδαο, τι δηλαδ γεννήθηκε π παρθένο, προτο ν λογαριάσει τν χρόνο, συγκαλύπτει ατό πού επώθηκε «τν νδρα τς Μαρίας», μλλον συντομεύει τν δια τ διήγηση τς γεννήσεως. παριθμε λοιπν π δ κα πέρα τ χρόνια, θυμίζοντας στν κροατή, τι ατός κριβς εναι κενος, τν ποο  πατριάρχης ακβ επε τι θ λθει φο ξέλιπαν στ μέλλον ο ρχοντες τν ουδαίων.

Γι' ατόν  προφήτης Δανιλ προφήτευσε τι θ λθει, φο περάσουν πολλς χρονικς περίοδοι πού τς νομάζει «βδομάδες». ν θελήσει κάποιος τ χρόνια πού περιλαμβάνονται σ' ατές τς χρονικς περιόδους, πού  γγελος νέφερε στν Δανιήλ, ν τ ριθμήσει ρχίζοντας π τν οκοδόμηση τς ερουσαλμ κα φθάσει στ γέννησή του, θ δε τι συμφωνον ατά μ' κενα πού προφητεύτηκαν.

Ν σο π λοιπν πς γεννήθηκε; «φο μνηστεύθηκε  μητέρα του Μαρία». Δν επε  παρθένος, λλά πλά  μητέρα, γι ν γίνει πι εκολα ποδεκτς ατός  λόγος. Γι' ατό προετοιμάζει πρτα τν κροατ ν προσδοκ ν κούσει κάτι συνηθισμένο, κα φο τ πετυχαίνει ατό, τότε τν ξαφνιάζει μ τν μφάνιση το παράδοξου γεγονότος, λέγοντας τι: «Προτο ν συνευρεθον μεινε γκυος μ τ δύναμη το γίου Πνεύματος». Δν επε: «Προτο ν δηγηθε ατή στ σπίτι το γαμπρο», γιατί δη κατοικοσε κεπρχε θιμο στος παλιούς, ς π τ πλεστον τς γυνακες πού μνηστεύονταν ν τς κρατον στ σπίτι τους, πράγμα πού θ μποροσε ν συναντήσει κανες ν συμβαίνει κα στς μέρες μας. Γι παράδειγμα ο γαμπρο το Λτ κατοικοσαν μαζί του στ σπίτι του. Κι ατή λοιπν μαζ μ τν ωσφ κατοικοσε στ σπίτι του.

Ρωτς γιατί δν μεινε γκυος πρν π τ μνηστεία της; πως επα π τν ρχή, γι ν συγκαλύψει τ γεγονς κα ν παλλαγε  Παρθένος π κάθε πονηρ πόνοια. Γιατί ταν ατός, πού κυρίως φείλει ν εναι ζηλιάρης περισσότερο π λους, ποδεικνύεται τι χι μόνο δν τν κθέτει, οτε τν ξευτελίζει, λλά τν ποδέχεται κα τν περιποιεται μετ τν κύηση, εναι λοφάνερο πώς ν δν ταν πόλυτα βέβαιος  διος, τι π τν νέργεια το γίου Πνεύματος προερχόταν ατό πού πρόκειτο ν γεννηθε, δν θ συγκρατιόταν  διος κα δν θ κανε λα τ λλα πού κανε. κριβς μ ντονο τρόπο γραψε κα τ «μεινε γκυος», πού συνηθίζεται ν λέγεται γι παράδοξα κα νέλπιστα πράγματα, πού δν τ περιμένει κανες ν συμβον. Μν προχωρες λοιπν περισσότερο, μν ζητς ν' κούσεις κάτι πέρα π' ατά πού επώθηκαν, μ λές: «Πς τ κανε ατό τ γιο Πνεμα ν γίνει π μία παρθένο;». ν εναι δύνατο ν ρμηνεύσουμε τν τρόπο μ τν ποο  δημιουργικ φύση διαμορφώνει τ πράγματα, πς θ μπορέσουμε ν παντήσουμε στ παραπάνω ταν θαυματουργε τ γιο Πνεμα; Τ λέω λα ατά, γι ν μ στενοχωρες τν Εαγγελιστ οτε ν τν νοχλες συνέχεια μ τέτοιες ρωτήσεις. φο επε ποις κανε τ θαμα, κλεισε τν πόθεση. Λέει, «Τίποτε περισσότερο δν γνωρίζω, παρ τι ατό πού συνέβη γινε π τ γιο Πνεμα».

Πρέπει ν νιώθουν ντροπ σοι λεπτολογον τόσο πολ μ τ θεϊκ ατή γέννηση. Γιατί ν ατή  γέννηση πού χει μύριους μάρτυρες κα πού χει προαναγγελθε πρν π τόσα πολλ χρόνια κα ποκαλύφθηκε κα ξετάσθηκε λεπτομερς π πολλούς, κανες μως δν μπόρεσε ν τν ρμηνεύσει, δν εναι τελείως τρελλο ατοί πού περιεργάζονται τ πόρρητο ατό γεγονς κα τ ξετάζουν μ περιέργεια; Γιατί οτε  Γαβριήλ, οτε  Ματθαος μπόρεσαν ν πον κάτι παραπάνω, παρ μόνον τι ατό συνέβη π τ γιο Πνεμα. Τό πς συνέβη ατό π τ γιο Πνεμα κα μ ποι τρόπο, κανες πό τούς δύο δν προσπάθησε ν τ ρμηνεύσει, οτε βέβαια ατό ταν δυνατόν. Μ νομίσεις, κροατή, τι μαθες τ πάντα κούγοντας τι ατά συνέβησαν π τ γιο Πνεμα, γιατί πολλ γνοομε κόμη κι ν πληροφορούμασταν πς  πειρος βρίσκεται στ μήτρα, πς ατός πού συγκρατε τ σύμπαν κυοφορεται π γυναίκα, πς γενν  Παρθένος κα παραμένει παρθένος. Πές μου, πς δημιούργησε τ γιο Πνεμα ατόν τν ναό, δηλαδ τν Χριστό; Πς λαβε  Κύριος να μέρος τς σάρκας του π τ μήτρα κα τ αξησε ατό κα τ μορφοποίησε; Τ τι προλθε π τ σάρκα τς Παρθένου, τ δήλωσε λέγοντας: «Τ παιδ πού περιμένει», κα  Παλος επε: «Γεννήθηκε π μι γυναίκα», ποστομώνοντας ατούς πού σχυρίζονταν τι  Χριστς μφανίστηκε σν ν πέρασε π κάποιο σωλήνα. ν συνέβαινε κάτι τέτοιο, γιατί χρειαζόταν  μήτρα; ν συνέβαινε ατό, τότε δν θ εχε τίποτε κοιν μ μς  Χριστός, θ εχε κάποια λλη σάρκα κι χι μοια μ τ δική μας. Πς μως θ καταγόταν π τν οκογένεια το εσσαί; Πς θ ταν  ράβδος; Πς θ νομαζόταν υἱὸς νθρώπου; Πς θ εχε μητέρα τ Μαριάμ; Πς θ καταγόταν π τ σπέρμα το Δαβίδ; Πς πρε τελικ μορφ δούλου; Πς « Λόγος γινε νθρωπος»; Πς γράφει στος Ρωμαίους  Παλος: «π ατούς κατάγεται ς νθρωπος  Χριστς  Θεός, πού ξουσιζει τ πάντα»; Τ τι μως κατάγεται πό μς κα π τ δικό μας φύραμα κα π τν παρθενικ μήτρα, ποδεικνύεται κι π' ατά κα π λλα πολ περισσότερα. Τ πς συνέβησαν ατά, δν εναι καθόλου γνωστό. Λοιπν μν ρευνς κα σύ, ναγνώστη, λλά δέξου τν ποκάλυψη κα μν περιεργάζεσαι ατό πού ποσιώπησε  Θεός.


μιλία στν Γέννηση το Χριστο

 

Μεγάλου θανασίου


Βλέπω να παράδοξο μυστήριο, δηλαδ ντ γι τν λιο βλέπω τν λιο τς δικαιοσύνης μ περίγραπτο τρόπο ν χει χωρέσει στν Παρθένο. Μ ρωτς πς γινε ατό, «φο που θέλει  Θες ποχωρε  τάξη τς φύσης». Γιατί θέλησε  Θεός, μπόρεσε, κατέβηκε π τν ορανό, μς σωσε. λα ς συντρέχουν.  Θες πού πάρχει τώρα κα πού προϋπρχε, σήμερα γίνεται πως δν ταν. Γιατί, ν εναι Θεός, γίνεται νθρωπος, χωρς ν παύει ν εναι Θεός.

Οτε πάλι γινε νθρωπος χάνοντας τ θεότητα, οτε μως γινε προοδευτικ Θες ξεκινώντας π νθρωπος, λλά ντας  Λόγος, γι' ατό γινε ναμάρτητος νθρωπος μ μετάβλητη τ Θεία του φύση. φο εχε μι παράδοξη κα τέλεια πορεία, γεννήθηκε π μι σπορη κοιλιά, οτε φησε τος γγελους του μόνους χωρς ν τος πιβλέπει, οτε χασε τ θεότητά του μ τ ν γίνει νθρωπος κα ν λθει κοντά μας. μως λθαν βασιλιάδες γι ν προσκυνήσουν τν πουράνιο βασιλιά, ατόν πού γεννήθηκε μ ρρητο τρόπο π τν Πατέρα κα πού σήμερα·γεννιέται π τν Παρθένο γι μένα. Τότε βέβαια γεννήθηκε σύμφωνα μ τ Θεία φύση, σήμερα μως μ τν νθρώπινη φύση.

Γεννήθηκε πρ αώνων π τν Πατέρα μ τρόπο πού  διος  Πατέρας γνωρίζει, σήμερα γεννήθηκε π τν Παρθένο μ περφυσικ τρόπο, πως  χάρη το γίου Πνεύματος γνωρίζει.  Παλαις τν μερν, δηλαδ  προαιώνιος Θεός, γινε παιδί. Ατός πού κάθεται σ ψηλό θρόνο, τοποθετεται σ φάτνη.  υλος κα σώματος π νθρώπινα χέρια σπαργανώνεται. Ατός πού σπάει τ δεσμ τς μαρτίας, τυλίγεται σ σπάργανα, πειδ ατό πιθυμε.

Ποιν γέννησε  Παρθένος; Τν Δεσπότη τς φύσης. κόμη κι ν σύ σιωπήσεις, τ βροντοφωνάζει  φύση. Γιατί  παρθένος Μαρία γέννησε, πως θέλησε ν γεννηθε ατός πού γεννήθηκε. Δν γεννήθηκε μ ντίθετο τρόπο π τν φυσικό, λλά σν Δεσπότης εσήγαγε πρωτόγνωρο τρόπο γεννήσεως. μως παρόλο πού γινε νθρωπος, δν γεννήθηκε πως γεννιέται  νθρωπος. Γιατί ν προέρχονταν π συνηθισμένο γάμο, −ὅπως παραδείγματος χάριν προλθα γώπό τούς περισσότερους νθρώπους θ θεωρετο ψεύτικος. Τώρα μως ατός πού γεννιέται, γι' ατό γεννιέται π τν Παρθένο, δηλαδ κα τ μητέρα στ ξς τν διασώζει κα τν παρθενία της τν φυλάγει κέραιη, στε  παράδοξος τρόπος τς κυήσεως ν γίνει γι μένα πρόξενος μεγάλης πίστης. Γι' ατό ν σως μ ρωτήσει νας εδωλολάτρης  νας ουδαος ν  Χριστς φυσιολογικ γινε νθρωπος  μ διαφορετικ τρόπο π τ φύση του, θ φέρω μάρτυρα στν λόγο μου τν σπιλη σφραγίδα τς παρθενίας, γιατί τσι  Θες περβαίνει τ φυσικ τάξη.

Κα ν θέλεις, ρώτησε τν μακάριο εαγγελιστή Λουκ κι ατός θ σο παντήσει γι τ σχέδιο τς νσαρκώσεως το Θεοτσι βέβαια ρχίζει τ διήγησή του: «Κατ τν κτο μήνα τς γκυμοσύνης τς λισάβετ,  Θες στειλε τν γγελο Γαβριλ στν πόλη τς Γαλιλαίας Ναζαρτ σ μι παρθένο πού ταν ρραβωνιασμένη μ κάποιον πού τν λεγαν ωσήφ. Τν παρθένο τν λεγαν Μαριάμ. Παρουσιάστηκε σ' ατήν  γγελος κα τς επε: "Χαρε σύ προικισμένη μ τ χάρη το Θεο Κύριος εναι μαζί σου. Ελογημένη π' τν Θε εσαι σύ, περισσότερο π' λες τς γυνακες". κείνη μόλις τν εδε, ταράχτηκε μ τ λόγια του κα προσπαθοσε ν ξηγήσει τί σήμαινε  χαιρετισμς ατός.  γγελος τς επε: "Μ φοβσαι Μαριάμ,  Θες σο δωσε τ χάρη του, κα ν θ μείνεις γκυος, θ γεννήσεις γι κα θ τν νομάσεις ησο. Ατός θ γίνει μέγας κα θ νομαστε Υἱὸς το ψίστου. Σ' ατόν θ δώσει  Κύριος  Θες τν θρόνο το Δαβίδ, το προπάτορά του. Θ βασιλέψει γι πάντα στος πογόνους το ακβ κα  βασιλεία του δν θ χει τέλος".  Μαριμ τότε ρώτησε τν γγελο- "Πς θ μο:[υ συμβε ατό, φο δν χω συζυγικς σχέσεις μ νδρα;". Κα  γγελος τς πάντησε: "Τ γιο Πνεμα θ λθει πάνω σου κα  δύναμη το Θεο θ σ καλύψει». Κα τότε ατή προβληματίζεται.

Μπκε μέσα της  Κύριος σαρκος κα κυοφορήθηκε ννέα μνες στ μήτρα τς Παρθένου. Μπκε πως θέλησε, κυοφορήθηκε πως εαρεστήθηκε. Γεννήθηκε πως θέλησε. Εσλθε σαρκος κα γινε νθρωπος χωρς ν ποχωριστε π τ θεότητα σύμφωνα μ τ Θεία οκονομία. Δν μιλομε γι δύο γιούς, λλά ννοομε ναν κα μοναδικό, δηλαδ τν Λόγο το Θεο κα τν Κύριό μας ησο Χριστό. γινε νθρωπος κα ταν πραγματικά, ντας σύμφωνα μ τ φύση. γινε ατό τ ποιο δν ταν κα παρέμεινε ατό πού ταν. Γιατί «πρν π' λα πρχε  Λόγος, κι  Λόγος ταν μ τν Θε κα ταν Θες  Λόγος». γινε νθρωπος χωρς ν χάσει ατό πού ταν. «Κα στησε τ σκην του δηλαδ ζησε νάμεσά μας». Τ «στησε τ σκην του νάμεσά μας» σημαίνει τι συναναστράφηκε μαζί μας, πως λέει  γιος ερεμίας  μλλον  Βαροχ  συνεργς του: «Ατός εναι  Θεός μας, κανες λλος δν μπορε ν ναμετρηθε μ' ατόν. Ατός βρκε κα κατέχει λη τν δό τς σοφίας κα τν δωσε ατήν στν ακβ τν δολο του κα στν σραλ τν γαπημένο του. στερα π' λα ατά φανερώθηκε στ γ κα συναναστράφηκε μ τος νθρώπους».

κουσε λοιπν κα τ φων το Εαγγελίου, γιατί εναι πολ δυνατ τ λόγια το γγέλου πού πηύθυνε στν γία Παρθένο. Λέει: «Νά, θ μείνεις γκυος κα θ γεννήσεις γι κα θ τν νομάσεις μμανουήλ, πού σημαίνει:  Θες εναι μαζί μας». Πρν συλληφθε τ παιδ στ μήτρα, νομάστηκε Θες μ τν νομασία « Θες εναι μαζί μας». Συμφωνον μ τ λόγια το προφήτη ο κφρασεις· «Συναναστράφηκε μ τος νθρώπους» κα «στησε τ σκην του νάμεσά μας». Πρν π τ σύλληψη τ παιδ χει νομασθε Θεός. Πς λοιπν δν λέγεται Θεοτόκος  γία παρθένος Μαρία; πειδ βέβαια δν ξηγεται ξ λοκλήρου μ νθρωπιν κριτήρια ατό τ νομα, φο τ παιδ πού γεννήθηκε ς Θες δν κατέλυσε τ φυσικ παρθενία τς Παρθένου, λλά ατό πού γεννήθηκε μ' ατόν τν τρόπο π τ Θεοτόκο εναι κα Θες κα νθρωπος. Θες κατ φύση, νθρωπος μως π δική του κλογή. γινε νθρωπος, εναι μως κα Θεός, δηλαδ χει νωμένες τς δύο φύσεις. λλ σως πε νας ντιρρησίας· «ν  Παρθένος εναι Θεοτόκος, τότε  Θες Λόγος ρχίζει ν πάρχει π τν Παρθένο». Δν ννο τι  Θες ρχίζει τν παρξή του π τν γία Παρθένο, Θες φυλάξοι! ατός πρχε πρ τν αώνων, ατός κα «τος αἰῶνες δημιούργησε», ατός εναι  δημιουργς λης τς κτίσης, πως λέει  Εαγγελιστς: «Τ πάντα δι' ατο δημιουργήθηκαν κι π' σα γιναν τίποτα χωρς ατόν δν γινε».

Ατός δι το ποίου δημιουργήθηκε τ σύμπαν, ννέα μνες μεινε στν κοιλι χωρς ν ποξενωθε π τν πατρικ κόλπο. ν βρισκόταν στ μήτρα τς παρθένου, π τ πλθος τν πουρανίων δυνάμεων δοξολογονταν κα προσκυνονταν. ν βρισκόταν στν κοιλι τς Παρθένου, γέμιζε τν ορανό κα τ γ, ατός πού κρατ τν ορανό κα τ γ χι μ τ δύναμή του, λλά μ' να νεμα του. Ατός ταν μέσα στ μήτρα σν νθρωπος, νεργοσε μως ς Θεός. Δν βρισκόταν μόνον μέσα στ μήτρα τς Παρθένου ατός πού γεννήθηκε π παρθένο, λλά ξουσίαζε κα κυβερνοσε τ πάντα ς Θες σύμφωνα μ τν πίκληση το νόματος «’Εμμανουήλ», « Θες εναι μαζί μας». ν νομάζεις μόνον παιδ ατό πού γεννήθηκε κι χι Θεό, κουσε τί βροντοφώνησε  μεγάλος κήρυκας σαΐας, ταν πευθυνόταν πρς τν χάριστη συναγωγή, μλλον καλύτερα πς πόρριψη, τν ουδαίων λέγοντας: «Ατά θ πραγματοποιηθον, γιατί θ γεννηθε γι μς να παιδί, θ δοθε σ μς  γις ατός, το ποίου  ρχή κα  ξουσία πάρχει π' ρχς πάνω στος μους του κα θ καλεται τ νομά του γγελιοφόρος τς μεγάλης βουλς το Θεο, θαυμαστς σύμβουλος, Θες σχυρός, ξουσιαστής, ρχηγός τς ερήνης, πατέρας το μέλλοντος αἰῶνος». μήν. να παιδ πού γεννήθηκε φυσιολογικά, πότε γινε Θες ξουσιαστής, πως νομάστηκε ατό τ παιδ « Θες εναι μαζί μας»;

ν μως τ παιδ πού γεννήθηκε π τν Παρθένο εναι Θες σχυρός, ξουσιαστής, ρχηγός τς ερήνης κα πατέρας το μέλλοντος αἰῶνος, πς δν εναι Θεοτόκος  Παρθένος λλά εναι Θεοδχος, φο συνέλαβε κα γέννησε κα εναι Θες ατός πού γεννήθηκε; Κα πάλι παναλαμβάνω γι' ατόν τι, πως θέλησε μπκε στ μήτρα, πως εδόκησε κυοφορήθηκε κα πως θέλησε παρουσιάστηκε ατός πού γεννήθηκε. Γιατί ξετάζεις τ θέλησή του; Γιατί ξετάζεις λεπτομερειακ τ θέμα τς εδοκίας του; Γιατί προσπαθες ν ξι- χνιάσεις τ βούλησή του; κουσε τ λόγια του Παύλου, μλλον πληροφορήσου π' ατόν «Ποις τάχα μπορε ν ντισταθε στ θέλημά του;». Μάλιστα, νθρωπέ μου, ποις εσαι σύ πού ρευνς κα ξιχνιάζεις τ γέννησή του, ν  προφήτης λέει: «Ποις θ τολμήσει ν διηγηθε τ γενιά του;».  προφήτης ποφεύγει ν διηγηθε τ γενιά του κα σ νθρωπε περιεργάζεσαι τ φύση του κα πολυπραγμονες;  εαγγελιστς Λουκς ταν διηγεται τν νθρώπινη γέννησή του λέει: «Στν περιοχ κείνη βρίσκονταν βοσκοί, πού μεναν στ παιθρο κα φύλαγαν βάρδιες γι τ κοπάδι τους. Σ' ατούς παρουσιάστηκε νας γγελος Κυρίου κα θεϊκ λαμπρότητα τος περιέβαλε μ τ λάμψη της κα κατατρόμαξαν.  γγελος τος επε: Μ τρομάζετε, νά, σς φέρνω χαρμόσυνο γγελμα, πού θ γεμίσει μ χαρ μεγάλη λον τν κόσμο. Γιατί σήμερα στν πόλη το Δαβδ γεννήθηκε γι χάρη σας Σωτήρας, ατός εναι  Χριστός,  Κύριος».  γγελος, πού φερε τ χαρούμενο μήνυμα στος ποιμένες, νόμασε Χριστ κα Κύριο ατόν πού γεννήθηκε π τν Παρθένο.

ν λοιπν ατός πού γεννήθηκε εναι  Κύριος, πς  Παρθένος δν πρέπει ν νομάζεται Κυριοτόκος; γώ σχυρίζομαι τι  γία Παρθένος σύμφωνα μ τ χαρούμενο μήνυμα το γγέλου πρς τος ποιμένες κα τν Παρθένο, πρέπει ν νομάζεται Χριστοτόκος κα Κυριοτόκος κα Σωτηριοτόκος κα Θεοτόκος. ν ο διοι ο γγελοι τν νομάζουν Σωτήρα, Χριστό, Κύριο κα Θεό, μες γιατί δν δεχόμαστε τ μαρτυρία τους ατή; Εσλθε στν Παρθένο σαρκος, κυοφορήθηκε σωματικ κα πως κενος κρινε σωστό. ξλθε μ φυσικ τρόπο, πως λοι, π τ μητέρα το σύμφωνα μ τ θεϊκ σχέδιο, κα δν νώθηκε βέβαια  Θες Λόγος μετ τ γέννησή του κατ τ θεϊκ σχέδιο. Γεννήθηκε χωρς ν λλοιωθε  φύση του, φο γινε ατό πού δν ταν, ν συγχρόνως παρέμεινε ατό πού ταν. Χωρς ν λλοιωθε  οσία του, παρνήθηκε τ θεϊκή του δόξα, δηλαδ πως τ θέλησε  διος. Πρε μορφ δούλου χωρς ν ναγκασθε π κάποιον λλο, δν χασε τ θεότητά του, πως λέγει  μακάριος Παλος: « ποος, ν κα ταν Θεός, δν θεώρησε τν σότητά του μ τν Θε ποτέλεσμα ρπαγς, λλά τ παρνήθηκε λα κα πρε μορφ δούλου». δειασε τν αυτό του κι γινε ατό πού δν ταν, κα τ παναλαμβάνω, μεινε ατός πού ταν, γιατί ταν ατός  Λόγος Θεός. Γεννήθηκε παιδάκι, λλά δοξάζεται σν Υἱὸς Θεο. Εσλθε σώματος, πέκτησε σμα, πως τ θέλησε  διος, κα τσι  ζω νίκησε τν θάνατο.

Νά λές λοιπόν, χριστιανέ μου, Θεοτόκο τήν Παρθένο καί νά μήν τν λς Θεοδόχο,  μλλον ν τν λς Θεοδόχο κα Θεοτόκο. ν εναι Θεοδόχος, εναι κα Θεοτόκος, γιατί δν λαβε  Θες Λόγος π' ατήν σάρκα; λλ σ' ατό τ χωρίο μ ξαναγκάζει  Εαγγελιστς ν τ παραδεχτταν μ' λη του τ δύναμη διακηρύττει: « Λόγος γινε νθρωπος».  λλος Εαγγελιστς σημειώνει: «Ρώτησε  ησος τος μαθητς του: Ποις λένε ο νθρωποι πώς εναι  Υἱὸς το νθρώπου;". πάντησαν ο πόστολοι λέγοντας: "λλοι λένε πώς εναι  λίας, λλοι  ερεμίας  νας πό τούς προφτες". Επε  ησος: "Κι σες ποις λέτε πώς εμαι;". πάντησε  Πέτρος κα επε: "Σ εσαι  Χριστός,  Υἱὸς το ληθινο Θεο"». Δν επε: «Σ εσαι ατός πού γινε Υἱὸς Θεο μ τ χάρη το Θεο», λλά επε: «Σ εσαι  Χριστός», μ ξεκάθαρη φωνή, « Υἱὸς το ληθινο Θεο». Κα  εαγγελιστς Μάρκος πάλι τν δια διατύπωση χρησιμοποιεφο μιλ παρόμοια μ τν μακάριο Πέτρο: «Ατή εναι  ρχή το χαρμόσυνου μηνύματος γι τν ησο Χριστό, τν Υἱὸ το Θεο». Στ κατ Ματθαο Εαγγέλιο, στν νάσταση το Σωτήρα μας ησο Χριστο ναφέρεται: « Ρωμαος κατόνταρχος κα ο στρατιτες πού φύλαγαν μαζί του τν ησοταν εδαν τν σεισμ κα τ' λλα συμβάντα, φοβήθηκαν πάρα πολ κα επαν: "Στ' λήθεια ατός ταν Υἱὸς Θεο"».  γγελος επε στος βοσκος: «Μ τρομάζετε, σς φέρνω χαρμόσυνο γγελμα, πού θ γεμίσει μ χαρ μεγάλη λον τν κόσμο, γιατί σήμερα στν πόλη το Δαβδ γεννήθηκε γι χάρη σας σωτήρας, κι ατός εναι  Χριστός,  Κύριος».

ν λοιπν τ παιδ πού γεννήθηκε νομάζεται Κύριος, κα  Παρθένος πρέπει ν λέγεται Κυριοτόκος. που βέβαια λέμε Κύριος, κε ννοομε κα Θεός, γιατί δν ξεχωρίζεται τ Κύριος π τ Θες  τ Θες π τ Κύριος, πως λέει  Παλαι Διαθήκη: «Κα βρεξε φωτι  Κύριος π τν Κύριο», κα λλο: «Ν γαπήσεις Κύριο τν Θεό σου», κα λλο: «κουσε λα το σραήλ, Κύριος  Θεός σου εναι νας κα μοναδικς Κύριος», κα πάλι  ψαλμωδς προσθέτει: «Κύριε κα Θε τν ορανίων κα πιγείων δυνάμεων, κουσε μ εμένεια τν προσευχή μου», κα πάλι: « Θες κα Κύριός μας φώτισε μ τ φς τς Θείας του παρουσίας», κα παναλαμβάνει: «Κύριε κα Θε τν οράνιων γγελικν δυνάμεων, ποις εναι δυνατν ν συγκριθε μ σένα;». πίσης  Παλος στν πιστολή του πρς τν Τίτο γράφει τ ξς: «Γιατί  Θες φανέρωσε τ χάρη του, γι ν σώσει λους τούς νθρωπους. Ατή μς καθοδηγε ν ρνηθομε τν σέβεια κα τς μαρτωλς πιθυμίες κα ν ζήσουμε μ σωφροσύνη, μ δικαιοσύνη κα μ εσέβεια στν παρόντα αώνα, περιμένοντας τ μακαριότητα πού λπίζουμε, δηλαδ τν μφάνιση τς δόξας το μεγάλου Θεο κα Σωτήρα μας, το ησο Χριστο».

Ατος πού γεννήθηκε π τν γία Παρθένο, ατός εναι  Χριστός,  Κύριός μας. Ατόν τν Χριστ κα Κύριο  μακάριος Παλος τν νομάζει μέγα Θεό, ταν λέει: «Το μεγάλου Θεο κα Σωτήρα μας ησο Χριστο». Πάλι  Παλος γράφει στν πρς Ρωμαίους πιστολ του: «Φθάνω στ σημεο ν εχομαι ν χωριζόμουν γώ π τν Χριστό, ρκε ν πήγαιναν κοντ του ο μοεθνες δελφοί μου. Εναι ο πόγονοι το σραήλ, πού  Θες τος κανε παιδιά του, τος φανέρωσε τ δόξα του, νανέωσε πανειλημμένα τ διαθήκη του μ' ατούς, τος δωσε τν νόμο, τ λατρεία κα τς ποσχέσεις του. Εναι πόγονοι τν πατριαρχν κι π ατούς κατάγεται ς νθρωπος  Χριστός,  Θεός, πού ξουσιάζει τ πάντα». Κα πάλι  διος Παλος γράφει: «Κανένας π' σους πιδίδονται στν κολασία, στν νηθικότητα, στν πλεονεξία πού εναι οσιαστικ λατρεία τν εδώλων-δν θ χει μερίδιο στ Βασιλεία το Χριστο κα Θεο».

στε χει ποδειχθε πώς  Κύριος εναι Θες κα  Θες τι εναι  Κύριος. ν μως κι ατά δν τ παραδέχεσαι, ς σ πείσουν ο δαίμονες μ' ατά πού φώναζαν στ χώρα τν Γεργεσηνν:«, τί δουλει χεις σύ μέ μς, Υἱὲ το Θεολθες δ πρν τν ρα μας γι ν μς βασανίσεις;». ς σ πείσουν ο δαίμονες. ν πορρίπτεις τ μαρτυρία το Πέτρου κα ποστρέφεσαι τ φων το Εαγγελίου, σεβάσου ατά πού γράφει  Μάρκος. Ν φοβηθες τ λόγια του γγέλου: «Ατός, πού γεννήθηκε π τν Παρθένο, εναι Σωτήρας, Χριστς κα Κύριος». Παρόλα ατά πιστες; Χαλιναγώγησε τν ρμή τς βλασφημίας σου κα παραδέξου ατό πού λέει  γγελος στ Εαγγέλιο, «μμανουήλ», δηλαδ « Θες εναι μαζί μας». Πρν π τ σύλληψή του νομάζεται Θεός· κα ταν συλλαμβάνεται ατός στν κοιλι τς Παρθένου κατ Θεία οκονομία μ περφυσικ τρόπο, ρνεσαι τι εναι ατός Θεός; ν μως παραδέχεσαι τι εναι Θες ατός πού βρίσκεται στν κοιλι τς Παρθένου,  ποος πργματι εναι, κα τι νώθηκε ατός  Θες Λόγος μ τ σάρκα σύμφωνα μ τ σχέδιο το Θεο, γιατί ποφεύγεις τν Παρθένο ν τν νομάσεις Θεοτόκο; ν δν εναι Θεοτόκος, οτε Παρθένος εναι μετ τ γέννα της. γώ μως σχυρίζομαι τι ερισκόμενος μ τ σύλληψη στν παρθενικ μήτρα, καθόταν στν πραγματικότητα στος κόλπους το Πατέρα χωρς ν εναι δυνατ ν περιγραφε. Εναι πλή βέβαια κι χι πολύπλοκη  Θεία φύση, λλά δν εναι δυνατ ν περιγραφε. Εναι μετάβλητη ατή  φύση κα ναλλοίωτη  οσία της. Ατόν πού βρίσκεται στος κόλπους το Πατέρα, ατόν γέννησε τώρα  Παρθένος, σύμφωνα μ τ σχέδιο τς Θείας οκονομίας. πως θέλησε εσλθε, πως εδόκησε συνελήφθη στν κοιλι τς Παρθένου κα πως θέλησε γεννήθηκε.

σύ, νθρωπέ μου, γιατί περιεργάζεσαι τ γέννησή του;  ν τόν φοβσαι ς Θε  ν τν σέβεσαι ς Δεσπότη  ν τν λατρεύεις ς Κτίστη κα Δημιουργ  ν τν τρέμεις ς Κύριο  ν φρίττεις νώπιόν του ς σέ Κριτή. Θ σ κάνουν ν συνέλθεις ο δαίμονες, πού δίωξαν τος χοίρους κα πνιξαν τ κοπάδι στν βυθ τς λίμνης. κενοι, πειδ κατάλαβαν τι ταν  Δεσπότης, λένε: «Τί δουλει χεις σύ μ μς Υέ το Θεολθες πρν τν ρα μας γι ν μς βασανίσεις;». κενοι ποφεύγουν τν κίνδυνο κα τν πειλή το βασανισμον σύ πισύρεις κατ το αυτο σου τν καταδίκη σ βασανισμό. κενοι κατάλαβαν τι ατός πού γεννήθηκε π τ Μαρία εναι  Κύριος,  Κριτς το σύμπαντος, κα ν τν εδαν πρν π τν κρίση τν φοβήθηκαν, κα σν χεις μπροστ ατήν τ μέλλουσα κρίση, τν καταφρονες κα δν σαστίζεις; Κα τ παναλαμβάνω ατά κα δν θ σταματήσω ν τ παναλαμβάνω, διασαφηνίζοντας σ σς τ θέμα το λόγου μου γι ν εναι ξεκάθαρο, στε μ σφαλή γνώση ν χετε σάλευτη πίστη κα τ θεμέλιο τς πίστης, πού εναι  μολογία, ν τ κατέχετε σταθερά.

Πάλι θ σχοληθομε μ τ θέμα μας, ποδεικνύοντας τν σωστ κα σταθερ δρόμο τς πίστης μας. Γιατί γι μένα τ ν μιλ «δν εναι κόπος, ν γι σς εναι σφάλεια». Ατός  Θες μπκε πως θέλησε κενος στν Παρθένο δι τς κος της, πως εδόκησε κυοφορήθηκε, γεννήθηκε πως θέλησε κενος, εσλθε σώματος πως τ θέλησε, κυοφορήθηκε  χωρητος σ' να σκεος μ περιορισμένη χωρητικότητα,

δηλαδ στ μήτρα τς Παρθένου, σύμφωνα μ τ Θεία οκονομία, πως εδόκησε  διος. Γεννήθηκε πως τ θέλησε Θες κα νθρωπος συγχρόνως. γινε ατό πού δν ταν προηγουμένως, χοντας τν ναλλοίωτη οσία ατο πού ταν προηγουμένως. «ταν βέβαια Θες  Λόγος κα  Λόγος ταν μ τν Θεό», παρόλο πού  πόστολος επε: « Θες πέστειλε τν Υό του, πού γεννήθηκε π μι γυναίκα». Ατόν τν Υἱὸ στειλε  Θες πού γεννιέται π γυναίκα, ατόν πού γεννήθηκε π μόλυντη φύση, ατόν πού προλθε π φραστη οσία, ατόν πού δν ποξενώθηκε πό τούς πατρικος κόλπους, ατόν πού δν γκατέλειψε τν βασιλικ θρόνο, λλά πού κυρίως ατός εναι μόθρονος μ τν Πατέρα, φο μοιράζεται τν διο θρόνο, χι βέβαια ξαιτίας τς Θείας χάρης, λλά ξαιτίας τς θεϊκς του φύσης κα τς πατρικς οσίας. Γιατί πές μου, πς εναι δυνατν ν εναι χωρισμένοι, φο  διος λέγει: «γω εμαι χώριστος π τν Πατέρα, κι  Πατέρας π μένα», κα λλο: «Κα  Πατέρας μένοντας νωμένος μ μένα, πραγματοποιε τ ργα του»; Ατόν πού γεννήθηκε π τν γία Παρθένο, ατόν πρν γεννηθε  γγελος τν νόμασε μμανουήλ, δηλαδ, « Θες εναι μαζί μας». Ατόν νέφερε  προφήτης σαΐας, τ παιδ ατό πού θ προέλθει π τν Παρθένο, «θ εναι Θες σχυρός, ξουσιαστς, ρχηγός τς ερήνης, πατέρας το μελλοντικο αώνα».

Ποι παιδ πού γεννήθηκε μ φυσικ τρόπο γινε Θες σχυρός, ξουσιαστής; Ποι παιδ πού γεννήθηκε προσείλκυσε στέρι πού δειχνε πού βρισκόταν τ βρέφος, μλλον το Δεσπότη τ στεν κατάλυμμα; Ποι παιδ προσκάλεσε Μάγους π τν νατολ ν τ προσκυνήσουν; Σ ποι παιδί, πού γεννήθηκε μ φυσικ τρόπο, πρόσφεραν λλοτε, δρα ο Μάγοι; ς ξετάσουμε τ δρα, ν προσφέρθηκαν σ δύναμο νθρωπο κι χι σ Θεό, πού εναι βασιλις κα νθρωπος. Χρυσ ς βασιλιά, λιβάνι ς Θε κα σμύρνα ς νθρωπο, πού πρόκειται ν νταφιαστε. Χρυσάφι ς βασιλι: «Θεέ μου, δσε στν βασιλι κα στν γι το βασιλι τ σύνεση κα τ σοφία». Ατήν τν προσφώνηση κανε  Δαβίδ. στερα π' ατά  γγελος στν χαιρετισμ τς Μαρίας επε: «Σ' ατόν θ δώσει  Κύριος  Θες τν θρόνο το Δαβίδ, το προπάτορά του. θ βασιλέψει γι πάντα στος πογόνους το ακβ κα  βασιλεία του δν θ χει τέλος».

Σ' Ατόν νήκει  δόξα κα  δύναμη στος αἰῶνες τν αώνων. μήν.


Στ Γέννηση το Χριστο

 

γίου Γρηγορίου Νύσσης


«Σαλπίστε τήν πρωτομηνιά μέ τή σάλπιγγα», λέει  Δαβίδ, «τή χαρμόσυνη μέρα τς ορτς σας» (Ψαλ. 80, 4), καί ο διαταγές τς θεόπνευστης διδασκαλίας εναι πωσδήποτε νόμος γιά σους κονε. πειδή λοιπόν λθε  χαρμόσυνη μέρα τς ορτς μας, ς φαρμόσω κι γώ τό νόμο κι ς γίνω σαλπιγκτής τς ερς μέρας.  σάλπιγγα το νόμου, πως ποδεικνύει νά ννοήσομε  πόστολος, εναι  λόγος. Γιατί λέει τι δέν πρέπει  χος τς σάλπιγγας νά γίνεται σαφής (Α Κορ 14, 7 ), λλά ο φθόγγοι νά εναι εδιάκριτοι, γιά νά εναι σαφες σ᾿ σους κονε.

 ς φήσομε λοιπόν κι μες, δελφοί, κάποια λαμπρή χώ πού ν᾿ κουστε μακριά καί πού δέν εναι καθόλου κατώτερη πό τόν χο τς κεράτινης σάλπιγγας. Γιατί κι  Νόμος πού προδιαγράφει τήν λήθεια μέ τούς τύπους τς σκις, νομοθέτησε τόν χο τν σαλπίγγων κατά τήν μέρα τς σκηνοπηγίας (Λευιτ. 23, 24). Καί τό θέμα τς ορτς ατς εναι τό μυστήριο τς ληθινς σκηνοπηγίας. Σ᾿ ατήν συμπηγνύεται τό νθρώπινο σκήνωμα κείνου πού γιά χάρη μας φόρεσε τό νθρώπινο σχμα.

 Σ᾿ ατήν τά σκηνώματά μας, πού διαλύει  θάνατος, συμπηγνύονται πάλι πό κενον πού οκοδόμησε πό τήν ρχή τήν κατοικία μας. ς πομε κι μες τά λόγια τς ψαλμωδίας, χορεύοντας ντάμα μέ τό μεγαλόφωνο Δαβίδ, «ελογημένος ατός πού ρχεται στό νομα το Κυρίου» (Ψαλμ. 117, 25). Πς ρχεται; χι βέβαια πως μέ να πλοο  μιά μαξα, λλά πού εσλθε στήν νθρώπινη ζωή χωρίς φθορά παρθενική. «Ατός εναι  Θεός μας, ατός  Κύριος φανερώθηκε γιά μς, γιά νά συστήσει ατή τήν ορτή μέ φοινικοφόρους ς τήν κρη το θυσιαστηρίου» (Ψαλμ. 117, 27).

πωσδήποτε δέν γνοομε, δελφοί, τό μυστήριο πού κρύβεται στά λόγια ατά· τι λη  κτίση εναι να νάκτορο το Κυρίου τς Κτίσης. λλά, πειδή ταν εσλθε  μαρτία κλείστηκαν τά στόματα κείνων πού κυρίεψε  κακία καί σώπασε  φωνή τς χαρς καί διαλύθηκε τό σύμφωνο τραγούδι τν ορταστν, φο τό νθρώπινο γένος δέ συνεόρταζε μέ τήν περκόσμια φύση, γι᾿ ατό ρθαν ο σάλπιγγες τν προφητν καί τν ποστόλων, πού  νόμος τίς λέει «κεράτινες», πειδή  κατασκευή τους προερχόταν πό τόν ληθινό μονόκερο. Ατές μέ τή δύναμη το Πνεύματος χολόγησαν τό λόγο τς λήθειας, στε ν᾿ νοίξει  κοή  φραγμένη πό τήν μαρτία καί νά γίνει μιά σύμφωνη ορτή, πού μέ τόν ετρεπισμό τς σκηνοπηγίας τς κάτω κτίσης νά συμμελωδε κι ατή μέ τίς ψηλές καί πέρτερες δυνάμεις τίς γύρω πό τό νω θυσιαστήριο. Γιατί τά κέρατα το νοητο θυσιαστηρίου εναι ο Δυνάμεις ο ψηλές κι ξέχουσες τς νοερς φύσης, ρχές καί ξουσίες καί Θρόνοι καί Κυριότητες.

Μ᾿ ατές, μέ τή συμμετοχή τους στήν ορτή, συνάπτεται κατά τή σκηνοπηγία τς νάστασης  νθρώπινη φύση ετρεπισμένη μέ τήν νακαίνιση τν σωμάτων. Γιατί τό ̒πυκάζομαι᾿ σημαίνει ,τι καί τό ετρεπίζομαι  ντύνομαι, πως τό ρμηνεύουν σοι γνωρίζουν ατά τά πράγματα. λτε λοιπόν νά ξεσηκώσομε τίς ψυχές μας γιά τόν πνευματικό χορό κι ς βάλομε πρωτοχορευτή καί ρχηγό καί κορυφαο το χορο μας τό Δαβίδ κι ς πομε μαζί μ᾿ κενον τόν μελωδικό κενο στίχο πού ψάλαμε πρίν πό λίγο.

ς τόν παναλάβομε λλη μιά φορά· «ατή εναι  μέρα πού κανε  Κύριος· εναι μέρα χαρς καί γαλλίασης γιά μς» (Ψαλμ. 117, 24). Τή μέρα ατή ρχίζει νά ποχωρε τό σκοτάδι καί  κταση τς νύκτας μέ τόν πλεονασμό το φωτός περιορίζεται λοένα. Δέν εναι, δελφοί μου, τυχαία κι ατόματη  οκονομία ατή σχετικά μέ τήν ορτή, νά παρουσιαστε τή στιγμή ατή  θεία ζωή μέσα στήν νθρώπινη, λλά  κτίση μέ τά φαινόμενα ατά διηγεται στούς πιό διορατικούς κάποιο μυστήριο καί σχεδόν φωνάζει καί λέει σ᾿ ατόν πού μπορε ν᾿ κούσει τί θέλει  μέρα πού μεγαλώνει κατά τήν παρουσία το Κυρίου καί  νύχτα πού κολοβώνεται.

γώ νομίζω πώς κούω τήν κτίση νά διηγεται κάτι τέτοια. Βλέποντας ατά, νθρωπε, σκέψου τό κρυφό πού σο φανερώνουν τά φαινόμενα. Βλέπετε τή νύχτα πού προχώρησε στό κρότατο σημεο της, κε σταμάτησε νά προχωρε, κι ρχισε πάλι νά πιστρέφει; Βάλε στό νο σου τι  κακή νύχτα τς μαρτίας, φο μεγάλωσε σο τς ταν δυνατό κι φτασε μέ κάθε πινόηση κακν στό νώτερο μέγεθος τς κακίας, νακόπηκε σήμερα πό τήν παραπέρα προχώρησή της καί πό δ καί πέρα θεται πιά στόν περιορισμό καί στόν φανισμό.

Βλέπεις τι  λάμψη το φωτός διαρκε περισσότερο καί  λιος εναι πάνω πό τό συνηθισμένο; Σκέψου τήν παρουσία το ληθινο φωτός, πού καταφωτίζει μέ τίς εαγγελικές κτίνες λη τήν οκουμένη. σως καί γιά τό τι δέν φανερώθηκε  Κύριος πό τήν ρχή, λλά χάρισε τήν φανέρωση τς θεότητάς Του στήν νθρώπινη ζωή στά τελευταα ατά χρόνια, θά σκεφτε ελογα κανένας ατή τήν ατία, τι ατός πού ταν νά κατεβε μέσα στήν νθρώπινη ζωή γιά τήν κατάλυση τς κακίας, περίμενε ποχρεωτικά νά βλαστήσει λοκληρωτικά  μαρτία πού φύτεψε  χθρός. Καί τότε δήγησε, πως λέει τό Εαγγέλιο, τό τσεκούρι στή ρίζα (Ματθ. 3, 10). Γιατί καί ο γιατροί, σοι περέχουν στήν τέχνη τους, σο  πυρετός κρυφοκαίει κόμα τό σμα καί ν λίγο δυναμώνει πό τίς νοσογόνες ατίες, ποχωρον σ᾿ ατόν, σπου νά φτάσει στό ψηλότερό του σημεο, καί δέν προσφέρουν στόν ρρωστο καμιά βοήθεια μέσω τν τροφν. ταν μως τό κακό σταματήσει, τότε βάζουν σ᾿ νέργεια τήν τέχνη τους, ταν κδηλωθε λη  ρρώστια.

τσι κι ατός πού γιατρεύει σους νοσον στήν ψυχήν περίμενε νά κδηλωθε λη  ρρώστια τς κακίας πού αχμαλώτισε τή φύση τν νθρώπων, γιά νά μή μείνει θεράπευτο κανένα κακό πό σα κρύβονταν, φο  γιατρός θά θεράπευε μόνο ,τι φαινόταν. Γιά ατό οτε κατά τήν ποχή το Νε, πότε εχε καταφθαρε μέσα στήν δικία λη  νθρωπότητα, δέν πιφέρει μέ τήν μφάνισή Του τήν αση, πειδή δέν εχε βλαστήσει κόμα  βλαστός τς σοδομιτικς κακίας. Οτε φαίνεται  Κύριος τόν καιρό τς καταστροφς τν Σοδόμων. Γιατί πολλά κόμα κακά κρύβονταν μέσα στήν νθρώπινη φύση. Πράγματι πο ταν  θεομάχος Φαραώ; Πο  καταδάμαστη κακία τν Αγυπτίων;

Οτε τότε ταν  κατάλληλη στιγμή γιά τόν πανορθωτή το παντός, τήν ποχή ννο τς κακίας τν Αγυπτίων, νά ναμιχθε στή ζωή μας, λλά πρεπε νά κάνει τήν μφάνισή της καί  παρανομία τν σραηλιτν. πρεπε κόμα νά φανερωθε στή ζωή καί  βασιλεία τν σσυρίων καί  λαζονεία το Ναβουχοδονόσορα πού κρυφόκαιγε. πρεπε νά ξεπεταχτε σάν να πονηρό λο γκάθια φυτό  δόλιος φόνος τν σίων πό τήν κακή ρίζα το διαβόλου. πρεπε νά κδηλωθε  λύσσα τν ουδαίων κατά τν γίων το Θεο, πού σκότωσαν τούς προφτες καί λιθοβολοσαν τούς πεσταλμένους του καί τέλος διέπραξαν τόν νόσιο φόνο το Ζαχαρία νάμεσα στό ναό καί στό θυσιαστήριο (Ματθ. 23, 35).

Πρόσθεσε στόν κατάλογο τν κακουργημάτων καί τήν παιδοκτονία το ρώδη. φο λοιπόν παρουσιάστηκε λη  δύναμη τς κακίας πό τήν πονηρή ρίζα καί αξήθηκε θρασομανώντας σέ πολλά εδη στίς προαιρέσεις τν γνωστν γιά τήν κακία τους κάθε γενις τότε, πως λέει  Παλος στούς θηναίους, παραβλέποντας  Θεός τούς χρόνους τς γνοιας, ρχεται στίς σχατες μέρες (Πράξ. 17, 30), ταν δέν πρχε κανένας πού νά γνωρίζει καί ν᾿ ναζητε τό Θεό.

ταν εχαν ξεκλίνει λοι καί εχαν ξαχρειωθε (Ψαλμ. 13, 2), ταν  μαρτία εχε πλωθε παντο (Ρωμ. 3, 3), ταν περίσσευε  νομία, ταν  ζόφος τς κακίας φτασε στό κρότατο ριο, τότε φάνηκε  χάρη, τότε νέτειλε  κτίνα το ληθινο φωτός πάνω μας. Τότε φάνηκε  λιος τς δικαιοσύνης σ᾿ κείνους πού κάθονταν στό σκότος καί στή σκιά το θανάτου (σ. 9, 2), τότε τσάκισε τίς πολλές κεφαλές το δράκοντα πατώντας τον μέ τό πόδι του καί συντρίβοντάς τον καί καταπατώντας τον στή γ. Καί κανένας, βλέποντας τά τωρινά κακά, νά μή νομίζει τι  λόγος ψεύδεται πού λέει τι  Κύριος λαμψε σάν λιος στή ζωή μας κατά τούς τελευταίους καιρούς.

Θά πε σως  ντιρρησίας, τι ατός πού περίμενε τούς καιρούς γιά νά φανερωθε  κακία, νά αξηθε καί νά τήν ποσπάσει πό τή ρίζα, εναι φυσικό τι θά τήν χει καταλύσει λόκληρη, στε νά μήν χει μείνει κανένα πομεινάρι της στή ζωή μας. μως τώρα γίνονται μέ τόλμη καί φόνοι καί κλοπές καί μοιχεες καί τά χειρότερα κακουργήματα. λλά ατός πού διαπιστώνει ατό τό πράγμα ς λύσει τήν μφιβολία του μέ να παράδειγμα πό τά γνωστά. πως δηλαδή ταν σκοτώνομε κάποιο ρπετό, βλέπομε τι δέν πεθαίνει λο τό φίδι μαζί μέ τό κεφάλι, λλά, ν τό κεφάλι χει πεθάνει, τό πόλοιπο σμα εναι ζωντανό καί δείχνει τό θυμό του, χωρίς νά χει στερηθε τή ζωτική δύναμη, τσι κι ατός πού σκότωσε τό δράκοντα.

ταν τό θηρίο μεγάλωσε αξημένο σέ κάθε μιά πό τίς γενιές τν νθρώπων συντρίβοντάς του τήν κεφαλή, δηλαδή τή δύναμη πού ναιρε τά καλά καί χει τά πολλά κεφάλια, δέν κανε πιά κανένα λόγο γιά τό πόλοιπο σμα, πιτρέποντας νά πομείνει  κίνηση μέσα στό νεκρό θηρίο ς φορμή σκησης γιά τούς μεταγενέστερους. Ποιό εναι λοιπόν τό κεφάλι πού συντρίφτηκε; κενο πού φερε στή ζωή τό θάνατο μέ τή μαρτωλή συμβουλή, πού μέ τό δάγκωμά του στάλαξε στόν νθρωπο τό θανατηφόρο δηλητήριο.

Ατός λοιπόν πού κατάλυσε τήν ξουσία το θανάτου, σύντριψε τή δύναμη τς κεφαλς το φιδιοπως λέει  προφήτης. Τό πόλοιπο μως σμα το θηρίου σκορπισμένο μέσα στή ζωή το νθρώπου, σο  νθρωπος βρίσκεται μέσα στίς κινήσεις τς κακίας, σκληραίνει διάκοπα τή ζωή μας μέ τά λέπια τς μαρτίας.  δύναμή του βέβαια εναι πιά νεκρή, φο χρηστεύθηκε τό κεφάλι. ταν περάσει μως  καιρός καί κινητοποιηθον τά κινούμενα κομμάτια κατά τή συντέλεια τς ζως ατς πού προσδοκομε, τότε καταργεται  ορά καί τό τελευταο τμμα το χθρο, κι ατό εναι  θάνατος. Κι τσι θά πραγματοποιηθε  πλήρης φανισμός τς κακίας, φο θ᾿ νακληθον λοι μέ τήν νάσταση στή ζωή. Ο δίκαιοι θά μετοικήσουν μέσως στήν οράνια μακαριότητα, ν ο νοχοι μαρτημάτων θά παραδοθον στή γέεννα.

λλά ς πιστρέψομε στή χαρά τς μέρας, πού εαγγελίζονται ο γγελοι στούς ποιμένες καί ο ορανοί διηγονται στούς μάγους, τήν ποία νακηρύττει τό Πνεμα τς προφητείας μέ τά πολλά καί διάφορα πού λέει, στε καί ο μάγοι νά γίνουν κήρυκες τς χάριτος. Γιατί κενος πού νατέλλει τόν λιο του γιά δίκαιους καί δικους, πού βρέχει γιά πονηρούς καί γαθούς, φερε τή λάμψη τς γνώσης καί τή δρόσο το Πνεύματος κόμα καί σέ ξένα στόματα, στε μέ τή μαρτυρία τν ντιθέτων νά βεβαιωθε κόμα περισσότερο  λήθεια σ᾿ μς. κος τόν οωνοσκόπο Βαλαάμ νά κηρύττει στούς λλόφυλους μέ νώτερη μπνευση τι «θ᾿ νατείλει να στέρι πό τόν ακώβ». Βλέπεις τούς μάγους, πού λκουν πό κενον τή γενιά τους, νά παρακολουθον κατά τήν πρόρρηση το προπάτορα τήν νατολή το νέου στρου, πού μόνο ατό διαφορετικά πό τή φύση τν λλων στρων καί κινήθηκε καί σταμάτησε κάνοντας νάλογα μέ τό τί χρειαζόταν πότε τό να πότε τό λλο. ν δηλαδή πό τά λλα στρα  μία κατηγορία εναι τοποθετημένα στήν πλανή σφαίρα καί τούς λαχε στάση παρασάλευτη, καί τά λλα δέν παύουν ποτέ νά κινονται, τό στέρι τοτο καί κινεται δηγώντας τούς μάγους λλά καί σταματ δείχνοντας τόν τόπο. κος τόν σαα νά φωνάζει «γεννήθηκε γιά χάρη μας παιδί καί μς δόθηκε υός» (σ. 9, 6). Μάθε πό τόν διο τόν προφήτη πς γεννήθηκε τό παιδί, πς μς δόθηκε υός. ραγε κατά τό φυσικό νόμο; χι, λέει  προφήτης.  Κύριος τς φύσης δέ γίνεται δολος τς φύσης. Πές μου μως, πς γεννήθηκε τό παιδί. «Νά», λέει, « Παρθένος θά συλλάβει καί θά γεννήσει υό καί θά το δώσουν τό νομα μμανουήλ, πού ρμηνεύεται ̒ὁ Θεός εναι μαζί μας᾿» (σ. 7, 14). Πώ πώ θαμα!  παρθένος γίνεται μητέρα καί παραμένει παρθένος.

Βλέπεις τήν καινοτομία τς φύσης. Στίς λλες γυνακες σο μία εναι παρθένος δέν εναι μητέρα, ταν μως γίνει μητέρα δέν χει πιά τό γνώρισμα τς παρθενίας. δ καί τά δύο νόματα συνέπεσαν.  δια εναι καί μητέρα καί παρθένος καί οτε  παρθενία μπόδισε τή γέννηση οτε  γέννηση κατάργησε τήν παρθενία. πρεπε ατός πού ρθε στή ζωή το νθρώπου γιά ν᾿ φθαρτοποιήσει τό πν, ν᾿ ρχίσει πό τήν φθαρσία πού ξυπηρετοσε τή γέννησή του.

 συνήθεια τν νθρώπων νομάζει ̒ἄφθορη᾿ ατήν πού δέν χει πείρα γάμου. Ατό μο φαίνεται χει κατανοήσει πρτος κενος  Μωϋσς  μέγας μέ τή θεοφάνεια πού το γινε μέ τό φς, ταν  φωτιά ναβε στή βάτο καί  βάτος δέν καιγόταν. Γιατί λέει, «θά μεταβ καί θά δ ατό τό μέγα ραμα» (ξ. 3, 3). Δέ δηλώνει νομίζω τοπική κίνηση μέ τή μετάβαση, λλά τό πέρασμα το χρόνου. Ατό δηλαδή πού προτυπώθηκε τότε μέ τή φλόγα καί τή βάτο, φο πέρασε  νδιάμεσος χρόνος, ποκαλύφθηκε φανερά στό μυστήριο μέ τήν Παρθένο. πως κε  θάμνος ν φλογίζεται δέν καίγεται, τσι καί δ  Παρθένος καί γενν τό φς λλά καί δέν παθαίνει καμιά φθορά.

ν τώρα  βάτος προτυπώνει τό σμα τς Παρθένου, μήν ντραπες γιά τό ανιγμα. Γιατί κάθε σάρκα πειδή παραδέχεται τήν μαρτία, εναι μαρτία κριβς κατά τό τι εναι μόνο σάρκα (Β Βασ. 23, 6), ν  μαρτία στή Γραφή παίρνει τό νομα το γκαθιο. Καί γιά νά μήν πομακρυνόμαστε πό τό θέμα μας, σως δέν εναι καιρο νά φέρομε τόν Ζαχαρία πού σκοτώθηκε νάμεσα στό ναό καί στό θυσιαστηρίο ς μάρτυρα τς φθορης μητέρας.  Ζαχαρίας ταν ερέας καί χι μόνο ερέας, λλά εχε καί τό χάρισμα τς προφητείας (Λουκ 1, 3 ), πού  δύναμή της διακηρύσσεται γραμμένη μέσα στό βιβλίο το Εαγγελίου. ταν προετοίμαζε  θεία Χάρη τούς νθρώπους νά μή θεωρήσουν πίθανη τή γέννηση τς Παρθένου, προετοιμάζει τή συγκατάθεση τν πίστων μέ μικρότερα θαύματα, πως γιά παράδειγμα  λικιωμένη στείρα ποχτ παιδί. Ατό εναι τό προοίμιο το θαύματος τς παρθενίας. πως δηλαδή  λισάβετ δέ γίνεται μητέρα μέ τή φυσική της δύναμη, φο εχε γηράσει χωρίς ν᾿ ποκτήσει παιδί, λλά  γέννηση το παιδιο ποδίδεται στό θεο θέλημα, τσι καί τό πίστευτο το παρθενικο κοιλοπονήματος, γίνεται πιστευτό μέ τήν ναφορά του στό θεο.

πειδή λοιπόν  υός πού προλθε πό τή στείρα προλαμβάνει ατόν πού προλθε πό τήν παρθενία, ατός πού σκίρτησε προτο γεννηθε μέσα στά σπλάχνα τς μητέρας του μέ τή φωνή κείνης πού κυοφοροσε τόν Κύριο, ταν γεννήθηκε  Πρόδρομος το Λόγου, τότε μέ τήν προφητική μπνευση λύεται  σιωπή το Ζαχαρία. Καί σα διατυπώνει  Ζαχαρίας ποτελοσαν προφητεία γιά τό μέλλον. Ατός λοιπόν πού τό προφητικό πνεμα τόν χειραγωγε στή γνώση τν κρυπτν, κατανοώντας τό μυστήριο τς παρθενίας στήν φθαρτη γέννηση, δέν ποχώρισε μέσα στό ναό τήν γαμη μητέρα πό τόν τόπο τόν προκαθορισμένο πό τό νόμο γιά τίς παρθένες, θέλοντας νά διδάξει τούς ουδαίους τι  δημιουργός τν ντων καί βασιλεύς λης τς κτίσης, μαζί μέ λα τά λλα χει ποχείριά του καί τήν νθρωπίνη φύση, τήν κατευθύνει μέ τή θέλησή του που ατός νομίζει καί δέν ξουσιάζεται ατός πό κείνην, στε εναι στήν ξουσία καί τή δύναμή του νά δημιουργήσει νέα γέννηση.  γέννηση ατή δέ θ᾿ φαιρέσει πό ατήν πού γινε μητέρα τό νά μείνει παρθένος.

Γι᾿ ατό δέν τήν ποχώρισε μέσα στό ναό πό τή θέση τν παρθένων. Καί  θέση ατή ταν  τόπος νάμεσα στό ναό καί τό θυσιαστήριο. πειδή λοιπόν κουγαν τι θά γεννηθε κατ᾿ οκονομίαν σάν νθρωπος  βασιλιάς τς κτίσης, πό φόβο νά μή γίνουν ποχείριοι σέ βασιλιά σκοτώνουν ατόν πού δινε μαρτυρία γιά τή γέννηση, τόν ερέα πού ερούργησε κοντά στό διο τό θυσιαστήριο (Ματθ. 23, 25). Πλανηθήκαμε μως μακριά πό τό θέμα μας, ν πρεπε  λόγος μας νά γυρίσει στή Βηθλεέμ το Εαγγελίου. ν δηλαδή μες εμαστε ληθινά ποιμένες κι γρυπνομε γιά τά δια μας ποίμνια, τότε πευθύνεται πωσδήποτε σ᾿ μς  φωνή τν γγέλων, πού εαγγελίζεται ατή τή μεγάλη χαρά (Λουκ 2, 10).

ς ψώσομε λοιπόν τό βλέμμα στήν οράνια στρατιά, ς δομε τούς χορούς τν γγέλων, ς κούσομε τή θεία τους μνωδία. Ποιός εναι  μνος τν ορταστν; Φωνάζουν, «δόξα νά χει  Θεός στόν ορανό» (Λουκ 2, 14). Γιατί ο γγελοι δοξάζουν τή θεότητα πού βλέπομε στά ψη; Γιατί λέγοντας «καί ερήνη πάνω στή γ» γιναν λόχαροι γιά τό ,τι βλεπαν ο γγελοι «ερήνη πάνω στή γ».  προηγουμένως καταραμένη, ατή πού γενοσε γκάθια καί τριβόλια,  τόπος τς συμπλοκς,  ξορία τν καταδικασμένων,  γ δηλαδή δέχτηκε τήν ερήνη. Πώ πώ θαμα! « λήθεια νέτειλε πό τή γ καί πό τόν ορανό πρόβαλε  δικαιοσύνη» (Ψαλμ. 84, 12)! Τέτοιο καρπό καρποφόρησε  γ τν νθρώπων. Ατά γίνονται γιά τήν κδήλωση τς καλς διάθεσης πρός τούς νθρώπους.  Θεός ναμιγνύεται μέ τήν νθρώπινη φύση, γιά νά ψωθε  νθρωπος στό ψος το Θεοχοντας κούσει ατά τά πράγματα ς πμε στή Βηθλεέμ κι ς δομε τό νέο θέαμα, πς χαίρεται  Παρθένος γιά τή γέννηση, πς  σχετη μέ τό γάμο περιποιεται τό νήπιο. Καί πρτα ποιά εναι ατή καί πό πο θ᾿ κούσομε νά μς ξιστορονται τά σχετικά μέ ατή.

κουσα λοιπόν μιά πόκρυφη στορία, πού διηγεται τά ξς.  πατέρας τς Παρθένου ταν νομαστός γιά τήν αστηρή ζωή του σύμφωνα μέ τό νόμο καί γνωστός γιά τίς ρετές του. Εχε γεράσει χωρίς ν᾿ ποκτήσει παιδί, γιατί  γυναίκα του δέν ταν σέ θέση νά τεκνοποιήσει.  νόμος τιμοσε τίς μητέρες, καί τήν τιμή ατή δέν τήν εχαν ο στερες. Μιμεται λοιπόν κι κείνη ,τι λένε ο διηγήσεις γιά τή μητέρα το Σαμουήλ (Α Βασ. 1, 12 ). Μπαίνει μέσα στά για τν γίων, κετεύει τό Θεό νά μή χάσει τίς ελογίες τν νόμων, χωρίς νά χει παραβε καθόλου τό νόμο, λλά νά γίνει μητέρα καί ν᾿ φιερώσει τό παιδί της στό Θεό. Δυναμωμένη πό τό θεο σημάδι λαβε τή χάρη πού εχε ζητήσει.

ταν γεννήθηκε τό παιδί τό νόμασε Μαρία, γιά νά δηλωθε καί μέ τό νομα τι ταν θεϊκή χάρη. ταν μεγάλωσε ρκετά τό κοριτσάκι, στε νά μή χρειάζεται νά θηλάζει, τό ποδίδει μέσως στό Θεό, κπληρώνει τήν πόσχεσή της καί τό παραδίνει στό ναό. Ο ερες νατρέφουν τήν κόρη μέσα στά για μοια πως τό Σαμουήλ κι ταν μεγάλωσε, σκέφτηκαν τί νά κάνουν μέ τό ερό κενο σμα στε νά μήν μαρτήσουν στό Θεό. Νά τή δεσμεύσουν στό νόμο τς φύσης καί νά τήν ποδουλώσουν μέ τό γάμο σ᾿ ατόν πού θά τήν παιρνε, θά ταν τό πιό παράδεκτο. Θεωρήθηκε πέρα πέρα εροσυλία, νά γίνει νας νθρωπος κύριος το φιερώματος στό Θεό, φο ο νόμοι ρίζουν τι  νδρας εναι κύριος τς γυναίκας. Γιά τούς ερες μως νά τούς συναναστρέφεται μέσα στό ναό μιά γυναίκα καί νά τή βλέπουν μέσα στά για καί νόμιμο δέν ταν κι κόμα λειπε πό τό γεγονός  σεμνότητα.

Καθώς σκέφτονται τί ν᾿ ποφασίσουν γι᾿ ατά, τούς ρχεται συμβουλή πό τό Θεό, νά τή δώσουν σέ κάποιον μέ τόν τύπο τς μνηστείας, λλά ατός νά εναι νθρωπος κατάλληλος νά προστατεύσει τήν παρθενία της. Βρέθηκε λοιπόν  ωσήφ, πως τόν ζητοσαν, πό τήν δια φυλή καί πατριά μέ τήν Παρθένο καί μνηστεύεται τήν κόρη κατά τή συμβουλή τν ερέων.  σχέση μεινε ς τή μνηστεία. Τότε  Παρθένος δέχεται τήν γγελία το μυστικο πό τό Γαβριήλ. Τά λόγια τς γγελίας ταν ελογία. «Χαρε», λέει, «σύ πού χεις τή χάρη,  Κύριος εναι μαζί σου» (Λουκ 1, 26). ντίθετος στό λόγο πρός τήν πρώτη γυναίκα εναι τώρα  λόγος πρός τήν Παρθένο.  πρώτη καταδικάστηκε γιά τήν μαρτία της στούς πόνους το τοκετο (Γεν. 3, 16), ν στήν περίπτωση τς Παρθένου  χαρά διώχνει τή λύπη. Στήν πρώτη προηγήθηκαν πό τούς πόνους το τοκετο ο λύπες, δ  χαρά πομακρύνει τόν πόνο.

«Μή φοβσαι», λέει. πειδή σέ κάθε γυναίκα  προσδοκία το πόνου προκαλε φόβο,  πόσχεση τς γλυκις δίνης διώχνει τό φόβο. «Θά συλλάβεις», λέει, «καί θά γεννήσεις υό καί θά το δώσεις τό νομα ησος. Ατός θά σώσει τό λαό του πό τίς μαρτίες του». Καί τί παντ  Μαρία; κουσε τό λόγο τς γνς Παρθένου.  γγελος τς εαγγελίζεται τή γέννηση κι ατή πιμένει στήν παρθενία της, κρίνοντας προτιμότερη πό τήν γγελική μφάνιση τό τι ταν γνή καί οτε πρός τόν γγελο δείχνει δυσπιστία οτε τίς γνμες της γκαταλείπει. Μο χει ποκλειστε, λέει,  σχέση μέ νδρα· «πς μπορε νά γίνει ατό, φο δέν γνωρίζω νδρα; ».

Ατός  λόγος τς Μαρίας εναι πόδειξη ατν πού στορονται συγκεκαλυμμένα. Γιατί, ν  ωσήφ τήν εχε πάρει σέ γάμο, πς θά παραξενευόταν μ᾿ κενον πού τς προμηνοσε τή γέννηση, φο περίμενε τι κάποτε θά γινόταν κι ατή μητέρα κατά τό φυσικό νόμο; πειδή μως  σάρκα πού εχε φιερωθε στό Θεό πρεπε νά φυλάγεται νέπαφη πως να γιο φιέρωμα, γι᾿ ατό λέει, κόμα κι ν εσαι γγελος κι ν ρχεσαι πό τόν ορανό κι ,τι βλέπω εναι πέρα πό τ᾿ νθρώπινα, λλά τό νά γνωρίσω νδρα εναι πό τά δύνατα. Καί πς θά γίνω μητέρα δίχως νδρα; Τόν ωσήφ τόν ξέρω ς μνηστήρα μου, δέν τόν γνωρίζω ς νδρα. Τί λέει λοιπόν  νυμφαγωγός Γαβριήλ; Ποιό νυφικό θάλαμο προσφέρει στόν καθαρό κι μίαντο γάμο; «Πνεμα», λέει, «γιο θά ρθε πάνω σου καί θά σέ πισκιάσει  δύναμη το ψίστου».  σπλάχνα μακάρια πού πέσπασαν πό τήν περβολική καθαρότητα τους τά γαθά τς ψυχς. Σέ λους τούς λλους, μόλις μπορε νά δεχτε τήν παρουσία το γίου Πνεύματος  καθαρή ψυχή. δ μως δοχεο το Πνεύματος γίνεται  σάρκα. λλά «καί θά σ᾿ πισκιάσει  δύναμη το ψίστου».

Τί σημαίνει  μυστικός ατός λόγος; τι « Χριστός εναι Θεο δύναμη καί Θεο σοφία», πως λέει  πόστολος (Α Κορ 1, 24).  δύναμη λοιπόν το ψίστου Θεο πού εναι  Χριστός παίρνει μορφή στήν Παρθένο μέ τήν πέλευση το γίου Πνεύματος. πως δηλαδή  σκιά τν σωμάτων παίρνει τή μορφή το σώματος πού προηγεται, τσι  χαρακτήρας καί τά γνωρίσματα τς θεότητας το Υο θά φανον στή δύναμη ατο πού γεννιέται, πού θά δείχνονται μέ τίς κδηλώσεις τς θαυματουργίας, εκόνα καί σφραγίδα καί ποσκίασμα καί παύγασμα το πρωτοτύπου.

λλά τό χαρμόσυνο μήνυμα το γγέλου μς προτρέπει νά γυρίσομε στή Βηθλεέμ καί νά παρατηρήσομε τά μυστήρια το σπηλαίου. Ποιό εναι τό μυστήριο ατό; να παιδί τυλιγμένο στά σπάργανα ν᾿ ναπαύεται μέσα σέ φάτνη, καί  Παρθένος κόμα καί μετά τή γέννηση,  φθορη μητέρα περιποιεται τό μικρό. ς πομε μες ο ποιμένες τό λόγο το προφήτη· «πως κούσαμε, τσι καί εδαμε στήν πόλη το Κυρίου τν δυνάμεων, στήν πόλη το Θεο μας» (Ψαλμ. 42). Δέν γιναν ραγε ατά τυχαα κι πως ρθαν καί συνέπεσαν νά ξιστορονται γιά τό Χριστό   στορία χει κάποιο λόγο; Τί νόημα χει γιά τόν Κύριο τό κατάλυμα στό σπήλαιο καί τό πλάγιασμά του στή φάτνη,  νάμιξή του μέσα στή ζωή τόν καιρό τς πογραφς τν φόρων;  εναι φανερό τι πως μς λευθερώνει πό τή νομική κατάρα μέ τό νά γίνει ατός  διος κατάρα γιά χάρη μας (Γαλ. 3, 13) καί μεταφέρει στόν αυτό του τά δικά μας τραύματα, γιά νά γίνομε καλά μες μέ τά δικά του τραύματα (σ. 53, 9), τσι γίνεται καί μέ τή φορολογία, γιά νά μς λευθερώσει πό τά δεσμά τς κακίας, πού δεναν τό νθρώπινο γένος καθώς τό φορολογοσε  θάνατος;

 λλά βλέποντας τό σπήλαιο που γεννιέται  Κύριος, βάλε στό νο σου τό σκοτεινό καί πόγειο βίο τν νθρώπων, που φθάνει καί κενος πού φανερώνεται σ᾿ ατούς πού κάθονται στό σκότος καί στή σκιά το θανάτου (σ. 9, 2). Καί τυλίγεται σφιχτά μέσα στά σπάργνα, ατός πού χει φορέσει τίς σειρές τν δικν μας μαρτημάτων.  φάτνη εναι  στάβλος τν λόγων ζώων, που γεννιέται  Λόγος, γιά νά καταλάβει τό βόδι τόν φέντη του καί  νος τό παχνί το Κυρίου του (σ. 1, 3). Βόδι εναι ατός πού εναι στό ζυγό το νόμου, ν νος τό μεταφορικό ζο, τό φορτωμένο μέ τήν μαρτία τς εδωλολατρίας.

Καί  κατάλληλη βέβαια γιά τά ζα τροφή καί ζωή εναι τό χόρτο· «ατός πού κάνει νά φυτρώνει χόρτο γιά τά ζα» (Ψαλμ. 103, 14), λέει  προφήτης, ν τό λογικό ζο τρέφεται μέ ψωμί. Γι᾿ ατό λοιπόν  ρτος τς ζως πού κατέβηκε πό τόν ορανό (ω. 6, 48 ) τοποθετεται μέσα στή φάτνη, πού εναι  κατοικία τν λόγων, γιά νά μεταλάβουν καί τά λογα τροφή λογική καί νά γίνουν λογικά. Γίνεται λοιπόν μέσα στή φάτνη νάμεσα στό βόδι καί τόν νο  Κύριος μεσίτης καί τν δύο, γιά νά γκρεμίσει τό μεσότοιχο το φραγμο καί νά νώσει στό πρόσωπό του τούς δύο σέ να νέο νθρωπο (φ. 2, 14), καταργώντας το νός τό βαρύ ζυγό το Νόμου καί τόν λλο λευθερώνοντάς τον πό τό φορτίο τς εδωλολατρίας. λλά ς ψώσομε τό βλέμμα στά οράνια θαύματα. Γιατί νά, δέ μς εαγγελίζονται τή χαρά ατήν μόνο προφτες καί γγελοι, λλά καί ο ορανοί μέ τά δικά τους θαύματα διαλαλον τή δόξα το Εαγγελίου.

  Χριστός χει νατείλει γιά χάρη μας πό τή φυλή το ούδα (βρ. 7, 14), πως λέει  πόστολος, λλά ο ουδαοι δέν καταφωτίζονται πό ατόν πού νέτειλε. Ο μάγοι εναι σχετοι πό τίς διαθκες τς παγγελίας καί ξένοι πό τήν ελογία τν πατέρων, προηγονται μως στή γνώση πό τόν σραηλιτικό λαό· καί τό οράνιο στρο ναγνώρισαν καί τό βασιλιά μέσα στό σπήλαιο δέν γνόησαν. Ο μάγοι φέρνουν δρα, ν ατοί τόν πιβουλεύονται. Ο πρτοι τόν προσκυνον, ο λλοι τόν καταδιώκουν. κενοι χαίρονται ταν βρκαν ατόν πού ζητοσαν. Ατοί ταράζονται πό τή γέννηση κείνου πού εχε προαγγελθε. Γιατί λέει, «ταν εδαν ο μάγοι τό στρο πάνω πό τό μέρος που ταν τό παιδί δοκίμασαν μεγάλη χαρά. ν  ρώδης ταν κουσε τό λόγο ταράχτηκε καί μαζί του λα τά εροσόλυμα» (Ματθ. 2, 10).

Ο μάγοι προσφέρουν σ᾿ατόν λίβανο πως σέ Θεό, τιμον μέ χρυσό τό βασιλικό ξίωμα, καί τήν οκονομία κατά τό πάθος τή δηλώνουν μέ τή σμύρνα κατά κάποια προφητική χάρη. ν ο λλοι καταδικάζουν στήν ξόντωση λη τήν παιδική λικία, πράγμα πού μο φαίνεται τι τούς κατηγορε χι μόνο γιά τή σκληρότητα λλά καί γιά τήν νοησία τους. Ποιό λόγο δηλαδή εχε  φόνος τν παιδιν; Καί γιά ποιό σκοπό τόλμησαν τό νόσιο ατό γκλημα; πειδή, λέει, να νέο θαυμαστό φαινόμενο το ορανο μήνυσε στούς μάγους τήν νάδειξη το Βασιλέα.

Τί λοιπόν; Πιστεύεις τι τό σημεο πού τόν μήνυσε εναι ληθινό  θεωρες νυπόστατο, ,τι λέγεται; ν εναι τέτοιος στε νά κάνει ποχείριους τούς ορανούς, ατό δέν εναι πωσδήποτε πάνω πό τή δύναμή σου; ν μως δίνει στήν ξουσία σου τή ζωή καί τό θάνατό του, τόν φοβσαι μάταια. Γιατί ατόν πού φέρεται τσι, στε νά εναι ποχείριος στήν ξουσία σου, γιά ποιό λόγο εναι πίφοβος; Γιατί ξαπολύεται  φρικτή κείνη διαταγή,  ποτρόπαια πόφαση κατά τν παιδιν, νά ξοντωθον τά μοιρα βρέφη; Ποιά δικία καναν; Ποιά φορμή θανάτου  τιμωρίας δωσαν κατά το αυτο τους; Τό γκλημά τους ταν να, τι γεννήθηκαν καί εδαν τό φς.

Γι᾿ ατό πρεπε νά γεμίσει  πόλη πό δημίους καί νά μαζευτε πλθος μητέρων καί νηπίων, κόσμος νά τούς συμπαραστέκεται καί ο γονες καί λοι, πως εναι φυσικό νά μαζεύονται γιά τή συμφορά τν συγγενν τους. Ποιός μπορε νά περιγράψει μέ τό λόγο τίς συμφορές; Ποιός μέ τή διήγησή του θά φέρει μπροστά στά μάτια μας τή δυστυχία; Τόν νάμικτο κενο θρνο, τό γοερό μοιρολόι παιδιν, μητέρων, συγγενν, πατέρων, πού κραύγαζαν ξιολύπητα μπροστά στήν πειλή τν δημίων; Πς νά ζωγραφίσει κανένας τό δήμιο κοντά στό νήπιο μέ γυμνό τό ξίφος, μέ βλέμμα λο κακία καί φόνο καί παρόμοια καί νά μιλ, νά σέρνει πρός τόν αυτό του τό βρέφος μέ τό να χέρι καί μέ τό λλο νά ψώνει τό ξίφος, ν πό τήν λλη  μητέρα νά τραβάει τό παιδί πρός τό δικό της μέρος καί ν᾿ πλώνει τό δικό της τράχηλο στήν κόψη το σπαθιο, γιά νά μή δε μέ τά μάτια της τό δόλιο της παιδί νά τό σκοτώνουν τά χέρια το δημίου;

Πς πάλι θά μποροσε νά διηγηθε κάποιος τά σα δοκίμασαν ο πατέρες; Τίς νακλήσεις τν παιδιν τους, τίς κραυγές, τά σφιχταγκαλιάσματα, καί πολλά παρόμοια πού τά καναν λα μαζί; Ποιός μπορε νά διεκτραγωδήσει τήν πολλαπλή καί πολύτροπη συμφορά, τίς διπλές δίνες τν μητέρων πού μόλις γέννησαν, τά διαπεραστικά μαχαίρια τς φύσης; Πς τό δόλιο βρέφος κολλοσε στό μαστό τς μητέρας καί στά σπλάχνα του δεχόταν τό θανάσιμο χτύπημα; Πς  δύστυχη μάννα καί τό μαστό της δινε στό παιδί καί το παιδιο της τό αμα δεχόταν στούς κόρφους της; Πολλές φορές μάλιστα μέ τήν κίνηση το χεριο του  δμιος, μ᾿ να χτύπημα το ξίφους πέρασε μαζί πέρα γιά πέρα παιδί καί μητέρα καί τό αμα κανε κοινό αλάκι νακατεμένο πό τό μητρικό τραμα καί τή θανάσιμη λαβωματιά το παιδιο. Κι πειδή περιεχε κι ατό  νίερη διαταγή το ρώδη, νά μή φαρμοστε  θανατική πόφαση μόνο στά ρτιγέννητα, λλά κι ν κάποιο ταν δύο τν νά φονευτε κι ατό μαζί (Ματθ. 2, 16) (γιατί γραφε πό δύο χρονν καί κάτω), λλη συμφορά πάλι θέλει νά πε  λόγος μ᾿ ατό, πως εναι φυσικό, γιατί πολλές φορές τό διάστημα τν δύο τν κανε δύο φορές μητέρα τήν δια γυναίκα. Θλιβερό πάλι θέαμα κι δ, δύο δήμιοι ν᾿ σχολονται μέ τήν δια μάννα,  νας νά τραβάει τό παιδί πού τρέχει γύρω στή μητέρα κι  λλος νά ξεκολλάει πό τήν μάννα τό βρέφος τς γκαλις.

Τί εναι φυσικό τι θά πόφερε  δύστυχη μάνα; Σκιζόταν  καρδιά της στά δύο παιδιά της κι καιγε καί τν δύο  πόνος ξίσου τά μητρικά σπλάχνα καί δέν ξερε ποιόν πό τούς δύο δημίους ν᾿ κολουθήσει, πού  νας πό δ κι  λλος πό κε σερναν τά παιδιά νά τά σφάξουν; Νά τρέξει στό νεογέννητο; τό κλάμα του εναι κόμη χωρίς ερμό καί χωρίς κφραση. κούει μως τό λλο πού μιλάει πιά καί φωνάζει τή μητέρα του κλαίγοντας καί μέ διακοπτόμενη φωνή. Τί νά κάνει; Πς ν᾿ νταποκριθε; Σέ ποιο τό κάλεσμα ν᾿ παντήσει; Μέ ποιο τήν κραυγή νά νώσει τή δική της; Ποιόν θάνατο νά θρηνήσει, φο σα τήν σκίζουν τά μαχαίρια τς φύσης;

λλά ς πομακρύνομε τήν κοή μας πό τούς θρήνους γιά τά παιδιά κι ς στρέψομε τό νο μας σέ πιό χαρούμενες σκέψεις πού ταιριάζουν καλύτερα στήν ορτή, ν καί  Ραχήλ μέ δυνατές φωνές, πως λέει  προφήτης ( ερ. 31, 15.. Ματθ. 2, 17), θρηνε τή σφαγή τν παιδιν της. Στήν ορτάσιμη μέρα, λέει  σοφός Σολομών, πρέπει νά ξεχνομε τίς συμφορές. Καί ποιά λλη ορτή πιό χαρμόσυνη πό ατήν χομε, κατά τήν ποία  λιος τς δικαιοσύνης σκορπίζοντας τά πονηρά σκοτάδια το διαβόλου φωτίζει τήν κτίση μέ τήν δια μας τή φύση, μέσα στήν ποία ,τι χει πέσει σηκώνεται, ,τι βρίσκεται σέ πόλεμο δηγεται στήν ερήνευση, τό ποκηρυγμένο παναφέρεται, ,τι χει κπέσει πό τή ζωή πανέρχεται στή ζωή, ,τι εχε ποδουλωθε κι αχμαλωτιστε ποκαθίσταται στό βασιλικό ξίωμα, κι ,τι ταν δέμενο μέ τά δεσμά το θανάτου, πιστρέφει λευθερωμένο στή χώρα τν ζωντανν; Τώρα, σύμφωνα μέ τήν προφητεία, συντρίβονται ο χάλκινες πύλες το θανάτου (Ψαλμ. 106, 14)· θραύονται ο σιδερένιοι μοχλοί, πού πρτα κρατοσαν στήν ερκτή καί στή φύλαξη το θανάτου τό νθρώπινο γένος. Τώρα, πως λέει  Δαβίδ, νοίγει  πύλη τς δικαιοσύνης (Ψαλμ. 117, 19).

Τώρα κούγονται σ᾿ λη τήν οκουμένη μόφωνα τά τραγούδια σων ορτάζουν. πό νθρωπο ρθε  θάνατος καί πό νθρωπο ρθε  σωτηρία.  πρτος πεσε στήν μαρτία,  δεύτερος σήκωσε ατόν πού εχε πέσει.  γυναίκα περασπίστηκε τή γυναίκα.  πρώτη νοιξε τήν εσοδο στήν μαρτία, ατή δ πηρέτησε τήν εσοδο τς δικαιοσύνης. κείνη δέχτηκε τή συμβουλή το φιδιο, ατή μς δωσε τόν ναιρέτη το φιδιο καί γέννησε τό δημιουργό το φωτός. κείνη μς φερε μέ τό δέντρο τήν μαρτία, ατή μέ τό ξύλο φερε στή θέση τς μαρτίας τό γαθό. Ξύλο ννο τό σταυρό.  καρπός το ξύλου ατο δέ λείπει ποτέ καί γίνεται ζωή μάραντη γι᾿ ατούς πού τόν γεύονται. Καί κανένας νά μή νομίζει τι μόνο στό μυστήριο το Πάσχα ρμόζει  εχαριστία ατή. ς σκεφτε τι τό Πάσχα εναι τό τέλος τς οκονομίας. Καί πς θά γινόταν τό πέρας, ς δέν εχε προηγηθε  ρχή; Ποιό εναι ρχικότερο πό τό λλο; σφαλς  γέννηση πό τήν οκονομία το πάθους.

Καί το Πάσχα λοιπόν ο παινοι εναι μέρος τν γκωμίων τς γέννησης. Κι ν ριθμήσει κανένας τά εεργετήματα σων στορον τά εαγγέλια καί διηγηθε τίς θαυματουργικές θεραπεες, τή διατροφή χωρίς τά παιτούμενα τρόφιμα, τήν πιστροφή τν νεκρν πό τά μνήματα, τήν ατοσχέδια παρασκευή το κρασιο, τήν κδίωξη τν δαιμονίων, τήν ποκατάσταση τς γείας πειτα πό λογς ρρώστιες, τίς νορθώσεις τν κουτσν, τήν ραση πού ρθε πό τόν πηλό, τά θεα διδάγματα, τίς νομοθεσίες, τή μύηση πρός τά ψηλότερα μέ τίς παραβολές, λα ατά εναι δωρεά τς σημερινς μέρας· γιατί ατή γινε ρχή στά γαθά πού κολούθησαν. «ς χαρομε» λοιπόν «κι ς εφρανθομε κατά τή διάρκεια ατς» (Ψαλμ. 43, 17). ς μή φοβηθομε τίς κατηγορίες τν νθρώπων καί ς μήν νικηθομε πό τήν προσπάθειά τους νά μς ξευτελίσουν, πως μς προτρέπει  προφήτης. Ατοί χλευάζουν τό λόγο τς οκονομίας, τι δέν ρμόζει νά λάβει  Κύριος σμα νθρώπου καί μέ τή γέννηση ν᾿ ναμιχθε στή ζωή τν νθρώπων, γνοώντας, πως φαίνεται, τό μυστήριο, πς δηλαδή οκονόμησε τή σωτηρία μας  σοφία το Θεο. Πουληθήκαμε κούσια μέ τίς μαρτίες μας καί ποδουλωθήκαμε στόν χθρό τς ζως μας σάν δολοι γορασμένοι.

Τί παραπάνω θελες νά σο προσφέρει  Κύριος ; χι τό νά ξαιρεθες πό τή συμφορά; Τί λεπτολογες τόν τρόπο; Γιατί θέτεις νόμους στό νομοθέτη, χωρίς ν᾿ ντιλαμβάνεσαι τίς εεργεσίες του; Εναι σάν νά ποκρούει κανένας τό γιατρό καί μέμφεται τήν εεργετική πέμβασή του, πειδή πραγματοποίησε τή θεραπεία μ᾿ ατόν κι χι μέ λλο τρόπο. ν πιζητες πό περιέργεια νά μάθεις τό μέγεθος τς οκονομίας, σο φτάνει τόσο μόνο, τι τό θεο δέν εναι να μόνο ρισμένο γαθό, λλά ποιο γαθό μπορομε νά φανταστομε, κενο εναι· δύναμη, δικαιοσύνη, γαθότητα, σοφία, σα νόματα καί νοήματα χουν σημασία κατάλληλη γιά τό θεο.

Πρόσεξε λοιπόν μήπως δέ συνεργάστηκαν σα επαμε στήν εεργεσία πού μς γινε,  γαθότητα,  σοφία,  δύναμη,  δικαιοσύνη. ς γαθός, γάπησε τόν ποστάτη· ς σοφός, βρκε τρόπο νά πανέλθουν ο ποδουλωμένοι· ς δίκαιος, δέν πιέζει ατόν πού ποδούλωσε τόν νθρωπο καί τόν πόκτησε μέ τό δίκαιο τς γορς, λλά δωσε τόν αυτό του ντάλλαγμα γιά τούς ποδουλωμένους, στε, ναλαμβάνοντας σάν κάποιος γγυτής τήν φειλή, νά λευθερώσει τόν κρατούμενο. ς δυνατός πού ταν, δέν κρατήθηκε πό τόν δη οτε τό σμα του γνώρισε τή φθορά. Οτε βέβαια ταν δυνατό νά νικηθε πό τή φθορά  ρχηγός τς ζως. λλά ταν ντροπή νά νεχθε νθρώπινη γέννηση καί νά δεχτε τήν μπειρία τν παθημάτων τς σάρκας; Μιλς γιά τήν περβολή τς εεργεσίας.

Πραγματικά, πειδή δέν ταν δυνατό νά παλλαγε πό τόσο μεγάλα δεινά τό νθρώπινο γένος, δέχτηκε  βασιλεύς λης τς παθος φύσης ν᾿ νταλλάξει τήν δια του δόξα μέ τή δική μας ζωή. τσι  καθαρότητα μπαίνει μέσα στό δικό μας ρύπο, ν  ρύπος δέν γγίζει τήν καθαρότητα, πως λέει τό Εαγγέλιο, τι «τό φς λαμψε μέσα στό σκοτάδι καί τό σκοτάδι δέν τό κατανίκησε» (ω. 1, 5).  ζόφος φανίζεται μέ τήν παρουσία το φωτός,  λιος δέν μαυρίζει πό τό ζόφο. Τή θνητότητα τήν καταπίνει  ζωή, πως λέει  πόστολος (Β Κορ. 5, 4), δέν ξαντλεται  ζωή μέ τό θάνατο. ,τι χει καταφθαρε σώζεται μαζί μέ τό φθαρτο.  φθορά δέν πηρεάζει τήν φθαρσία. Γι᾿ ατό γίνεται κοινός  μνος λης τς κτίσης, καθώς ναπέμπουν λοι σύμφωνη δοξολογία στό Δεσπότη τς κτίσης. Κάθε στόμα πουράνιων καί πίγειων καί πόγειων φωνάζει τι  Κύριος ησος Χριστός εναι γιά νά δοξάζεται  Θεός Πατέρας καί πρέπει νά ελογεται στούς αἰῶνες τν αώνων. μήν.

 


 

 

 

 

 

Γιά ποιό λόγο νανθρώπησε  Υός το Θεο καί χι  Πατήρ  τό Πνεμα• καί ποιές ο συνέπειες τς νανθρώπησης


 

γίου ωάννου Δαμασκηνο


 Πατήρ δέν μεταπίπτει στόν Υό, παραμένει πάντα Πατήρ·  Υός δέν μεταπίπτει στόν Πατέρα, παραμένει πάντα Υός· τό Πνεμα δέν μεταπίπτει στόν Πατέρα  τόν Υό, παραμένει πάντα Πνεμα γιο.  διότητα καθενός προσώπου τς γίας Τριάδας εναι σταθερή καί μετάβλητη. Πς, λλωστε, θά παρέμενε διότητα ν ναλασσόταν συνεχς περνώντας κάθε φορά σέ λλο πρόσωπο; Γιαυτό  Υός το Θεο εναι πού γίνεται Υός το νθρώπου, γιά νά παραμείνει κριβς  διότητα μετακίνητη. Γιατί, ντας Υός το Θεοταν γινε Υός το νθρώπου παίρνοντας σάρκα νθρώπου π’ τήν γία Παρθένο, δέν λλοτριώθηκε πό τήν υική του διότητα.

 Υός το Θεο νανθρώπησε γιά νά χαρίσει ξανά στόν νθρωπο κενο γιά τό ποο δημιουργώντας τον τόν προόρισε. Τόν δημιούργησε σύμφωνα μέ τή δική του εκόνα, διανοητή καί λεύθερο, προορισμένο νά το μοιάζει, δηλαδή νά ᾿ναι, πως καί  δημιουργός του, τέλεια νάρετος, πράγμα κατορθωτό γιά τήν νθρώπινη φύση. Γιατί ο ρετές, δηλαδή  νηφαλιότητα,  ρεμία,  κεραιότητα,  γαθοσύνη,  σοφία,  δικαιοσύνη,  νεξικακία εναι πρωταρχικά, γνωρίσματα τς θείας φύσης.

 Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τόν νθρωπο σέ πλήρη κοινωνία μαζί του ( τόν δημιούργησε γιά νά μείνει φθαρτος, τόν νέβασε στήν θανασία μέ τό νά τόν κρατ κοντά του). μες, μως, ατά τά γνωρίσματα τς θείας φύσης τά λλοιώσαμε καί τά μπερδέψαμε μέ τήν παράβαση τς ντολς, καί περάσαμε στήν παράταξη τς κακίας μέ ποτέλεσμα νά χάσουμε τήν κοινωνία μέ τό Θεό. Τίς γάρ μετουσία φωτί πρός σκότος; Καί ταν πιά στερηθήκαμε τή ζώη, πέσαμε στή φθόρα το θανάτου.

πειδή, τώρα,  Θεός μς πρόσφερε τό ψιστο καί δέν τό διαφυλάξαμε, χρειάστηκε νά κατέβει ατός στό χείριστο, δηλαδή στή δική μας ξεπεσμένη φύση, στε νά μς ξαναδώσει, προσφέροντας καί νεργώντας  διος, τήν ξομοιωμένη μ᾿ ατόν εκόνα καί τόν ρχαο προορισμό. Κι κόμα νά μς διδάξει τό νάρετο θος τς βιωτς, ατό τό θος πού  διος μέ τήν πίγεια ζωή του κατέστησε συγκεκριμένο καί εκολοκατόρθωτο. Κι κόμα νά μς λευθερώσει πό τή φθορά φέρνοντάς μας πάλι σέ κοινωνία μέ τή ζωή, μέ τό νά νοίξει  διος τό δρόμο τς δικς μας νάστασης. Καί κόμα νά ξανακάνει καινούργιο τό θρυμματισμένο κι γνώριστο κανάτι τς παρξής μας, νά λύσει τά δεσμά τς κυριαρχίας το διαβόλου πάνω μας προκαλώντας μας νά ναγνωρίσουμε τήν κυριαρχία το Θεο. Καί κόμα νά μς γεμίσει κουράγιο καί νά μς κπαιδεύσει νά πολεμομε τόν τύραννο μέ τήν πομονή καί τήν ταπείνωση.

Μέ τήν νανθρώπηση, λοιπόν, το Υο το Θεο καταργήθηκε  λατρεία τν δαιμόνων, λη  κτίση γιάστηκε μέ τό θεο του αμα, ο βωμοί καί ο ναοί τν εδώλων κατεδαφίστηκαν, ρίζωσε  γνώση το Θεο, λατρεύεται πιά  μοούσια Τριάδα,  κτιστη θεότητα,  νας ληθινός Θεός  δημιουργός καί κυβερνήτης το σύμπαντος. Τώρα πιά, πάλι, ο ρετές εναι κατορθωτός τρόπος ζως, προσφέρθηκε  λπίδα μέ τήν νάσταση το Χριστο· τώρα πιά ο δαίμονες τρέμουν τούς νθρώπους πού προηγουμένως ταν το χεριο τους. Καί τό πράγματι ξιοθαύμαστο, εναι πώς λα ατά κατορθώθηκαν μέ τό σταυρό καί τά πάθη καί τό θάνατο. Κηρύχθηκε σ’ λη τή γ τό Εαγγέλιο τς ποταγς στό Θεό, χι μέ πολέμους καί πλα καί στρατούς πού σύντριβαν τούς χθρούς. Κηρύχθηκε πό λίγους γυμνούς, φτωχούς καί γράμματους, πού διώχνονταν πό παντο, πού δέχονταν χτυπήματα, πού θανατώνονταν, πού κήρυτταν να σταυρωμένο καί νεκρό, πού μως πικράτησαν πέναντι στούς σοφούς καί τούς σχυρούς γιατί κριβς τούς κολουθοσε  καταμάχητη δύναμη το σταυρωμένου.  θάνατος,  πρίν τρομακτικός, νικιέται, καί καταδικάζεται τώρα  πόβλητος καί μισητός τς ζως.

Ατά εναι τά ποτελέσματα τς παρουσίας το Χριστο· ατές εναι ο συνέπειες τς πιβολς τς δύναμής του. Δέν σωσε να λαό, πως  Μωυσς πού φυγάδευσε πό τήν Αγυπτο τούς βραίους περνώντας τους μέσ’ πό τή θάλασσα γιά ν᾿ παλλαγον πό τή δουλεία το Φαρασωσε λόκληρη τήν νθρωπότητα πό τή φθορά το θανάτου καί τόν γεμάτο πό κακία τύραννο, τήν μαρτία. Καί σωσε τούς νθρώπους λους, χι πειθαναγκάζοντάς τους νά σκήσουν τήν ρετή, χι παραχώνοντάς τους στό χμα, χι καίοντάς τους καί διατάσσοντας νά λιθοβολονται ο μαρτωλοί, λλά πείθοντάς τους μέ πραότητα, πομονή καί συγχωρετικότητα νά διαλέξουν τήν ρετή καί νά συναγωνίζονται στούς κόπους γι᾿ ατήν κι τσι νά κανοποιονται. Προηγουμένως ταν μάρταναν τιμωροντο μέ χτυπήματα κι μως πέμεναν στήν μαρτία καί τήν εχαν θεοποιήσει· τώρα δέχονται νά φίστανται χτυπήματα γιά χάρη τς πακος στό Θεό καί γιά χάρη τς ρετς, δέχονται νά κακοπαθον καί νά θανατώνονται.

Δόξα σέ Σένα Χριστέ, Λόγε το Θεο καί Σοφία καί Δύναμη καί Θεέ Παντοκράτορα. Τί νά Σο ντιδωρίσουμε μες ο πραγοι γιά λα σα μς χάρισες; λα μς τά ᾿χεις δοσμένα σύ καί τίποτ᾿ λλο δέν ζητς πό μς πάρα ν᾿ ποδεχτομε τή σωτηρία πού μς πρόσφερες, δίνοντάς μας κόμα καί τή δύναμη γιά νά τό κάνουμε. Καί τήν προσπάθειά μας πάλι νιώθεις γιά χάρη γιατί εσαι περίγραπτα γαθός. Σ᾿ εχαριστομε, σένα πού μς δωσες τήν παρξη, μά καί μς χάρισες τήν αώνια ζωή· σένα πού καί ταν τήν χάσαμε καί τήν ρνηθήκαμε, μς δήγησες πίσω σ’ ατήν μέ τήν νανθρώπησή Σου πού καμιά γλώσσα δέν τολμ νά ρμηνεύσει.


 

 Λόγος σρξ γένετο

 

 

γίου Συμεν το Νέου Θεολόγου


Βίβλος τν θικν, Λόγος Α.

Κεφάλαιο γ΄: Περ τς το Λόγου Σαρκώσεως κα κατ τίνα τρόπον δι᾿ μς σαρκώθη.

Γι ν προσεγγίσουμε τν σάρκωση το Λόγου κα τν πόῤῥητη γέννησή του π τν ειπάρθενο Μαρία κα ν κατανοήσουμε καλ τ μυστήριο τς Οκονομίας το Θεο γι τν σωτηρία το γένους μας τ κρυμμένο πρ τν αώνων (φες. 3: 9), θ μς βοηθήσει  ξς γνωστ εκόνα:

Κατ τν δημιουργία τς προμήτορος Εας  Θες πρε τν μψυχη πλευρ το δμ κα τν λοκλήρωσε σ γυνακα, γι᾿ ατ δν μφύσησε σ᾿ ατν πνο ζως καθς κα στν δάμ, λλ τ μέρος πο λαβε π τν σάρκα του τ τελειοποίησε σ λόκληρο σμα γυναικός, τν δ παρχ το πνεύματος πο λαβε μαζ μ τν μψυχη σάρκα τν τελειοποίησε σ ψυχ ζωνταν δημιουργώντας μ τ δυ μαζ ναν λλον νθρωπο. Κατ τν διο κριβς τρόπο  πλαστουργς κα κτίστης Θες πρε π τν γία Μαρία μψυχη σάρκα σν ζύμη κα μικρ παρχ π τ φύραμα τς φύσεώς μας -δηλαδ π τν ψυχ κα τ σμα μαζ- κα τν νωσε μ τν δική του κατάληπτη κα πρόσιτη Θεότητα.  μλλον νωσε πραγματικ λη τν πόσταση τς Θεότητός του μ τν δική μας φύση, τν σμιξε μικτα μ᾿ ατ κα τν κανε γιο ναό του. τσι  ποιητς το δμ γινε τρέπτως κα ναλλοιώτως τέλειος νθρωπος.

πως κριβς λοιπν π τν πλευρ το δμ πλασε τν γυνακα, τσι, φο δανείστηκε τν σάρκα π τν θυγατέρα το δμ τν ειπάρθενο κα Θεοτόκο Μαρία κα τν λαβε χωρς σπορά, γεννήθηκε κατ τν διο τρόπο μ τν πρωτόπλαστο. στε πως κριβς  δμ μ τν παράβαση γινε  ρχ τς γεννήσεώς μας στν φθορ κα στν θάνατο, τσι κα  Χριστς κα Θεός μας μ τν κπλήρωση κάθε δικαιοσύνης γινε  παρχ τς ναγεννήσεώς μας στν φθαρσία κα τν θανασία. Ατ ννοε  θεος Παλος ταν λέει: « πρτος νθρωπος πλάστηκε π τ γ χοϊκός.  δεύτερος νθρωπος, δηλαδ  Κύριος, εναι πουράνιος. ,τι λογς ταν  χοϊκς τέτοιοι εναι κα λοι ο χοϊκο κα ,τι λογς εναι  πουράνιος τέτοιοι εναι κα λοι σοι γίνονται πουράνιοι δι᾿ ατο.» (Α Κορ. ιε 47-48). Κα πάλι: « παρχ εναι  Χριστός, πειτα σοι εναι το Χριστο.» (Α Κορ. ιε 23).

πειδ λοιπν  Χριστς γινε τέλειος νθρωπος κατ τν ψυχ κα τ σμα, μοιος μέ μς σ λα κτς π τν μαρτία, μς μεταδίδει τν Θεότητά του λόγ τς πίστης μας σ᾿ ατν κα μς καθιστ συγγενες του κατ τν φύση κα τν οσία τς Θεότητάς του. Πρόσεξε τ νέο κα παράδοξο μυστήριο:  Θες Λόγος λαβε π μς σάρκα, πο δν εχε κ φύσεως κα γινε νθρωπος, πο δν ταν. π τότε μεταδίδει στος πιστος τν Θεότητά του -τν ποία κανες π τος γγέλους  τος νθρώπους δν εχε ποκτήσει- κα μ᾿ ατν τν τρόπο γίνονται θεο κατ χάρη κα θέση, πο δν ταν. τσι χαρίζει σ᾿ ατος τν ξουσία ν γίνονται τέκνα Θεο (ωάν. 1: 12)· γι᾿ ατ κα γιναν κα πάντοτε θ γίνονται κα ποτ δν θ πάψουν ν γίνονται. κουσε κα τν θεο Παλο πο παρακινε σ᾿ ατό: «πως φορέσαμε τν εκόνα το γήινου, ς φορέσουμε κα τν εκόνα το πουράνιου.» (Α Κορ. 15: 49).

 Θες λοιπν το παντς μ τν σωματική του παρουσία στν γ λθε γι ν ναπλάσει κα ν νακαινίσει τν νθρωπο κα ν ελογήσει λη τν κτίση πο πέσυρε πάνω της τν κατάρα ξαιτίας το νθρώπου. Κα πρτα ζωοποίησε τν ψυχ πο λαβε κα φθαρτώντας την τν θέωσε, ν τ χραντο σμα του, ν κα τ θέωσε, μως τ κρατοσε κόμη φθαρτ κα λικό. Γιατ τ σμα πο τρώει κα πίνει, κοπιάζει κα δρώνει, δένεται κα σέρνεται, ψώνεται στν σταυρ κα καρφώνεται, εναι βέβαια φθαρτ κα λικό, φο μάλιστα πέθανε κα τοποθετήθηκε νεκρ στ μνημεο. Μετ δ τν νάστασή του συνανέστησε κα τ σμα του φθαρτο, πνευματικό, λο Θεο κα υλο, γι᾿ ατ κα δν συνέτριψε τς σφραγδες το μνήματος, εσερχόταν δ κα ξερχόταν λεύθερα μέσα π τς κλειστς πόρτες.

λλ γιατ μαζ μ τν ψυχ δν κανε μέσως κα τ σμα πνευματικ κα φθαρτο; πειδ κα  δμ τρώγοντας τν παγορευμένο καρπ εθς μν μ τν παράβαση πέθανε κατ τν ψυχή, ν κατ τ σμα στερα π πολλ χρόνια. Γι᾿ ατ κα  Χριστς πρτα νέστησε κα ζωοποίησε τν ψυχ πο τιμωρήθηκε μ τ πιτίμιο το θανάτου, πειτα δ οκονόμησε ν πολαύσει κα τ σμα τν φθαρσία δι τς ναστάσεως, ατ πο δι το θανάτου πέστρεφε στν γ κατ τν ρχαία πόφαση. Κι χι μόνον ατό, λλ κατέβηκε στν δη λευθερώνοντας π τ δεσμ τς ψυχς τν κε φυλακισμένων γίων κα τς κατέταξε σ τόπο ναπαύσεως κα νεσπέρου φωτός. Τ σώματά τους μως δν τ νέστησε, λλ τ φησε στος τάφους μέχρι τν κοιν νάσταση.

Τ μυστήριο λοιπν ατ πο συντελέστηκε γι λο τν κόσμο μ τν νσαρκη οκονομία το Χριστο, τοτο τ διο γινόταν κα σ κάθε γιο κα γίνεται διαλείπτως μέχρι σήμερα σ κάθε πιστό. Γιατ λαμβάνοντας τ πνεμα το Δεσπότη κα Θεο μας συμμετέχουμε στν θεότητά του, τρώγοντας δ τν πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε ληθιν κα ξ λοκλήρου σύσσωμοι το Χριστο κα συγγενες του, καθς κα ατς  θεος Παλος βεβαιώνει: «Εμαστε στον π τ στά του κα σάρκα π τν σάρκα του» (φεσ. 5: 30) κα λλο: «π τν πλοτο τς θεότητός του λοι μες λάβαμε λλεπάλληλες δωρεές» (ωάν. 1:16 κα Κολασ. 2:9). τσι γινόμαστε κατ χάριν μοιοι μ τν φιλάνθρωπο Θε κα Δεσπότη μας νακαινισμένοι στν ψυχή, φθαρτοι κα ναστημένοι π νεκρο πο μαστε. Τότε βλέπουμε ατν πο καταδέχτηκε ν γίνει μοιός μας κα βλεπόμαστε π᾿ ατόν, πο μς ξίωσε ν γίνουμε μοιοί του, πως κάποιος βλέπει π μακρι τ πρόσωπο το φίλου του κα διαλέγεται μ᾿ ατν κα συνομιλε κα κούει τν φωνή του.

Κατ τν διο τρόπο κα ο π᾿ αἰῶνος γιοι κα ο παλαιο κα ο τωρινο πνευματικ βλέποντες δν βλέπουν σχμα  εδος  μοίωμα, λλ φς σχημάτιστο, πειδ κα ατο εναι φς κ το φωτός, δηλαδ το γίου Πνεύματος. μως ν κα φτάνουν σ᾿ ατ τν κατάσταση, τ σώματά τους δν γίνονται μέσως φθαρτα κα πνευματικά, λλ πως κριβς τ σίδερο πο πυρακτώνεται στν φωτι παίρνει τν λαμπρότητά της, ταν μως πομακρυνθε π᾿ ατν γίνεται πάλι ψυχρ κα μαρο, τσι κριβς κα τ σώματα τν γίων: Μετέχοντας κα ατ στ Θεο πρ, δηλαδ στν χάρη το Θεογιάζονται, φλεγόμενα καθαρίζονται, γίνονται διαυγ κα πολυτιμότερα π τ λλα σώματα. λλ ταν  ψυχ βγε π τ σμα, μέσως κα ατ παραδίδονται στν φθορ κα διαλύονται σιγ-σιγά. λλα μως διατηρονται γι πολλ χρόνια χωρς ν εναι οτε ντελς φθαρτα οτε πάλι τελείως φθαρτά, λλ διασζουν μέσα τος τ γνωρίσματα κα τς φθαρσίας κα τς φθορς, σπου ν φτάσουν στν τέλεια φθαρσία κα ν νακαινιστον τν τελευταία κα κοιν νάσταση τν νεκρν. Γι ποι λόγο; Διότι δν πρεπε ν ναστηθον κα ν φθαρτοποιηθον τ νθρώπινα σώματα, πρν π τν νακαίνιση τν κτισμάτων, λλ πως κριβς πρτα πλάστηκε  φύση φθαρτη κα πειτα  νθρωπος, τσι πάλι πρτα  κτίση πρέπει ν μεταποιηθε π τν φθορ στν φθαρσία κα μετ μαζ μ᾿ ατν ν᾿ λλάξουν κα ν νακαινιστον τ φθαρτ σώματα τν νθρώπων, στε  νθρωπος πνευματικς πι κα θάνατος ν κατοικήσει σ τόπο φθαρτο, αώνιο κα πνευματικό. Κα τι ατ εναι λήθεια, κουσε τν πόστολο Πέτρο πο τ βεβαιώνει: «Θ ρθει  μέρα το Κυρίου σν κλέπτης τν νύχτα κα τότε ο ορανο θ διαλυθον π τν φωτι κα τ στοιχεα τς φύσεως θ καον κα θ λυώσουν» (Β Πέτρου 3:10, 12), χι γι ν ξαφανιστον, λλ γι ν ναχωνευθον κα ν ναστοιχειωθον σ καλύτερη κα αώνια κατάσταση.

π πο γίνεται φανερ ατό; π τ λόγια πο προσθέτει στν συνέχεια  πόστολος: «Καινούριους ορανος κα καινούρια γ προσδοκομε κατ τν παγγελία σου» (Β Πέτρου 3: 13). Τίνος τν παγγελία; σφαλς το Χριστο πο επε: « ορανς κα  γ θ παρέλθουν, ο λόγοι μου μως δν θ παρέλθουν» (Ματθ. 24: 35). Παρέλευση το ορανο ννοε τν λλαγή του, γι᾿ ατ λέει τι ν κα  ορανς θ λλάξει, μως ο δικοί του λόγοι θ μένουν ναλλοίωτοι κα σταθεροί. Ατ προανήγγειλε κα  προφήτης Δαυίδ: «Σν μανδύα θ τος τυλίξεις κα θ λλάξουν, σ μως θ παραμείνεις  διος κα τ τη τς ζως σου δν θ κλείψουν» (Ψαλμ., 101: 27-28). Τί θ μποροσε ν γίνει σαφέστερο π ατ τ λόγια;

Κεφάλαιο ι΄τι κα πάντες ο γιοι τν Λόγον το Θεο ν αυτος συλλαμβάνουσι τ Θεοτόκ παραπλησίως κα γεννσιν ατν κα γεννται ν ατος κα γενννται π᾿ ατο κα πώς υο κα δελφο κα μητέρες ατο χρηματίζουσιν.

 Υἱὸς το Θεο κα Θεός, φο εσλθε στ σπλάγχνα τς Παναγίας Παρθένου κα λαβε σάρκα π᾿ ατήν, γεννήθηκε, πως επαμε, τέλειος νθρωπος κα τέλειος Θες συγχύτως. Τί σημαντικότερο γινε ποτ γιά μς; λοι μας πιστεύουμε σ᾿ ατν τν Υἱὸ το Θεο κα Υἱὸ τς ειπαρθένου κα Θεοτόκου Μαρίας κα γι᾿ ατ δεχόμαστε τν περ ατο λόγο μ μπιστοσύνη. ν τν μολογομε λοιπν κα μετανοομε π τ βάθη τς ψυχς μας γι τς προηγούμενες μαρτίες μας, τότε  λόγος τς εσεβείας, τν ποο δεχόμαστε, γεννιέται μέσα μας σν σπόρος, πως κριβς  Λόγος το Πατρς εσλθε στν γαστέρα τς Παρθένου. Θαύμασε τ μέγα τοτο κα κπληκτικ μυστήριο κα δέξου το μ κάθε πληροφορία κα πίστη.

Συλλαμβάνουμε λοιπν ατν τν Λόγο χι σωματικά, πως τν συνέλαβε  Παρθένος κα Θεοτόκος, λλ πνευματικ μν πραγματικ μως. Κα χουμε μέσα στς καρδιές μας ατν τν διο πο συνέλαβε κα  γν Παρθένος, πως λέει  θεος Παλος: « Θες πο επε ν λάμψει φς μέσα στς καρδιές μας πρς φωτισμν τς γνώσεως το Υο του» (Β’ Κορ. 4: 6), σν ν λέει: Ατς λος γεννήθηκε ληθιν μέσα μας. Κα τι εναι τσι τ φανερώνει μ σα παραθέτει στν συνέχεια: «χουμε δ τν θησαυρν ατν μέσα σ πήλινα σκεύη» (Β Κορ. 4: 6), νομάζοντας θησαυρ τ γιο Πνεμα. Κα σ λλο σημεο νομάζει τ Πνεμα Κύριο: «Γιατ τ Πνεμα» λέει «εναι  Κύριος» (Β Κορ. 4: 6), στε που κος Υἱὸν Θεο ν ννοες μαζ κα τ Πνεμα κα ν πάλι κούσεις γι τ γιο Πνεμα ν ννοες μαζ μ ατ κα τν Πατέρα, πειδ κα γι᾿ ατν λέει: «Πνεμα  Θεός» (ωάν. 4: 24), διδάσκοντάς σε παντο τ χώριστο κα μοούσιο τς γίας Τριάδος, τι δηλαδ που εναι  Υἱὸς κε εναι κα  Πατήρ, κα που  Πατρ κε κα τ Πνεμα, κα που τ γιο Πνεμα κε λη  τρισυπόστατη Θεότητα,  νας Θες κα Πατρ μαζ μ τν Υἱὸ κα τ Πνεμα τος μοουσίους, «ατς πο εναι ελογητς στος αἰῶνες, μήν» (Ρωμ. 1: 25).

τσι ταν πιστεύσουμε λόψυχα κα μετανοήσουμε θερμ θ συλλάβουμε πως επώθηκε τν Λόγο το Θεο στς καρδιές μας, καθς τν συνέλαβεν  Παρθένος, προσφέροντάς του κι μες τς ψυχές μας παρθενικς κα γνές. Κα πως κείνη δν τν κατέφλεξε τ πρ τς θεότητας, πειδ ταν γν κα περάμωμη, τσι οτε κα μς μς κατακαίει, ταν το προσφέρουμε τς καρδιές μας γνς κα καθαρές, λλ γίνεται ντός μας δροσι π τν οραν κα πηγ δατος κα ρεθρον θάνατης ζως. τι δεχόμαστε κα μες παρόμοια τ στεκτον πρ τς θεότητας, κουσε τν Κύριο πο τ λέει: «Πρ λθα ν βάλω στν γ» (Λουκ. 12: 49). Τί λλο ννοε, παρ τ μοούσιο πρς τν θεότητά του Πνεμα, μ τ ποο συνεισέρχεται κα συνθεωρεται μέσα μας κα  διος  Υἱὸς μαζ μ τν Πατέρα;

πειδ  Λόγος το Θεο μία φορ σαρκώθηκε π τν Παρθένο κα γεννήθηκε π ατν σωματικά, νέκφραστα κα πρ λόγον κα δν εναι δυνατν ν σαρκωθε πάλι  ν γεννηθε σωματικ π τν καθένα π μς, τί προνοε; Μς μεταδίδει γι τροφ κείνη τν χραντη σάρκα πο προσέλαβε π τν πανάχραντη Θεοτόκο, κατ τν σωματική του γέννηση. ν τν μεταλαμβάνουμε ξια, χουμε μέσα μας λον τν σαρκωθέντα Θε κα Κύριό μας ησο Χριστό, ατν τν Υἱὸ το Θεο κα Υἱὸ τς Παρθένου τν καθήμενο στ δεξι το Θεο ποος λέει: «κενος πο τρώγει τν σάρκα μου κα πίνει τ αμα μου μένει μέσα μου κα γ μέσα του» (ωάν. 6: 56), χωρς μως ν προέρχεται  ν γεννιέται σωματικ π μς, λλ οτε κα ν μς ποχωρίζεται ποτέ. Διότι μες δν τν ασθανόμαστε σν σάρκα, ν κα βρίσκεται μέσα μας πως κριβς να βρέφος, λλ πάρχει σωμάτως σ σμα, ναμιγνυόμενος νέκφραστα μ τν φύση μας κα τν οσία μας κα θεοποιώντας μας, πειδ γίναμε σύσσωμοι κα μ᾿ ατν δηλαδ σάρκα π τν σάρκα του κα στον π τ στά του. Ατ εναι τ μεγαλύτερο κα φρικτότερο μυστήριο τς νέκφραστης οκονομίας κα συγκαταβάσεώς του, πο δίσταζα ν τ γράψω κα τρεμα ν τ πιχειρήσω.

 Θες μως πάντοτε θέλει ν ποκαλύπτεται κα ν φανερώνεται  γάπη του σ᾿ μς, στε κα μες κάποτε κατανοώντας τν μεγάλη του γαθότητα κα ασθανόμενοι ντροπ ν προθυμοποιηθομε ν τν γαπήσουμε. Γι᾿ ατ κα γ παρακινήθηκα π τ γιο Πνεμα πο φωτίζει τς καρδιές μας κα σς φανέρωσα ατ τ μυστήρια γραπτς, χι γι ν σς ποδείξω τι  νθρωπος εναι μοιος μ᾿ ατν πο γέννησε τν Κύριο μ γένοιτο ατ εναι δύνατο. Διότι λλη εναι  νσαρκη κα φραστη γέννηση το Θεο Λόγου π τν Παρθένο κα λλη πο συντελεται σέ μς πνευματικς. κείνη γεννώντας νσαρκο τν Υἱὸ κα Λόγο το Θεο περγάστηκε στν γ τ μυστήριό τς ναπλάσεως το νθρωπίνου γένους μας κα τν σωτηρία λου το κόσμου, πο εναι  Κύριός μας ησος Χριστς κα Θεός, ατς πο νωσε στν αυτό του τ διεσττα κα ξάλειψε τν μαρτία το κόσμου. ν ατ (πο συντελεται σ μς) γεννώντας ν γί Πνεύματι τν Λόγο τς γνώσεως το Θεοπεργάζεται κατάπαυστα στς καρδιές μας τ μυστήριο τς νακαινίσεως τν νθρώπινων ψυχν κα τν κοινωνία κα νωση μ τν Θε Λόγο, ατν παινίσσεται κα τ θεο λόγιο: «Δι᾿ ατο συλλάβαμε κα γεννήσαμε μ πόνο τ πνεμα τς σωτηρίας, τ ποο κυοφορήσαμε πάνω στν γ» (σαΐας 26: 18).

Λοιπν δν σς φανέρωσα ατ τ μυστήρια γι ν ποδείξω τι  νθρωπος μπορε ν γεννήσει τν Χριστ κατ τν διο τρόπο πο τν γέννησε  Παναγία, λλ γι ν φανερωθε  περάπειρη κα γνήσια γάπη του σ᾿ μς κα τι ν τ θέλουμε λοι μπορομε ν γίνουμε μητέρα κα δελφοί του κατ τν προαναφερόμενο τρόπο, καθς κα  διος τ διακηρύττει: «Μητέρα μου κα δελφοί μου εναι ατο πο κονε τν λόγο το Θεο κα τν κτελον» (Λουκ. 8: 21). τσι θ γίνουμε σοι μ τος μαθητς κα ποστόλους του, χι κατ τν ξία, οτε κατ τς περιοδεες κα τος κόπους πο πέφεραν, λλ κατ τν χάρη το Θεο κα τν δωρε τν ποία ξέχεε σ᾿ λους πο τν πίστευαν κα τν κολουθοσαν, χωρς ν στραφον ποτ πίσω.

Εδες πς λους κείνους πο κονε κα πράττουν τν λόγο του τος νύψωσε στν ξία τς Μητέρας του κα τος ποκαλε δελφος κα συγγενες του; μως μόνο κείνη πρξε  κυρίως Μητέρα του, πειδ πως νέφερα τν γέννησε νερμηνεύτως κα χωρς νδρα, ν λοι ο γιοι τν συλλαμβάνουν κα τν κατέχουν κατ χάριν κα δωρεάν. Κα π μν τν μωμη Μητέρα του δανείστηκε τν παναμώμητη σάρκα του κα σ ντάλλαγμα τς δώρισε τν θεότητα –ὢ τί παράξενη κα συνήθιστη συναλλαγὴ– ν π τος γίους δν παίρνει σάρκα, λλ ντίθετα ατς τος μεταδίδει τν θεωμένη σάρκα του. ς ξετάσουμε λοιπν τ βάθος ατο το μυστηρίου.

 χάρη το Πνεύματος στν Χριστό, δηλαδ τ πρ τς θεότητος, προέρχεται π τν Θεία του φύση κα οσία. μως τ σμα του δν χει τν δια προέλευση, λλ προέρχεται π τν πάναγνη κα για σάρκα τς Θεοτόκου, τν ποία προσέλαβε κατ τ ερ λόγιο: « Λόγος γινε σάρκα» (ωάν. 1: 14). κτοτε  Υἱὸς το Θεο κα τς χράντου Παρθένου μεταδίδει στος γίους, π μν τν φύση κα τν οσία το συναΐδιου Πατρός του τν χάρη το Πνεύματος, δηλαδ τν θεότητα, καθς κα μέσ το προφήτη λέγει: «Θ συμβε τοτο κατ τς σχατες μέρες, θ κχύσω π τ Πνεμα μου σ κάθε νθρωπο» (ωλ 3: 1), ννοώντας κάθε πιστό, π δ τν φύση κα οσία κείνης πο κυρίως κα ληθς τν γέννησε τν σάρκα, τν ποία λαβε π ατή.

Κα πως π τν πληρότητά του λάβαμε λοι μες, τσι κριβς μεταλαμβάνουμε π τν μωμη σάρκα τς Παναγίας Μητέρας του, τν ποία κα κενος προσέλαβε κα πως γινε υἱὸς κα Θεός της  Χριστς κα Θεός μας γενόμενος κα δελφός μας, τσι κριβς κα μες –ὢ τί νέκφραστη φιλανθρωπία γινόμαστε υο τς Θεοτόκου Μητέρας του κα δελφο το Χριστοπειδ χάρη στν περάμωμο κα περάγνωστο γάμο πο τελέστηκε μ᾿ ατν κα σ᾿ ατν γεννήθηκε  Υἱὸς το Θεο κα π᾿ Ατν πάλι λοι ο γιοι.

Πράγματι, πως π τν συνουσία κα τν σπορ το δμ πρώτη  Εα γέννησε κα π κείνη κα μέσ κείνης γεννήθηκαν λοι ο νθρωποι, τσι κα  Θεοτόκος, φο δέχτηκε ντ σπορς τν Λόγο το Θεο συνέλαβε κα γέννησε μόνο τν πρ αώνων μονογεν το Πατρς κα μετέπειτα σαρκωθέντα δικό της μονογεν. Κα μολονότι  δια παψε ν συλλαμβάνει κα ν γενν Υἱὸς της γέννησε κα γενν καθημεριν σους πιστεύουν σ᾿ατν κα τηρον τς γιες ντολές του. σφαλς πρεπε  πνευματική μας ναγέννηση κα νάπλαση ν γίνει δι το ντρός, δηλαδ το δευτέρου δμ κα Θεοπειδ  γέννησή μας στν φθορ γινε δι τς γυναικς Εας.

Κα πρόσεχε τν κρίβεια το λόγου: νδρς θνητο κα φθαρτο  σπορ φθαρτος υος κα θνητος δι γυναικς γέννησε κα γεννθανάτου κα φθάρτου Θεο  θάνατος κα φθαρτος Λόγος θάνατα κα φθαρτα τέκνα γέννησε κα διαρκς γεννφο πρτα ατς γενννήθηκε π τν Παρθένο ν γί Πνεύματι βεβαίως.

Γι᾿ ατ λοιπν εναι Δέσποινα κα βασίλισσα κα Κυρία κα Μητέρα λων τν γίων  Μητέρα το Θεον λοι ο γιοι εναι κα δολοι της φο εναι Μητέρα το Θεο κα παιδιά της φο μεταλαμβάνουν π τν πανάχραντη σάρκα το Υο της. Πιστς  λόγος:  σάρκα το Υο της εναι σάρκα τς Θεοτόκου. Μεταλαμβάνοντας κα μες π᾿ ατν τν θεωμένη σάρκα το Κυρίου, μολογομε κα πιστεύουμε τι μεταλαμβάνουμε ζων αώνια, κτς ν ναξίως κα ες κατάκριμα μεταλαμβάνουμε.

Πράγματι λοι ο γιοι εναι συγγενες πρς τν Παναγία Μητέρα το Θεο κατ τρες τρόπους: Πρτον πειδ προέρχονται π τν διο πηλ μ᾿ ατν κα τν δια πνοή, δηλαδ τν ψυχή. Δεύτερον πειδ χουν κοινωνία κα μετουσία μ ατν δι τς προσλήψεως τς σαρκός της π τν Χριστό. Κα τρίτον πειδή, λόγ τς ν Πνεύματι γιωσύνης πο νυπάρχει σ ατούς, καθένας συλλαμβάνει ντός του κα κατέχει τν Θε τν λων, πως κριβς κα κείνη τν εχε ντός της. Διότι ν κα τν γέννησε σωματικς, μως πάντοτε τν εχε λον κα πνευματικς μέσα της κα ξακολουθε ν τν χει κα τώρα κα πάντοτε χώριστον π Ατήν.

Σ᾿ ατν πρέπει  δόξα κα τ κράτος στος αώνες. μήν.


 

Ες τν Γέννησιν το ησο Χριστο

 

 

γιος Νικόδημος γιορείτης


Σκέψου, γαπητέ μου, τι πως εναι συναρμολογημένος π' λα τ κτίσματα ατς  ασθητς πέραντος κόσμος, τσι κόμη εναι καμωμένος νας λλος κόσμος νοητς πο ποτελεται π μαρτωλούς, το ποίου τ στοιχεα εναι ο τρες διεστραμμένοι ρωτες, πο ναφέρει  Θεολόγος ωάννης: δηλ. α)  ρωτας τν δονν, β)  ρωτας το πλούτου κα γ)  ρωτας τς δόξας. "Πν ν τ κόσμ  πιθυμία τς σαρκς κα  πιθυμία τν φθαλμν κα  λαζονεία το βίου" (Α' ω. 2, 16)1.

Ατς  πονηρς κόσμος πο ντίκειται στ σκοπ το Θεο κα ξουσιάζεται π τν ωσφόρο ( ποος γι' ατ κα νομάζεται κοσμοκράτορας) εναι κενος  μεγάλος χθρός, τν ποο  σαρκωθείς Λόγος το Θεο κα Πατρός, φο γεννήθηκε στ γρθε γι ν πολεμήσει πρτα μ τ παράδειγμά του τ σιωπηλό, κα μετά, στν κατάλληλο καιρό, μ τν λόγο κα τ διδασκαλία του.

Μ τ φτώχεια γιατρεύει τν ρωτα το πλούτου.

Συλλογίσου λοιπν πς πρτα πολεμάει μ τν φτώχεια του τν τακτο ρωτα το πλούτου.  κοσμικς νθρωπος νομίζει πς κάθε καλ τ βρίσκει στ πρόσκαιρα γαθά. γι' ατ γι ν τ' ποτυπώσει  γι ν μ τ χάσει ξοδεύει σχεδν λο τν καιρό, πο το δωσε μως  Θες γι ν κερδίσει τ αώνια γαθά.

Κα δο πο  προαιώνιος Λόγος κα Υἱὸς το Θεο κα Πατρς κατεβαίνει π τν οραν γι ν μς λυτρώσει π' ατ τν πλάνη κα ν ξερριζώσει π τς καρδιές μας τν καταραμένη ρίζα λων τν κακν, τν φιλαργυρία, πως τν χαρακτηρίζει  πόστολος Παλος. "Ρίζα πάντων τν κακν στν  φιλαργυρία" (Α' Τιμ. 6, 16). Πρόσεξε μως σ τί εδους ταλαιπωρία κατάντησε π γάπη γι μς κενος πο διαμοιράζει τ πλούτη κα τος θησαυρος στν παροσα κα στ μέλλουσα ζωή. "μν γάρ, τ ργύριον κα μν τ χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ" (γγ. 2, 8). Στοχάσου πο εναι τ παλάτι πο γεννήθηκε; Πο εναι ο προετοιμασίες; Πο ο μαες; Πο τ βασιλικ στρμα; Πο τ βρεφικ λουσίματα; Πο εναι  κολουθία τν δούλων; Πο  θαλπωρ κα  νάπαυση; Πο εναι  συμπαράσταση τν συγγενν κα φίλων; λα μέσα κα δς τ φτωχότατο σπήλαιο που γεννήθηκε κα τν ετελέστατη φάτνη που "νεκλίθη". Σίγουρα χι μόνο δν θ βρες κανένα περιττό, λλ ντίθετα θ διαπιστώσεις μεγάλη λλειψη π' λα τ ναγκαα. γιατί  γλυκύτατός μου ησος γεννιέται σ τόπο σχεδν ξέσκεπο, τ μεσάνυχτα στν καρδι το χειμώνα, μόνος μ μόνη τν μητέρα του κα τν θεωρούμενο πατέρα του, χωρς σκεπάσματα, χωρς ζεστ φαγητ πο συνηθίζονται στς γεννήσεις κα τν πι φτωχν παιδιν χωρς τς λάχιστες κενες νέσεις το φτωχικο σπιτιο πο εχε στ Ναζαρέτ.

Κα τ πι σημαντικ εναι τι, κτς π ατ τ φτώχεια πο προτίμησε  ησος κουσίως, θέλησε κόμη κα λλη περισσότερη πτωχεία σχεδν βίαιη κα φύσικη: παραγγέλλει κε στ σπήλαιο ν μ το γίνει καμι ποδοχ κα φιλοξενία π κανένα νθρωπο. θελε ν διαφέρει π τος συμπατριτες του πο νέβηκαν στν Βηθλεμ γι πογραφή. λοι ατο εχαν πολλς προμήθειες μαζί τους κα ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στ σπίτια κα στ πανδοχεα. "Οκ ν ατος τόπος ν τ καταλύματι" (Λουκ. 2,7). λλ πειδ  κόσμος, χι μόνο βδελύσσεται τν φτώχεια κα τν θεωρε μεγάλη ντροπή, παρακινώντας κόμη τος φτωχος ν ποκρίνονται κα ν παριστάνουν τος πλουσίους, γι' ατ κριβς  ησος Χριστς δν νοιώθει ντροπ γι τν φτώχειά του, ντίθετα κάνει πίδειξη τς φτώχειας του. Κα π μν τος ορανος φωνάζει τος γγέλους, π τος γρος δ κα τ χωράφια καλε τος ποιμένες γι ν τν προσκυνήσουν, ταν γεννήθηκε σ κείνη τν κατάσταση τς νδειας κα τς γκατάλειψης, σ κενο τ θρόνο μίας ετελέστατης φάτνης κα σ κείνη τν αλ νς πενιχρότατου σπηλαίου! " πτώχεια περπλοτος!  συγκατάβασις περύψιστος!"

Τώρα σ πού μελετς ατς τς λήθειες, τί χεις ν πες; Ποις π ατος τος δύο νομίζεις πς δικαιοται ν σ νικ κα ν σ κυριεύει;  κόσμος   Χριστς πού νίκησε τν κόσμο;  κόσμος σ προτρέπει ν ζητς πρτα τ πίγεια γαθ κα ν τ θεωρες μεγάλη ετυχία.  Χριστς πάλι σ συμβουλεύει μ τ παράδειγμά του κα τν διδασκαλία του ν ζητες πρωτίστως τν Βασιλεία το Θεο κα ν καταφρονες λα τ καλά τς γς σν να πηλό. "Ζητετε πρτον τν Βασιλείαν το Θεο κα τν δικαιοσύνην ατο" (Ματθ. 6,33). κόμη σο ζητ ν στερεσαι τ γήινα γαθ  μερικ π' ατ δίνοντάς τα λεημοσύνη στος φτωχος  κόμη ποτασσόμενος τ πάντα γι τν καλογερικ ζω κα ξαγοράζοντας να θησαυρ στν παράδεισο. "Πώλησόν σου τ πάρχοντα κα δς πτωχος κα ξεις θησαυρν ν οραν κα δερο κολούθει μοι" (Ματθ. 19, 21). Κα πάλι· "πς ξ μν, ς οκ ποτάσσεται πσι τος αυτο πάρχουσιν, ο δύναται εναι μου μαθητς" (Λουκ. 14, 33).

Λοιπν σύ, κα σν μαθητς το Χριστο κα σν φρόνιμος κα στοχαστικς νθρωπος, πρέπει ν' ποφασίσεις ν κούσεις κα ν κάνεις πράξη κενο πού σο λέγει  Χριστς κα χι ,τι σο πιβάλλει  κόσμος. Γιατί δν θ σωθον ατο πο κούουν μόνο τν νόμο το Θεολλ' ατο πο τν φαρμόζουν στν πράξη. (Ρωμ. 2, 13).

Εναι λήθεια πς δν εσαι ποχρεωμένος, ν εσαι λαϊκός, ν εσαι κτήμων κα πάμπτωχος. εσαι μως ποχρεωμένος ν κτιμς τόσο λίγο τ πλούτη κα τ χρήματα, στε γι λα ατ ποτ ν μν παρακινηθες ν παραβες οτε μία ντολ το Θεο. τόσο δ ν εναι ποκολλημένη  καρδιά σου π' ατά, στε ν τ ποκτς κα ν τ χεις μ τόση προσπάθεια σν ν μ τ χεις κα ν μ τ ξοδεύεις στ μάταια κα περιττ κα πάνω π σα χρειάζεσαι πράγματα καθς λέγει  Παλος. " καιρς συνεσταλμένος τ λοιπν στιν ... να σιν ο χρώμενοι τ κόσμ τούτ ς μ καταχρώμενοι. παράγει γρ τ σχμα το κόσμου τούτου" (Α' Κόρ. 7, 29, 31).

λλά γι' ατ τ θέμα ν συζητήσεις μ τ Πανάγιο βρέφος, τν ησο, κα ν νοιώσεις ντροπ μπροστά του, πο ς τώρα εχες σ τόση πόληψη κα γάπη κενα τ πλούτη πο τ Θεον Βρέφος τόσο καταφρονε κι' κόμη πς νοιωθες τόσο μίσος κα καταφρόνηση γι τν πτωχεία κείνη κα τν ετέλεια πο ατ τόσο γαπ. Ζήτησέ Του μέσως συγχώρεση γι λα τ κακ πο κανες γι ν' ποκτήσεις πλοτο κι' πίγεια γαθ  γι ν τ χρησιμοποιήσεις παρακάλεσέ Τον ν σο δώσει χάρη. Γιατί, πως  διος π πλούσιος γινε φτωχς π γάπη γι σένα, τσι κα σ ν γίνεις φτωχς γι τν γάπη Του, γι ν πλουτήσεις π τ Θεότητά Του."Γινώσκετε γρ τν χάριν το Κυρίου μν ησο Χριστοτι δι' μς πτώχευσε πλούσιος ν, να μες τ κείνου πτωχεία πλουτήσητε" (Β' Κορ. 2, 9). κόμη ν τν παρακαλέσεις ν μ σ' φήσει ξαν ν πλανηθες π τν κόσμο. λλ ταν χεις τ πάρχοντά σου  ταν τ στερεσαι γι τν γάπη το Κυρίου, ν μ τ μεταχειρίζεσαι γι λλο σκοπό, παρ μόνον κα μόνο γι ν ξαγοράσεις μ ατ τν αώνια εδαιμονία, καθς εναι γραμμένο: "Λύτρον νδρς ψυχς  διος πλοτος" (Παροιμ. 13, 8).

Γιάτρεψε τν ρωτα τν δονν.

Συλλογίσου δελφέ, τι  Χριστς μ τ γέννησή του ρθε ν πολεμήσει τν τακτο ρωτα τν δονν μ τς δύνες κα τος πόνους πο δοκίμασε.  σαρκικς νθρωπος πιστεύει πς  μόνη πόλαυση εναι κείνη τν ασθήσεων γι' ατ δν κυριαρχε πάνω σ' ατές, πως ταιριάζει σ λογικ ν, λλ φήνει τν αυτό του ν συμπεριφέρεται πως να λογο ζο κα ν παρασύρεται π τς ασθήσεις του: τρέχει χαλίνωτα γι ν χαίρεται κα ν' πολαμβάνει λες τς παρανομίες. πιζητε τν δον σν σκοπ κα τν θεωρε ντιμη, ν κα τ βρίσκει μέσα στς μεγαλύτερες τιμίες κα βρωμιές.  Υἱὸς το Θεο π συμπόνια γι τν τύφλωση ατ το νθρώπου ρθε γι ν τν γιατρεύσει π να τέτοιο μεγάλο σφάλμα.

Γι' ατό, ν μποροσε ν γεννηθε μ' να σμα σκληραγωγημένο ρίμου νδρός, θέλησε ν γεννηθε μ' να παλ σμα βρέφους γι ν ασθανθε τν δύνη (τς τρυφερς σάρκας) κα κολούθως γι ν ποφέρει περισσότερο. Κα στερα π τν βασανιστικ φυλακ πο πέφερε μέσα στν κοιλι τς Παρθένου, θέλησε ν ποφέρει κι' λα τ βάσανα κα τς δοκιμασίες τς νηπιακς λικίας, σάν ν στερετο τν χρήση το λογικο.

ξ ρχς πρεπε  ησος ν λάβει να σμα, χι μόνο τελειότερο π τ σμα το δάμ, λλ να σμα παθές, νώδυνο, μακάριο κα ξιο κατοικητήριο τς παρομοίας μακαρίας ψυχς Του2. Παρ' λα ατ στ θέση κείνου παίρνει να σμα πολ παλό, πολ λεπτ κα τρυφερώτατο, κατάλληλο ν ντιλαμβάνεται δι τν ασθήσεων κάθε ταλαιπωρία κα καμωμένο τσι στε ν μπορε ν δέχεται π' λες τς ασθήσεις λους τούς πόνους, πως τ πέλαγος δέχεται λους τούς ποταμούς. Γι' ατ κριβς τ λόγο παρομοιάζει τν αυτό του μ τ σκουλήκι, χι μόνο γιατί γεννήθηκε χωρς σπέρμα (πως γεννιονται τ σκουλήκια), λλ κα γιατί  σάρκα του εχε τν ασθηση κα τν τρυφερότητα τν σκουληκιν "γ δ εμ σκώληξ κα οκ νθρωπος" (Ψαλμ. 21, 6).

ξ ατίας ατς τς παλότητος μόλις γεννήθηκε δέχτηκε μ τν φ τν προσβολ το ψυχρο έρος κα τς γρασίας το σπηλαίου. Μ τ φων κλαίει. Μ τν σφρηση ασθάνεται τν ντονη κακοσμία τς φάτνης κα τν ζώων. Μ τν ραση βλέπει μία σκοτειν κα χαρη σπηλιά. Κα μ τν κο δν κούει λλο π τς τραχις φωνς τν γρίων ζώων. Κα γι ν συνοψίσουμε μόλις γεννήθηκε  ησος, φιερώνει τν ρχ τς ζως του σ να χρο περβολικ στεν κα σ μία λλειψη λων τν ναπαύσεων κα σ κάθε εδος δύνης κα βασάνων πο μποροσε ν δεχθε  τρυφερ κείνη λικία του. φστε μ ν πάω κοντ στ φάτνη κα ν π στν ησο. "Τί εναι ατ  κρα συγκατάβασίς σου, γλυκύτατέ μου ησοσ εσαι κενος  πιθυμητς Μεσσίας π λα τ θνη κα εθς ν γεννηθς μ τοιατα βάσανα;" Ναί, μο ποκρίνεται. ατ ταν π τν ρχ τ θέλημα το Ορανίου Πατρός μου. Ν καταργηθε  δον μ τν δύνη. Ατ τ πατρικ θέλημα ρθα ν κπληρώσω εθς μόλις γεννήθηκα στν κόσμο, καθς κ μέρους μου προεπε  Δαβδ κα μ τν Δαβδ  πόστολος. "Δι εσερχόμενος ες τν κόσμον 'θυσίαν κα προσφορν οκ θέλησας, σμα δ κατηρτίσω μοι' τότε επον. δο κω το ποισαι  Θες τ θέλημά σου" (βρ. 10, 5, 7), (Ψαλμ. 39, 7 . 8).

δ τώρα, σ γαπητέ, ν γίνεις κριτς νάμεσα στν Χριστ κα στν κόσμο κα ν ποφασίσεις ποις θ σ' ξουσιάζει,  Χριστς   κόσμος; Ποιν πρέπει ν' κολουθες, κενον πού θέλει τ σωτηρία σου μ τν δύνη,  κενον πού ζητε τν πώλειά σου μ τν δονή; Εναι φανερν τι τ πρτο. "ες τοτο γρ κλήθητε, τι κα Χριστς παθεν πρ μν, μ{ιν πολιμπάνων πογραμμόν, να πακολουθήσητε τος χνεσιν ατο" (Α' Πέτρ. 2, 21). μως  κόσμος εναι τόσο τυφλός, πο χι μόνο δν γνωρίζει τν λήθεια, λλ οτε μπορε ν τν γνωρίσει, καθς λέγει  δια  ατοαλήθεια. "κα γ ρωτήσω τν πατέρα κα λλον παράκλητον δώσει μν, να μένη μεθ' μν ες τν αώνα, τ Πνεμα τς ληθείας,   κόσμος ο δύναται λαβεν, τι ο θεωρε ατ οδ γιγνώσκει ατ" (ω. 14, 16-17). Ἐὰν λοιπν σ θέλεις ν θεραπευθες μέσα σ' ατν τν τυφλ κόσμο κα εσαι κανοποιημένος ν κυβερνς τ ζωή σου μ τ ψεύτικα διατάγματά του,  ταλαίπωρος πο εσαι! Μόνος σου παραδόθηκες στ χέρια το θανατηφόρου χθρο σου, πως κανε  Σαμψών πο παραδόθηκε στ χέρια τν λλοφύλων κι κόμη γινες μόνος σου φανερς ποστάτης το Κυρίου, το μόνου εεργέτου σου. Γιατί θέλησες ν πηρετες τς ασθήσεις σου μ τς δονς κα προτίμησες μία ζω τρυφηλή, μαλθακ κα δονική, τν ποία τόσο πολ μίσησε  ησος μόλις γεννήθηκε, ν κα ατ  ζω θεωρεται π τος φρονες λάνθαστη κα θώα!

χ δελφέ μου! Κα πιστεύεις σ ποτ πς  πειρη σοφία το Θεο θέλησε ν βασανίσει τόσο πολ τ πανάγιόν της σμα, χι μόνο κατ τν γέννησή του λλ κα σ' λόκληρη τ ζωή του κα στ θάνατό του, ἐὰν δν ταν ναγκαο σ σένα ν ποφεύγεις τς δονς κα ν σκληραγωγες τ σμα σου; Κα σ τί θ φελήσει  σεβής σου πρόφαση πο λς πς  Χριστς δν σ προστάζει μ ντολ ν πέχεις π τς δονς κα τς ναπαύσεις τν ασθήσεων κα το σώματος, λλ τι σ συμβουλεύει μόνο λέγοντας: "στις θέλει πίσω μου κολουθεν, παρνησάσθω αυτν κα ράτω τν σταυρν ατο, κα κολουθείτω μοι"; (Μάρκ. 8,36). Καλά, κα τσι πολογίζεις σ τς συμβουλς τς κτίστου σοφίας, προφασιζόμενος προφάσεις ν μαρτίαις θέλοντας ν ξουσιάζεις (κα ν περασπίζεσαι) τν τρυφηλ ζωή σου; Ν ξέρεις λοιπν τι πρέπει ν μιμεσαι τν ησο Χριστό, ν θέλεις ν εσαι προορισμένος γι τν Βασιλεία τν ορανν. κουσε τώρα κενες τς φοβερς ποφάσεις πο φωνάζει μ δυνατ φων μέσα π τ φάτνη τ Βρέφος  ησος. "Οα μν τος πλουσίοις, τι πέχετε τν παράκλησιν μν. οα μν ο μπεπλησμένοι, τι πεινάσετε. οα μν ο γελντες νν, τι πενθήσετε κα κλαύσετε. οαί, ταν καλς μς επωσι πάντες ο νθρωποι" (Λουκ. 6,24-26). Τί παντς σ' ατ σύ, πο θέλεις ν περνς τ ζωή σου μ νέσεις κι' πειτα πιδιώκεις γι' ατ ν βρίσκεις κόμη κα δικαιολογίες; Θεωρες πς ατ πο λέγει  Κύριος εναι λόγια κεν κα πώς  Θες μίλησε χωρς ν μπορον ν κπληρωθον τ λόγια του; Ατ βγάλτο π τ μυαλό σου. " ορανς κα  γ παρελεύσονται, ο δ λόγοι μου ο μ παρέλθωσι" (Ματθ. 24, 35). Ν ασχύνεσαι λοιπόν, ν ασχύνεσαι γι λες τς δονς κα πολαύσεις κα ν θεωρες τν αυτό σου νάξιο το νόματος το Χριστιανοπειδ μ τ ζω κα τ ργα σου πρόσβαλες πολ τν χριστιανική σου διότητα κα τόσες φορς προτίμησες ν πηρετήσεις τ σάρκα σου παρ τν Θεό. Μ τν συμπεριφορά σου ατ γινες ατία ν βλασφημεται π τ θνη  χριστιανισμς κα τ περύμνητον νομα το Θεο, καθς ατς  διος παραπονεται κα λέγει. "δι' μς δι παντς τ νομά μου βλασφημεται ν τος θνεσιν" (σ. 52, 5).

Γι' ατ ποφάσισε πιτέλους ν παρνηθες λες τς δονς πο ποδεδειγμένα δν εναι παραίτητες στ ζωή σου κα ν δεχτες στ ξς εχαρίστως λους τους σταυρος κα τς θλίψεις πο θ σο στείλει  Θεός. Ν γκαλιάσεις τν σκληραγωγία πο περιλαμβάνει  ληθιν μετάνοια κα ν μ λογαριάζεις τίποτε λλο γι ν τν γαπς, παρ ν λογαριάζεις μόνο τν γάπη πο δειξε  Χριστς γι' ατν δη π τν γέννησή του. Εχαρίστησε τν Κύριο, πο γι τν γάπη σου θέλησε ν γεννηθε μ τέτοια βάσανα. Κα προπάντων παρακάλεσέ Τον ν σο δώσει χάρη ν καταλάβεις καλ π τ παράδειγμά του ατ τν λήθεια: τι δηλ.  παροσα ζω εναι καιρς γι ν κλας κα ν θλίβεσαι κι χι γι ν γελς κα ν ξεφαντώνεις καθς τονίζει  κκλησιαστς "καιρς το κλαίειν" (3, 4) κα μ τν κκλησιαστή κα  πόστολος. " καιρς συνεσταλμένος τ λοιπν στιν, να κα ο χοντες γυναίκα, ς μ χοντες σι, κα ο κλαίοντες ς μ κλαίοντες, κα ο χαίροντες ς μ χαίροντες... παράγει γρ τ σχμα το κόσμου τούτου" (Α' Κόρ. 7, 29).

Γιάτρεψε τν ρωτα τς δόξας.

Σκέψου κόμη τι  Χριστς μ τν γέννησή του ρθε ν πολεμήσει μ τν ταπείνωσή του τν τακτο ρωτα τς δόξας.  κοσμικς νθρωπος πιδιώκει ν περέχει π τος λλους, ν τιμται κα ν δοξάζεται κα γενικ ν φαίνεται τι εναι  κλεκτότερος τν πολοίπων. Ν δίνει διαταγς μ δεσποτικ λαζονεία, ν μιλάει φ' ψηλο κα ν παρουσιάζεται ς αθεντία. ν καμι φορά τύχει κι ρθουν σ ντιπαράθεση  δόξα το Θεο κα  δόξα  δική του, τότε ατς καταφρονε τν δόξα το Θεο κα κ τν προτέρων προτιμ τ δική του δόξα.

Ατ λα εναι νόητες θέσεις κα διδασκαλίες πο διδάσκει  κόσμος στος μαθητές του κα ατ τ σφάλματα ρθε ν θεραπεύσει  λυτρωτής μας, φότου ρχισε ν ζε στν κόσμο. Μποροσε  διος σφαλς κα βρέφος κόμη ν κάνει ργα ρίμου νδρός. Μποροσε δηλ. μόλις γεννήθηκε ν μιλάει μ καθαρ ρθρωση. Μποροσε ν καταλαβαίνει κα ν μιλάει τς γλσσες λων τν λαν. Μποροσε ν χει γύρω του χιλιάδες κα μυριάδες λιομόρφων γγέλων γι ν τν παραστέκονται λοφάνερα κα ν τν πηρετον χι μόνον ς Θεό, λλ κα ς νθρωπο. κόμη μποροσε π τν πρώτη στιγμ τς ζως του ν χρησιμοποιε τν χρόνο μ τ ν τρέχει στν κόσμο ν τν γεμίζει π τ μεγαλεα τν θαυμάτων του, ν τν φωτίζει μ τς λάμψεις τς διδασκαλίας του, ν τν διδάσκει μ τν γιότητα τν παραδειγμάτων του κα ν τν μεταστρέφει μ τ δύναμη το κηρύγματός του. Μ' ατ λα μποροσε ν δοξάσει τ νομά του περισσότερο π' λους τούς νθρώπους πο πρχαν φιλόδοξοι στν κόσμο. Κα ο βασιλες κα ο ρχοντες κα ο μεγιστάνες το κόσμου κα λοι ο λαο ν ξεκινον π τ πέρατα τς οκουμένης κα ν ρχονται στν ερουσαλμ γι ν' κούσουν τν οράνια σοφία πο διδάσκει να βρέφος, πως  βασίλισσα το Νότου πο ξεκίνησε μέσα π τν Εδαίμονα ραβία κα ρθε ν' κούσει τ σοφία το δωδεκαετος παιδιο, το Σολομντος. Ν ρχονται ν δον να νήπιο ν φωτίζει τυφλούς, ν καθαρίζει λεπρούς, ν νορθώνει χωλούς, ν γιατρεύει ρρώστους, ν νασταίνει νεκρος κα γενικ ν κάνει παράδοξα κα φρικτ θαύματα, στε λοι ν τ παινον, λοι ν τ δοξάζουν, λοι ν τ εφημον. λλ  ησος δν θελε τέτοια νθρώπινη κα μάταιη δόξα. χι! λλ "σχήματι ερεθείς ς νθρωπος ταπείνωσεν αυτόν", καθς λέγει  θεος Παλος (Φιλιπ. 2, 8) κα κρύβεται μ τν ρχομ του σ' να τόπο π τος πι φανες της ουδαίας κα σ' να νδιαίτημα τν λόγων ζώων σκεπάζει δ λους τούς θησαυρος τς σοφίας του μέσα σ' να κομμάτι σάρκας κα κάτω π τν διανοητικ δυναμία νς γνώστου φώνου νηπίου. "ν  εσι πάντες ο θησαυρο τς σοφίας κα τς γνώσεως πόκρυφοι"! (Κολ. 2,3) Δι' ατ κα  σαΐας γι τν νηπιώδη γνωσία το παιδιο ατο λέγει. "...πρν  γνναι τ παιδίον καλεν πατέρα  μητέρα..." (σ. 8, 4). Κα κατ τν ποχ πο ο βασιλες τς γς -ννο  Αγουστος Καίσαρ- κυβερνον τ κράτος τους μ πογραφς κα κδίδουν στος λαος νόμους κα φαίνονται παντο νδοξοι, ατός, πο εναι  βασιλες τν βασιλευόντων, γεννιέται κα ζε ντελς γνωστος κα θεωρεται σν να μηδενικό.  τς νυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου,  γλυκύτατο νομα,  γλυκύτατε περάνθρωπε ησο! Ατ  ταπείνωσή σου κανε τν προφήτη ββακομ ν χάσει σχεδν τ μυαλό του κα ν λέει· "Κύριε, κατενόησα τ ργα σου κα ξέστην. ν μέσ δύο ζώων γνωσθήση" (ββακ. 3, 2). Ατ  ταπείνωση παρακίνησε τν σιόν σου σακ ν πε τ ψηλ ατ λόγια. " ταπεινοφροσύνη στολ θεότητος στιν.  γρ Λόγος  νανθρωπήσας ατν νεδύσατο κα μίλησεν μν δι' ατς ν τ σώματι μν... να μ  κτίσις τ ατο θεωρία καταφλεχθ" (Λογ. κ').

πειδ κα  ατία τς πτώσεως τν γγέλων στν οραν κα τν νθρώπων στ γ πρξε  διαφορ νάμεσα στ μεγαλύτερο κα στ μικρότερο, γι' ατ σύ,  Λόγος το Θεο, μ τ γέννησή σου σηκώνεις π τν κόσμο ατ τ μεγάλο σκάνδαλο τς πωλείας το κόσμου. Κα Σύ,  νώτερος κα "πρ τ ντα ν", φο γινες κατώτερος κα σχατος λων, κάνεις μ' ατ τν τρόπο μοια λα σου τ κτίσματα, τόσο τ μεγαλύτερα κα νώτερα, σο κα τ μικρότερα κα κατώτερα κα καταδεικνύεις ς ριστη δ ψώσεως, τν ταπείνωση, καθς θεολογε  δικός σου τς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος  Παλαμς λέγοντας: "λευθερώνει μ παράδοξο τρόπο  Θες π τν ατία τς ρχικς πτώσεως (τν νθρωπο). κα ατ ( ατία) ταν  περοχ κα  κατωτερότητα πο νυπάρχει στ ντα. Κα π δ ξεκινάει  φθόνος κα  δόλος κα ο φανερς κα κρυφς ντιπαλότητες.  Θες λοιπν εδόκησε πρόσφατα (μ τν νανθρώπηση το Χριστο) ν διαλύσει τν ατία τς περηφάνειας πο καταστρέφει τ λογικά του κτίσματα. ξομοιώνει δηλ. τ πάντα μ τν αυτό του κα πειδ βέβαια  διος μ τν αυτ τοη εναι σος κα μοιος κατ φύσιν, κάνει κα τν φύση ση κατ χάριν μ τν αυτό της. Κα ατ πς γινε;  διος  κ Θεο Θες Λόγος, φο δειασε τν αυτ του πόρρητα κα μυστικά, κατέβηκε π ψηλ στν σχατη νθρώπινη παρξη κα ατ φο τν δεσε μαζί του κατ τρόπο λυτο κα φο ταπεινώθηκε κα πτώχευσε σν νθρωπος (μοιός μας) κανε τ κάτω πάνω, μλλον δ συνένωσε κα τ δύο σ να. Μ τ Θεότητα δηλ. συνένωσε τν νθρωπότητα κα τσι πέδειξε σ λους τν ταπείνωση ς δρόμο πο δηγε πρς τ νω, φο πρόσφερε τν αυτ του σήμερα πόδειγμα μπροστ στος νθρώπους κα στος γίους γγέλους" (Λόγος στ Γέννηση το Χριστο).

Τώρα, σ γαπητέ, μπορες ν βρες μεγαλύτερη π' ατ τ διαφορ μεταξύ το Θεο κα το κόσμου; Λοιπόν, π ατος τος δύο ποις εναι δίκαιο ν σ' ξουσιάζει;  Χριστς   κόσμος; Βέβαια  Χριστός. Γιατί  Χριστς οτε πλαν οτε πλανται, ν  κόσμος κα πλαν κα πλανται. πειτα, σκέψου, πς γι τν Χριστ δν ταν ρκετ πο γεννήθηκε πήκοος το Καίσαρος Αγούστου, λλ θέλησε κόμη ν γεννηθε κα στν ποχ πο γινόταν πίσημη δήλωση μπρακτης ποταγς. "ν τας μέραις κείναις ξλθε δόγμα παρ Καίσαρος Αγούστου πογράφεσθαι πσαν τν οκουμένην" (Λουκ. 2,1) κα θέλησε ν φέρει νω - κάτω λα τ πράγματα, κυρίως μως ν βάλει τν αυτ του κάτω π' ατν τν ποταγή. "νέβη δ κα ωσφ π τς Γαλιλαίας κ πόλεως Βηθλεέμ... πογράψασθαι σν Μαριμ τ μεμνηστευμένη ατ γυναικ οση γκύ" (Λουκ. 2, 4).

σένα μως δελφ φαίνεται πς σ' εχαριστε ν τ κάνεις λα νω κάτω, ν συγχύζεις λο τν κόσμο, μόνο γι ν κπληρώσεις τν πιθυμία σου, μόνο γι ν ποτάξεις λους στ γνώμη σου, μόνο γι ν γίνεις μεγάλος κα γι ν ποκτήσεις δόξα στν κόσμο. Μ' ατ πο κάνεις φαίνεσαι ν λές: γ προτιμ ν' κολουθήσω τ παράδειγμα το κόσμου π τ παράδειγμα το Χριστογ πιλέγω τν δόξα τν νθρώπων π τ δόξα το Θεο.

 πόσο θ σο φανε βαρι ατ  παράλογη κλογή σου, ταν στ φς τς κρίσεως το Θεο θ δες τ πράγματα πως κριβς εναι κι χι καθς τώρα σο φαίνονται κα ταν ατ τ βρέφος, πο τώρα βλέπεις μέσα στ φάτνη δοξο κα ταπεινό, ρθει ς μέγας βασιλες μ δύναμη κα δόξα πολλ γι ν κρίνει λο τν κόσμο.

λλ τί παντς; Να γ πρέπει ν παραβλέπω τν τιμή μου κα ν ταπεινώνομαι γι τν Χριστό, λλ  κόσμος εναι χωρς διάκριση κα μ περιφρονε κα δν μ πολογίζει γι τίποτε. Εγε, σωστ πάντησες. φησε λοιπν ν εναι κρυμμένη κα καταφρονημένη π' ατν τν κόσμο  δική σου τιμ κα  ζωή, γι ν φανερωθες κα σ μ τιμ κα δόξα, ταν φανερωθε  Χριστός. "πεθάνετε γάρ, κα  ζω μν κέκρυπται σν τ Χριστ ν τ Θεταν  Χριστς φανερωθ ζω μν, τότε μες σν ατ φανερωθήσεσθε ν δόξη" (Κολ. 3, 3-4).

ς λέει  κόσμος τ δικά του. τί σ νοιάζει; σ ν' κολουθες τν δηγία τς σοφίας το Χριστο κι χι τς μωρίας το κόσμου, πο εναι κα δικός σου χθρς κα χθρός του λυτρωτο σου. Εναι τόσο μεγάλος χθρός του πο  διος  Χριστς στ καιρ το πάθους του, ν παρακάλεσε τν οράνιο πατέρα κόμη κα γι τος σταυρωτές του, μως γι τν κόσμο δν θέλησε ν παρακαλέσει. "ο περ το κόσμου ρωτ" (ω. 17, 9). Γι' ατ πρέπει ν διαλέξεις να π τ δύο, ν εσαι φίλος το ησο, πρέπει ν εσαι χθρός το κόσμου. κα ν ντίθετα θελήσεις ν εσαι φίλος το κόσμου, ξάπαντος θ εσαι χθρός το ησο. "μοιχο κα μοιχαλίδες! οκ οδατε τι  φιλία το κόσμου χθρα το Θεο στιν; ς ν ον βουληθ φίλος εναι το κόσμου χθρός του Θεο καθίσταται" (ακωβ. 4,4). Μά σο κακοφαίνεται πειδ σ καταφρονε κα σ μισε  κόσμος; νόητος πο εσαι! Ατ τ μίσος κα ατ  καταφρόνηση (το κόσμου) εναι καλ σημάδι. Πώς δηλ. δν εσαι μαθητς το κόσμου, λλ μαθητς το Χριστο. "Ε κ το κόσμου τε,  κόσμος ν τ διον φίλει. τι δ κ το κόσμου οκ στέ, λλ' γ ξελεξάμην μς κ το κόσμου, δι τοτο μισε μς  κόσμος" (ω. 15, 19).

δελφέ μου, νοιξε μία φορ τ μάτια σου γι τ καλό τς ψυχς σου κα ποφάσισε ν μν μπιστεύεσαι πι τν ψεύτη κα πίβουλο κόσμο, καθς σ συμβουλεύει κα  σοφς Σειράχ. "Μ πιστεύσης τ χθρ σου ες τν αώνα" (Σοφ. Σειρ. 12, 10). Πάρε σταθερ πόφαση ν μελετς πάντοτε κα ν κολουθες τν δηγία το φωτς τν παραδειγμάτων, το ησο Χριστο ποος μέσα π τ βρεφικ σπάργανα σο φωνάζει μ γλώσσα ψελλίζουσα κενο τ φοβερ λεγχο. "Πς δύνασθε μες πιστεσαι, δόξαν παρ λλήλων λαμβάνοντες κα τν δόξαν τν παρ το μόνου Θεο ο ζητετε;" (ω. 6, 44) Κα πειδ ατς ( ησος Χριστς) παθε τόσα γι ν σ διδάξει τν λήθεια, παρακάλεσε τν ν σο δώσει χάρη ν καταλάβεις σ' λο τ βάθος τ παράδειγμά του κα τν διδασκαλία του, γι ν γαπς τν ταπείνωσή του,  ποία εναι γεμάτη π ληθιν ψος κα δόξα. Ν μισες μως κα ν ποστρέφεσαι τν δόξα κα τν τιμ το κόσμου,  ποία εναι ληθιν τιμία κα δοξία. Γιατί χι μόνο σο στερε τν οράνια δόξα, λλ κα γιατί στ τέλος τς ζως, καταλήγει ( δόξα το κόσμου) στ χμα κα στν κοπρι σύμφωνα μ τ Δαβιτικ κείνη κατάρα. "Καταδιξαι ρα  χθρς τν ψυχήν μου... κα τν δόξαν μου ες χον κατασκηνσαι" (Ψαλμ. 7, 5).

Σημειώσεις:

1. Ατ τ τρία πολέμησε  Κύριος κα ταν νέβηκε στ ρος κα πειράστηκε π τν διάβολο:

1) τν φιληδονία τν πολέμησε, πειδ δ θέλησε ν κάνει τος λίθους ρτους γι ν φάει κα ν χορτάσει τν πείνα του κα επε: "οκ π' ρτω μόνω ζήσεται νθρωπος λλ' ν παντ ρήματι κπορευομένω δι στόματος Θεο. (Δεύτ. 6, 3),

2) τν φιλοδοξία, γιατί δν θέλησε ν πέσει κάτω π τ πτερύγιον το ερο, γι ν δοξαστε μ παθαίνοντας τίποτε, τότε επε. "οκ κπειράσεις Κύριον τν Θεόν σου" (Δεύτ. 6, 61),

3) τν δ φιλαργυρία τν πολέμησε μ θέλοντας ν προσκυνήσει τν διάβολον,  ποος το δειξε λα τ βασίλεια το κόσμου, κα το επε. "Κύριον τν Θεόν σου προσκυνήσεις κα ατ μόνω λατρεύσεις" (Δεύτ. 6, 13). 2. Ο θεολόγοι ποστηρίζουν τι  Κύριος κατ τ σμα δν ταν τέλειος λλ ατ τ πέκτησε κατ τν πορεία τς ζως του, πως κα ο λλοι γιοι. γιατί εχε κα ατ τ σμα παθητ κα θνητό, στε ν μπορέσει δι μέσου ατο ν πάθει κα ν κπληρώσει τν οκονομία: κατ τν ψυχ μως ταν τέλειος διότι δν εχε μόνο τ φυσικ λεγόμενη γνώση κα φιλοσοφία κα τν θεόπνευστη, λλ εχε κα τν μακαρία ραση το θείου προσώπου, μ τν ποία κόμη κα ταν ταν σ' ατν δ τν ζω χαιρόταν τν πόλαυση τς θεωρίας, το προσώπου το Θεο, τν ποία ξιώνονται ο γιοι μετ θάνατον. Γι' ατ κα  ερς Αγουστίνος στ τελευταο κεφάλαιο το δ' βιβλίου "περ συμφωνίας τν Εαγγελιστν" λέγει τι  Χριστς διέφερε π τος λλους νθρώπους, διότι σ κανένα σ' ατ τ ζω δν χει πιτραπε ν δε τ Θεό, πως σ' κενον. Σ' ατ συμβάλλουν κα τ ξς ρητά: "Θεν οδες ώρακε πώποτε.  μονογενς υἱὸς  ν ες τν κόλπον το πατρός, κενος ξηγήσατο (ω. 1, 18) κα πάλι "οδες ναβέβηκεν ες τν ορανόν, ε μ  κ το ορανο καταβάς,  υἱὸς το νθρώπου,  ν ν τ οραν" (ω. 3, 13). Εναι δηλαδ φανερ τι ταν στν οραν δι μέσου της μακαρίας ράσεως (Βλέπε θανασίου λεξανδρείας, Λόγος ες τν Εαγγελισμόν).


Ες τήν το Χριστο Γέννησιν

 

γίου Πρόκλου Πατριάρχου Κων /λεως


Φάνηκε  Χριστός στόν κόσμο καί τόν χαρο κόσμο στόλισε μ᾿ πέραντη εφροσύνη. Σήκωσε πάνω Του τήν μαρτία το κόσμου, καί καταπάτησε γιά πάντα τόν χθρό το κόσμου. γιασε τίς πηγές τν δάτων καί φώτισε τίς ψυχές τν νθρώπων. Θαύματα μίχθηκαν μέ μεγαλύτερα θαύματα.

Σήμερα, πό τή χαρά πού φερε  Σωτήρας μας Χριστός, χωρίστηκαν  γ καί  θάλασσα καί π᾿ κρη ς κρη γέμισε  κόσμος εφροσύνη.  σημερινή γιορτή ποκαλύπτει μεγαλύτερα θαύματα πό κείνη τς Χριστουγεννιάτικης νυχτις. Γιατί κείνη τήν νύχτα πού μς πέρασε χαιρότανε μονάχα  γ, καθώς βάσταζε πάνω της στήν γκαλιά τς φάτνης τόν Παντοκράτορα Θεό. Σήμερα μως, πού γιορτάζουμε τά Θεοφάνεια, εφραίνεται μαζί της καί  θάλασσα. Καί εφραίνεται γιατί διά μέσου το ορδάνη λαβαίνει μέρος καί ατή στήν ελογία το γιασμο.

Στήν γιορτή τς θείας Γέννησης  Θεός φάνηκε βρέφος μικρό, νιογέννητο, δείχνοντας τσι τή δική μας νηπιότητα. Σήμερα μως τόν βλέπουμε τέλειο νθρωπο, τέλειο Υό, πό τέλειο Πατέρα γεννημένον. κε φανέρωσε τό θεο βρέφος τό στέρι πού νέτειλε πό τήν νατολή, καί δ μολογε γι᾿ Ατόν πό τόν ορανό  Θεός Πατέρας, πό τόν ποον γεννήθηκε πρό τν αώνων. κε Το πρόσφεραν -σάν σέ βασιλιά- δρα ο Μάγοι, πού πεζοπόρησαν πό τήν νατολή. δ γγελοι πό τόν ορανό φερμένοι Το πρόσφεραν τή διακονία πού πρέπει μόνο σέ Θεό. κε τυλίχτηκε μέσα στά σπάργανα καί δ λύνει μέ τό βάπτισμα τίς σειρές τν παραπτωμάτων καί τά δεσμά τς μαρτίας μας. κε  βασιλιάς τν ορανν ντύθηκε σάν βασιλική λουργίδα τόν κόσμο, δ  πηγή τς ζως ντύνεται λόγυρα τά ποταμίσια κύματα.

λτε λοιπόν νά δετε παράδοξα θαύματα.  λιος τς δικαιοσύνης λούζεται στο ορδάνη τά νερά.  φωτιά βουτάει καί σμίγει μέ τά νερά. Καί  Θεός π̉ νθρωπο γιάζεται.

Σήμερα λόκληρη  κτίση βροντοφωνάζει καί νυμνε: «Ελογημένος νά ̉σαι Σύ πού ρχεσαι στ̉ νομα το Κυρίου!!» Σύ πού ρχεσαι διά τς Προνοίας Σου μέσα π᾿ λα τά κτίσματά Σου. Σύ πού συντηρες τό ψος το στερεώματος καί ντεχνα δηγες σάν μερο λογο μέ χαλινάρι τήν τροχιά το λιου. Σύ πού βάζεις σέ τάξη χωρίς διόλου ν᾿ νακατεύονται τά πλήθη τν στέρων καί μς κερνς πλούσια γέρα γιά νά ναπνέουμε σταμάτητα ζωή. Σύ πού ζεσταίνεις καί ζωογονες τή μάννα γ στε νά μς χαρίζει τούς καρπούς της λοχρονίς. Σύ πού δαμάζεις καί σταματς τή πολυκύμαντη θάλασσα ζώνοντάς την λοτρόγυρα μ᾿ να μικρούτσικο χαλινάρι πό μμοχάλικο. Σύ πού σπρώχνεις τά νερά πό τς γς τά σπλάχνα καί φτιάχνεις τίς πηγές. Σύ πού καθοδηγες τίς ποταμίσιες χθες νά πορεύονται χωρίς χαμό καί περιπλάνηση ς τή θάλασσα.

Τοτα λα τά θαυμάσια ναλογιζόμαστε καί πό τά κατάβαθά μας βγαίνει  κραυγή: «Ελογημένος Σύ πού ρχεσαι στ̉ νομα το Κυρίου».

-Πές μας λοιπόν, Ποιός εν᾿ Ατός, μακάριε Δαυΐδ;

- Κύριος καί  Θεός μας πού μς φανερώθηκε μ᾿ νθρώπινη μορφή.

λλά δέν τό λέει ατό μόνον  προφήτης Δαυΐδ. Τό λέει καί  πόστολος Παλος πού συμφωνε μαζί του καί διδάσκει: «Μς φανερώθηκε  Χάρη το Θεο πού σώζει κάθε νθρωπο καί μς διδάσκει λους μας». χι μερικούς λλά λους μας. Σ᾿ λους, ουδαίους καί λληνες χαρίζει μέ τό βάπτισμα τή σωτηρία καί ποδείχνει τό σωτήριο ατό λουτρό σάν εεργέτημα δοσμένο δωρεάν σέ κάθε νθρώπινη ψυχή πού τό ζητάει.

λτε νά δετε πρωτόγνωρο κατακλυσμό, πολύ μεγαλύτερον καί δυνατότερον π᾿ κενον πού γίνηκε τήν ποχή το Νε. κε τό νερό πνιξε τούς νθρώπους καί δ τό νερό το βαπτίσματος, κείνους πού εχαν πεθάνει πνευματικά ξαναζωντάνεψε, μέ τή δύναμη το Θεο πού σήμερα βαπτίστηκε. κε  Νε φτιαξε κιβωτό στέρεα πό ξύλα καί δ  Χριστός  νοητός Νε, προσέλαβε πό τήν φθορο παρθένο Μαρία τήν κιβωτό το σώματος. κε  Νε λοιψε τήν κιβωτό ξωτερικά μέ σφαλτο πίσσα. δ  Χριστός δυνάμωσε καί περιφρούρησε τήν κιβωτό το σώματος μέ τό χρσμα τς πίστεως. κε περιστερά πού βάσταζε κλαδί λης προμήνυσε τήν εωδιά το Δεσπότου Χριστοδ τό Πνεμα τό γιον μέ τή μορφή λόασπρης περιστερς παρουσιάστηκε καί σ᾿ λους φανέρωσε τόν λεήμονα Κύριο.

λλά μέ καταπλήττει  περβολική ταπείνωση το Κυρίου. Γιατί δέν ρκέστηκε, Ατός  γεννημένος τέλειος Υός πό τέλειο Πατέρα, νά γεννηθ καί πί γς τέλειο βρέφος πό τά σπλάχνα μις γυναίκας. Δέν ρκέστηκε κενος πού εναι σύνθρονος μέ τόν Θεό Πατέρα νά λάβει τή μορφή το δούλου λλά καί σάν τόν τελευταο μαρτωλό προσέρχεται νά βαπτισθε.

λλά ς μή γίνει  κοινή γιά λους τούς νθρώπους εεργεσία σκάνδαλο γι᾿ ατούς πού τούτη τήν ρα μέ κονε. Γιατί βαπτίζεται  Δεσπότης πάντων Χριστός χι γιατί χει νάγκη πό ψυχικό καθαρισμό, λλά γιά νά οκονομήσει μέ δυό τρόπους τό συμφέρον τν ψυχν μας, στε καί μέ τό νερό νά μς δωρήσει τήν γιαστική χάρη καί νά προτρέψει τόν καθένα μας νά βαπτιστε.

Καθώς μς λέει  ερός Εαγγελιστής, ρθε  ησος πό τή Γαλιλαία στόν ορδάνη που βρισκόταν  ωάννης γιά νά βαπτιστε π̉ ατόν.

Τό τί συνέβηκε τότε δερφοί μου δέν μπορε νά τό χωρέσει νος νθρώπινος. Γιατί ξεπερννε κάθε θέαμα καί κουσμα σα συνέβηκαν κε. Τρέμει  νος. Χάνεται  λαλιά μή τολμώντας νά ξιστορίσει τά νέκφραστα. Γι‹ ατό λοιπόν καί ταν εδε  ωάννης τόν Δεσπότη μας Χριστό νά τόν πλησιάζει, μέ πολύ καρδιοχτύπι, πέφτοντας καί γκαλιάζοντας τά πόδια Του το επε παρακλητικά:

-Γιατί βιάζει μένα τόν δύνατο νθρωπο  Παντοδύναμος Θεός μου νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Δέν εμαι γώ σέ θέση νά πιχειρήσω κάτι τέτοιο. Πς νά τολμήσω νά Σέ βαπτίσω; Πότε συνέβηκε νά καθαριστε  φωτιά πό τό ξερό χορτάρι; Πότε πλυνε  λάσπη τήν πηγή; Πς νά βαπτίσω σένα τόν Κριτή τς οκουμένης γώ  πεύθυνος γιά τόσες μαρτίες; Πς νά Σέ βαπτίσω Δέσποτά μου; Δέν βλέπω μαρτία πάνω Σου. Δέν χεις πέσει θμα τς κατάρας το προπάτορα δάμ. Δέν χεις καθόλου λερωθε πό τήν μαρτία. Γιατί ν καί κλινες ορανούς καί κατέβηκες, τίποτα πό τά θελήματα το Θεο Πατέρα δέν παρέβηκες. Τί κάνεις Δέσποτά μου; Γιατί μ᾿ ναγκάζεις νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Ποτέ καί τίποτα δέν τόλμησα νά κάνω π᾿ λα σα παροργίζουν τήν γαθωσύνη Σου. Σάν δουλικό πιστό γεμάτο γάπη καί σεβασμό γιά τόν φέντη του πρότρεξα καί μήνυσα στόν κόσμο τήν παρουσία Σου. ν βρισκόμουνα κόμη μέσ᾿ τήν κοιλιά τς μάννας μου, δανείστηκα τήν γλώσσα της καί Θεό το κόσμου Σέ κήρυξα. λους τούς προετοίμασα νά Σέ δεχθον, νά Σ᾿ παντήσουν. Πές μου λοιπόν Κύριέ μου, πς θ᾿ νεχθε νά δε  λιος τόν Παντοκράτορα Θεό τσι νά ξευτελίζεται πό τήν τόλμη νός δούλου Του καί δέν θά ρίξει καυτερές φωτοβολίδες νά μέ κατακάψει, πως κανε κείνους τούς καιρούς τούς σωτους Σοδομίτες; Πς θά ντέξει  γ νά δε κενον πού γιάζει τούς γγέλους, πέριττα νά βαπτίζεται πό χέρι νθρώπου μαρτωλο καί δέν θ᾿ νοίξει τά σπλάχνα της γιά νά μέ καταπιεπως κανε τόν βειρών καί τόν Δαθάν; Πς νά βαπτίσω Δέσποτά μου σένα πού δέν μολύνθηκες πό τής φυσικς γέννησης τό λέρωμα; «ξ σπόρου γαστρός, σπορος προλθε καρπός». Πς λοιπόν γώ  χιλιολερωμένος πό τήν μαρτία νθρωπος νά γνίσω τόν Θεό; Θεό ναμάρτητο; γώ χω νάγκη νά βαπτιστ πό Σένα καί Σύ ρχεσαι σέ μένα; Μ᾿ στειλες νά βαπτίζω, Κύριέ μου, καί δέν παράκουσα τήν ντολή Σου. Πρότρεπα λους πρός τό βάπτισμα καί τούς λεγα: «μολογστε νώπιον το Κυρίου τίς μαρτίες σας, γιατί Ατός εναι  μόνος γαθός. Ατός πού ρχεται πίσω μου δέν εναι βλοσυρός καί αστηρός. Εναι γαθός καί Υός Πατέρα γαθο. Δέν φέρεται γιά λίγο μονάχα μ᾿ γαθωσύνη καί στερα νά λλάζει διάθεση γιά τόν μαρτωλό νθρωπο, λλά τό λεός Του μένει ες τόν αώνα. Καί πειδή τό λεός Του εναι μέτρητο γι᾿ ατό καί ο οράνιες δυνάμεις νυμνώντας Το λεγαν:

«Ελογημένος Σύ πού ρχεσαι στ̉ νομα το Κυρίου».  Κύριος καί  Θεός μας μς φανερώθηκε. Μς φανερώθηκε  λιος τς δικαιοσύνης καί διέλυσε τό σκοτάδι τς γνοιας πού μς περιέλουζε. Μς φανερώθηκε  οράνιος Τσοπάνης καί διωξε πό τό κοπάδι τν παιδιν Του τούς λύκους το διαβόλου. Μς φανερώθηκε  Μονογενής Υός το Πατρός καί χάρισε μέ τό βάπτισμα τήν υοθεσία στούς πιστούς. Μς φανερώθηκε  ζωή λόκληρου το κόσμου καί μέ τό θάνατό Του θανάτωσε τόν θάνατο ς θάνατος καί ξίωσε νά ζήσουν ζωή θάνατη, κενοι πού εχαν πέσει στή φθορά καί στό θάνατο.

λλά ν γίνονταν λα ατά,  Θεός Πατέρας γαλώμενος μέ τήν περβολική ταπείνωση το Υονοίγει διάπλατα τίς πύλες το ορανο καί μέ βροντερή φωνή ξεχειλισμένη πό ασθήματα πού πλημμυρίζουνε μιά πατρική καρδιά, νακράζει: «Ατός εναι  Υός μου  γαπητός».

Καί γιά νά μήν μπερδευτε  νος σων κούγανε λα τοτα -ν εναι δηλαδή Υός  Βαπτιστής   Χριστός- ρχεται τό γιον Πνεμα, σάν σπρο περιστέρι καί δείχνει κενον πού βαπτιζόταν καί πού  Θεός Πατέρας τόν μαρτυροσε στούς νθρώπους σάν μονογενή Υό Του.

Σ᾿ Ατόν πρέπει  δόξα, τό κράτος,  τιμή καί  προσκύνηση σήμερα καί πάντοτε καί ες τούς αώνας τν αώνων. μήν.


 

Γιατ  Θες γινε Ανθρωπος;

 

 γου Μαξμου Ομολογητο


” Τοτ στι τ μακριον,δι᾿  τ πντα συνστησαν τλος”

«᾿Αλλ μ τ πολτιμο αμα το Χριστο, πο θυσιστηκε σν μνς μωμος κα σπιλος, κι ταν ββαια προορισμνος πρν π τ δημιουργα το κσμου, λλ φανερθηκε γι χρη μας ατ τ τελευταα χρνια» 1. Προορισμνος π ποιν;

πόκριση

Τ μυστριο το Χριστο  λγος τς Γραφς τ νμασε Χριστ κα τ βεβαινει μ σαφνεια  μγας ᾿Απστολος λγοντας, «τ μυστικ σχδιο, πο ταν κρυμμνο π λες τς γενες, φανερθηκε τρα»2, ννοντας δηλαδ ς τν Χριστ, τ μυστικ σχδιο μ τν Χριστ. Ατ εναι λοφνερα  ρρητη κα κατληπτη ποστασιακ νωση τς θετητας κα τς νθρωπτητας, πο δηγε σ ταυττητα πλρη τν νθρωπτητα μ τ θετητα ξαιτας τς πστασης κα, κνοντας μα τν πσταση τ σνθετη π τ δο, χωρς  φυσικ διαφορ τς οσας τους ν προκαλσει σ᾿ ατν καμμι μεωση σ τιδποτε. Ωστε κα  πστασ τους ν γνει, πως επα, μα, κα  φυσικ διαφορ ν μενει παθς, στν ποα πσταση κα μετ τν νωση  κατ φση ποιτητ τους διασζεται μεωτη κα ταν νωθον. Γιατπου κατ τν νωση δ συνοδεει τ νωμνα καμμι πολτως τροπ κα καμμι λλοωση,  λγος τς οσας καθενς παραμνει γνσιος κι ληθινς. Κι ποιων  λγος παραμνει γνσιος κι ληθινς κα  μετ τν νωση, ατν ο φσεις παραμνουν θικτες μ κθε τρπο χωρς ν ρνηθε καμμι π ατς τ δικ της στοιχεα γι χρη τς νωσης.

Γιατ  ποιητς τν λων, ατς πο γινε κατ᾿ οκονομα ατ πο δν ταν, πρεπε ν διασσει μετβλητο κα τν αυτ του σ ατ πο ταν π τ φση του κα σ ατ πο γινε στ φση κατ᾿ οκονομα. Γιατ στν Θε δν εναι φυσικ ν βλπουμε μεταβολ, γι τν ποο δν μπορομε ν σκεφτομε καμμι πολτως κνηση σχετικ μ τν ποα γνεται  μεταβολ σ σα κινονται. Ατ εναι τ μεγλο κι πκρυφο μυστριο. Ατ εναι τ μακριο τλος γι τ ποο χουν γνει λα. Ατς εναι  θεος σκοπς πο προεπινοθηκε πρν π τν ρχ τν ντων, πο ρζοντς τον μπορομε ν τν πομε «προεπινοομενο τλος», γι χρη το ποου γιναν τ πντα κι ατ γι χρη κανενς. Σ᾿ ατ τ τλος τενζοντας δημιοργησε  Θες τς οσες τν ντων. Ατ εναι κυρως τ πρας τς πρνοιας κα κενων πο  πρνοια προνοε, σμφωνα μ τ ποο γνεται  πανασυναγωγ στ Θε λων τν ποιημτων του. Ατ εναι τ μυστριο πο περικλεει λους τος αἰῶνες κα φανερνει τν περπειρη κα πο πειρες φορς περως προϋπρχει π τος αἰῶνες μεγλη βουλ το Θεο3, τς ποας βουλς γγελιοφρος γινε  διος  σμφωνος μ τν οσα το Θεο Λγος ταν γινε νθρωπος4, κα φανρωσε, ν μο πιτρπεται ν π, τν διο τ βαθτερο πυθμνα τς Πατρικς γαθτητας κι δειξε μσα σ᾿ ατν τ τλος, πο γι χρη του τ δημιουργματα λαβαν σαφς τν ρχ τς παρξς τους. Γιατ γι τν Χριστ, δηλαδ γι τ μυστριο κατ Χριστλοι ο αἰῶνες κα λα σα περιχουν χουν λβει τν ρχ κα τ τλος το εναι τους. Γιατ πι πρν π τος αἰῶνες προϋπονοθηκε  νωση, το ριου κα τς οριστας, το μτρου κα τς μετρας, το πρατος κα τς πειρας, το δημιουργο κα τς δημιουργας, τς στσης κα τς κνησης, κα  νωση ατ γινε στ πρσωπο το Χριστοταν φανερθηκε στ τλος τν χρνων κα πραγματοποησε τν πργνωση το Θεοστε ν σταματσουν γρω στ τελεως κνητο κατ τν οσα σα κινονται π τ φση τους, ξεφεγοντας τελεως π τν κνηση πρς τν αυτ τους κα πρς τ λλα κα ν λβουν περα τς κατ᾿ νργειαν γνσης κενου που ξιθηκαν ν σταματσουν, γνσης ναλλοωτης πο παραμνει πντοτε δια παρχοντας σ᾿ ατος τν πλαυση κενου πο γνρισαν.

Γιατ  λγος ναγνωρζει τι  γνση τν θεων εναι διπλ·  σχετικ, πο βρσκεται μνο στ λγο κα στς ννοιες κα πο δν χει κατ τν πρξη μ τν περα ασθηση κενου πο γινε γνωστ κα πο μ᾿ ατν οκονομομε τν παροσα ζω· κα  πραγματικ ληθιν γνση, πο μ τν περα μνο κατ τν πρξη χωρς λγο κα ννοιες παρχει λη τν ασθηση κενου πο γινε γνωστ μετχοντς το κατ χρη, κα μ ατ τ γνση ποδεχμαστε κατ τ μελλοντικ κατπαυση τν πνω π τ φση θωση πο πραγματοποιεται δικοπα. Κα  σχετικ ββαια γνση, πειδ βρσκεται στ λγο κα στς ννοιες, λνε τι κινε τν πιθυμα πρς τν μεθεκτικ κατ τν πρξη γνση. ᾿Εν  γνση μ τν νργεια πο π τν περα κα μ μθεξη ατο πο γινε γνωστ παρχει τν ασθηση, πωθε τ γνση πο βρσκεται στ λγο κα τς ννοιες.

Γιατ εναι δνατο, λνε ο σοφο, ν συνυπρχουν  μπειρα το Θεο κα  λγος περ Θεο   ασθηση το Θεο κα  νηση γι᾿ ατν. Κα λγο περ Θεο ποκαλ τν γνωστικ θεωρα γι᾿ ατν πο ναλογε στ ντα, ασθηση τν μεθεκτικ περα τν πρα π τ φση γαθν, κα νηση τν πλ κα νιαα γνση περ Θεο μσ τν ντων. Τ διο σως μπορε ν διαπιστωθε κα σ κθε λλο πργμα, ν  μπειρα ατο το πργματος σταματ τ λγο γι᾿ ατν κα  ασθηση ατο το πργματος κνει ργ τν νηση περ ατο. Περα λγω τν δια τ γνση π τν νργεια, πο πραγματοποιεται πειτα π κθε λγο, κα ασθηση, τν δια τ μθεξη ατο πο γινε γνωστ κα πο κδηλνεται πειτα π λη τ νοητικ διαδικασα. Κι σως ατ διδσκει μυστικ  μγας ᾿Απστολος λγοντας, «ετε προφητεες εναι θ καταργηθον, ετε μιλες σ διφορες γλσσες θ πψουν, ετε γνσεις θ καταργηθον»5, ννοντας λοφνερα γι τ γνση πο βρσκεται στ λγο κα στς  ννοιες.

Τ μυστριο τοτο [το Χριστο] προγνριζε  Πατρας κα  Υἱὸς κα τ γιο Πνεμα.

Ο Πατρας γιατ τσι εδκησε,  Υἱὸς γιατ ταν  ατουργς, κα τ Πνεμα γιατ συνεργαζταν σ᾿ ατ. Γιατ εναι μα  γνση το Πατρα κα το Υο κα το γου Πνεματος, πειδ εναι μα κα  οσα κα  δναμη. Δν γνοοσε δηλαδ  Πατρας  τ γιο Πνεμα τ σρκωση το Υο, γιατ πρχε σ λκληρο τν Υἱό, πο ατουργοσε τ μυστριο τς σωτηρας μας μ τ σρκωσ του, λος κατ τν οσα του  Πατρας, χι ββαια μ σρκωσ του, λλ εδοκντας γι τ σρκωση το Υο, κα λκληρο τ γιο Πνεμα κατ τν οσα του πρχε στν Υἱόχι λαμβνοντας σρκα, λλ συνεργντας μ τν Υἱὸ στν πρρητη γι μς σρκωσ του.

Ετε λοιπν πε κποιος Χριστ, ετε μυστριο το Χριστο, τν πργνωση γι᾿ ατ κατ τν οσα τν χει μνη  γα Τριδα,  Πατρας,  Υἱὸς κα τ γιο Πνεμα. Κι ς μν ναρωτηθε  καννας πς  Χριστς, ν εναι νας π τν γα Τριδα, γνεται ντικεμενο πργνωσς της, χοντας πψη τι δν γινε πργνωση το Χριστο ς Θεολλ ς νθρπου, γινε δηλαδ πργνωση τς κατ᾿ οκονομαν σρκωσς του γι χρη το νθρπου. Γιατ ,τι πρχει αἰώνια ποτ δν προγνωρζεται π να λλο αἰώνιο. Γιατ  πργνωση γνεται γι σα χουν ρχ στ εναι κα γι κποια ατα. Προγνωρσθηκε λοιπν  Χριστς π πρν χι γι᾿ ατ πο ταν κατ φση γι τν αυτ του, λλ γι᾿ ατ πο φνηκε τι γινε ργτερα γι μς κατ᾿ οκονομα. Επρεπε δηλαδ ληθιν  φυσικς δημιουργς τς  οσας τν ντων ν γνει ατουργς κα τς κατ χρη θωσης τν δημιουργημτων, στε  δωρητς το εναι ν φανε δωρεοδτης κα τς μακαριτητας. ᾿Επειδ λοιπν καννα π τ ντα δν γνωρζει καθλου τν αυτ του  κποιο λλο τ εναι ς πρς τν οσα, εναι ελογο τι καννα π τ ντα δν χει κατ τ φση τν καντητα πργνωσης κανενς π σα θ γνουν, πλν μνο  Θες  πνω π τ ντα, πο κα τν αυτ του γνωρζει τ εναι κατ τν οσα κα γι λα σα δημιοργησε κα πρν κμα γνουν εχε π πρν τ γνση τς παρξς τους κι μελλε κατ χρη ν φιλοδωρσει τ ντα μ τ γνση το αυτο τους κα τν λλων, τ εναι στν οσα τους, κα ν φανερσει τος λγους πο πρχουν νιαα σ᾿ ατν π πρν.

Τ ν λνε μερικο μως πς  Χριστς εχε προγνωσθε πρν π τν καταβολ το κσμου π κενους στος ποους φανερθηκε στερα τος τελευταους καιρος, πειδ κενοι ο διοι πρχαν πρν π τν καταβολ το κσμου μαζ μ τν προεγνωσμνο Χριστ, ατν τ λγο σν ντελς σχετο μ τν λθεια, πειδ κνει συναδια μ τν Θε τν οσα τν λογικν ντων, τν πορρπτουμε. Γιατ εναι τελεως δνατο ν βρσκονται μ τ Χρισττσι πως ατς εναι, κα πλι ν λεψουν τελεως κποτε π ατν, ν ββαια εναι φυσικ ν γνει σ᾿ ατν  ποπερτωση τν αἰώνων κα  στση σων κινονται, μσα στν ποα καννα πολτως π τ ντα δ θ πκειται σ μεταβολΟ λγος τς Γραφς κλεσε τν Χριστ μωμο κα σπιλο, πειδ εναι κατ τν ψυχ κα τ σμα π τ φση του τελεως ξνος π τ φθορ τς μαρτας. Γιατ  ψυχ του δν εχε μμο κακας οτε τ σμα του σπλο τς μαρτας.

Σημειώσεις

(*)Αγου Μαξμου Ομολογητο, Πρς Θαλσσιον Περ Διαφρων ᾿Απρων τς Αγας Γραφς, ᾿Ερτησις Ξʹ. Τ ρχαο κεμενο: PG τ. 90, στλ. 620Β-625Β. Νεο-ελληνικ πδοσις: Φιλοκαλα τν Νηπτικν κα ᾿Ασκητικν, Ε.Π.Ε. τ. 14Γ, σελ. 186-195, Θεσσαλονκη 1992

1.Αʹ Πτρ. αʹ 19, 20.

2.Κολ. αʹ 26.

3.᾿Εφεσ. αʹ 10, 11.

4.Ησ. θʹ 6.

5.Αʹ Κορ. ιγʹ 8.


 

Λόγος στν Γέννηση το Σωτρος

 

γιος Νεόφυτος  γκλειστος


Γνωρίζουμε βεβαίως λοι, τι  ασθητς ατς λιος ποστέλλει τ φς του σ λη τν φήλιο, «κα οκ στιν (οδες) ς ποκρυβήσεται τς θέρμης ατο»κα π τς διαυγέστατης λαμπρότητός του. Πολλς φορς μως ο λόλαμπρες κτίνες του καλύπτονται π νέφη κα μίχλη  π τ φύλλωμα τν δένδρων, λλ κα πάλι,  πνο κάποιου νέμου διαλύει τ νεφικ πικάλυμμα κα τν μίχλη κείνη κα πιτρέπει στς φεγγοβόλες κτίνες ν ξαπλωθον τρανς σ λη τν κτίση. 

Τν δ πρ λίου «λιον τς δικαιοσύνης» τν νοητό,  ποος γεννήθη σήμερα π τν «κούφη νεφέλη», π τν φωτοφόρο κα λιακ κα πάναγνο κοιλία παραδόξως, καλύπτει  το «δούλου μορφή», τ νηπιώδη σπάργανα κα τ σπήλαιο τ φτωχ κα συμφώνως μ τν οκονομία κα ρισμένα λλα, τ ποα συμβολίζουν τν πτωχεία κα τν ταπεινότητα.

Καθς μως δη λέχθη,  πνο κα  ρμ το νέμου διασκορπίζει τ κάλυμμα το νέφους κα τς μίχλης κα φανερώνει καθαρ τς λιακς κτίνες· τσι συμβαίνει κα δ, μ τν «λιον τς δικαιοσύνης», τν Θε κα Δεσπότη  ποος καλύπτεται μ σπάργανα κα κρύπτεται σ σπήλαιον κα φάτνη λόγων ζώων γι τν πολλή του συγκατάβαση κα «δι’ περβολν γαθότητος»· τ συνεργν Πανάγιον Πνεμα κα  εδοκία το Πατρς τν φανερώνει καθαρά, ατν τν κρυπτόμενον στν φάτνη λιον κα Θεν κα κινε λη τν κτίση, τν ρατ κα τν όρατη, ν προστρέξει κα ν κηρύξει τν Βασιλέα τς δόξης κα Δημιουργ τν λων,  ποος κρύπτεται σ σπήλαιο κα φάτνη, περιτυλιγμένος μ τ σπάργανα. κε που λθαν διστάκτως κα «ο μάγοι ξ νατολν» μετ δώρων πολυτελν ν δωροφορήσουν κα ν τν προσκυνήσουν πιστς. Κα χι μόνον ατοί, λλ κα γγελοι κατλθαν π τν οραν κα νακραύγαζαν μελωδικ, πρς τν «ν ψίστοις Θεν κα π γς» ερηνάρχην, γι τν καταλλαγ το Θεο πρς τος νθρώπους, πο πραγματοποίησε μ τν εδοκία το Πατρός· το πένειμαν ς Βασιλέα τους τν φειλόμενη πευφημία κα πεκάλυψαν τρανς τν κρυπτόμενον κόμη Βασιλέα κα τν νήγγειλαν στος πλησιοχώρους ποιμένες πως ρμοζε σ ατούς, ς «ποιμένα τν προβάτων τν μέγαν». «τι τέχθη», λέγει, «μν σήμερον Σωτήρ, ς στι Χριστς Κύριος ν πόλει Δαυΐδ. Κα τοτο μν τ σημεον ερήσετε βρέφος σπαργανωμένον κα κείμενον ν φάτνη».

Καθς κουσαν ατ «ο ποιμένες επον πρς λλήλους. Διέλθωμεν δ ες Βηθλεμ κα δωμεν τ ρμα τοτο,   Κύριος γνώρισεν μν. Κα λθον σπεύσαντες κα ερον τν τε Μαρίαν κα τν ωσφ κα τ βρέφος κείμενον ν τ φάτν, κα δόντες διεγνώρισαν» στν λαόν, «κα πέστρεψαν δοξάζοντες κα ανοντες τν Θεν π πσιν ος κουσαν κα εδον, καθς λαλήθη πρς ατούς».

Γι ποι λόγο διαφημίζεται κα μεγαλύνεται π τν οραν κα τ γ  κρυπτόμενος ς νήπιον σ σπήλαιον κα φάτνη; Εναι φανερ τι ατ γίνεται γι ν γνωστοποιηθε σ λη τν κτίση τι τ βρέφος ατ ξουσιάζει λα τ όρατα κα τ ρατ κα τι εναι  Βασιλες τς δόξης.

Γι’ ατ μάλιστα κα λη  κτίση, σύμφωνα μ τν φυσικ νόμο, μεινε κίνητη π σεβασμ πρς τν παράδοξο κα πόρρητο κενο τοκετό, στε ο ρος τν ποταμν κα ο ναβλύσεις τν πηγν κα ο κινήσεις τν θαλασσν κα ο πτήσεις τν πουλιν κα ο πορεες τν νθρώπων κα τν ρπετν κα τν θηρίων κα τν τετραπόδων κα γενικ λη  φύση κα  κτίση, οράνιος κα πίγειος «στη κα ξέστη κα ργησε» κα γι μία στιγμ διέκοψε τν κίνηση κα τν ργασία της, μέχρι ν τελειώσει τ μυστήριο το παραδόξου κα πορρήτου κείνου τοκετοπως σαφς μς μήνυσε  περ τούτων στορία.

Κα γ τ δέχομαι ατ κα τ πιστεύω πρόθυμα κα πείθομαι, πειδ εναι πίθανο τ στιγμ πο πραγματοποιεται τόσο μεγάλο ργο ν τολμ κα κάποιο λλο ν λαμβάνει χώρα κα ν κινεται στω κατ’ λάχιστον. λλ λα μαζ κινητοποιήθηκαν σν ν ποδεσμεύτηκαν πρς στιγμν π τν νόμο τς φύσεως, λογικ κα λογα, ρατ κα όρατα, σεβόμενα ς δολοι τν Δεσπότη. Διότι λέει, «θεμελίωσας τν γν κα διαμένει, τι τ σύμπαντα δούλα σά». πειδ λοιπν «τ σύμπαντα δούλα ατο» κα σθάνοντο τ μέγα ργον το Κυρίου των, τν σωτηρία το κόσμου, κάθε να π τ κτίσματα στάθηκε παρασάλευτο μέχρι πο λοκληρώθηκε κενο τ θεο ργο, κα μετ π ατ  κτίση συνέχισε κανονικ τν ργασία της.

ντως «ξέστη  ορανς π τούτ κα τς γς κατεπλάγη τ πέρατα» «τι παιδίον γεννήθη μν κα υἱὸς Θεο δόθη μν, ο  ρχ π το μου ατο κα συναϊδίου Πατρς κα τς ερήνης ατο οκ στιν ριον, καλεται τ νομα ατο μεγάλης βουλς γγελος, θαυμαστς σύμβουλος, Θες σχυρός, ξουσιαστής, ρχων ερήνης, πατρ το μέλλοντος αἰῶνος».

Κα «γγελος» μν λέγεται πειδ φέρει π τν Θεν κα Πατέρα Εαγγέλια καταλλακτήρια, δηλαδ καλά, χαρούμενα μηνύματα συνδιαλλαγς κα συμφιλιώσεως μεταξ Θεο κα νθρώπων, κα δι το θείου Βαπτίσματος υοθεσίας ξιωτήρια, κα τς φύσεώς μας π τν πονηρ δουλεία παλλακτήρια, κα το θανάτου παντελς ναιρετήρια κα το διαβόλου συμπαθς φυγαδευτήρια, κα τς τυραννίδος τν δαιμόνων δεσμωτήρια κα πολυχρονίων νεκρν ξαναστήρια, κα μυστηρίων νέων κα μεγάλων παραδοτήρια· κα χι μόνον ατά, λλ κα Βασιλείας Ορανν ποσχετήρια κα γι σους βίωσαν καλς θανάτου κληρονομις ποδοτήρια.

Σ ατ τ Εαγγέλια διασώζεται τ μυστήριο τς μωμήτου πίστεως,  σφραγς το τρισάγιου Θεο· κα λλων πολλν κα μεγάλων δωρεν κα μυστηρίων φρικτν Εαγγέλια φερε, τν ποίων ατς  διος γινε κα δοτήρας κα διδάσκαλος. Κα πωσδήποτε ελόγως λέγεται κα «μεγάλης βουλς», θείας κα πρακτικς, «γγελος». Τ δ «θαυμαστς σύμβουλος» τ λέγει πειδ χει τν παρξη «πρ τν αώνων κα ν ρχ» μαζ μ τν Πατέρα του κα τ Πνεμα συναΐδιον κα τς δίας μ ατος φύσεως. Σύμβουλός του εναι  «μεγάλη βουλή»,  Πατρ κα Θεός. Τί συμβούλευσε; Εναι φανερν τι ν κτίσει τν όρατο κα ρώμενο κόσμο κα λα τ κοσμήματα πο πάρχουν σ ατος κα τν νθρωπο, κα ν συγκρατονται δι’ ατο κα ν συνέχωνται τ πάντα, στε ν διαμένουν τ σύμπαντα κα ν διασώζονται μ τν καλύτερο τρόπο. Κα δν τ καμε ατ συμβούλως, οτε πάλι το λέγει προστακτικς ν κτίσει τν κόσμο κα μέσα σ ατν τν νθρωπο, λλ συμβουλευόμενος θαυμαστς τν θαυμαστ ατ σύμβουλο κα γαπητ Υό Του, λέει· «Ποιήσωμεν νθρωπον κατ’ εκόνα μετέραν κα καθ’ μοίωσιν» πο σημαίνει Θεν πίγειο κα ρχηγό,  ποος λόγω το ατεξουσίου εκονίζει τν Θε «καθ’ μοίωσιν» δέ, δηλαδ θάνατο καί, σο εναι δυνατν στν νθρωπο, καν ν μοιωθε δι τς ρετς μ τν Θεό. Πράγματι λοιπν «πάντα δι’ ατο γένετο» το θαυμαστο συμβούλου, «κα χωρς ατο γένετο οδν ν  γέγονε», πως χει γραφε.

Τ δ «Θες σχυρς» διακηρύσσει τρανς τ σχυρό της θείας φύσεως· διότι πάρχουν κα ο εδωλικο ψευδώνυμοι θεοί, δν εναι μως κα σχυροί. στε κα σ κούοντας «τι παιδίον γεννήθη κα δόθη μν» ν μν ποπτευθες τι εναι πλ ατ τ παιδ κα φάμιλλο μ τ λλα παιδιά, λλ ν ννοήσεις τι ατ τ παιδ εναι κα θαυμαστς σύμβουλος το Θεο κα Πατρός· «κα τς ερήνης ατο οκ στιν ριον», πως δη λέχθη· διότι ατ τ παιδ χει περιόριστο κα πέραντο πλοτο ερήνης μαζ μ τν Πατέρα Του κα μ τ Πνεμα.

Τ δ «πατρ το μέλλοντος αἰῶνος» θέλει ν φανερώσει τ δημιουργικ κα προάναρχο τοπαιδιο ατο πο γεννήθηκε. πως δηλαδ κάποιος πο χει γίνει πατέρας πολλν παιδιν εναι ατιος τς πλάσεως κα τς γεννήσεώς τους, τσι κα τ παιδ ατ πο γεννήθηκε εναι κτίστης κα γεννήτορας λων τν δημιουργημάτων, ρχοντας κα πατέρας κα γέτης τν πτ παρερχομένων αώνων κα το πέραντου γδόου, γι’ ατ κα λέγεται «πατρ το μέλλοντος αἰῶνος».

«τι παιδίον γεννήθη μν» σήμερα κα σπαργανώθηκε παιδικά, ατς πο σπαργάνωσε παλαι μ μίχλη τν θάλασσα. «τι παιδίον γεννήθη μν», το ποίου  ρχ εναι ναρχος κα τέλος δν χει.

«τι παιδίον γεννήθη μν», τ ποο συγκρατες δούλα του, τ σύμπαντα· γι’ ατ κα ς δούλα τ πηρετον κα τ πευφημον κα το προσφέρουν δρα· ο μάγοι κα  στέρας, ο γγελοι κα ο ποιμένες, τ σπήλαιο κα  φάτνη,  Παρθένος Μητέρα περφυς κα  μνήστωρ ωσφ  τεχνίτης, φαινόμενος ς πατέρας το τεχνουργο τν πάντων. Λείπει μως  πιστασία τν μαιν π τν τίμιο κενο κα παράδοξο κα παρθενικ τοκετ διότι κε πο γίνεται μητέρα  Παρθένος μ τν πισκίαση τς Δυνάμεως το ψίστου, μαες δν χρειάζονται. Ατ λοιπν κα τ σότιμα μ ατ φανέρωναν σαφς τν θεαρχία κα παντοκρατορία το νεογέννητου παιδιο. «τι παιδίον γεννήθη μν» π τν γία Παρθένο χωρς πατέρα ατ πο γεννήθη «κ γαστρς πρ ωσφόρου» π τν Πατέρα χωρς μητέρα.

«τι παιδίον γεννήθη μν» κριτς ζώντων κα νεκρν.

«τι παιδίον γεννήθη μν» κα φανέρωσε σήμερα τ προαιώνιο μυστήριο, κα τσι περατώθηκε μ τν καλύτερο τρόπο κενο τ ποο «πολυμερς κα πολυτρόπως» διεδαν π παλαι ο Προφτες· προέλεγαν δηλαδ τι «κ Σιών ξελεύσεται νόμος κα λόγος Κυρίου ξ ερουσαλμ» κα τι « Θες π Θαιμν ξει» κα τι «κ Σιών  επρέπεια τς ραιότητος ατο» κα τι «ξελεύσεται ράβδος κ τς ρίζης εσσα» κα τ λοιπά.

«τι παιδίον γεννήθη μν», τν γέννηση το ποίου μυήθησαν ο μάγοι, ο βασιλες τν Περσν κα λθαν μ δηγ τν στέρα ν τν προσκυνήσουν, ατο τος ποίους  γία Γραφ νόμασε π παλαι Σεβωείμ, λέγοντας: «τι νδρες ψηλο Σεβωεμ διαβήσονται πρς σ κα προσκυνήσουσι λέγοντες τι ν σοί  Θεός στι κα οκ στ Θες πλήν σου». Ατο λοιπν ο νδρες λθαν κα τν προσκύνησαν κα θεολογώντας το προσέφεραν δρα· χρυσν μν πειδ εναι Βασιλεύς, λίβανον πειδ εναι Θες κα σμύρνα γι τ χραντον Πάθος· τν κβαση ατο φερε ες πέρας  ωσφ κα  Νικόδημος, ταν μετ τ Πάθος κήδευσαν τ ζωηφόρο κενο σμα μ κατ λίτρες σμύρνης κα λόης.

«τι παιδίον γεννήθη μν» κα εναι τώρα ξαπλωμένο στ φάτνη, ατς  ποος κρατε στ χέρι του τ σφαίρα τς γς κα συγκρατε θεοπρεπς κα νέτως λη τν κτίση.

Κα γι ν π συγκεφαλαιώνοντας τ πληρέστατο παραλείποντας τ περισσότερα, «τι παιδίον γεννήθη μν» κόσμου σωτήριον, νοσημάτων ατήριον. δαιμόνων φανιστήριον, εδωλικν ξοάνων κα βωμν καταλυτήριον, θυσιν διαβολικν κα βέβηλων κνισσν ξαλειπτήριον, τυραννικς διαβόλου ποστασίας λυσοδετήριον αώνιον. κα καθολικς ναστάσεως νεκρν ρχετήριον.

Ποις εδε  κουσε ποτ παρόμοιο παιδ ν εναι ξαπλωμένο σ φάτνη περιτυλιγμένο μ σπάργανα κα ν κρατε στν παλάμη του τ σύμπαντα, ν προσκαλε στ ψη τ δωρ τς θαλάσσης κα ν τ διαχέει που θέλει, ν ναπαύεται στ φάτνη κα συγχρόνως ν χρησιμοποιε σν χημα τ χερουβίμ, ν γαλακτοτροφται π Μητέρα παρθένο κα ν «ξαποστέλλη πηγάς δάτων ν φάραγξι», ν περικρατται σ παρθενικς γκάλες κα ν κρατε σφαλς τ σύμπαντα: « βάθος πλούτου κα σοφίας κα γνώσεως Θεο!», πως ναφωνε κα  θεος Παλος.  θαύματος παραδόξου, π τ σύγχρονα κα τ παλαι καινοφανεστέρου.  θείας κηδεμονίας κα κρας συγκαταβάσεως. Πς  περιόριστος Λόγος κα Υἱὸς το Θεο κα Πατρς περιορίστηκε κούσια μέσα στ μορφ το δούλου; Πς  κατ φύσιν σώματος περιεβλήθη μ σμα; Πς φάνηκε ατς πο εναι κα στος γγέλους θέατος; Πς  κτίστης τν θανάτων δυνάμεων καταδέχτηκε ν φορέσει σάρκα; Πς ατς πο διαθέτει τν σύγκριτο πλοτο τς θεότητος κα χαρίζει τ πλούσια δρα φθασε στν σχατη πτωχεία; Πράγματι, τί πτωχότερο μπορε ν πάρξει π τ βουστάσιο κα τ φάτνη κα τ σπήλαιο; Πς ράθη παραδόξως  όρατος; Πς  ψιστος κατέβηκε; Πς  περουράνιος θέλησε ν ζήσει μαζ μ μς τος χαμηλούς; Πς  περικυκλούμενος π στρατις λαμπρότατων γγέλων λθε ν συναναστραφε μ τος νθρώπους; Πς  «περιβαλλόμενος φς ς μάτιον» περιβάλλεται μ σπάργανα ετελ; Πς  περκαθαρς κατλθε πρς μς πο ερισκόμεθα στν λάκκο κα τν σαπρία τν λέθριων παθν; Γι ποιν λόγο, γιατί γινε  σύλληπτος ατ κα πολλ συγκατάβαση; Εναι βεβαίως φανερ γι σους θέλουν ν ρευνήσουν τ δύναμη το μυστηρίου· θ τ διασαφήσω σύντομα χρησιμοποιώντας μία εκόνα. πως κάποιος πο χει πέσει σ λάκκο βαθύτατο κα βορβορώδη δν μπορε ν νέλθει μόνος του π κελλ χρειάζεται κάποιο χέρι π πάνω ν τν νασύρει, κάτι παρόμοιο παθε κα  φύση μας· πωμίστηκε δεινς μ τν πτώση στ βόθρο τς παραβάσεως κα πεσμένη στ λάκκο το δη εχε νάγκη π κάποιο χέρι πανίσχυρο γι ν τν νασύρει. Κα πειδ κανενς συνδούλου χέρι δν εχε ατ τν κανότητα, κτείνεται π πάνω, π τ θεία ψώματα « πανσθενουργς δεξι» πρς τ κάτω,  ποία, κα ς πατρικ δεξιά, χι μόνο νείλκυσε π τν λάκκο κενο ατος πο εχαν πέσει, λλ κα «τ πλήθει τς δόξης κα τς δυνάμεως ατς συνέτριψε τος πεναντίους», πως χει γραφε, κα λαμβάνοντας πεφυς τ φύση μας,  ποία εχε ριφθε κε, τν δήγησε ψηλ στος ορανος κα φο τν κάθισε στ θρόνο κ δεξιν το Πατρς τν ξίωσε ν προσκυνεται π λη τν κτίση, κα προσκαλώντας μς κε λεγε «ε τς μο διακονεμο κολουθείτω, να που εμ γώ, κε κα  διάκονος  μς σται». μοίως κα  μακάριος Παλος συνιστ: «Τ νω ζητεν, τ νω φρονεν, νθα κάθηται Χριστς κ δεξιν το Θεο κα Πατρός».

 


 Λόγος σρξ γένετο

 

γιος Ιουστίνος Πόποβιτς


Κατ τν μέραν τν Χριστουγέννων  Λόγος σρξ γένετο ( ωάν. 1, 14). Ατ εναι  πρώτη κα  μεγαλυτέρα χαρμόσυνος γγελία, τ πι μεγάλο «εαγγέλιον», πο το δυνατν ν δώσ  Θες ες τν νθρωπον κα  ορανς ες τν γν. Ἐὰν θέλετε, λόκληρον τ Εαγγέλιον το ορανο κα τς γς ποτελεται π τέσσαρες λέξεις: « Λόγος σρξ γένετο». ξω π ατ κα χωρς ατό, λλος εαγγελισμς δν πάρχει δι τν νθρωπον, οτε ες ατν οτε ες τν λλον κόσμον.

δ ερίσκεται κάθε τί, τ ποον εναι αωνίως ναγκαον δι τν νθρωπίνην παρξιν ες λους τος κόσμους. Μοναδικν χαρμόσυνον μήνυμα δι τν λην ες λας τς μορφάς της. π τν πλέον σκληρν κα πυκνν λην το δάμαντος, μέχρι τν πλέον λεπτν κα φαν το λεκτρονίου κα φωτονίου. « Λόγος σρξ γένετο». Ατ σημαίνει τι  Λόγος γινε Θεοσάρξ, οτως στε οτε  Θες παύει ν εναι Θεός, οτε  σρξ ν εναι σάρξ. Μόνον πο  σρξ ν τ μυστικ λλ πραγματικ νώσει της μ τν Θεν ζ κα κτινοβολε λας τς τελειότητας το Θεο. « Λόγος σρξ γένετο» σημαίνει:  Λόγος γινε ψυχή, Θεο-ψυχή, λλ παρ τατα  Θες παραμένει Θες κα  ψυχ ψυχή. Μόνον πο  ψυχ περιπατε ες τος δρόμους τν αωνίων κα χαροποιν μυστηρίων το Θεο ες λους τος ρατος κα οράτους κόσμους.

« Λόγος σρξ γένετο», σημαίνει κα τοτο:  Λόγος γινεν ασθησις, Θεο-ασθησις. ν τούτοις,  Θες δν παύει ν εναι Θεός, ν κα γινεν νθρωπίνη ασθησις, ν πάλιν  ασθησις παραμένει νθρωπίνη ασθησις. Μ τν διαφορν τι  ασθησις ζ λον τ θεον πειρον ς δικόν της.

« Λόγος σρξ γένετο», σημαίνει κόμη κα τοτο:  Λόγος γινε κτίσμα, Θεο-κτίσμα, « ν γίνεται,  κτιστος κτίζεται,  χώρητος χωρεται» (γ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 45, 9. ΡG36, 633-6). Μ ατ  φύσις το Θεο δν χάνει τ θεα της διώματα, πως κα  φύσις το κτίσματος δν χάνει τ κτιστά της διώματα. Μόνον πο τ κτίσμα περν δι μέσου θαυμαστν μεταμορφώσεων, α ποαι τ δηγον π δόξης ες δόξαν.

« Λόγος σρξ γένετο», τέλος, σημαίνει:  Λόγος γινεν νθρωπος, πλήρης νθρωπος, Θεάνθρωπος. ν τούτοις,  Θες παραμένει ες τ ριά Του κα  νθρωπος ες τ δικά του, ν κα εναι νωμένοι στενώτατα, διαιρέτως κα χωρίστως. Μόνον πς  νθρωπος οκειοποιεται λας τς πορρήτους τελειότητας το Θεο κα ποκτ τν θείαν αωνιότητα κα τν θείαν δόξαν, γίνεται «μόθεος», κατ τν κφρασιν τν γίων Πατέρων.  Θες Λόγος γινεν νθρωπος δι ν παναφέρ τν νθρωπον πρς τ ρχέτυπόν του, πρς τν Δημιουργόν του, διότι  νθρωπος δημιουργήθη ες τν ρχν δι το Θεο Λόγου χων τν χαρακτήρα το Θείου Λόγου (Γεν. 1, 26-27. ωάν. 1, 9. Κολ. 3, 10).

 Θες Λόγος γινε σρξ δι ν παναφέρ τν σάρκα ες τν πρωταρχικήν της logosnost, διότι πν  γέγονεν δι το Θεο Λόγου γέγονεν (ωάν. 1, 3. Κολ. 1, 16). πειδ  Θες Λόγος εναι  δημιουργς λης τς κτίσεως, Ατς εναι κα τ θεμέλιον λοκλήρου το κοσμικο οκοδομήματος (πρβλ. γ. Μαξίμου, ΡG91, 668 κα 1308-9).

 μαρτία κα τ κακν ποτελον τν τραγικν κα παράλογον πόπειραν το νθρώπου ν πομακρύν τν Θεν Λόγον κ τν θεμελίων το σύμπαντος.  Θες Λόγος σαρκώθη δι ν παναφέρ τν κτίσιν πρς τν Δημιουργόν, διότι Ατς εναι τ πρτον θεμέλιόν της κα  βάσις της. Δι τοτο δικαίως εαγγελίζεται  θεος πόστολος Παλος τι  Θεάνθρωπος Χριστς ποτελε τ μοναδικν ρραγς κα αώνιον θεμέλιον κα τι «θεμέλιον λλον οδες δύναται θεναι παρ τν κείμενον» (Α΄ Κορ. 3, 11).

ποιος θεμελιώνει κα οκοδομε π’ ατς τς ρραγος κα σαλεύτου Πέτρας το σύμπαντος εναι «νρ φρόνιμος»,  προσωπικότης του χει λογοποιηθχει δηλαδ νωθ μ λα τ αώνια διώματα το Θεο Λόγου, δι τοτο κα παραμένει κλόνητος ες λας τς θυέλλας κα τς καταιγίδας τν νθρωπίνων σεισμν κα το χάους (πρβλ. Ματθ. 5, 24  25. Ρωμ. 8, 35 - 39). Μ τν νανθρώπησίν Του  Θες Λόγος δειξεν τι  Θεος Λόγος εναι  οσία τς φύσεώς μας, τ θεμέλιον το νθρωπίνου εναι μας,  βάσις τς νθρωπίνης μας ζως κα πάρξεως.

 καταγωγή μας εναι π τν Θεόν, δι τοτο κα τ εναι μας κα  ζωή μας κα  παρξίς μας ξαρτνται ξ λοκλήρου π τν Θεν (πρβλ. Πράξ. 17, 28. Κολ. 3, 1-4). Πράγματι, κατ τ ρχέτυπόν της κα κατ τν σωτάτην οσίαν της, λη  κτίσις εναι π τν Λόγον κα δι τν Λόγον (Κολ. 1, 16-17). Ες Ατόν, δι’ Ατο κα ν Ατ τ πάντα παναφέρονται ες τν λλογον (logosni) καταγωγν κα παρξίν τωνες τν ρχέγονον γιότητα κα τ κάλλος κα τν δύναμίν τωνες κενο τ «γενηθήτω» κα «γένετο»ες τν δικόν των παράδεισον. Διότι ες τν Λόγον ερίσκεται  παράδεισος, ν κτς τς λογικότητος,  κόλασις. [] Δι’ λα ατ  μέρα τς Γεννήσεως το Θεο Λόγου ν σαρκ  τ Χριστούγεννα  εναι ορτ θαυμαστ κα δι τ μεγαλεον της κα δι τ μυστήριόν της κα δι τ νόημά της.

ορτάζοντες τ Χριστούγεννα, οσιαστικς μολογομεν κα δοξάζομεν τ μοναδικν ληθινν νόημα κα τν λόγον τς νθρωπίνης πάρξεως, το νθρωπίνου πνεύματος, τς νθρωπίνης σκέψεως, τς νθρωπίνης ασθήσεως, τς νθρωπίνης ζως. Διότι κατ τν μέραν τς το Κυρίου Γεννήσεως «νέτειλε τ κόσμ τ φς τ τς γνώσεως», το θείου νοήματος, κα πλήρωσεν λον τν κόσμον μέχρι τν περάτων του, κα πεκάλυψεν ες μς τ αώνιον νόημα κα τν λόγον ατο το κόσμου κα το ν τ κόσμ νθρώπου.

Ες τν Γέννησιν το Χριστο μας δόθη  ποκάλυψις κα τ νόημα τόσον το μυστηρίου το νθρώπου, σον κα το μυστηρίου το ορανο κα τς γς. Δι τοτο μς εναι γαπητς  νθρωπος: διότι νήκει ες τν Θεν Λόγον καί, ξ ατίας ατο, εναι λογικόςλλ μς εναι γαπητ κα  ψυχ το νθρώπου, διότι νήκει κα ατ ες τν Λόγον καί, δι’ ατό, εναι λογικήκα  σκέψις το νθρώπου μς εναι γαπητή, διότι νήκει ες τν Λόγον καί, δι’ ατ εναι, λογική κα  ασθησις το νθρώπου πίσης, διότι νήκει ες τν Λόγον καί, δι’ ατ εναι κα ατ λογικήκατ τν διον τρόπον κα  ζω το νθρώπου, διότι εναι το Λόγου, κα δι’ ατ λογικήμς εναι γαπητς κα  κόσμος κόμη, διότι εναι το Θεο Λόγου, κα δι’ ατ κα ατς λογικόςκαθς κα  ορανός, διότι κα ατς εναι το Λόγου, κα δι τοτο, λογικός.

Μ τν γέννησιν το Θεο ν σώματι, γεννήθη ες ατν τν κόσμον λος  Θεός, λη  λήθεια το Θεολη  Δικαιοσύνη το Θεολη  γάπη το Θεολη  γαθότης το Θεολον τ λεος το Θεο. Δι τοτο λοι ο πεινντες κα διψντες τν Θεν κα τν Δικαιοσύνην Ατο, μέσα ες τν πνευματικν ξαρσιν κα τν πειρον χαράν των, χαιρετίζουν λα τ ντα κα λην τν κτίσιν μ τν χριστουγεννιάτικον χαιρετισμόν: Χριστς γεννήθη! ν π τ χριστονοσταλγικ βάθη τν ντων κα τς κτίσεως ντηχε συγκινητικ  πάντησις: ληθς γεννήθη!

 


ταν ο μάγοι φθασαν στά εροσόλυμα

 

γίου φραίμ το Σύρου


ταν  δοιπόρος βρε κάποιον λλο, καλό συνοδοιπόρο, χαίρεται τόν κόπο τς μακρινς δοιπορίας, πειδή ξεγελιέται πό τή συντροφιά· καθώς στηρίζεται δηλαδή, σάν σέ ραβδί, στήν εχάριστη συζήτηση, χει τήν ασθηση τι συνοδοιπορε μέ σκονισμένα τά πόδια, λλά μέ κούραστο τό στόμα. Μοιράζει τσι τόν κόπο τν ποδιν καί λαφρύνει μέ τή συνομιλία τήν κούραση τς μεγάλης πορείας.

τσι λοιπόν καί ο μάγοι, ταν γεννήθηκε  Χριστός, καθώς εδαν τό στρο, καί τό λαβαν ατό συνοδοιπόρο, ξεγελοσαν −ὅταν κουράζονταν μέ τήν ρώτηση, «πο εναι  νεογέννητος Βασιλιάς», τήν ταλαιπωρία τς δοιπορίας· νέκριναν δηλαδή μέ τό λόγο τούς βραίους σάν κλέφτες κείνου πού γεννήθηκε.

Σ' ατούς λοιπόν πού ρωτοσαν γιά τόν Βασιλιά, ελογα παντον ο ουδαοι, λέγοντας: «Τί λοιπόν τολμτε, ξένοι, τί λέτε, νθρωποι; Γιατί χετε ρθει, φέρνοντας πικίνδυνη εδηση; Γιατί διακηρύσσετε τόν καινούριο βασιλιά στήν πόλη πού χει δη βασιλιά; Γιατί διακινδυνεύετε τόν αυτό σας σέ πρόωρο τέλος; Γιατί μπήγετε στούς τραχήλους σας τή γλώσσα σάν μάχαιρα; Γιατί νοίγετε τόν τάφο σας μέ τό στόμα, καί τό θάνατο πού κοιμται τόν ξυπντε γιά νά σς ρπάξει; Δέν εχε μνήματα  Περσία, στε, νά ρθετε δ καί, ν κόμη ζε  ρώδης, νά ρωττε γιά λλο βασιλιά; ταν τό κούσει, θά μολογήσει σ' σς πολλή εγνωμοσύνη καί θά σς νταμείψει μέ μεγάλα δρα»!.

λλά  πάντηση σ' ατά πό τούς μάγους ταν σύντομη: «Εδαμε, λένε, τό στρο του στήν νατολή καί ρθαμε νά τόν προσκυνήσουμε». Δέν ρκέσθηκαν νά ρωτήσουν μόνο, λλά καί νά πον γιά προσκύνηση· φανερώνοντας μ' ατή τή φράση τι Ατός πού γεννήθηκε εναι Θεός.

Μόλις λοιπόν φθασε  εδησή τους στόν ρώδη, φήνοντας ατός στό μεταξύ τούς μάγους, κάλεσε τούς σοφούς τν 'Ιουδαίων, λέγοντας: «Πο θά γεννηθε  Χριστός;». Καί ατοί πάντησαν: «Στή Βηθλεέμ τς ουδαίας».

 τό θαμα! Γνωρίζουν ο ουδαοι τόν τόπο, καί ποστρέφονται τόν τεχθέντα· τή Βηθλεέμ παινον, καί τήν οκονομία κρύβουν· τήν ουδαία σημειώνουν, καί τή δεσποτεία ρνονται. ν τσι λέει  Γραφή, γιατί δέν συγκατατίθεστε; ν ναγνώσατε, γιατί δέν πιστεύετε; ν θά γεννηθε στή Βηθλεέμ, γιατί δέν θά τόν προσκυνήσετε;

πειδή λοιπόν κατάλαβε  ρώδης τι δέν ρθαν χωρίς λόγο ο μάγοι νά ρωτήσουν, τούς κάλεσε κρυφά καί ρωτοσε νά μάθει π' ατούς τό χρόνο πού φάνηκε τό στρο, λέγοντάς τους: «Διηγηθετε μου μέ κρίβεια τόν τρόπο πού ρθατε καί πέστε μου τό σκοπό τς δοιπορίας σας. Μή μς παρακάμψετε. μπιστευθετε σ' μένα τήν ατία τς παρουσίας σας καί πέστε  μου ποιός εναι ατός πού σς πεισε νά προσκυνήσετε ναν λλοεθνή. Καί ποιό εναι τό νάλογο κέρδος γιά τόν τόσο μεγάλο κόπο σας; ν μως ατός πού σς κάλεσε δέν εναι νθρωπος, λλά στερόμορφος γγελος, διηγηθετε μου μέ κρίβεια τό γεγονός τς νατολς του νά μάθω τό χρόνο καί τόν καιρό, κατά τόν ποο χουν μάθει καί τά στρα νά πηρετον τό βρέφος πού τά ποστέλλει, στε νά ρθω καί γώ καί νά τόν προσκυνήσω».

φο λοιπόν επαν τό χρόνο το πρωτοφανος στρου, φυγαν, παίρνοντας ντολή πό τόν Θεό νά μήν πιστρέψουν στόν ρώδη. Σ' ατούς παρουσιάσθηκε πάλι τό συνοδοιπόρο στρο, καί φο ρθε κε πού βρισκόταν τό παιδί, μεινε κίνητο, σάν νά διακήρυσσε μέ ατή τή στάση του καί νά λεγε: «Ατός εναι  βασιλιάς, πού γώ σάν σημαία του προχωροσα μπροστά σας· ατός μο ναψε τή δάδα το δηγο καί μέ στειλε σ' σς,».

Ποιός λοιπόν ρευνώντας θά βρε μιά τέτοια γέννηση; Ποιός λόγος θά κατανοήσει τόν τρόπο το μυστηρίου; Κανείς νά μήν προσπαθήσει νά φθάσει τόν κατάληπτο μέ νθρώπινες σκέψεις· διότι δ δέν χρειάζονται ναλογίες, λλά μόνο πίστη.

Σταμάτα νά ρευνς, νθρωπε, καί διδάξου νά προσκυνς μαζί μέ τούς μάγους. Μπόρεσε πρτα νά ντικρύσεις κατευθείαν τίς κτίνες το λιου καί τότε θά τενίσεις κίνδυνα τήν παρθενική γέννα.  θεότητα εναι φωτιά πού κατακαίει, ν θελήσεις νά ψηλαφήσεις τή φλόγα, θά κατακάψεις τά χέρια σου χωρίς νά βρες τίποτε.

Ποιός δηλαδή, ταν γεννήθηκε, συντάραξε τόν ορανό μέ τήν μνωδία τν γγέλων; Ποιός νέτειλε στρο καί μονάχα τούς στρολόγους νέδειξε θεολόγους; Ποιός νομάσθηκε πό τούς γγέλους Κύριος, ν καί ταν στήν κοιλιά τς μάνας του; Ποιός νομάσθηκε μέ τό νομα ατό πρίν κόμη γεννηθε; Ποιός, ν καί ταν στήν κοιλιά τς μάνας του, προσκυνήθηκε ποτέ μέ σκίρτημα; Ποιός, ν καί ταν στή μήτρα, δέχθηκε τό σεβασμό πό ατούς πού ταν στή μήτρα; Ποιός λκυσε τούς μάγους πό τήν Περσία γιά νά τόν προσκυνήσουν;

Πραγματικά, εναι ραο νά θαυμάσουμε τήν πίστη τους. Δέν δίστασαν νά τόν προσκυνήσουν, ν καί εδαν τό σπήλαιο καί τή μεγάλη φτώχεια· διότι μαθαν μέ τό φωτισμό το γίου Πνεύματος τι γιά μς κενος γινε φτωχός, ν καί ταν πλούσιος· τι κρατάει στήν παλάμη του λο τόν κόσμο, ν καί γεννήθηκε στό σπήλαιο· τι περιβάλλει τόν ορανό μέ νέφη, ν καί περιβάλλεται μέ κουρέλια, πως συνηθίζεται γιά τά νεογέννητα· τι ναπαύεται στούς κόλπους το Θεο-Πατέρα, ν καί ς νθρωπος εναι ξαπλωμένος στή φάτνη·καί τι βρίσκεται στό θρόνο το Θεο-Πατέρα28ν καί βαστάζεται στήν γκάλη τς μητέρας.

λλά μες ς δοξάσουμε τήν νσαρκη γέννηση το Κυρίου πό τήν Παρθένο καί τήν προσκύνησή του πό λη τήν κτίση, προσφέροντας λόκληρη τή ζωή μας, στόν Χριστό· στόν ποο πρέπει  δόξα στούς αἰῶνες τν αώνων. μήν.

 


 

 

 χάλκινος φις κα  Γέννηση το Χριστο

 

γίου Λουκρχιεπ. Κριμαίας


Πολλά, πάρα πολλ χρόνια περιπλανιόταν  λας το σραλ στν ρημο μετ τν ξοδό του π τν γ τς Αγύπτου μ π κεφαλς τν θεόπτη προφήτη Μωυσ.Κύριος  Θες τρεφε τν λαό Του μ τ θεόσταλτο μάννα. ταν δύσκολος  δρόμος ατς μέσα στν ρημο. Μ πολ δυσκολία βρισκαν νερ ν πιον. Κα ρχισε  λας το σραλ ν γογγύζει στν Θε κα τν Μωυσ, γιατί τος ξεσήκωσε π τν Αγυπτο. Κα ναψε  ργ το Θεο ναντίον το λαο το σραλ ξ ατίας το γογγυσμο τους κα τος τιμώρησε σκληρά.

Μ διαταγ Του λθε να μεγάλο πλθος δηλητηριωδν φιδιν, τ ποία τος δάγκωναν μ ποτέλεσμα χιλιάδες νθρωποι ν πεθαίνουν. Ν τ θυμόμαστε κα μες ατό, πόσο φοβερ κα λέθριο πράγμα εναι ν γογγύζει κανες στν Θεό.

 λαός, τρομοκρατημένος π τ φίδια, κέτευε τν Μωυσ ν προσευχηθε στν Θε ν παλλαγε π τν σκληρ ατ τιμωρία.  Κύριος τούς σπλαχνίστηκε κα διέταξε τν Μωυσ ν φτιάξει να μεγάλο χάλκινο φίδι κα ν τ βάλει σ’ να κοντάρι πο μοιαζε μ σταυρό, «ποιος δαγκώνεται π κάποιο φίδι κα κοιτάξει μ λπίδα ατ τ χάλκινο φι δν θ πεθάνει λλ θ ζήσει», επε  Κύριος.

 Μωυσς κατασκεύασε π χαλκ να μεγάλο φίδι κα τ βαλε πάνω σ’ να κοντάρι μοιο μ σταυρό. Ατ ποτελοσε μία λοκάθαρη προτύπωση το Κυρίου μας ησο Χριστο ποος σώζει π τ θάνατο τς μαρτίας λους ατούς, πο μ βαθει πίστη στρέφονται σ’ Ατν κα μ δάκρυα προσκυνον τ σταυρό Του, μ τν ποο σωσε τν κόσμο στν φοβερ Γολγοθ. Ατς βάσταξε τ περβολικ μεγάλο βάρος τν μαρτιν λου του κόσμου πάνω στ σταυρό.

Σκεφθετε ποιός, χι μόνο π τος θνητος νθρώπους λλ κόμα κα π τς πουράνιες σώματες γγελικς δυνάμεις, θ μποροσε ν βαστάξει τς μαρτίες λου το κόσμου κα ν μν σοπεδωθε π ατές. Ποιός; παρ μόνος κενος, τν ποο καταπαύστως μνον λες ο πουράνιες δυνάμεις, κράζοντας σ’ Ατόν: γιος  Θεός, γιος σχυρός, γιος θάνατος! Ποις παρ μόνο κενος, τν ποο στν πανηγυρικ κενο μνο, «Μεθ’ μν  Θεός, γντε θνη κα ττσθε, τι μεθ’ μν  Θεός», νομάζει  κκλησία «Θε σχυρό, ξουσιαστή, ρχοντα ερήνης».  φις, τν ποο φτιαξε  Μωυσς κα βαλε σ ξύλο μοιο μ σταυρό, κατασκευάστηκε π χαλκό, πειδ τ παλαι κενα χρόνια  χαλκς θεωρετο  σχυρότερος π λα τ μέταλλα. Μήπως γι’ ατν κριβς τν λόγο  χάλκινος φις πρξε  προτύπωση το κρεμασμένου πάνω στ σταυρ Σωτήρα το κόσμου;

Δν ταν μόνο μία  φορ πο  Θες τιμώρησε τν λα το σραλ ξαιτίας το γογγυσμο. Κα λλες δύο φορς κατ τν διάρκεια τν σαράντα τν, κατ τν ποία  λας περιπλανιόταν στν ρημο, ξέσπασε  Θες ργισμένος ναντίον το σκληροτράχηλου κα χοντροκέφαλου λαοταν τόσο μεγάλη  ργ το Θεοστε θελε ν ξολοθρέψει τελείως λον ατν τν λα κα ν δημιουργήσει π τν Μωυσ να λλο πιστ λαό. Μόνο μετ τς κεσίες το μεγάλου Μωυσ δν πραγματοποίησε  Θες τ σχέδιό Του.

Πρώτη φορ ατ γινε στ ρος Σινπου  Μωυσς λαβε π τν Θε τ θεόγραφο νόμο. Σαράντα μέρες κα σαράντα νύχτες βρισκόταν  Μωυσς πάνω στ ρος.  λας χασε τν πομονή του κα επε στν αρών, τν δελφό του Μωυσ, ν κατασκευάσει να χρυσ μοσχάρι. Ατ τ μοσχάρι τ νόμασαν θεό,  ποος τος βγαλε π τν Αγυπτο κα τν ληθιν Θε τν ρνήθηκαν.

Δεύτερη φορ ατία τς ργς το Θεο ταν  νταρσία τν Κορέ, Δαθάν κα βιρών κα τς μάδας τους, πο παναστάτησαν ναντίον το προφήτη Μωυσ κα το δελφο του αρών. Ατ  νταρσία ταν νταρσία ναντίον το διου το Θεο ποος πέλεξε τν Μωυσ ν κτελέσει τ θέλημά Του στ λα το σραήλ. Ατ τ μάρτημα εχε σχεδν διο βάρος μ τν προσκύνηση το χρυσο μόσχου στ ρος Σινπειδ δν πάρχει μαρτία μεγαλύτερη π τν ξέγερση ναντίον το Θεο κα τν ντολν Του.

ν  Μέγας Θες δι τν πρεσβειν το προφήτη Μωυσ τρες φορς λυπήθηκε τν σκληροτράχηλο κα χοντροκέφαλο λα το σραήλ, ατ δν σημαίνει τι ο πρεσβεες τν μεγάλων γίων νώπιόν το Θεο μπορον ν μεταβάλλουν τ σχέδια κα τς ποφάσεις Του. Ατ εναι δυνατν ν λλάζουν. μως ς μν τολμήσει κανένα τολμηρ κα βλάσφημο στόμα ν πετι τ Θεο θέλημα εναι σταθές.

 Θες μας εναι  ζωνταν γάπη, πως μς τ ποκάλυψε  μέγας πόστολος ωάννης  Θεολόγος στν πρώτη καθολικ πιστολή του. μως Ατς εναι κα  λιος τς Δικαιοσύνης. Κα ατό, πο στος ναιδες νθρώπους μπορε ν φανε στάθεια τς Θείας βουλήσεως, στν πραγματικότητα εναι, ετε ταυτόχρονη, ετε διαδοχικ φανέρωση τν δύο ατν μεγάλων γνωρισμάτων το Θεο, τς πέραντης γάπης του κα τς κριβος δικαιοσύνης Του. Κα τ καλύτερο παράδειγμα γι’ ατν τν περίπτωση εναι  διήγηση γι τ χάλκινο φίδι.

 σκληροτράχηλος λαός,  ποος γόγγυσε νώπιων το Θεο, τιμωρήθηκε σκληρ μ τ φίδια, πως τ παιτοσε  δικαιοσύνη το Θεομέσως μως τν κάλυψε τ τεράστιο κύμα τς σύλληπτης γάπης Του, πειδ τ χάλκινο φίδι ποτελοσε προτύπωση το σύγκριτα μεγάλου γεγονότος, τς σωτηρίας το νθρωπίνου γένους π τν ξουσία το διαβόλου κα π τν αώνιο θάνατο τς μαρτίας κα τς νομίας, δι το Υο το Θεο, το Κυρίου μν ησο Χριστο.

ς φήσουμε τώρα τν σκληροτράχηλο λα το σραλ σ’ ατ τν φοβερ λλ ταυτόχρονα κα μακάριο τόπο, που ψώθηκε  χάλκινος φις. Γι πολλ κόμα χρόνια θ περιπλανται ατς  λας στν ρημο τς ραβίας. ς τν φήσουμε γι λλα χίλια χρόνια, κατ τ διάρκεια τν ποίων  λας ατός, ν κα φτασε στ Γ τς παγγελίας, δν παψε ν παροργίζει τν Θεό, γκαταλείποντάς Τον κα λατρεύοντας θεος τν θνν, τν Βάαλ κα τν στάρτη. ς τν φήσουμε κα μέχρι τν Βαβυλώνια αχμαλωσία, κα π τν σκοτειν στορία ατο το πίστου λαος πμε στ γεμάτη χάρη νέα ποχή, ρχ τς ποίας πρξε τ μεγάλο γεγονς τς Γεννήσεως το Χριστο, τ ποο ορτάζουμε σήμερα.

Δν λησμόνησε  Θεός,  ποος ποτ δν νακαλε τ λόγο Του, τ χάλκινο φίδι, τ ποο ψωσε μπροστ στ μάτια λου του κόσμου κα τ ποο ποτελοσε τν προτύπωση τς σωτηρίας τς νθρωπότητας π τν αώνιο θάνατο δι τς μαρτίας.

ς πάρουμε, δελφοί μου, μία βαθι νάσα, διαβάζοντας στ κατ ωάννη Εαγγέλιο τ λόγια του διου το Κυρίου μας ησο Χριστο«Κα καθς Μωυσς ψωσε τν φιν ν τ ρήμω, οτως ψωθναι δε τν Υἱὸν το νθρώπου,να πς  πιστεύων ες ατν μ πόληται, λλ’ χη ζων αώνιον. Οτω γρ γάπησεν  Θες τν κόσμον, στε τν υἱὸν ατο τν μονογεν δωκεν, να πς  πιστεύων ες ατν μ ποληται, λλ’ χει ζων αώνιον. Ο γρ πέστειλεν  Θες τν υἱὸν ατο ες τν κόσμον να κρίνη τν κόσμον, λλ’ να σωθ  κόσμος δι’ ατο»(ω. 3, 14-17).

Μετ π’ ατ τ μεγάλη παγγελία ς στρέψουμε τ βλέμμα μας σ’ να λλο σημεο, στν πρώτη καθολικ πιστολ το ποστόλου ωάννου, που διαβάζουμε τν χαρμόσυνο εαγγελικ λόγο του:

«ν τούτ φανερώθη  γάπη το Θεο ν μν, τι τν υἱὸν ατο τν μονογεν πέσταλκεν  Θες ες τν κόσμον να ζήσωμεν δι’ ατον τούτ στν  γάπη, οχ τι μες γαπήσαμεν τν Θεόν, λλ’ τι ατς γάπησεν μς κα πέστειλε τν υἱὸν ατο λασμν περ τν μαρτιν μν» ΄ ω. 4, 9-10).

Γι’ ατ τν μεγάλη κα λαμπρότατη γιορτ τν Χριστουγέννων προετοιμαστήκαμε μ νηστεία σαράντα μερν, κατ τ διάρκεια τς ποίας κούσαμε πολλς φορς τος ελογημένους κα χαρμόσυνους ερμος το κανόνα τν Χριστουγέννων. ς σταθομε λίγο στν πρτο κα ς προσπαθήσουμε ν κατανοήσουμε τ νόημά του:

«Χριστς γεννται, δοξάσατε· Χριστς ξ ορανν, παντήσατε».

Γεννιέται  Θεάνθρωπος Χριστς κα κατεβαίνει στ γ, δοξαζόμενος π τος γγέλους. Εναι τοιμος ν πατήσει στ γῆ… ς τρέξουμε ν Τν συναντήσουμε.

«Χριστς π γς, ψώθητε».

Τώρα τ Θεο βρέφος βρίσκεται δη στ φάτνη σ’ να σπήλαιο τς Βηθλεέμ. Μ μεγάλη χαρ κα γαλλίαση ς ψωθομε μ τ πνεμα κα τν νο μας στος ορανούς.

«σατε τ Κυρίω, πσα  γ, κα ν εφροσύν νυμνήσατε, λαοί, τι δεδόξασται».

Πιστεύουμε τι τ χαρ τς Γεννήσεως το Χριστο μ να τρόπο κατανόητο γιά μς, τν ασθάνεται κα λη  κτήση. Μαζ μ τος βοσκος κα τος μάγους ς προσκυνήσουμε κα μες τ Θεο βρέφος κα ς Το προσφέρουμε ς δρο τς γεμάτες πίστη κα σεβασμ καρδιές μας. Μ τ δια μας τ χέρια ς Το προσφέρουμε μετ φόβου κα γάπης τς καρδιές μας γι ν μς δοξάσει κα Ατς στ ζω τν αώνια, τς ποίας δν θ πάρχει τέλος. μήν.

πό τό βιβλίο: «Λόγοι κα μιλίες», τ. Γ΄κδ. ρθόδοξος Κυψέλη

 

 


 

 

 

 

 

Περ τς Χριστο Γεννήσεως

 

γίου Φιλαρέττου Μόσχας


«Κα ξαίφνης γένετο σύν τ γγέλ πλθος στρατις ορανίου ανούντων τν Θεν κα λεγόντων· δόξα ν ψίστοις Θε κα π γς ερήνη, ν νθρώποις εδοκία»(Λουκ. 2, 13-14).

Σήμερα, χριστιανοί, σς μιλον ο γγελοι, κα ατο ο διοι σς ποδείχνουν τί πρέπει ν κάνετε γι ν πακούσετε σ ατό τ γγελμα. Ποι διδασκαλία μποροσε ν εναι καλύτερη κα τί λλο μένει ν πιθυμήσετε; νας γγελος μφανίζεται κα λέει στος νθρώπους: «δο γρ εαγγελίζομαι μν χαρν μεγάλην, τις σται παντ τ λατι τέχθη μν σήμερον σωτήρ». 

Ο νθρωποι δν θ εχαν παρ ν νταποκριθον μ να αώνιο μν κα ν δοξάσουν τν Θε γι τ καλ γγελμα. Κι μως, γύρω π τν οράνιο γγελιαφόρο, λλοι γγελοι συνάχθηκαν ν τν κούσουν χόρταγα. Κα ξαφνικά, δηλαδή μόλις πρόφερε τν χαρμόσυνη εδηση γι τ γέννηση το Χριστο, σύμπασα  οράνια στρατι νεβόησε: «δόξα ν ψίστοις Θε κα π γς ερήνη ν νθρώποις εδοκία!» Κα τόσο δυνατ ψαλαν τ θεϊκ μνο τους, στε ντηχοσε χι μόνο στ οράνια δώματα πού κατοικοσαν, λλά κόμη κα στ πέρατα τς γς. Γιατί; ναμφίβολα γι ν νωθε  φων τς γς μ τν οράνια κα ν νώσουν ο νθρωποι τ φωνή τους μ τ φων τν γγέλων.

ς πακούσουμε λοιπν στ γγελικ γγελμα. «Δετε γαλλιασώμεθα τ Κυρίλαλάξωμεν τ Θε τ Σωτρι μν». «Δόξα ν ψίστοις Θε!». λλά δη εσαστε δ γι ν ορτάσετε τ γέννηση το Σωτρος.  μνος πού  κκλησία διδάχτηκε π τος γγέλους, δν ντηχε μονάχα στος ναος το Θεο λλά κα μέσα στς κατοικίες σας.  γγελικς λόγος, ν κα προφέρθηκε πρν τόσους αἰῶνες, κατέδειξε σήμερα λη του τ δύναμη. Τ γεγονός, πως φαίνεται, ρθε ν πιβεβαιώσει τν κπλήρωση.

Ο θεράποντες το λόγου δ κάτω δν χουν πι παρ ν παραμείνουν σιωπηλο κα συχοι, ταν λαμβάνει χώρα  κδήλωση τν θείων μηνυμάτων. μως, καθς τ γγε- λικ δίωμα εναι σύντομο κα στόσο πλρες νοήματος,  μνος τος ναγγέλλει να πρόσμενο θαυμαστ γεγονός. φυπνίζει, χωρς ν τ προσέχουμε, τ θαυμασμό, κι ατός  θαυμασμς μς καλε ν συλλογιστομε κα ν μελετήσουμε.

στερα ναλογιζόμαστε κπληκτοι τι, ταν τ τάγματα τν ορανίων διακήρυτταν τόσο θριαμβευτικ τ γέννηση το Σωτήρα μας, λος ατός  πίγειος κόσμος, μ ξαίρεση μερικος βοσκούς, ταν βυθισμένος στν πνο κα δν κουγε οτε τς πευφημίες τους οτε τος μνους τους. Θ ταν ραγε δυνατ μπορε ν ρωτήσουν κάποιοι θ ταν λοιπν δυνατ κι μες πίσης, ν μν ντιληφθομε μέσα στν πνο μας, τ λαμπρότητα τς θείας μέρας κα ν μν κούσουμε τν θριαμβευτικ μνο τς κκλησίας; Χωρς ν θέλω δ ν μεμφθ κανένα, θ ρκεστ ν πενθυμίσω τι  Δαυίδ, πού γρηγοροσε σφαλς καλύτερα π μς ψάλλοντας τ μεγαλοσύνη το Θεοβρισκε παραίτητο ν φυπνίσει καμι φορά τος μνους του: «φυπνίσου, δόξα μου»! ς προσπαθήσουμε κι μες, μελετώντας τ Θεία δόξα στ γέννηση το Σωτήρα μας, ν φυπνίσουμε τ δόξα μας, , γι ν μιλήσουμε καθαρά, τ ζλο μας γι τ δόξα το Θεο.

«Δόξα ν ψίστοις Θε!» Μονάχα στ γέννηση το Χριστο  γ κουσε ατ τν γγελικ μνο· γιατί χι πρωτύτερα; ς τότε  Θες δν εχε δόξα ν ψίστοις;

Εναι λήθεια τι  Θες πολάμβανε αώνια τ μεγαλοπρέπεια τς δόξας Του. Κατ τν κφραση νός μάρτυρα πού ο ορανο νοίχτηκαν στ μάτια του, εναι « Θες τς δόξης», τι δηλαδ  δόξα Του συνάπτεται τόσο πολ μ τ διο Του τ νομα, μ τν δια Του τν οσία, πού δν θ ταν Θες ν ταν χωρς δόξα.  δόξα εναι  ποκάλυψη,  φανέρωση,  ντανάκλαση, τ νδυμα τς σω τελειότητας.  Θες ποκαλύπτεται στν αυτό Του διαιωνίως μ τν αώνια γέννηση το μοούσιου Υο Του κα μ τν αώνια κπόρευση το μοουσίου Πνεύματός Του. τσι  νότητα μέσα στν γία Τριάδα Του στράφτει π οσιαστικ δόξα, φθαρτη, κίνητη.  Θες Πατέρας εναι « πατρ τς δόξης».  Γις το Θεο εναι «παύγασμα τς δόξης ατο», κα  διος εχε τ δόξα «πρ το τν κόσμον εναι παρ σοί».

Κατά τν διο τρόπο τ Πνεμα το Θεο εναι «Πνεμα δόξης». Μέσα σ ατ τν καθαρή, νυπάρχουσα δόξα,  Θες ζε σ πλήρη μακαριότητα, πάνω π κάθε δόξα, χωρς ν χει τν νάγκη κανενς μάρτυρα, χωρς ν πιδέχεται καμι μοιρασιά. Καθς μως, μέσα στ λεος κα τν πειρη γάπη Του, πιθυμε ν μεταδώσει τ μακαριότητά Του, ν κάνει ν πάρξουν εδαίμονες κοινωνο τς δόξας Του, διεγείρει τς πειρες τελειότητές Του κα ατς ποκαλύπτονται μέσα στ δημιουργήματά Του.  δόξα Του φανερώνεται στς οράνιες δυνάμεις, ντανακλ μέσα στν νθρωπο, ντύνεται τ λαμπρότητα το ρατο κόσμου. Τν προσφέρει, καί ατο πού τος καθιστ κοινωνος τν δέχονται, στή συνέχεια πιστρέφει σ Ατόν, κα σ ατ τν έναη νακύκληση, θά λέγαμε, τς θείας δόξης, συνίσταται  εδαιμονία,  μακαριότητα τν δημιουργημάτων.

τσι τ Χερουβεμ στέκονται μπροστ στ θρόνο το Θεο, περιβεβλημένα τν πληρότητα τς δόξης του, ναβοώντας δυνατ ναμεταξύ τους, πρς τιμν τς περαγίας Τριάδος, τν τρισάγιο μνο: «γιος, γιος, γιος Κύριος Σαβαθ». Κατακαλπτουν τ πρόσωπό τους μ τς φτερογες τους, γιατί  δόξα πού πορρέει π τν Θε εναι «φς πρόσιτον», κόμη κα γι τ οράνια δημιουργήματα. Εναι πολυμματα γύρω κα ντός τους, γιατί  θέρμη τους ν διαποτιστον π τ θεία δόξα, ν θεωρί, μεταμορφώνει λόκληρη τν παρξή τους σ να κα μοναδικ φθαλμό, κα «νάπαυσιν οκ χουσιν μέρας κα νυκτός», χι γιατί  νάπαυλα τος χει παγορευτελλά γιατί  μακαριότητα πού τ πληρο καθς θεωρον κα μετέχουν στ Θεία δόξα, κα  ποία κχέεται πάνω τους πως δοχεο πού ξεχειλίζει, κπέμπεται διάκοπα πρς τ ξω μέσα π ναν χαρμόσυνο μνο τς μεγαλοσύνης, κα κατ' ατό τν τρόπο  δόξα  «παρ το μόνου Θεο» πιστρέφει στν Θεό. τσι  νθρωπος, στν πρωτόπλαστή του κατάσταση, ταν «εκών κα δόξα Θεο»· κα ντας χωρς νδύματα εχε γνοια τς γυμνότητάς του, γιατί κριβς ροχο του εχε ατ τ δόξα. Κατ νάλογο τρόπο «ο ορανο διηγονται δόξαν Θεο... μέρ τ μέρ ρεύγεται ρμα κα νύξ νυκτ ναγγέλλει γνσιν».

μως, ἐὰν  Θεία δόξα νοικε στν Θε προαιώνια, ἐὰν φανερώνεται κόμη κα στ δημιουργήματα κα χι μόνο σ ατ το ορανολλά κα στ π τς γς, π πολ καιρ κα διάκοπα, γι ποι λόγο, ταν γεννιέται  Χριστός,  ορανός τν διακηρύσσει στ γ μ τρόπο καινούργιο κα ξαιρετικό, σν κάτι γνωστο κα πρωτοφανέρωτο; Χριστιανέ, εναι  σειρά σου τώρα ν γίνεις λος φθαλμς κα προπαντς σωτερικός. Στάσου μ προσοχ κα θεώρησε: πάρχει δ δόξα κα μυστήριο μι δόξα κρυμμένη μέσα στ μυστήριο, να μυστήριο πού ποκαλύπτεται μέσα στ δόξα.

 νθρωπος σπασε μέσα του τν αώνιο κύκλο τς δόξας το Θεοταν ποφάσισε ν μ τν πιστρέφει στν Θε λλά ν τν σφετερίζεται, μ τν λπίδα ν καταστε, κατ τν πόσχεση το πειραστς Θεός. π ατό προλθε στν πνευματικ νθρωπο κάτι νάλογο μ ατό πού συμβαίνει στν σωματικ νθρωπο, ταν σταματ  κυκλοφορία το αματος.  νθρωπος εναι πνευματικ νεκρς ς πρς τν δόξα το Θεο τουλάχιστον χει πέσει σ να λήθαργο, καθς βλέπει ν ξασθενε μέσα του, σ σχέση μ τν προτέρα του κατάσταση,  ψυχική του ζωντάνια, ντας γκαταλειμμένος στ σκοτεινιά, στν πομόνωση, στν (πνευματικσιτία κα στ διαφθορά.

Καθς μως  Θεία δόξα διαδόθηκε σ λόκληρο τν πίγειο κόσμο κυρίως π τν νθρωπο, ντανακλώμενη μέσα του πως σ Θεία εκόνα, συνακόλουθα, π τότε πού κρύφτηκε π τ μάτια το νθρώπου, δν νταυγάζεται πι σ λο τν κόσμο τ διο πως στν ρχή. Παρ' λο πού  Ψαλμωδς χοντας καθάρει τν καρδιά κα τς ασθήσεις του, κα χοντας κούσει τούς ορανος μετ π ατή τν κάθαρση ν «διηγονται δόξαν Θεο κα ες τ πέρατα τς οκουμένης τ ρήματα ατν»,  ντήχηση, ναμφβολα, οτε τόσο ντονη εναι πως ν ρχ οτε τόσο προχη. Γιατί τότε δν κούονταν παρ ο γλυκις κα μεγαλειώδεις συμφωνίες τς ζως κα τς ερήνης, ν τώρα παρεισφρύουν σπαραχτικς κραυγς πόνου κα θόρυβοι π ρείπια πού γκρεμίζονται. Ατό τ θλιβερ σκοτείνιασμα τς Θείας δόξας μέσα στν κόσμο, ο νθρωποι, τυφλωμένοι π τν μαρτία, τ λοποίησαν κτοτε φήνοντας λες τους τς πιθυμίες κα λες τς σκέψεις ν πορροφηθον π τν κτίση, κα «λλαξαν τν δόξαν το φθάρτου Θεο ν μοιώματι εκόνος φθαρτο νθρώπου κα πετεινν κα τετραπόδων».

 Θες τς δόξης, ξέροντας τι, χωρς τ δόξα Του, δν νοεται ετυχία γι τ δημιουργήματά Του, κανε, γι ν μεταχειριστ μι π τς νθρώπινες κφράσεις μας, ,τι περνοσε π τ χέρι Του, ν τν παναφέρει νάμεσα στος νθρώπους. Ο προσπάθειές Του μως γι καιρ πέβησαν καρπες καί, ντως δν ποτέλεσαν παρ προετοιμασίες λίγο-πολ μακρινς κα λλιπες σ σχέση μ τν πραγματικ παναφορά, τν γενική, τ μόνη δυνατή, τς δόξας Του νάμεσα στος στερημένους, φο «πάντες γρ μαρτον». π τν δια τ στιγμ πού  νθρωπος ποκλείσθηκε π τ Θεία δόξα,  Θες τν ναζήτησε γι ν τν παναφέρει: «δάμ, πο ε;» λλά  μαρτήσας δν μπόρεσε ν ντέξει τ θέα ατς τς δόξας, τράπηκε σ φυγ κα κρύφτηκε π προσώπου γς.

ργότερα, γι ν τν καταστήσει προσιτ στος νθρώπους,  Θες τν ντυσε μερικς φορς μ τ μορφ τν γγέλων Του, ατς μως ο μφανίσεις τρομοκράτησαν κόμη περισσότερο τν νθρώπινη φύση κα δν στάθηκαν κανς ν τν κάνουν κοινων τς Θείας δόξης. «Κα επε Γεδεών· , Κύριέ μου Κύριε, τι εδον τν γγελον Κυρίου πρόσωπον πρς πρόσωπον»! «Κα επε Μανω πρς τν γυνακα ατο: θανάτ ποθανούμεθα, τι Θεν εδομεν».

  λας το σραήλ, σο κι ν ταν προετοιμασμένος, καθ' παγόρευσιν το διου το Θεοπ τ Μωυσ, γι τ φανέρωση τς Θείας δόξας στ Σιν, δν μπόρεσε οτε π μακρι ν ντέξει ατή τ φανέρωση· κα επαν στ Μωυσ: «Λάλησον σ μν, κα μ λαλείτω πρς μς  Θεός, μ ποθάνωμεν». Κα τί ν πομε γι τς λλες μφανίσεις τς Θείας δόξης, που  Θεός, βλέποντας ν περβαίνεται κάθε μέτρο νθρώπινων τοπημάτων, γι ν μ διαψεύσει  διος τν γιότητά του, δέν μπόρεσε ν νταποκριθε μ τ φων τς γάπης κα το λέους στς κραυγς θλίψης πού νέβαιναν πρς Ατόν, λλά ποχρεώθηκε ν ντιτάξει τος αστηρος κα τιμωρητικος κανόνες τς δικαιοσύνης Του, πως πραξε λόγου χάρη καταδικάζοντας τν Κάιν, προκαλώντας τν κατακλυσμ κα καταστρέφοντας τ Σόδομα;  Θες τς δόξης «βρόντησε»,  γ σείστηκε,  νθρωπος πολέσθηκε. Πο ν βρεθε θέση γι τ χαρά; π πο θ κπορεύονταν ο μνοι στ μεγαλοσύνη Του;

Τί κανε τελικ  Θεός, στείρευτος σ μέσα εσπλαχνίας κα σωτηρίας, γι ν παναφέρει στν νθρωπο τν λπίδα τς δόξας; πειδ  νθρωπος δν τολμοσε ν πλησιάσει τν Θε κα ν λθει σ κοινωνία μ τ δόξα του,  Θες πλησίασε τν νθρωπο κα λθε σ κοινωνία μ τν κατάπτωσή του. Γι ν μν ποφεύγει πι  μαρτωλς τ Θεία παρουσία,  Υός το Θεο ρθε σ ατόν, ντυμένος «ν μοιώματι σαρκς μαρτίας». Γι ν μ μείνει τ νάπηρο δημιούργημα ξω π τ δόξα το παντοδύναμου Δημιουργο, δν «νεδύθη πι ξομολόγησιν κα μεγαλοπρέπειαν», λλά μ τ μορφ παιδίου δύναμου κα κλαυθμυρίζοντος, σπαργανωμένου φτωχικά. πως νας κανς γιατρός, ταν βλέπει τι  σθενής του φοβται να δυνατ φάρμακο, το τ δίνει παραλλαγμένο κα σώζει τν δύστυχο π τ θάνατο, τσι κα  οράνιος ατρς τν ψυχν κα τν σωμάτων, βλέποντας τι  νθρωπότητα, προσβεβλημένη π τ θανάσιμη ρρώστια τς μαρτίας, φοβόταν τ θεϊκ φάρμακο, πού στόσο μόνο ατ μποροσε ν τν σώσει, περιέβαλε τ θεότητά του μ νθρώπινη μορφ κα τσι  νθρωπότητα δοκίμασε, προτο τ ποψιαστελη τν ποτελεσματικότητα το θείου γιατρικο, το οκουμενικο άματος τς Θείας Χάρης.

Μόλις  θεότητα εσλθε στν νθρωπότητα, «πάντα μν τς θείας δυνάμεως ατο τ πρς ζων κα εσέβειαν δεδωρημένης». Γι τ λόγο ατό  ναπηρία μας πληροται μ τ θεία δύναμη, τ ψέμα μας τ σβήνει  θεία λήθεια, τ σκοτάδια μας φωτίζονται π τ θεο φς,  θάνατός μας ττται π τ θεία ζωή. κόμη κα  πώλεια τς θείας δόξας, μς κάνει ν βρίσκουμε τν λπίδα της κα ταν  δόξα ατή θ ποκαλυφθε, δν θ μς καταθαμβώσει, δν θ μς τρομάξει, δν θ μς ξουθενώσει. λλά καθς θ ψωθε π πάνω μας, θ καταυγάσει τν κόσμο μέσα στν ποο μες τν βυθίσαμε στ σκοτεινιά. «τι ησος Χριστς ν μν στιν», κατ τ διαβεβαίωση το ποστόλου.

δο τ νδοξο μυστήριο τς μυστήριας δόξας ατς τς μέρας! Ο οράνιοι διάκονοι το φωτς εδαν πρν π μς τν αγ ατς τς δόξας, κα πάραυτα μς εδοποίησαν ναβοντες: «Δόξα ν ψίστοις Θε!» Τώρα δν πρόκειται πι γι τν αγή, λλά γι τ καταμεσήμερο ατς τς δόξας:  δική μας δόξα ψώνεται, νέρχεται μ τ σειρά της στος κατοίκους τν ορανν, νεβαίνει μέσα π τς καρδιές μας, μεταφέροντας τν γαλλίασή τους, ς τν διο τ θρόνο το ψίστου: «Δόξα ν ψίστοις Θε

δελφοί μου! Προσέξτε τι ο γγελοι ψάλλουν στν Θε ατό τν πινίκιο μνο γι ν τν δοξάσουν, χι γι τ σωτηρία τους λλά γι τ δική μας. Μ τί ζέση λοιπν φείλουμε ν τν δοξάσουμε μες! Ποις θ μο δώσει μι σπίθα τς θεϊκς φωτις τς γάπης τν γγέλων γι τν Θεό, ν καταφέρω ν νάψω τς καρδιές σας, ν ψάλλετε κα σες τν γγελικ μνο, διάκοπα κα τελεύτητα; Γνωρίζω τι  κόσμος τοιμάζεται ν καταπνίξει μέσα στν ψυχ σας τν χώ το γγελικο μνου μ τς θορυβώδεις γιορτές του, μ τς πιπόλαιες διαχύσεις του, μ τ τραγούδια του πού διαφθείρουν τν καθαρότητα το πνεύματος, «μήποτε βαρηθσιν μν α καρδίαι ν κραιπάλ κα μέθ».

χετε τ νο σας ν μ λυπήσετε μ τς πράξεις σας, στς κατοικίες σας, τν Θε σωτήρα σας, φο προηγουμένως τν δοξάσατε μ τ λόγια σας στν κκλησία Του. «Τος δοξάζοντάς με δοξάσω, κα  ξουθενν με τιμασθήσεται». Δν χουμε, λλωστε, πολ πρόσφατα κόμη, μι ρκετ σκληρ μπειρία ατς τς ξουθένωσης, ταν  Κύριος παρέδωσε χι μόνο τ σπίτια μας στ λεηλασία κα τ φωτιά, λλά κα τος ναος Του κόμη στ βεβήλωση; Γιατί ατή  γκατάλειψη, ἐὰν χι πειδ μ τ ζωή μας τν νάξια τς δόξας Του. Τν περιφρονήσαμε μέσα στν κατοικία μας, μ τ νωχέλειά μας στν πίστη· Τν περιφρονήσαμε στος ναούς Του; Ν μως πού μς συγχώρησε γι μία κόμη φορά κα μς κάλεσε ξαν στ δόξα Του. ς Τν δοξάσουμε γι ν μ σηκώσουμε νάντιόν μας τν ργή Του π τν ποία μς πειλε δη  σφοδρ νατροπ τς τάξης τν φυσικν νόμων. «Δότε δόξαν τ Θε»! «Δοξάσατε δ τν Θεν ν τ σώματι μν κα ν τ πνεύματι μν»! μήν.


Τ δρα τν Μάγων

 

γίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

«Κα νοίξαντες τος θησαυρος ατν προσήνεγκαν ατ δρα, χρυσν κα λίβανον κα σμύρναν» (Ματθ. Β΄11).


Τρία δρα φεραν στ νεογέννητο Βασιλιά. Κα χωρς ν τ θέλουν συμβόλισαν τν γία κα ζωοποι Τριάδα, στ νομα τς ποίας ρθε στν κόσμο τ παιδ ησος, λλ κα τν τριπλή διακονία το Κυρίου: τ βασιλική, τν ερατικ κα τν προφητική, γιατί  χρυσς συμβολίζει τν ατοκρατορική, τ λιβάνι τν ερατικ κα  σμύρνα τν προφητικ  τ θυσιαστική. Τ νεογέννητο βρέφος θ γινόταν  Βασιλις το θάνατου βασιλείου,  ναμάρτητος ερέας κα προφήτης καί, πως ο περισσότεροι προφτες πρν π’ Ατόν, θ θανατωνόταν.

λοι τ γνωρίζουν πς  χρυσς μαρτυρε κάποιον βασιλι κα τ βασιλεία του. λοι γνωρίζουν πς τ λιβάνι μαρτυρε ερωσύνη κα προσευχή. Κι πίσης λοι γνωρίζουν π τν γία Γραφ πς τ λιβάνι μαρτυρε τ θνητότητα.  Νικόδημος λειψε τ σμα το νεκρο ησο μ μύρα (ωάν. Ιθ΄ 39-40). λειφαν τ σώματα γι ν τ διατηρήσουν κάπως περισσότερο π τ φθορ το θανάτου.  κόσμος φωτίστηκε π τν Χριστό, πο λαμψε σν χρυσός. Κα γέμισε π προσευχς κα θυμιάματα, πως νας ναός.  οκουμένη λόκληρη γέμισε π τ ρωμα τς διδασκαλίας Του.

Τ τρία δρα μως συμβολίζουν πίσης τν καρτερία κα τ μετάβλητο.  χρυσς παραμένει χρυσός, τ λιβάνι παραμένει λιβάνι κα τ μύρο παραμένει μύρο. Κανένα π’ ατ δ χάνει τν διότητά του σα χρόνια κι ν περάσουν. Μετ π χίλια χρόνια  χρυσς ξακολουθε ν λάμπει, τ λιβάνι ν καίει κα τ μύρο διατηρε τ ρωμά του. Δν θ μποροσαν ν βρεθον λλα πι ντιπροσωπευτικ ντικείμενα στ γ πο ν συμβολίζουν τόσο πιστ τν πίγεια ποστολ το Χριστο  ν δείχνουν πι καθαρ κα κφραστικ τν αώνιο χαρακτήρα το ργου Του στ γ, καθς κα λες τς πνευματικς κα θικς ξίες πο φερε π τν οραν στν κόσμο. φερε τν λήθεια, τν προσευχή, τν θανασία.

Μ ποι λλο ντικείμενο στ γκτς π τ χρυσό, θ μποροσε ν συμβολιστε καλύτερα  λήθεια; ,τι κα ν κάνεις στ χρυσό, ατς θ ξακολουθε ν λάμπει.

Μ ποι λλο ντικείμενο θ μποροσε ν συμβολιστε καλύτερα  προσευχ ν χι μ τ λιβάνι; πως  καπνς π τ λιβάνι γεμίζει τν κκλησι λόκληρη, τσι γεμίζει κι  προσευχ λόκληρη τν παρξη το νθρώπου. πως  καπνς νεβαίνει ψηλά, τσι νεβάζει  προσευχ τν ψυχ το νθρώπου στν Θεό. «Κατευθυνθήτω  προσευχή μου ς θυμίαμα νώπιόν σου», λέει  Ψαλμωδς (Ψαλμ. ρμα΄ 2). Εναι γεγονς πς κι λλα πράγματα βγάζουν καπνό, μ κανένας καπνς δν μπνέει τν ψυχ γι προσευχή.

Ποι λλο πίγειο ντικείμενο θ μποροσε ν συμβολίσει καλύτερα τν θανασία π τ μύρο;  θνητότητα ποπνέει δυσωδία, ν  θανασία χει μία διαρκή εωδία.

Ο μάγοι π τν νατολ συμβόλισαν τσι στω κι νεπίγνωστα λόκληρη τ χριστιανικ πίστη. Ξεκίνησαν π τν γία Τριάδα κι φτασαν ς τν νάσταση κα τν θανασία το Κυρίου ησο κα τν πιστν Του. Δν εναι πλο προσκυνητές, μ πραγματικο προφτες. Προφτες τόσο τς χριστιανικς πίστης σο κα τς ζως κα το ργου το Χριστοπ μόνοι τους, μ τ δική τους ντίληψη κα γνώση, δν θ τ ξεραν λα ατά. ταν  πρόνοια το Θεο πο τος στειλε στ Βηθλεμ κα τος δωσε τ παράξενο ατ στρο ν τος δηγε.

«Θες π γς, νθρωπος ν Οραν», μιλίες Α΄.

 


Ἡ Γέννηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ!

ἀπό τόν Μακαριστό Μητροπολίτη Αὐγουστίνο Καντιώτη


 λλς μπροστ στ φάτνη (Α΄ και Β΄), τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«
Πάντα σχύω ν τ νδυναμοντί με Χριστ» (Φιλιπ. 4,13)
Πρ
 Χριστογαπητοί μου,  νθρωπότης κα μαζί της  πατρίδα μας πέφερε. ν φθαναν στατιά μας ο φωνς π τς ψυχς μυριάδων νθρώπων το προχριστιανικο κόσμου, θ κούγαμε ναστεναγμος κα κραυγς πόνου, πως π.χ.  πόνος πο
δοκίμαζαν 
 Λαοκόων κα τ παιδιά του, στ γνωστ σύμπλεγμα, καθς τος σφιγγαν ο δράκοντες.

 

 ρχαος φις - τ κακό, παρ᾿ λη τν λξιν κα γοητεία μ τν ποία ξαπάτησε τος πρωτοπλάστους κα παρασύρει κτοτε τος νθρώπους, κρύβει μέσα του φοβερ δηλητήριο πο δν φησε τίποτε μόλυντο.

 

 νθρωπος φαρμακώθηκε π τ ίζα του, ψυχ κα σμα διεφθάρησαν. Τ δηλητήριο ατό, πο  γία Γραφή τ νομάζει μαρτία, διαπότισε λη τν νθρώπινη πόσταση·  νος σκοτίστηκε,  καρδι ψυχράνθηκε,  θέλησις τόνησε.  νθρωπότης ψυχορραγοσε πως  διαβάτης τς παραβολς το καλο Σαμαρείτου πο πεσε στος λστς κι ατο «κδύσαντες ατν κα πληγς πιθέντες πλθον φέντες μιθαν τυγχάνοντα» (Λουκ. 10,30). Λίγο κόμη κα θ πέθαινε.

 

Γι ατ π λα τ σημεα τς φηλίου κούγονταν κραυγς πόνου.  νθρωπότης π τ κεφάλι ς τ πόδια εχε γίνει να λκος.που κι ν τν γγιζες πονοσε κα φώναζε. Κα ποιός δν πονοσε κα δν φώναζε; Φώναζαν τ παιδιά, πο τά ριχναν στν Καιάδα. Φώναζαν ο παρθένες, πο τιμάζονταν μέσα στος ναος τς εδωλολατρίας προσφέροντας τν τιμή τους ςλατρεία τς θες φροδίτης κα τς θες στάρτης. Φώναζαν τ κατομμύρια δολοι, πο σερναν τς λυσίδες τς σκλαβις κα τος κομμάτιαζαν ο μεγιστνες γι ν τρέφουν μ τς σάρκες τους τ χθυοτροφεα τους. Φώναζαν ο λαοί, πο εχαν χάσει τν λευθερία τους κάτω π τ ζυγ τςώμης. Πρ παντς μως φώναζαν ο μαρτωλοί, ο νοχοι γι τς μύριες παραβάσεις το θικο νόμου· ατοί, π προσωπικ περα,εχαν πεισθ τι τ ν νατρέψουν να τυραννικ καθεστώς, σο δύσκολο κι ν εναι, εναι παιχνίδι ν συγκρίσει μ τ ν᾽ἀνατρέψ κανες τν τυραννία τν παθν, πο χει θρονιαστ στν καρδι το νόχου. κε, στ σκοτειν ποσυνείδητα βάθη τς ψυχς, ζον ο όρατοιτύραννοι, τ πάθη, κα γι ν λυτρωθ π τν τυραννία τους  ψυχ φώναζε μαζ μ τν Παλο· «Ταλαίπωρος γ νθρωπος! τίς με ύσεται  κ το σώματος το θανάτου τούτου;»(Ρωμ. 7,24).λοι κα λα ζητοσαν λύτρωσι, κα ο φωνς φταναν ς τν ορανό.

 

Πόνος κα πόθος . νθρωπό της πονοσε βλέποντας τ πειραθύματα σ κάθε γωνι τς γς, σ κάθε κδή-λωσι τς ζως· λλ κα ποθοσε ν βγ π τ λαβύρινθο, ν ζήσ λυτρωμένη π τος φόβους σωτερικν κα ξωτερικν τυραννιν.Φωνς κούγονταν π κάθε γωνι τς οκουμένης· ρχεται! ρχεται  Δυνατός,  Σοφός,  ατρός, ρχεται  Λυτρωτής! Κα μυστηριωδς λοι στρέφονταν πρς τν νατολή.

 

π λα τ θνη –ἐκτς το ουδαϊκοῦ–ἐκενο πο ασθανόταν περισσότερο τν νάγκη μις περφυσικς πεμβάσεως γι ν σωθ  κόσμος, ταν  λλάς .  πατρίδα μας, πο εχε ναδείξει τος μεγαλυτέρους φιλοσόφους κα ποιητς κι νέβηκε στν κολοφνα τς πνευματικς ναπτύξεως, διαισθάνθηκε τι τ κακ πο κατέτρωγε τ σπλάχνα τς νθρωπότητος ταν τέτοιο πο δν μποροσε ν θεραπευθ μ νθρώπινα μόνο μέσα, μὲἁπλς φιλοσοφικς συμβουλές. Ατές, σο ραες κι ν ενε, μοιάζουν μ μπλαστρα πο προσωριν νακουφίζουν τν ρρωστο,ν ἡ ῥίζα το κακοήθους ποστήματος μένει μέσα, κ κε δουλεύει κα πειλε ν μολύν τὸ αμα κα ν πιφέρ τ θάνατο.Μ μπλαστρα δν σζεται  ρρωστος  μεγάλος ρρωστος,  νθρωπότης, χρειαζόταν «φάρμακα ρωικά». Ποιός θ τ δινε;

 

 λλς μ τ στόμα μεγάλων τέκνων της προφήτευσε, τι θ νατείλ μι χαρμόσυνη μέρα, πο τ κακό,  «Τυφών», θ συντριβ κάτω π τ δύναμη το σχυρο κα τότε θὰ σημειωθ νέα στροφ τς νθρωπότητος.

 

ς ναφέρουμε μερικς κλάμψεις το προφητικο πνεύματος τς ρχαίας λλάδος,  ποία νωρίς χαιρέτισε τ γέννησι το Λυτρωτο· ς δομε, σ δύο συνέχειες, ρισμένους προφτες τς λλάδος κα τς προφητεες τους.

 

  Σωκράτης (469-399 π.Χ.) .  Σωκράτης θεωρετο ς  πάντων νδρν σοφώτατος. Στ τέλος τς ζως του δικαζόταν στν θήνα. ταν ρθε  ρα ν᾿ πολογηθ, δν κολάκευσε τος δικαστάς του, δν ζήτησε τ λεός τους·μίλησε μ τν μ γλσσα τς ληθείας. πευθύνθηκε στος θηναίους, νασκόπησετ ζωή του νάμεσά τους, τν ποστολ πο εχε ν διδάσκ κάθε συμπολίτη του τ γνωστ «Γνθι σαυτόν», κα προβλέποντας τὸ σκληρ τέλος του, επε περίπου τ ξς. «θηναοι! πρξα  φυπνιστς τν συνειδήσεών σας,  βουκέντρα τς πόλεώς σας.πως  γεωργς χρησιμοποιε τ βουκέντρα γι ν κινήσ τ νωθρ ζα στ δουλειά, τσι κ γ χρησιμοποίησα τ διδασκαλία γι ν κινήσω τ νωθρ σκέψι σας σ ψηλς δέες,πο εναι τ κίνητρα γι μεγάλες ποφάσεις το βίου. Ατ ταν  ποστολή μου,  ποία σ λίγο τελειώνει. σες μν θ᾿ἀπαλλαγτε π μένα τν Σωκράτη, πο μ τος λέγχους μου σς εχα γίνει τόσο νοχλητικός· λλ μετ τ θάνατό μου προβλέπω, τι θ καλύψ τν πόλη σας βαθ πνευματικ σκοτάδι. σες κα ο πόγονοί σας θ κοιμστε, ως του ὁ Θες σς λυπηθ κα στείλ κάποιον, πο θ χ τ δύναμη ν σς ξυπνήσ κα ν σς διδάξ ποιός εναι  ληθινς προορισμς το νθρώπου». π λέξει· «Καθεύδοντες διατελοτε ν, ε μή τινα λλον  θες μν πιπέμψειε κηδόμενος μν» (Πλάτωνος, πολογία Σωκράτους 18[31α]) .Τ τελευταα ατ λόγια το Σωκράτους,θεωρήθηκαν νέκαθεν ς προφητικά, κπληρώθηκαν δ πλήρως πότε; ταν  πόστολος Παλος ς κρυξ το ληθινο Θεο φθασε στν θήνα κα  φωνή του ξύπνησε τος προγόνους μας π τ βαθει νύχτα τς εδωλολατρίας (βλ. Πράξ. 17,22). Προφητικ μως πρέπει ν θεωρηθον κα τ λόγια κενα πο εχε πε ὁ Σωκράτης σ κάποια λλη περίπτωση νωρίτερα.

 

Μι μέρα νας π τος εφυέστερους κα ζωηρότερους μαθητάς του,  λκιβιάδης, πήγαινε στ να ν προσφέρ θυσία. Συναντ λοιπν τν Σωκράτη κα τν ρωτ τί πρέπει ν ζητήσ π τος θεούς. Τ ρώτημα εναι σοβαρ κα γύρω π ατ στρέφεται  συζήτηση. κοστε σ παράφραση τν διάλογο.

 

«Σωκράτης· Δν εμαι σ θέσι ν παντήσω  στ ρώτημά σου. περβαίνει τς δυνάμεις μου. Εναι νάγκη ν περιμένουμε ως του μάθουμε καλά, ποιά πρέπει ν εναι  ρμόζουσα στάση μας  πέναντι σ θεος κα νθρώπους.

 

λκιβιάδης· Ν περιμένουμε; Μ πότε θ ρθ  καιρς ατός; Κα ποιός θ εναι  κπαιδευτς  τς θείας ατς τέχνης; γ τολάχιστον θ ασθανθ χαρ νέκφραστη ν δ τν νθρωπο ατν πς θ εναι.

 

Σωκράτης· Ατός,  θεος κπαιδευτής, δν διαφορε γι σένα. λλά, πως λέει κάπου   μηρος γι να ρωά του, τι δν θ μποροσε ν δ κα ν διακρίν τ θεα κα τ νθρώπινα ἐὰν μ θεϊκ πέμβαση δν θ᾿ φαιρετο τ πυκν σκοτάδι π τ μάτια του, τσι κ γ λέω γι σένα τι, γι ν διακρίνς τ καλ π τ κακό, εναι νάγκη ν φαιρεθ π τ δικά σου μάτια τ σκοτάδι. Κα ατ θ εναι ργο το θείου κπαιδευτο.

 

λκιβιάδης· ς μο φαιρέσ τ σκοτάδι, ς κάν ,τι λλο θέλει σ μένα δν θ φέρω  καμμιά ντίρρηση, ρκε μ τ μέσα πο θ μο  ποδείξ ν γίνω καλύτερος  κα ν μπορέσω ν προσφέρω τς καλυτέρες θυσίες στ θεό.

 

Σωκράτης· Μν μφιβάλλεις καθόλου τι ατς   νθρωπος, πο θ κατέχ τ μυστικ τς προαγωγς μας σ νώτερες σφαρες ζως, θ νδιαφερθ προσωπικ πολ γι σένα.

 

λκιβιάδης· λλ τότε νομίζω τι κα  θυσία, πο τοιμάζομαι ν προσφέρω, καλ εναι ν ναβληθ μέχρι τν ρχομό του.

 

Σωκράτης· Συμφων.

 

λκιβιάδης· Μ νθουσίασες, δάσκαλε. πειδ μ συμβούλευες σωστά, θ μο πιτρέψς ν σ στεφανώσω μ τ στεφάνι ατ πο κρατ· ς πρς δ τ λλα δρα πιφυλάσσομαι ν τ προσφέρω θυσία ταν ρθ  μέρα κείνη, λπίζω δ τι δν εναι μακριά ».Ατς  διάλογος βρίσκει τν κπλήρωσί  του στ Εαγγέλιο (κατ Λουκν κεφ. 11ο). Μετ τέσσερις αἰῶνες στ ρώτημα το λκιβιάδου δόθηκε  πάντησι. ταν ο μαθητα επαν «Κύριε, δίδαξον μς προσεύχεσθαι» (Λουκ. 11,1),  Κύριος νοιξε τ πανάχραντα χείλη του καὶ δίδαξε τν νθρωπότητα τί πρέπει ν ζητ ταν κλίν γόνυ μπρς στν οράνιο Πατέρα.Θ συνεχίσουμε μως σν Θε αριο.

 

(πίσκοπος Αγουστνος

 

Α΄ μέρος μεγάλου ρθρου, τ ποο δημοσιεύθηκε στ περιοδικ «Χριστ. Σπίθα» τ 1948 κα ναδημοσιεύθηκε στ βιβλία κ το νεσπέρου Φωτός (1950), ν μέρει Σαλπίσματα (1952) κα Χριστούγεννα (1988). 

 

 

***

 

 Γέννησις το Σωτρος Χριστο. λλς μπροστ στ φάτνη (Β΄), τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

 

 λλς μπροστ στ φάτνη (B΄)

 

Συνεχίζουμε, γαπητοί μου, ν ναφέρουμε ρχαίους λληνες συγγραφες πο νωρς χαιρέτισαν προφητικ τ γέννηση το Θείου Λυτρωτο. Μετ τν Σωκράτη δομε τώρα τί επαν  Πλάτων,  Πλούταρχος κα  Πολύβιος.

 

        Πλάτων (427-347 π.Χ.) .  κορυφαος ατς μαθητς το Σωκράτους ζωγράφισε τν εκόνα το Δικαίου, πο θ ρθ ν σώσ τν κόσμο.  Δίκαιος, λέει, θ γυμνωθ, μ κανείς δν θ μπορέσ ν το φαιρέσ τν ρετή.Κα ν θ εναι θος χωρς ν χ δικήσει ποτ κανένα, ν τούτοις θ δυσφημισθ σν ν εχε διαπράξει τ μεγαλύτερη δικία. Θ δικασθ, θ μαρτυρήσ πρ τς ληθείας κα θ μείν «μετάστατος μέχρι θανάτου», δν θ᾿ λλάξ δηλαδ γνώμη, θ μείν σν σειστος βράχος μέσα στν τρικυμία. Θ βασανιστ πολύ, θ μαστιγωθ κα θ τελειώσ τ ζωή του μ θάνατο φρικτό· π λέξει «νασχινδιλευθήσεται»..

 

Ποιός μελετώντας ατ τ χωρίο δν φέρνει στ νο του τ παρόμοια λόγια το προφήτου σαΐου, πο 800 χρόνια πρ Χριστο επε· «Κα εδομεν ατόν, κα οκ εχεν εδος οδ κάλλος· λλ τ εδος ατο τιμον κα κλεπον παρ πάντας τος υος τν νθρώπων Οτος τς μαρτίας μν φέρει κα περ μν δυνται, κα μες λογισάμεθα ατν εναι ν πόν κα ν πληγ π Θεο κα  ν κακώσει. Ατς δ τραυματίσθη δι τς μαρτίας μν κα μεμαλάκισται δι τς νομίας μν· παιδεία ερήνης μν π᾿ ατόν, τ μώλωπι ατο μες άθημεν·κα Κύριος παρέδωκεν ατν τας μαρτίαις μν»;(σ. 53,2-6).

 

  Πλούταρχος (48-125 μ.Χ.) . ν κα  φιλόσοφος ατς ζησε τν Α΄ μ.Χ. αἰῶνα, τν ναφέρουμε, γιατ πηχε τς σκέψεις κα τ συναισθήματα το ρχαίου εδωλολατρικο κόσμου, πο π τν μερν του ρχισε ν καταρρέ. Πλούταρχος βλέπει τν θλιότητα, πο  ατία της ενε μία· τι πνεμα πονηρ εσλθε, τάραξε τ πάντα, γέμισε συμφορς λη τ γκα τ θάλασσα.  δυναστεία του μως, λέει λλο  Πλούταρχος, θ διαλυθ. Νέα περίοδος θ νατείλπ κάποια μικρ χώρα θὰ προέλθ μεγάλο καλό, πο θ πεκταθ σ λη τν νθρωπότητα στε, φο ερηνεύσ  γ, ο νθρωποι ν ζον λοι μ μόνοια κα ετυχία· «τς γς μαλς γε κα πιπέδου γενομένης να βίον κα πολιτείαν νθρώπων μακαρίων κα μογλώσσων πάντων γενέσθαι».

 

Διαβάζοντας ατ δν νομίζετε τι κοτε π μακρι τ φων το προφήτου σαΐου ν λέ «τοιμάσατε τν δν Κυρίου, εθείας  ποιετε τς τρίβους το Θεο μν. Πσα φάραγξ πληρωθήσεται κα πν ρος κα βουνς  ταπεινωθήσεται, κα σται πάντα τ σκολι ες  εθεαν κα  τραχεα ες δος λείας· κα φθήσεται  δόξα Κυρίου, κα ψεται πσα σρξ  τ σωτήριον το Θεο»;(σ. 40,3-5· πρβλ. Λουκ. 3,4-6). Κατ τν προφητεία ατ πάρχουν δικίες- βουν πο φράζουν τν δ τς ζως, λλ᾿ατ μ τ βαθμιαία πίδραση το χριστιανισμο θ πέφτουν συνεχς, κα  κοινωνικ δικαιοσύνη κα κάθε λλη ρετ θ ξαπλώνεται, κα  συναδέλφωσις τν λαν πο τώρα ενε να ραμα θ γίν μία πραγματικότης. Κάθε τι νώμαλο πωσδήποτε θ ξαλειφθ κα θ πικρατήσ  θεία κείνη μαλότης, πο πιτρέπει ν συναντώμεθα λοι στ κοιν πίπεδο τς γάπης το Χριστο.

 

φο  Χριστός πο στεκόταν πάνω π λους, σ ψος περίγραπτο, «δυσανάβατον νθρωπίνοις λογισμος» (κάθ. μν. Α3) , χαμήλωσε τόσο, στε κατ τ διάστημα τς πιγείου ζως του συναναστρεφόταν κα τος πι ετελες κα μαρτωλος νθρώπους, ποιός κόλουθός του θ εναι κενοςπο θ κρατά τ δικό του ψος κα δν θ καταδέχεται ν κατεβ λίγα σκαλι γι ν χαιρετίσ κα ν γκαλιάσ τν λλο;  χριστιανισμός, χωρς ν καταργ τν εραρχία τν διαφόρων ξιωμάτων, πο εναι ναγκαία γι τ διάρθρωση τς κοινωνίας, δημιουργε συγχρόνως τ μαλ δαφος πάνω στ ποο στε-κόμαστε κα γνωριζόμαστε λοι σν δέρφια.π τν μερν το Πλουτάρχου συνέβη κα κάτι πο βύθισε σ πένθος τος εδωλολάτρες· παυσαν πότομα ο χρησμο πο διναν τ διάφορα μαντεα τς εδωλολατρίας, κι ατ το προκάλεσε τέτοια ντύπωση, στε γραψε εδικ βιβλίο περ τν «κλελοιπότων   χρηστηρίων». Κα ο μν εδωλολάτρες προσπάθησαν ν ποδώσουν λλο τ σιγ τν μαντείων, λλ  ρθ ρμηνεία ταν μία·  ωσφόρος, πο ς τότε πλανοσε τν οκουμένη, πέστη μ τ γέννηση το Χριστο ττα κα ντρομος ποσύρθηκε π τ φρούριά του.

 

  Πολύβιος (204-120 π.Χ.),διάσημος στορικός, βλεπε τ ωμαϊκ ατοκρατορία ν ξαπλώνεται συνεχς, ν καταργ βασίλεια τ να μετ τ λλο, θαύμαζε τ γεγονς ατ καὶ στν ταχυτάτη ξάπλωση τς ώμης διέβλεπετν δάκτυλο τς θείας προνοίας. Δν ενε, λεγε, τυχαία ατ  ξάπλωση· κάτι μεγάλο τοιμάζεται στν κόσμο. Τ γεγονότα, σημειώνει,«πάγουσιν»(=δηγον) τν κόσμο προς κάποια νότητα.

 

Κα πράγματι·  πολιτικ κείνη νότης π τ σκπτρο τς ώμης φάνηκε κατάλληλη γι τ διάδοσι το χριστιανισμοπως πίσης  διάδοσις τς λληνικς γλώσσης δι το Μ. λεξάνδρου σ λο τν τότε γνωστ κόσμο.  θεία πρόνοια προπαρασκεύασε τ δαφοςγι ν σπαρ  σπόρος το εαγγελίου .Γι ατ  Αγουστος Νικόλαος, γράφει· «Ο Κροι, ο λέξανδροι, ο Καίσαρες, ο Κω σταντνοι, ο Κάρολοι δν εναι ε μ ο ποκριτα (=θοποιοί) ψηλο δράματος λυομένου ν Χριστ ησο κα ν τ κκλησί ατο» . λιστς μελετ τν στορία κα δν βλέπει κε κανένα σκοπό. ποιος πιστεύει σ Θε δημιουργ κα προνοητή, βλέπει στ γεγονότα τν θεο παράγοντα πο κατευθύνει τν κόσμο πρς τν θρίαμβο το φωτς κατ το σκότους. τσι βλεπε κα  πόστολος Παλος τν παγκόσμιο στορία κα γραφε ατ πο κομε στν πόστολο τς ορτς τν Χριστουγέννων· «τε λθε τ πλήρωμα το  χρόνου, ξαπέστειλεν  Θες τν υἱὸν ατο,γενόμενον κ γυναικός, γενόμενον π νόμον, να τος π νόμον ξαγοράσῃ…» (Γαλ. 4,4-5).

 

Μ τέτοιους συγγραφες, πο κατ τ γνώμη τν πατέρων τς κκλησίαςφωτίζονταν μ κάποιες κτνες π τ νέσπερο φς πο «φωτίζει πάντα νθρωπον ρχόμενον ες τν κόσμον» (ω. 1,9),  λλς προετοιμαζόταν γι νχαιρετίσ τν Λυτρωτ το κόσμου. Κα τν χαιρέτισε, πρώτη ατ π λα τ θνη. Μελετστε τν πρώτη συνάντηση το Χριστοῦ μ τος λληνες, ταν  Κύριος επε· «λήλυθεν  ρα να δοξασθ  υἱὸς το νθρώπου» (ω. 12,20-23), δηλαδή· Ο λληνες, νά ο πρτοι πο θ προσέλθουν κα θ μ πηρετήσουν! λλς εκοσι αἰῶνες πηρετε τν Χριστό! κλεκτ τέκνα της ταν ο μάρτυρες καο μολογηταί, ο πατέρες κα διδάσκαλοι, οἱἐμπνευσμένοι μνογράφοι, λλ κα ο ρωικο κενοι μαχητα το Βυζαντίου πο π χίλια χρόνια πέκρουσαν τος βαρβάρους νατολς κα Δύσεως. Ατς τς λλάδος τέκνα ενε κα ο σημερινο γωνιστα κατ τς νεοειδωλολατρίας πο ρχεται π ξω ν κατακλύσ τν τόπο.  λλς κανε κα κάνει μεγάλο ργο. Ενε σκεος κλογς το ψίστου .25 Δεκεμβρίου!  λλς προσέρχεται κ φέτος στ φάτνη. Δν χει ν προσφέρ χρυσ κα ργυρο. Κρατάει μως λαμπάδα κα θυμίαμα.

 

Λαμπάδα ενε ο θυσίες της, πειδ δν δέχθηκε ν ποταχθ σ ντι χριστιανικ συστήματα κα δν προσκύνησε τ θηρία τς βύσσου.

 

Θυμίαμα εναι τ πύρινα δάκρυα τν παιδιν της, πο δν εναι διατεθειμένα ν σκύψουν μπρς στν ντίχριστο κα τ ργανά του·προσκυνον μόνο τ Νήπιο τς Βηθλεμ, προσεύχονται γι τ σωτηρία της, κα μαζ μ τςμυριάδες τν θυμάτων λων τν αώνων κράζουν· «ως πότε,  δεσπότης  γιος κα  ληθινός, ο κρίνεις κα κδικες τ αμα μν κ τν κατοικούντων π τς γς;» (π. 6,10-11) .Κα  λλς προχωρε. Προχωρε νάμεσα π τς συμπληγάδες πέτρες τν σκοτεινν δυνάμεων. σωτερικο κα ξωτερικο γνες σκληροί! Πλθος χθρο ρκίστηκαν ν τν ξαφανίσουν π τ πρόσωπο τς γς. λλ᾿ατ στρέφεται κα πάλι πρς τ στρο τς Βηθλεμ κα ντλε μυστικ δύναμη. Δν πάρχει κακ νίκητο π τ Χριστό, τν ήττητο βασιλέα τν αώνων. Μ τ δύναμη το Νηπίου τς Βηθλεμ τ σχέδια τν νέων ρδν θ ματαιωθον γι μι κόμη φορά.

 

 λλς θ βγ π τ δοκιμασία, θ σταθ στ στορικ βράχια της. Θ ξεδιπλώσ ερηνικ τ γαλανόλευκη, σύμβολο μερώσεως κα χριστιανικο πολιτισμο. Θ στήσ χορ γγέλων κα θ τονίσ μνον ξαίσιο· «Πάντα σχύω ν τ νδυναμοντί με Χριστ» (Φιλιπ. 4,13)

 

(πίσκοπος Αγουστνος

 

Β΄ μέρος μεγάλου ρθρου, τ ποο δημοσιεύθηκε στ περιοδικ «Χριστ. Σπίθα» τ 1948 κα ναδημοσιεύθηκε στ βιβλία κ το νεσπέρουΦωτός (1950), ν μέρει Σαλπίσματα (1952) κα Χριστούγεννα (1988).

 


 


ΛΟΓΟΣ ΠΕΝΙΧΡΟΣ , ΕΝ ΤΗ ΠΕΝΙΧΡΑ ΦΑΤΝΗ, ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ. 

 

  Ε τις εσεβής καί φιλόχριστος· 

  ε τις εσεβής καί φιλόθεος, ορταζέτω σύν μν πνευματικς, ν τ φαιδρ καί εσχήμ μέρ τς Μητροπόλεως τν ορτν.

  εί τις ρχιερεύς τς το Χριστο έκκλησίας, προεξάρχων τς πανηγύρεως, καί τοιμαζέσθ πρός ποδοχήν το Μεγάλου ρχιερέως.

  ε τις ερεύς το Δεσπότου, τοιμαζέσθ προθύμως καί ετόνωςδιά τήν φρικτήν ερουργίαν· τοιμάζου Βηθλεέμ, νοικται πσιν  δέμ...καί γάρ δάνεισι τάς χεραςκαί φωνήν ατ, τ κοιν δεσπότ τ θύμ καί θύτ, διά τήν ναίμακτον ερουργίαν.

   ε τις δικονος καί πιστός οκονόμος τν μυστηρίων το χριστο, επρεπιζέσθ πνευματικς διά τήν διακονίαν το μεγάλου μυστηρίου, καί γάρ οράτως συνδιακονοσιν α εραί καί ΰλαι καί θείαι δυνάμεις τν σωμάτων,ν τ θανάτ τραπέζ

  ε τις μονάζων ς καί μες, καί τά το κόσμου λιπόντες, τ δέ Κυρί διά τς ποταγς, ποταγς, πακος κολουθοντες, δετε καί χορείαν , μίαν στησώμεθα χοντας τούς ερούς καί θείους μνογρφους ς χοράρχας, σωμεν τ κυρί.....πί τ γενεθλί καί λαμπράν ταύτην μέραν. 

  ε τις χει μετανον καί κ κακίας πιστρέφων τ δέ Κυρί προσπίπτων ,δεχέσθω σμερον τό τίμημα καί λύτρον· καί γρ  Σωτήρ το κόσμου,  δούς αυτόν λύτρον ντί πολλν, σαρκοται ς βρέφος ν φάτν πενιχρ, κρύβοντας τήν θεότητα ες τήν νθρωπότητα, καί τήν παντοδυναμίαν του, ες τήν φαινομενικήν δυναμίαν το Βρεφους.

  ε τις τυγχάνει δολος τς μαρτίας ς καγ, σκιρτάτκαί γαλλέσθ· δού γάρ  λύτρωσις κεν, πεφάνη, καί ν σπαργάνοις ελίσσεται, να μς λευθερώση τν παθν.

  ε τις δολος, καί λαός καθήμενος ν σκότει , φαιδρυνέσθ καί γαλλιάσθ καί μέγα σκιρτησάτ· δού γάρ τό νέσπερον καί πρόσιτον φς, προσιτόν μν γίνεται, φωτίζων πάντα νθρωπον ρχόμενον ες τόν κόσμον, καί βοάτ:...Φς Χριστο, Φαίνει Πσι....

  ε τις γέγονεν νεκρός τ μαρτί καί σωτος υός, μή θρηνείσθω·δού γάρ  νάστασις πεφανέρωται,  λπίς νέτειλεν,  μετάνοια στραψεν,  τράπεζα ητρέπισται· 

  ε τις ν δ πλανήθη, θαρσείτ καί εθυπορείτ· δού γάρ  λήθειαν λθεν,  δικαιοσύνη κ το ορανο διέκυψεν, (ε καί ς πλάνος συκοφαντεται, καί ν φάτν ξέν καί πενιχρ σμικροξενοδοχεται)μως μήν θορυβεσθε·τί γάρ ετελέστερον σπηλαίου;τί γάρ ταπεινότερον σπαργάνων, ν ος διέλαμψεν  το Δεσπότου μν καί θεότης, πλοτος...

  ε τις τήν δόν ζητε καί ες σκολιούς τραπούς περιπλανται, χαριείτ· δού γάρ  δός ρχεται,  κατασκευάζεται, βατήν τος πιστος, βατον δέ τος ληστας, καί τος  παρά τήν δόν δρεύοντες, σκηλεύονται·  καλός καί γάρ Σαμαρείτης, πορείαν ποιούμενος κ τς νω ερουσαλήμ, πρός τήν μετέραν σχατιάν εριχώ, κ τν δίων περιποιεται, καί τ πανδοχε ντελλεται...

  ε τις στίν πεινν καί διψν, ασθητς καί νοητς, χαριείτ·δού γάρ  οράνιος ρτος,  τροφή το παντός κόσμου  σπορος στος ν σπερμάντ ρρούρα βλαστάνειν πείγεται, αξάνεται καί καρποφορε· σαρκοται καί μορφώνεται τό καθ'μς· τό δωρ τό αώνιον, τό πηγάζον καί λλόμενον, ς ετός πί πόκου παρθενικο καί διά κοφης νεφέληςτήν γαίαν ρδεύει καί αξάνειν τά τν ρετν βλαστήματα, καί διψσα  γ κορρένυται·  πλευρά επρεπίζεται, να τι μικρόν , τό Αμα καί τό δωρ ρεύση, τά τς ψυχς νάματα.

  ε τις αχμάλωτος γέγονεν τς μαρτίας ς καγ , μή θρηνείτ·

φάνη γάρ  λυτρωτής μν, να τούς αχμαλώτους ρύση καί κ παθν καθάρει, καί πάθειαν δωρήσηται.

  ε δέ καί προσμένει τις τό φς, βαδίζων ν σκότει, φαιδρυνέσθ· δού γάρ τό φς νέτειλεν μν, έκ τς φωτοφόρου νεφέλης καί νηδύος, τό νέσπερον φς κ το πενιχρο σπηλαίου, ς ξ᾿  ρους τς ΠΑΡΘΕΝΟΥ· νέτειλε μν, να τούς ν σκότει φωτίσει καί φωταγωγήσει, καί πρός τό φς τό ΐδιον δηγήσει.

  ε τις πλανήθη καί σκορπίσθη, θαρσείτ· δού γάρ,  τό μεσότειχον το φραγμο καταργήσας καί τά δεσμά διαλύσας, καί τά διεσττα νώσας,καί τά σκορπισμένα συνάψας, καί τήν ποίμνην πρόσιτον τος χθρος ποιήσας, ς μνός μωμος, ν τ φθόρ νηδύϊ τς ΠΑΝΑΓΝΟΥ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, πορείαν ποιούμενος, πάντας μς διά τς βακτηρίας  εσαγάγη ες τήν πουράνιον μάνδραν.

  ε τιςταύτην ποθε καί ναζητε, καί περιπολε, χαρείτω· δού γάρ  ποιμήν  καλός,  τιθείς τήν ψυχήν πέρ τν προβάτων προεξάρχει δηγν τά λογικά πρόβατα, , τά κούοντα τς φωνς ατο, ες πνευμαυικήν νομήν ποιμαίνει μς, καί οδέν στερήσει....

  Μηδείς θρηνείτ πενίαν·φάνη γάρ  πάντων δεσποτεία· 

  μηδείς φοβηθείτω λύκοις·προπορεύεται γάρ  ποιμήν  καλός·

  μηδείς τρομαζέσθω θάνατον· νέτειλε γάρ  αώνιος ζωή,  νικήτής το θανάτου, στις:...θανάτ θάνατον πατήσας νεκρος ζωήν αώνιον δωρησάμενος· 

  μηδείς θρηνείτω διά τά πταίσματα·νέτειλε γάρ 

 συγνμη καί συγχώρησις· 

 χαρά καί  λύτρωσις· 

 κηρύττων τήν μετάνοιαν , καί δωρίζων τό Πνεμα· 

 λευθερν τς φθορς, τν παθν , τς μαρτίας, καί χαρισάμενος ζωήν αώνιον καί τήν προ-πτωτική ζωήν.

  Μηδείς θρηνείτ πενίαν καί κακίαν·

ταραχήν καί δειλίαν· 

δεσμά καί μαρτίαν· 

πιβουλάς καί συκοφαντίαν· 

πόλεμον καί αχμαλωσίαν· 

 γάρ φιλάνθρωπος Δεσπότης, τίκτεται ς βρέφος καί σπαργάνοις ελλίσεται, καί σπαργανοται, καί πάντες ο χθροί Ατο, ες τάς μάνδρας ατν κοιτασθσονται,  καί κλεισθήσονται, το λίου το νοητο τς δικαιοσύνης νατείλαντος, πάντας δέ μς, καλε κατ᾿ νομα να σφαλήση , καί σώση τό πολωλός.

  Μηδείς φοβείτ νησυχίαν καί τρικυμίαν· δού γάρ  τν πάντων δημιουργός,  τιθείς τήν πίβασιν ατο πί πτερύγων νέμων τήν πορείαν πί τς γς καί τν δάτων ρχεται, καί πιτιμ τήν μαινομένην κλύδωνι θαλάσσ, λέγων :....σιώπα πεφίμωσο, καί μεγάλη γαλήνη γίνεται.

  Μηδείς φοβείτω οδένα, λλα μόνο τήν μαρτίαν, , καί πόθ κλινε, ζεούσ δέ τ καρδίγαπήσωμεν τόν ναν,  διδούς τά πάντα τος γαπσιν ατόν, καί τηροσι τά θεα ατο προστάγματα.

  Οκον θαρσετε, μή θροεσθε· κοινός Δεσπότης, κοινή  λατρεία, κοινή  δοξολογία, κοινή  εχαριστία, κοινή καί  ελογία· πάντας προσκαλε λέγων :...δετε πρός με, πάντες ο κοπιντες καί πεφορτισμένοι , κγώ ναπαύσω μς....

  Δετε ον προσέλθωμεν καί προσπέσωμεν τος οκτιρμος ατονα λάβωμεν λεον καί χάριν ερομεν ες εκαιρον βοήθειαν. 

  Δετε ον και χορείαν μίαν στησώμεθα, πενιχράν διά τήν σθένειαν μν ς καί  φάτνη, προθύμως δέ ς ο γγελοι  ο κατελθόντες κ τν ψίστων τ φοβερ νυκτί, καί συμψαλλόντων...δόξα ν ψίστοις θε , καί πί γς ερήνη....

  Κανοναρχείτ  γάπη καί βοάτ:...

τέχθη χριστός, καί χαίρουσιν γγελοι· 

τέχθη χριστός, καί φρίττουσι δαίμονες· 

τέχθη Χριστός, καί τά δεσμά διελύθησαν· 

τέχθη Χριστός καί θεός πί γς πεφανέρωται, μορφωθείς τό καθ᾿ μς, καί θεώσας τό πρόσλημμα· 

τέχθη Χριστός ,  λυτρωτής μν καί πάντας προσκαλε ες τήν Βασιλείαν Ατο· 

τέχθη Χριστός, καί οδείς στίν  λυπούμενος· Χριστός γάρ τεχθείς ν σπηλαί, καί κ ΠΑΡΘΕΝΟΥ ΑΓΝΗΣ ΠΑΝΑΓΝΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΠΑΙΔΟΣ ζωήν καί χαράν βράβευσε τ βροτεί φυράματι, καταργήσας τήν τς κατάρας παρακοήν. 

  Δετε ον καί μες, σύν τος πυρίνοις ο πήλινι μνήσωμεν καθαρ τ καρδί, τόν σεσαρκωμένον Λόγον, καί κατίδωμεν τό μέγα μυστήριον τό ν τ σπηλαί τελούμενον· 

  ο ρχιερες τόν μέγαν ρχιερέα· 

  ο ερες, τόν τήν λογικήν λατρείανκαί ναίμακτον θυσίαν χαρισάμενον· 

  ο μονασταί τόν Νυμφίον· 

  α μητέρες τόν κ μήτρας παρθενικς προελθόντα καί θηλάσαντα κ παρθενικν μαζνκαί διδόντα τροφήν πάσ σαρκί· 

  α παρθέναι, τόν κ ΠΑΡΘΕΝΟΥ νατείλαντα· 

  ο πατέρες, τόν πρός τόν Θεόν καί Πατέρα μεσίτην καί καταλαγήν· 

  ο σθενες τόν ατρόν· 

  ο πένητες τόν θησαυρόν· 

  ο δτες τόν συνοδίτην· 

  ο ν θαλάσσ τόν κυβερνήτην· 

  ο διδάσκαλοι τόν καλόν διδάσκαλον καί τόν τήν ξ᾿ ψους σοφίαν διδόντα· 

  ο κήρυκες τόν Λόγον καί λόγον· 

  ο ποιμένες τόν καλόν ποιμέναν, τόν τήν ψυχήν ατο θέμενον πέρ τν προβάτων· 

  ο λιες τόν μέγα σαγινευτήν τν ψυχν  καί τόν τάς σαγήνας ατν πληροντα· 

  ο ρφανοί τόν προστάτην καί πατέρα· 

  α χραι, τόν δελφόν καί προστάτην· 

  ο πεπλανημένοι τόν δηγόν· 

  τά βρέφη τόν ς βρέφος κείμενον ν φάτν· 

  τά νήπια τόν νηπιάσαντα σαρκί, καί νήπιον γενόμενον· 

  ο κοπιντες , τήν νάπαυσην· 

  ο πεφορτισμένοιτόν επόντα:...δετε πρός με πάντες ο κοπιντες καί πεφορτισμένοι, καγ ναπαύσω μς· 

  Πάντες ον καί πανταχο, προσφέρομεν θυσίαν τ τεχθέντι· 

  Ες καστος καί πάντες μο τ ς βρέφος σπαργανούμενον προσφέροντες ς δρα χηριακά, καί μαγικα, τήν  τε λογικήν λατρείαν,  καί θυσίαν ανέσεως, γενόμενοι ερες , θύοντες τόν παλαιόν μν νθρωπον, σύν τος παθήμασι καί τας πιθυμίαις, να ναγεννηθ  νέος ν Χριστ, γενόμενος καστος μία μψυχος καί ζσα φάτνη , να ναγεννται  χριστός, προσφέροντες τ τικτομέν, τρίϋλον δρον, τήν πίστην, γάπην , καί σωφροσύνην, καί πάντες καθαρς τ καθαρ προσέλθωμεν  καί δωρήσηται μν, φεσιν μαρτιν, καί ζωήν τήν αώνιον. 

  Ατ  δόξα καί τό κρατος, τιμή καί προσκύνησις, ες αἰῶνας αώνων . 

ΑΜΗΝ. 

 

   Γέννησις σου Χριστέ  θεός μν, νέτειλε τ κόσμ τό φς τό τς γνώσεως· 

ν ατ γάρ, ο τος στροις λατρεύοντες, 

πό στέρος διδάσκοντο, 

σέ προσκυνεν, τόν λιον τς Δικαιοσύνης, 

καί σέ γινώσκειν ξ᾿ ψους νατολήν, 

Κύριε, δόξα σοι........

 


..ΛΑΘΩΝ ΕΤΕΧΘΗΣ ΥΠΟ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟΝ, ΑΛΛ ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΕ ΠΑΣΙΝ ΕΚΗΡΥΞΕΝ , ΩΣΠΕΡ ΣΤΟΜΑ ΤΟΝ ΑΣΤΕΡΑ ΠΡΟΒΑΛΛΟΜΕΝΟς ΣΩΤΗΡ...

..........................................

..........................................

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ  ΔΟΞΑΣΑΤΕ, 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΞ ΟΥΡΑΝΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΑΤΕ.. 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΙ ΓΗΣ ΥΨΩΘΗΤΕ.......

Θεός  γεννηθείς καί  ΜΗΤΕΡΑ  φθορος  παρθενος, τί πιό μεγάλο εδε  φύσις;

θεός κατέρχεται πό φιλανθρωπίαν, θεός, συγκαταβαίνων τ γενει τν νθρώπων, οκονομε τήν σωτηρίαν τν νθρώπων, καί ρχεται, ς βρέφος γαλουχούμενος, καί ρται, βλέπεται, σάν πλάσμα πό τό πλάσμα του  δημιουργός το σύμπαντος, 

 παντέλειος θεός, γίνεται βρέφος, 

 όρατος ρται, 

 χρονος εσάγεται στόν χρόνο, πό τήν αωνιότητα, ρχεται στήν χρονικότητα, πό τόν ορανόν, κατέρχεται στήν γν. 

στόν παράδεισον κάποτε,  παρά καιρόν, πεθύμησεν  δάμ νά γίνη θεός, καί δέν γινε, καί πατήθη καί πέθανε, 

νθρωπος γίνεται  θεός, διά νά κάνη θεόν τόν νθρωπον. 

ρχεται,  κρύβοντας τήν θεότητα στήν νθρωπότητα, καί τήν παντοδυναμίαν του στήν φαινομενικήν δυναμίαν το βρεφους.

ρχεται γκρεμίζοντας τό μεσότοιχον το φραγμο , πού εχε δημιουργήση νάμεσα σέ μς καί στόν θεόν,  παραβαση τς ντολς το θεο πό τόν δάμ, 

παρήκουσε  πρτος δάμ καί εσήγαγε τήν μαρτίαν καί θάνατον σέ λο τό νθρώπινον γένος, 

πήκοος γινε  δευτερος δάμ,  Χριστός, καί εσήγαγε τήν δικαίωσην  καί αίώνιον ζωήν σέ λους πού πιστεύουν σαυτόν καί ναγενννται πνευματικς. 

 κατάρα τς παρακος  διελύθη, καί  ελογία λθεν στόν κόσμον, 

 φλογίνη ρομφαία, ποχωρ καί φήνει τήν εσοδον το παραδείσου λευθέραν πού εχε κλείσει  μαρτία, τά χερουβείμ παραχωρον τό ξυλον τς ζως, πό τό ποον τρώγοντες σοζώμεθα, καί δέν θανατούμεθα ς παλαι  δάμ καί Εα. 

γεννται στή φάτνη , διότι , κατά τόν εαγγελιστήν , δέν πρχε μέρος νά καταλύση  ωσήφ  μέ τήν ΠΑΝΑΓΙΑΝ  μεταβαίνοντες πό τήν Ναζαρέτ στήν βηθλεέμ νά πόγραφον , κατά τό δόγμα το καίσαρος, 

δέν πρχε μέρος νά καταλύσουν, πρχε χρος, διά λους καί λα καί διά τόν Δημιουργόν δέν πρχε να μικρό μέρος, νά γεννηθ.

μόνο να τόπον το δωσαν λοπρόθυμα ο βραοι, μόνο τόν Γολγοθν , που τόν σταυρωσαν, 

σπήλαιον , καί γολγαθς, 

Βηθλεέμ καί γολγοθς, 

τά δύο...παλάτια, ξέδρες το χριστο ταπείνωσις, που συνέτριψε τάς κάρας τν δρακόντων.

πέγράφη ς δολος   δεσπότης το παντός, 

δέθη μέ σπαργανα, δια νά μς λύση τά μαρτήματα, πού εμασταν δεμένοι χειροπόδαρα, καί μετακίνητοι πρός τό καλό. 

τραφη μέ γάλα,  τρέφων  τροφ πάσ σαρκί.

κρατήθη ν γκάλαις,  τά πάντα κρατν ν δρακί, στό χερι του. 

 ν κόλποις το Πατρός, ν ορανν γκάλαις τς μητρός πί γς·

 χώρητος παντί, χωρήθη ν γαστρί τς ΠΑΡΘΕΝΟΥ. 

 ἀὀρατος , ρται, 

 σαρκος σαρκοται· 

 μήτωρ ν οραντός πού δέν χει μητέρα κατα τήν θεότητα, 

πάτωρ πί τς γς., χωρίς πατέρα πί γς κατά τήν νθρωπότητα.

 χων θρόνον ν ουραν, κάτω πί φάτνης πί γς, 

 πο τν ναριθμήτων ορανίων ταγματων, καί σωμάτων δυνάμεων προσκυνούμενος καί δοξαζόμενος ν οραν, κάτω, νάμεσα σέ ζα  μέσα σέ να σπήλαιον , καί τοτο ξένον, . 

ξένος, σάν ξένος λθεν πί γς  πτόμενος τν ρέων καί καπνίζονται. 

σάν ξένος ζησε, καί περιπάτησε καί νοιωσε , καί εταφη καί νεστη τριημερος, δια να΄ψαλη ργότερα  μνωδός  τό πέροχον τροπάριον :

...δός μοι τοτον τόν ξένον, στις οδεν  ξενίζειν , τούς πτωχούς καί τούς ξένους...

δός μοι τοτον τόν ξένον, ς ς ξένος οκ χει πού τήν κεφαλήν κλίνειν

δός μοι τοτον τόν ξένον, πού ξενίζομαι βλέπων  τό παραδοξον ξένον. 

δός μοι τοτον τόν ξένον, ς ς ξένος περιήγεν , περιάγων τούς γυμνούς καί τούς ξένους, 

και τούτου, το ουρανίου ...ΞΕΝΟΥ ξενιζόμεθα βλεπειν τό μυστήριον τό ξένον,.. 

μυστήριον ξένον, όρ καί παραδοξον.. . 

στόν κόσμον τς παραφροσύνης, πού χει γκρεμίση τά δανικά καί στήν θέσην τους βαλε τά ...μηδενικά,  στόν κόσμον  πού χει δαιμονισθ καί  δαίμονας, σαυτόν τόν παραλογισμόν, ρχται τό μεγαλεο  γαπη το θεο νά μς φυπνίση, καί να μς μβάλη  στήν δικήν του πολιτείαν στήν αώνιον ζωήν πού δέν εναι τίποτα λλο παρά  θεός, καί  γνσις τς γαπης το θεο

κούσαμε πολλά νόματα στήν εαγγελικήν περικοπήν τς κυριακς προ χριστο γεννήσεως, ... :...

βραάμ γέννησε τόν σαάκ, σαάκ γέννησεν τόν ακώβ, ακώβ γέννησε.....κτλ 

πολλά νόματα, διά τό να νομα, τό πέρ πν νομα,  τόν χριστόν, καίπαρουσιάζη  εαγγελιστής τήν ρίζα, πό που προλθε τό κατά σάρκα  χριστός.. κενοι  ρίζα,  ΠΑΝΑΓΙΑ τό δένρον,   χριστός  καρπός, ΄'αλλά πρέπει καί μες νά συνεχίσωμε ατήν τήν διαδοχήν τήν μορφην συνέχειαν, νά εμαστε συνέχεια το βλαστο,  το καρπο, νά εμαστε καρπός εαγγελίου  καί μάραντος·

νά παραμείνωμε στόν δένδρον:...:.. μείνατε ν μοί, τι χωρίς μο , ο δύνασθε ποιεν οδέν... 

... μένων ν μοί , καγώ ν αύτ, ατός φέρει καρπόν πολύν...

να εμαστε νωμένοι στό δένδρον, νά εμαστε καρπός,  στω ν δέν μπορομε νά χωμε καρπούς πνευματικούς, ς μείνωμε κοντά του σάν φύλλα,  καί  θεία γαπη θά μς καρποφορήση, · 

μόνο μήν πέσωμε σάν ξερά φύλλα καί μείνωμεν ξένοι το Χριστο

 Χριστός , δέν γεννήθηκε , λλα σαρκώθηκε, μες ο νθρωποι γεννόμεθα πό τή μητέραν μας πού πρέπει νά χωμε δέος καί σεβας καί αωνιον εγνωμοσύνη,  γεννομεθα ταν ρχόμαστε σάνβρεφος στόν κόσμον, πό τήν νυπαρξίαν στό εναι στήν παρξιν. 

 χριστός μως σάν θεός, πρχε προανάρχως, καί ν χρόν, πρίς  2018  χρόνια, καί ν τόπλαβε σάρκα, καί εσκήνωσεν ν μν, . 

ς το τοιμάσωμεν ς μψυχον φάτνην τήν καρδίαν μας, πού σως πολλάκις γίνεται σπήλαιον ληστν πό τά πάθη καί πιθυμίες μας, καί νά τρεφόμεθα μέ τήν οράνιον τροφήν τήν τροφήν το παντός κόσμου,  τόν κύριο μν ησον Χριστόν. 

λθεν  μέγας ν σμικρος, 

 χώρητος παντί, χωρήθη ν γαστρί τς ΠΑΡΘΕΝΟΥ, 

 καί μέ τόν στέρα δήγησε τούς μγους στήν προσκύνησιν του, . 

μες ντί στέρος, ς χωμε καί χωμε τήν πίσιν μας, πού μς δηγ στόν βρεφοθέντα σωτρα. 

γεννήθη στήν Βηθλεέμ, δέν γνωσαν ο οκεοι, καί προσκαλεται τούς ες τά βαθη τς Περσίας καί  μαρτίας, νά τόν γνωρίσουν, 

γνωρισεν  νος τόν κύριον ατο  καί βος τόν κτησάμενον ατόν, καί ο ουδαοι, πιστον  καί διωκουν, διώκεται σάν ξένος, στήν Αγυπτον, καί καλε τούς ξένους νά τόν γνωρίσουν· 

δρα δέχεται  νυμφίος τς κκλησας, καί ο ουδαοι  δια΄το ρωδου σφαζουν τά νηπια. 

σήμερον γεννται κ ΠΑΡΘΕΝΟΥ , κενος  ποος στήν  χεραν του κρατε τά σμπαντα. 

Μυστήριον παράδοξον βλέπομεν σήμερον, πί γς τελούμενον, 

το Κυρίου γεννηθέντος ν Βηθλεέμ τς ουδαίας, πεφωτίσται τά σύμπαντα· 

γγέλων νυμνούντων , καί μάγων προσκυνούντων, ποιμένων δοξαζόντων, ρώδης ταρράτετο, τι  θεός φάνη ν σαρκί σώζων τό γένος μν. 

δέν πεστράφη  πλάστης τό πλάσμα του, . 

δέν μ ςποστρέφεται στήν πλάνη μας, λλα χρησημοποιε, πολλάκις να στοιχεο τς πλάνης μας, νά μς φέρη στό φς τό ληθινόν, κοντά του, πως λέγει τό πολυτίκιον τς ορτς.:...

... γέννησις σου Χριστέ  θεός μν , νετειλε τ κόσμ τό φς τό τς γνώσεως· ν ατ γάρ, ο τος στροις λατρεύοντες, πό στέρος διδάσκοντο, σέ προσκυνεν τόν λιον τς δικαιοσύνης,,,,

δέν πεστράφη, οτε γκατλειψε τούς λατρεύοντας τά στρα, λλά χρησιμοποίησε να στέρι, να σημεο, στοιχεο τς πλάνης τους, καί φθασαν, εδαν προσκύνησαν, τόν λιον τς δικαιοσύνης.. τσι  θεός θεοπρεπς...πατ τόν πατήσαντα μς παταινα. 

σαρκώθη στό σπήλαιον, λλα  ορανός τόν κήρυξε παντο  σάν στόμα τόν στέρα προβαλλόμενος, να καλέση τούς μακράν , καί τούς ν σκότει καί σκι θανάτου καθημένους καί δοξάσουσιν, τόν κ ΠΑΡΘΕΝΟΥ μν νατείλαντα. ατ  δόξα τιμή, κράτος προσκύνησις σύν Πατρί καί γί Πνεύματι, ΑΜΗΝ. 

Χριστός τέχθη, 

ληθς τέχθη... 

δεκέμβριος 2018, 

κ τς εραποστολς.  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *